You are currently viewing Η στήλη της Μαντάμ Σιλένα – Περί παραλογοτεχνίας    

Η στήλη της Μαντάμ Σιλένα – Περί παραλογοτεχνίας   

Η ΜΑΝΤΑΜ ΣΙΛΕΝΑ ΑΠΑΝΤΑ ΣΕ ΑΠΟΡΙΕΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΩΝ ΕΠΙ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΘΕΜΑΤΩΝ ΤΕΧΝΗΣ

Αγαπητή μαντάμ Σιλένα

 Η κολλητή μου, η Λένα, επιμένει πως είναι πολύ απλό να ξεχωρίσεις το παραλογοτεχνικό  από τα πραγματικά λογοτεχνικό βιβλίο. Εκείνη, λέει, τα ξεχωρίζει  βάσει 4 στοιχείων. Κοιτάζει: 1) πόσο χοντρός είναι ο τόμος, 2) πόσο γυαλιστερός και πολύχρωμος, 3) πόσο καλοχτενισμένα μοιάζουν τα μακριά μαλλιά και 4) πόσο καλομακιγιαρισμένα τα ρεμβώδη μάτια της εικονιζομένης στο εξώφυλλο ηρωίδας.

Πέστε μου παρακαλώ τι ακριβώς είναι η παραλογοτεχνία, ώστε να μπορώ να έχω κι εγώ άποψη στην επόμενη συνάντηση της Λέσχης Ανάγνωσης στο σπίτι της Λένας – γιατί στην προηγούμενη δεν ήξερα τι να πω, οπότε το γυρίσαμε σε μπιρίμπα… Σας ευχαριστώ θερμά εκ των προτέρων,

 Με εκτίμηση,

 Φωτεινή Κ.

 

 

Αγαπητή κ. Φωτεινή Κ.

 Πραγματικά, το ζήτημα που σας απασχολεί είναι αρκετά ερεβώδες. Μπορώ να σας παραπέμψω στις απαντήσεις που έδωσε η δικιά μου κολλητή, όταν την ρώτησαν από έγκριτο λογοτεχνικό περιοδικό ακριβώς το ίδιο πράγμα. Αντιγράφω και σας παραθέτω τις ερωταπαντήσεις:

 1)  Ο όρος «παραλογοτεχνία» αποδίδει κατά τη γνώμη σας την έννοια της κακής λογοτεχνίας;

  –Του υποκατάστατου  της λογοτεχνίας, θα έλεγα. Πρόκειται για  παράπλευρες απώλειες του καλού στην μάχη της υπερπαραγωγής βιβλίων…

    2)  Τι εννοούμε γενικά με τον όρο «παραλογοτεχνία» -εάν τον αποσπάσουμε από την ειδολογική περιοχή (π.χ. από του είδος του αστυνομικού, του φανταστικού, των κόμικς, της «ροζ λογοτεχνίας» κλπ);

 –Η παραλογοτεχνία είναι όπως η παραπαιδεία και το παρακράτος: βρίσκεται παντού, γιατί το σύστημα την καθιστά απαραίτητη. Βρίσκεται και στα ελαφρότερα αλλά και στα «σοβαρά» είδη λόγου.  Σε κάθε λογοτεχνικό είδος υπάρχει το «παρά» του, οι παραποίηση ή έστω η παράφραση του. Το πρόθεμα παρά, όταν μιλάμε για  ένα βιβλίο, μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως πρώτο συνθετικό σε ευρεία γκάμα προσδιορισμών. Λέμε: «παρά-ξενο / παρά-τολμο βιβλίο… » (υπονοώντας πως, πιθανόν, έχει κάποιο ενδιαφέρον, έστω και μόνο για συγκεκριμένα γούστα). Λέμε  «παρά λίγο…» (εκδήλωση απογοήτευσης): «παρα-λήρημα…» (εκδήλωση αγανάκτησης), και ως τα: «παρα-πάει, παρά-γινε το κακό, παρα-τάτε με!» (εκδηλώσεις θυμού). Χαρακτηρίζοντας δε έναν συγγραφέα, μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως κωδικοποιημένος επιθετικός προσδιορισμός σε διάφορες περιπτώσεις, από το: παρα-γωγικός, παρα-δοσιακός, παρα-κοιμώμενος / παρα-τρεχάμενος (κάποιου) παρα-κατιανός, παρα-βατικός, παρά-φρων, παρα-γνωρισμένος, παρα-πονεμένος,  μέχρι το παρα-διαφημισμένος,  παρα-χαϊδεμένος, παρα-δόπιστος! 

 3)  Eίναι  λ ο γ ο τ ε χ ν ί α πάντα αυτό που μας προτείνεται και διαβάζουμε;

 –Όχι βέβαια. Πολύ συχνά είναι απλώς χειροτεχνία, τα προϊόντα της οποίας (από καλοφτιαγμένα μέχρι κιτς) είναι αποτέλεσμα ψυχα(κατα)ναγκαστικής εργασίας αναξιοπαθούντων που παρουσιάζεται σε δημόσια εκθετήρια και μπαζάρ, προωθείται και πωλείται – μάλλον όχι για φιλανθρωπικούς σκοπούς.  

  4) Πόσες και ποιες παρεξηγήσεις χωρούν στη σχέση του αναγνώστη με το βιβλίο;

 –Πάμπολλες… Όσες χωρούν και σε οποιαδήποτε άλλη ιδιαίτερη, προσωπική  σχέση.

 5) Υπάρχει ένα κριτήριο ή πολλά;

 –Θα έλεγα πως τα συνήθη κριτήρια είναι τo του τυχαίου και το του μοιραίου: Ο μέσος αναγνώστης συχνά διαβάζει το βιβλίο που θα του πέσει τυχαία στα χέρια ή το βιβλίο που μοιραία θα του προωθηθεί από τη συνεχή διαφήμιση και  από τους ασκούντες δημοσιογραφική «κριτική»… Ο πιο υποψιασμένος αναγνώστης, πάλι, έχει κι άλλα κριτήρια: λαβαίνει υπόψη και το όνομα του συγγραφέα ή (και) του μεταφραστή, καθώς και του εκδοτικού οίκου. Ή και μπορεί ν’ αφήσει τον εαυτό του ελεύθερο να παρασυρθεί από έναν τίτλο, ένα εξώφυλλο, ένα οπισθόφυλλο κι ένα ξεφύλλισμα.  Ο επαρκής αναγνώστης πάντως, θαρρώ, επικαλείται μόνο το σταθερό κριτήριο της εμπειρίας του – το οποίο βεβαίως  κι αυτό περιλαμβάνει πολλά ασταθή υποκριτήρια, με την έννοια ότι πρόκειται για ένα πολύεδρο κριτήριο που αντανακλά πάντα την ψυχολογική, την συναισθηματική, ακόμα και την οικονομική του κατάσταση εκείνης της στιγμής…

 6)  Τι σημαίνει κ ο ι ν ό;

 –Αν μιλάμε για τους φαν, το κοινό ενός συγγραφέα, θα έλεγα πως πρόκειται συνήθως για μια κινούμενη, εν πολλοίς κατευθυνόμενη μάζα. Νομίζω, γενικά, πως η έννοια «κοινό» είναι μια ατυχής έννοια, δεν σημαίνει και πολλά πράγματα. Τίποτα δεν είναι κοινό (εκτός από την κοινή μοίρα των θνητών και των έργων τους). Ούτε καν η κοινή λογική…

 7) Γιατί η π α ρ α ν ά γ ν ω σ η είναι κανόνας στην αναγνωστική σχέση;

 –Δεν έχω ξανακούσει τον όρο παρανάγνωση. Τι είναι; Κάτι που εμπεριέχει τις έννοιες αφέλεια, βιασύνη, ανεπαρκής γνώση της γλώσσας; Ή αφορά κυρίως σε «κριτικούς» και εμπεριέχει τις έννοιες πλήξη, εμπάθεια, κόμπλεξ σκοπιμότητα;

 8)   Πώς θα αντιμετωπίζατε αντί του καταλόγου των best-sellers ένα κατάλογο κακών βιβλίων;

 –Θα τον αντιμετώπιζα με τρόμο. Αν υπήρχε κάποιος τέτοιος, θα ήταν μακρότατος, ατέλειωτος. Δεν θα μπορούσες να τον χειριστείς… Βεβαίως τα best seller είναι συχνά κάτι όπως τα κανονικά εκκλησιαστικά κείμενα, τα κείμενα του ιερού Κανόνα, στα οποία  επιτρέπεται/ επιβάλλεται να ανατρέχεις με τις ευλογίες του κλήρου. Αντιστοίχως, υπάρχουν και  bad sellers -τα οποία δεν είναι απαραιτήτως κακά βιβλία αλλά μπορεί να είναι εκτός τόπου και χώρου, πολύ πίσω ή πολύ μπροστά από την εποχή τους ή, απλώς, άτυχα.

 9)  Πώς ερμηνεύετε το φαινόμενο ένα απαιτητικό κείμενο να ικανοποιεί και «ανειδοποίητους» αναγνώστες;

 –Αν ένα κείμενο είναι  ζωντανό, πολυκύμαντο, πολυεπίπεδο, (όπως πρέπει να είναι), μπορεί ή να αγγίξει, ή να συνεπάρει ή και να βυθίσει μέσα του αναγνώστες που βρίσκονται στις ανάλογες βαθμίδες παιδείας, καλλιέργειας και ευαισθησίας.

 10)  Πολλοί συγγραφείς και κριτικοί με θεωρητική κατάρτιση, στις κρίσεις τους, στις τελικές επιλογές τους προκρίνουν κάτι ανάλογο με αυτό που κατακρίνουν… Πως ερμηνεύεται αυτό το φαινόμενο;

 –Καχύποπτα.

 11)  Ο όρος «παραλογοτεχνία» αποδίδει κατά τη γνώμη σας την έννοια της κακής λογοτεχνίας;

  –Ναι. Όσο αποδίδουν την έννοια του κακού και άλλες εκφράσεις με πρώτο συνθετικό το «παρά» – π.χ.  παράπλευρες απώλειες ή όροι όπως π.χ. παρασιτικοί οργανισμοί ή παραϊατρικά επαγγέλματα…

 12)  Τι σημαίνουν οι όροι «καλό» και «κακό» για ένα λογοτεχνικό κείμενο;

 –Το καλό και το κακό δεν μπορεί να είναι απολύτως απόλυτα (και αντικειμενικά) στο λογοτεχνικό κείμενο – όπως εξάλλου και στη ζωή. Συνήθως για ένα κείμενο χρησιμοποιούμε κάποιον από τους πολλούς ενδιάμεσους επιθετικούς προσδιορισμούς: ελαφρύ, δύσπεπτο, στρυφνό, ευθύβολο, νευρώδες, πλαδαρό, ρηχό, βαθύ, κοινότοπο, ευρηματικό, βαρετό, διασκεδαστικό, κλπ. Για μένα, πάντως, ένα «καλό» κείμενο πρέπει πρωτίστως να είναι ρέον, να μη σε κάνει κάθε τόσο να σκοντάφτεις – και να δίνει κάποιο έναυσμα στον αναγνώστη για να ξεκαθαρίσει και να προχωρήσει δικές του σκέψεις / ιδέες (που μπορεί και να μην ξέρει ακόμα πως τις έχει).

 13)   Μπορούμε να περιγράψουμε τον λεγόμενο «μέσο» Έλληνα αναγνώστη;

 –Είναι μέσου αναστήματος, μέσης οικονομικής κατάστασης, μέσου μορφωτικού επιπέδου, μέσου βεληνεκούς, μέσης αντιλήψεως – και, ίσως, ψηφοφόρος του μεσαίου χώρου…

 14)  Εάν δεχθούμε ότι ισχύει ως αξιολογικό κριτήριο η έννοια της παραλογοτεχνίας σε ποια μορφή λογοτεχνίας νομίζετε ότι εμφανίζεται εντονότερα; (στην ποίηση, στην πεζογραφία ή στο δοκίμιο;)

 –Θαρρώ πως η ποίηση είναι αυτή που έχει τις πιο πολλές παρα φύσιν παράπλευρες απώλειες. Για άγνωστο λόγο θεωρείται πως είναι το πιο εύκολο είδος του λόγου για να «εκφραστεί» κανείς. Το πεζό θεωρείται κουραστικό,   θέλει περισσότερη χειρονακτική και οργανωτική δουλειά, (αλλά, βεβαίως, δεν πτοεί κάποιον που θεωρεί ότι πρέπει οπωσδήποτε να γράψει την ιστορία της ζωής του). Το δοκίμιο πάλι, θεωρείται επικίνδυνο (αλλά κι αυτό προσφέρει συχνά πεδίο λαμπρό για παραπαπαρολογίες επί παντός επιστητού.)

 15)  Σε ποιο βαθμό το περιρρέον γούστο επηρεάζει τον σύγχρονο συγγραφέα;

 –Φοβάμαι πως τον επηρεάζει αρκετά -είτε συνειδητά είτε υποσυνείδητα:  Όσο «διαχρονικά» και να θέλεις να γράφεις, δεν παύεις να ζεις στο κλίμα της εποχής και να είσαι εκτεθειμένος στα ρεύματα… Εντάξει, αν έχεις ισχυρά αντισώματα (που τα δημιουργεί η ανάγνωση των κλασικών) και, ταυτόχρονα, ακολουθείς υγιεινή διατροφή, με ελεγμένα δοκίμια βιολογικής καλλιέργειας, πεζά ελευθέρας βοσκής και βιταμίνες ποίησης, δεν συναχώνεσαι εύκολα και μπορεί να μη νοσήσεις βαριά…

  16)  Ποια η σχέση της παραλογοτεχνίας με το κιτς;

 –Η παραλογοτεχνία είναι κιτς. Κι η σχέση της με τη λογοτεχνία είναι η σχέση της καρικατούρας με το πραγματικό έργο τέχνης -ή και με το μοντέλο, τη ζωή. 

 17)  Σε ποιο βαθμό είναι υπεύθυνη η κριτική για το φαινόμενο της παραλογοτεχνίας;

 –Σε μεγάλο βαθμό. Η κριτική (η οποία σήμερα είναι κυρίως δημοσιογραφική) καθώς και οι εύκολες, απανωτές «παρουσιάσεις» αυτής της ακατάσχετης παραγωγής βιβλίων, όπου αίθουσα πολιτιστικού συλλόγου, θεατράκι καφέ ή μπαρ, ευθύνονται σχεδόν όσο και τα αμέτρητα «Εργαστήρια Δημιουργικής Γραφής».

 

                                                                            ******

 

Αγαπητή μου κ. Φωτεινή Κ., ελπίζω να πήρατε μια ιδέα… Και όλο και κάποια ατάκα από αυτές θα μπορέσετε να χρησιμοποιήσετε κι εσείς, ευθαρσώς, στην επόμενη συνάντηση της Λέσχης Ανάγνωσης του καρέ σας.

 Δική σας, 

Μαντάμ Σιλένα

 

   Σ.Σ. Το άρθρο είχε πρωτοδημοσιευτεί το 2013 στοπεριοδικό ΤΟ ΔΕΝΤΡΟ                                 

Παυλίνα Παμπούδη

Η Παυλίνα Παμπούδη σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου (Ιστορία – Αρχαιολογία) και παρακολούθησε μαθήματα Μαθηματικών στη Φυσικομαθηματική Σχολή και ζωγραφικής στην Σχολή Καλών Τεχνών στην Αθήνα και στο κολέγιο Byahm Show School of Arts του Λονδίνου. Έχει εκδώσει μέχρι στιγμής 15 ποιητικές συλλογές, 3 βιβλία πεζογραφίας, περισσότερα από 40 βιβλία δήθεν για παιδιά και 31 μεταφράσεις λογοτεχνικών έργων. Επίσης, έχει κάνει 3 ατομικές εκθέσεις ζωγραφικής, και έχει γράψει σενάρια για το ραδιόφωνο και την τηλεόραση, καθώς και πολλά τραγούδια.

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.