You are currently viewing Κλεονίκη Δρούγκα: ένα διήγημα

Κλεονίκη Δρούγκα: ένα διήγημα

Ο ΑΛΛΟΣ ΜΟΥ ΕΑΥΤΟΣ

 

Τρώνε αντικριστά στο τετράγωνο τραπέζι της κουζίνας. Ο Άρης πιάνει με το ένα χέρι το ματωμένο του γόνατο και με το άλλο λιώνει μηχανικά τις πατάτες στο πιάτο. Τον κοιτάζει απέναντί του και Τον κατηγορεί που τον άφησε να τα βγάλει πέρα μόνος με τον μάγκα της τάξης· δεν τον υπερασπίστηκε, όταν ο μάγκας του πέταξε τα γυαλιά κάτω, όταν του είπε να σκύψει να τα πάρει, δεν τον υποστήριξε όταν ο μάγκας χασκογελούσε, δείχνοντας την χοντρή κοιλιά του που τον δυσκόλευε να σκύψει. Χωρίς να σταματήσει να λιώνει τις πατάτες ο Άρης του ζητά να κάνει κάτι. Εκείνος τρώει απέναντί του αμίλητος την τελευταία μπουκιά, βουτά το ψωμί στη σαλάτα, τον παρατηρεί με συμπόνια αλλά δε μιλά. Ο Άρης σκουπίζει τη μύτη και συνεχίζει να τρώει.

Κάθεται στο τελευταίο θρανίο και διαβάζει τα θέματα της φυσικής. Ο Άρης δίνει πανελλαδικές εξετάσεις. Έχει ξενυχτήσει, έχει χάσει απογεύματα, παρακολουθώντας μαθήματα στο φροντιστήριο, τα ξέρει καλά αλλά έχει άγχος. Πίνει νερό, σκουπίζει τον ιδρώτα και προσπαθεί να διατηρήσει την ψυχραιμία του. Μια μύγα μπαίνει στην αίθουσα από το ανοιχτό παράθυρο και του αποσπά την προσοχή. Σταματάει  να γράφει και κοιτάζει έξω. Τότε Τον βλέπει στην αυλή να του χαμογελά. Του χαμογελά κι ο Άρης. Το μυαλό του τρέχει στο τελευταίο τραγούδι που έγραψε για την κοπέλα του, την τραγουδίστρια, στο συγκρότημα που έχουν φτιάξει. Είναι καλό το τραγούδι αλλά με αυτά τα καλλιτεχνικά δεν έχει κανείς μέλλον. Κουνάει τα δάχτυλα στην μπλούζα του σα να παίζει κιθάρα. Ο καθηγητής του κάνει παρατήρηση. Ο Άρης συνέρχεται και Του κάνει νόημα να φύγει απ΄ το παράθυρο και να τον αφήσει να συγκεντρωθεί. Ο Άρης τελειώνει και παραδίδει το τετράδιο.

Σηκώνει το χέρι του με ενθουσιασμό, ενώνοντας τα τρία δάχτυλα. Θα ορκιστεί, τελειόφοιτος της ιατρικής, φορώντας την τήβεννο που φέρουν όσοι αξιώνονται αυτό το πτυχίο. Ο κοσμήτορας της σχολής συγχαίρει τους τελειόφοιτους και τους συμβουλεύει. Αυτοί με υπερηφάνεια έχουν στρέψει τα κεφάλια τους στον κοσμήτορα και παρακολουθούν τα χείλη του, ενώ τρεις τέσσερις φωτογράφοι υποδεικνύουν πως να σταθούν για τη φωτογράφηση. Ο Άρης, όμως, κοιτάζει την Έφη με πόθο. Θαυμάζει τα χρυσά μαλλιά που αγγίζουν τους ώμους της, φαντάζεται  το σώμα της μέσα στο μπλε βελούδο φόρεμα, λιγουρεύεται τα χείλη της που πάντα δαγκώνει με αγωνία. Τότε η Έφη πιάνει το χέρι του Γιάννη και τον φιλάει στο στόμα. Ο Άρης παγώνει και απότομα στρέφει το βλέμμα όπου του υποδεικνύουν οι φωτογράφοι. Τότε ανάμεσα στα φλάς που ανάβουν διακρίνει τη φιγούρα Του. Εκείνος στέκεται απέναντί του και τον χειροκροτεί. Ο Άρης Του ζητά με αγωνία να του πει τι να κάνει. Πνίγεται μέσα στην τήβεννο. Εκείνος συνεχίζει να τον χειροκροτεί.

Σε μεγάλο δικηγορικό γραφείο ο Άρης με την εν διαστάσει σύζυγο συζητούν το θέμα της φροντίδας των παιδιών. Η δικηγόρος σηκώνεται, κλείνει την πόρτα, τους πλησιάζει και κοιτάζοντάς τον του προτείνει να τα βλέπει ανά δεκαπενθήμερο· μια μέρα τη βδομάδα, και πιο συγκεκριμένα, Τρίτη. Η εν διαστάσει σύζυγος κουνάει το κεφάλι συναινετικά. Ο Άρης ετοιμάζεται να εναντιωθεί, ανακάθεται και τελικά συμφωνεί. Θα προτιμούσε να τα βλέπει κάθε Σαββατοκύριακο αλλά η δικηγόρος τον διαβεβαίωσε ότι αυτό θα γίνει, μόλις ενηλικιωθούν. Πρέπει να περιμένει τρία χρόνια. Ξαφνικά Τον βλέπει να στέκεται απέναντί του. Εκείνος τον προτρέπει να σιωπήσει και ο Άρης μηχανικά υπογράφει με την πένα -δώρο του πατέρα του στην αποφοίτηση-  το διαζύγιο. Χαιρετά την πρώην σύζυγο και δίνει το χέρι στην δικηγόρο. Εκείνος σπεύδει κοντά του, του πιάνει τον ώμο και τον σέρνει στην έξοδο. Ο Άρης κινείται μηχανικά .

Σαββατόβραδο κάθονται δίπλα δίπλα σ΄ ένα παγκάκι στην προκυμαία και χαζεύουν τα πλοία που περνούν. Ο Άρης κρατά μια μπύρα στο χέρι και έχει άλλη μια πεσμένη στα πόδια του. Πίνει γουλιά γουλιά. Είναι ωραίο το βράδυ, αν και έχει ψύχρα, και δείχνει να το απολαμβάνει. Κάποιο παιδάκι τρέχει να φτάσει την μπάλα που του ξέφυγε. Κάνει να σηκωθεί να την προλάβει και ξαφνικά βλέπει μπροστά του την Έφη. Δεν έχει αλλάξει καθόλου, σκέφτεται. Η Έφη πλησιάζει στο παγκάκι και τον κοιτάζει. Τι όμορφα που είναι τα μαλλιά της! Θέλει να της μιλήσει, αλλά διστάζει. Ανακάθεται. Δίπλα του Εκείνος του υποδεικνύει να μην σηκωθεί. Είναι σίγουρο πως η Έφη δεν τον θυμάται και θα γίνει ρεζίλι. Άλλωστε έχει αλλάξει πολύ πια. Φορά γυαλιά και έχει χάσει πολλά απ΄ τα μαλλιά του. Ο Άρης μια κοιτάζει την Έφη που απομακρύνεται, μια Εκείνον που του υποδεικνύει τη θέση στο παγκάκι, πίνει μονορούφι την μπύρα, τον πλησιάζει σε απόσταση αναπνοής, Του δίνει μια μπουνιά και τον ρίχνει κάτω. Του φωνάζει ότι ευθύνεται για όλα· για την τελευταία μπουκιά που έτρωγε, για να μη χάσει την τύχη του, για το εφηβικό συγκρότημα που διέλυσε, για την Έφη που άφησε να φύγει με τον Γιάννη και δεν έτρεξε να της μιλήσει πριν τριάντα χρόνια, πριν ένα λεπτό, για τα παιδιά που δέχτηκε αδιαμαρτύρητα να μη βλέπει όσο θέλει, αν και ο ίδιος δεν ήθελε το διαζύγιο. Αυτή τον άφησε. Τον χτυπά με μίσος στο πρόσωπο, βάζει όλη του τη δύναμη και τον κλωτσά. Εκείνος πιάνει το πρόσωπό του έκπληκτος. Αιμόφυρτος σέρνεται κάτω. Τον σηκώνει με μανία και τον πετά στη θάλασσα. Το σώμα του σηκώνει πολύ νερό. Κάποιο περαστικοί τρέχουν έντρομοι.

Η τελετή έγινε με λίγα άτομα. Στα παιδιά δεν είπαν ότι ο πατέρας αυτοκτόνησε.

 

 

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.