You are currently viewing Λέανδρος Πολενάκης: Νίκος Χατζηπαπάς, «Νύχτα»,  Εκδόσεις ΟΤΑΝ

Λέανδρος Πολενάκης: Νίκος Χατζηπαπάς, «Νύχτα», Εκδόσεις ΟΤΑΝ

Το βιβλίο του σκηνοθέτη, ηθοποιού και πολλά άλλα, Νίκου Χατζηπαπά, με τον μονολεκτικό τίτλο «Νύχτα», τυπικά είναι μια συλλογή οκτώ «παράξενων», μέσα σε εισαγωγικά, διηγημάτων. Πράγματι, πρόκειται για μια σπονδυλωτή νουβέλα που κινείται στον ενδιάμεσο χώρο, ανάμεσα… στη νύχτα και στη νύχτα. Διότι μια κάθετη, διαμπερής ρωγμή χωρίζει στα δύο τη νύχτα. Στο κομμάτι που βλέπουμε με τη μέσα όρασή μας, το ονειρικό κομμάτι, και στο κομμάτι που μας βλέπει να πλανιόμαστε σαν σκιές ονείρων στο φως της μέρας. Ποιο από τα δύο είναι το αληθινό; Να θυμίσω το απόσπασμα αριθμός 26 του Ηράκλειτου: «Άνθρωπος εν ευφρόνη φάος άπτεται εαυτώ αποσβεσθείς όψεις, ζων δε άπτεται τεθνεώτος εύδων, εγρηγορός άπτεται εύδοντος»: «Ό άνθρωπος μέσα στη νύχτα, όταν πάψει να βλέπει, γίνεται ο ίδιος φως για τον εαυτό του. Ζωντανός μέσα στον ύπνο αγγίζει τα όρια του νεκρού και στον ξύπνο αγγίζει τα όρια του κοιμισμένου».

Η ρήση αυτή του φιλοσόφου της Εφέσου θα μπορούσε να είναι το κλειδί για να αξιολογήσουμε σωστά το βιβλίο του Νίκου Χατζηπαπά, που δεν είναι «υπερρεαλιστικό», όπως θα μπορούσε άδικα να υποστηρίξει μια επιπόλαιη ανάγνωσή του, ούτε θητεύει στο «παράλογο», μια ετικέτα που κρεμάμε συνήθως σε όποιο κείμενο δεν ακολουθεί την πεπατημένη οδό του «δύο και δύο ίσον τέσσερα» και φέρνει αμηχανία στους ύποπτους, πολυμήχανους κατασκευαστές κανόνων και προτύπων. Το βιβλίο του Νίκου απλώς βυθίζεται στο ύδωρ της πραγματικότητας και χάνει από το βάρος του ίσο βάρος με το ύδωρ της πραγματικότητας που εκτοπίζει. Για να μπορέσει να πετάξει. Το βιβλίο του Νίκου, στην παραπλανητική αποσπασματική του μορφή αποτελεί μέρος ενός μεγαλύτερου χαμένου όλου και είναι, με την έννοια αυτή, «Ηρακλείτιο».

Λίγα για τον υπερρεαλισμό, πριν μπούμε στο βιβλίο του Νίκου. Το μόνο, ίσως αυθεντικό και όχι δάνειο πνευματικό προϊόν της Δυτικής κουλτούρας, δεν ήταν μια απλή αμφισβήτηση του λογοτεχνικού τρόπου της Δυτικής κυρίως Ευρώπης, αλλά ένα κίνημα που ήθελε να μεταβάλει ριζικά τον τρόπο σκέψης και συμπεριφοράς του ανθρώπου, εγκλωβισμένου σε έναν στείρο ορθολογισμό, διευρύνοντας τα όρια του «πραγματικού», έτσι ώστε να χωρούν σε αυτά όλες οι άυλες οντότητες, όπως η φαντασία και το όνειρο, που έμεναν έως τότε «εκτός των πυλών» φτωχές ζητιάνες μιας ζωής που περνούσε εμπρός τους ακατάδεχτη και αλαζονική. Σωστά. Πάπας του υπερρεαλισμού ήταν ένας λόγιος Γάλλος ποιητής, ο Αντρέ Μπρετόν, που διακήρυσσε, όμως, ακόμη ότι… η Ευρώπη βρίσκεται για εικοσιπέντε αιώνες… υπό ελληνική κατοχή (εννοούσε ότι την είχε σκλαβώσει το ελληνικό πνεύμα) και είναι καιρός να την αποτινάξει. Τα έλεγε αυτά στον μεσοπόλεμο, έχοντας μια θολή αντίληψη του τι ερχόταν. Έστω, αυτό. Το ζήτημα είναι ότι το κίνημα του υπερρεαλισμού «έπιασε», πριν καταλήξει σε μια απλή φόρμα, στις χώρες εκείνες της Δυτικής κυρίως Ευρώπης που είχαν υιοθετήσει ένα μονοδιάστατο τρόπο ζωής και μια μονοεπίπεδη αντίληψη της πραγματικότητας. Ενώ η ζωή είναι πολυδιάστατη και η πραγματικότητα πολυεπίπεδη. Σε χώρες όπως η Ισπανία και η Ελλάδα, που διατηρούσαν ζωντανή την αίσθηση μιας μυθικής πραγματικότητας και την επαφή με τα πολλά επίπεδά της, ο υπερρεαλισμός λειτούργησε διαφορετικά, ως ένα κίνημα νεωτεριστικό που αναζωογόνησε μια αρχαία πνευματικότητα, ειδικά στην Ελλάδα σπάζοντας τα γλωσσικά φράγματα που είχαν υψώσει οι γλωσσαμυντορισμοί ένθεν και ένθεν και ελευθερώνοντας το δυναμικό της ενιαίας ελληνικής γλώσσας στην ποίηση και στην πεζογραφία. Με κλασικά παραδείγματα τον Εγγονόπουλο και τον Εμπειρίκο. Ακόμη και ο Μίλτος Σαχτούρης, με τις τραγικές νωπογραφίες του τού εμφυλίου, δεν γλίτωσε από τον χαρακτηρισμό του «σουρρεαλιστή», που ήταν για τους αμαθείς αστούς, τότε, σχεδόν υβριστικός. Κι όμως, η ρημαγμένη καθημερινότητά του, όπως και δική μας, ξεχειλίζει από παντού. Ένα ποίημά του με τον τίτλο «Η κακή εικόνα», από μια συλλογή του 1956, μας περιγράφει με ακρίβεια ανατριχιαστική -χωρίς να το δηλώνει- την εικόνα που αντίκρισαν οι επιστήμονες στα νησιά «Μπικίνι» του Ειρηνικού που είχαν γίνει πεδίο πυρηνικών δοκιμών, όταν αποβιβάστηκαν μετά από λίγα χρόνια εκεί. Τα ψάρια που είχαν βγάλει πόδια και σκαρφάλωναν στα καμένα δέντρα, δεν είναι διόλου προϊόν υπερρεαλιστικής φαντασίας.

Θέλω να πω με δυο λόγια, ότι για εμάς, εδώ, η πραγματικότητα, όπως με τόση τέχνη την περιγράφει ο Νίκος Χατζηπαπάς στο βιβλίο του, είναι από μόνη της υπερρεαλιστική, δεν χρειάζεται να της κρεμάσουμε σχετική ετικέτα. Απλώς, την έχουμε συνηθίσει ως πραγματικότητα και δεν το καταλαβαίνουμε πάντα. Μόνο σε οριακές περιπτώσεις, όπως αυτές που επισημαίνει ο Νίκος στο βιβλίο του. Επιτρέψτε μου να σας αναφέρω ένα προσωπικό παράδειγμα από τη στρατιωτική θητεία μου στο ναυτικό. Υπηρετούσα στο τηλεφωνείο μιας μονάδας και είχα το καθήκον να παίρνω σήματα τηλεφωνικά και να τα καταγράφω σε ένα ειδικό βιβλίο. Μια μέρα πήρα ένα σήμα που έλεγε: «Ο πλοίαρχος Κουνέλης εγκατέλειψε το πλοίο Σκύρος στον όρμο Κουνέλι της Νήσου Σκύρου». Κατέγραψα το σήμα και παρά λίγο να πάω ναυτοδικείο, επειδή κανείς δεν πίστευε ότι ήταν αληθινό. Τέτοιος είναι ο υπερρεαλισμός της πραγματικότητας.

Μετά από αυτήν τη σύντομη εισαγωγή, χαιρετίζω το βιβλίο του Νίκου Χατζηπαπά με τα οκτώ διηγήματα που συνθέτουν ένα υπερβατικό τοπίο μιας προσωπικής και ταυτόχρονα κοινής μυθολογίας. Με άξονα κεντρικό, τολμώ να πω, την αναζήτηση της αγάπης. Όχι της ρομαντικής αγάπης, αλλά εκείνης που καταξιώνει τον άνθρωπο, όχι ως μέτρο αξίας των πραγμάτων όπως διακήρυξαν οι σοφιστές, αλλά ως αξία καθολική, διαχρονική, τον ίδιο. Τα οκτώ αριστουργηματικά αφηγήματα, αληθινά κομψοτεχνήματα γραφής, μοιάζουν με μικρά αλαβάστρινα γλυπτά μιας ιδανικής ελληνιστικής εποχής, με έρωτες, νύμφες, σάτυρους, ψυχές καμόντων ολοζώντανες, να περνούν εμπρός μας.

Επισημαίνω το κορυφαίο, κατά τη γνώμη μου, διήγημα με τον τίτλο «Νύχτα» που έδωσε και το όνομα στην όλη συλλογή, διόλου υπερρεαλιστικό, που περιγράφει συγκλονιστικά το άσυλο – κολαστήριο των ψυχασθενών και ψυχικά πασχόντων της Λέρου, που ήταν μέχρι πριν λίγα χρόνια σε λειτουργία. Ένα πραγματικό «ταξίδι στην άκρη της νύχτας». Και όμως βγαίνεις λυτρωμένος από αυτό, κλείνοντας το βιβλίο. Τέτοια η δύναμη της τέχνης του.

 

(Από την ομιλία Του Λ.Π. στην παρουσίαση του βιβλίου την Παρασκευή 10 Σεπτεμβρίου 2021, στο 49ο Φεστιβάλ Βιβλίου στο ΖΑΠΠΕΙΟ (Σκηνή Ρήγας Φερραίος)

 

 

Ο Λέανδρος Πολενάκης είναι ποιητής και θεατρικός κριτικός

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.