You are currently viewing Μηνάς Θεοδώρου: Φωτεινή Βασιλοπούλου, Για μια χούφτα ζωή, Εκδόσεις Γαβριηλίδης

Μηνάς Θεοδώρου: Φωτεινή Βασιλοπούλου, Για μια χούφτα ζωή, Εκδόσεις Γαβριηλίδης

Διάβασα, απνευστί, τις 17 διηγήσεις της Φωτεινής Βασιλοπούλου, ενοποιημένες υπό τον γενικό τίτλο ‘ΓΙΑ ΜΙΑ ΧΟΥΦΤΑ ΖΩΗ’ και παρά το γεγονός ότι η έκδοση χρονολογείται ήδη από το 2015 και σίγουρα έχει υποστεί την κριτική της αποδοχής, ακολούθησα τη συγκινησιακή μου ανάγκη να πω δυο λόγια γι’ αυτήν διεκδικώντας την φρεσκάδα της ύστερης ανάγνωσης. Έτσι, για να κάνω πιο εμφατικό το ήδη προφανές του καυστικού μα και συνάμα τρυφερού λόγου της συγγραφέως.

 

Αν με ρωτούσαν λοιπόν για το τι πραγματεύονται αυτές οι διηγήσεις, θ’ απαντούσα ευθέως -παραφράζοντας τον τίτλο- ότι πρόκειται για ιστορίες ζωής, ευφάνταστα, ευαίσθητα αλλά και κωμικοτραγικά δοσμένες. Ιστορίες που στέρεα ακουμπούν σε παραδοσιακές εικόνες παρελθόντος που η χρονική τους μοίρα τις θάμπωσε, ακροβατούν -με επιτυχία- σαν αερικό μεταξύ ονείρου και πράξης, αναδεύουν λόγια, έργα και μύθους που ξεχάστηκαν στο διάβα του χρόνου και τελικώς ‘υποκύπτουν στο δυσβάσταχτο’, κατά την προσφιλή της έκφραση, που είναι και η μοίρα της ζωής.

 

Επιτυχώς εμπλέκονται στον ρέοντα λόγο ξεχασμένες λέξεις και παιχνιδίζουσες ντοπιολαλιές, σαν μια διαμαρτυρία στην λησμονιά σαν ένα αίτημα στην διατήρηση. Κάτι σαν προσπάθεια αποκατάστασης του κεφαλαιώδους ατοπήματος στην καθ’ ημάς απλοποίηση και εξόντωση αυτού που, δικαιωματικά, θα έπρεπε να του αναλογεί μια συμπαγής κιβωτός επιβίωσης.

 

Διατρέχοντας τις καλογραμμένες σελίδες, είναι αδύνατον να ξεπεράσεις χωρίς να σταθείς και να συλλογιστείς :

 

  • ‘ την τρυφερότητα που χρειάζεται ιδιωτικότητα για να εκδηλωθεί ’, αν και πιστεύω στην άνευ όρων και παντοειδών περιορισμών εκδήλωσή της, μιας και ανέκαθεν την θεωρούσα διασώστη υπάρξεων

  • ‘ τα ματαιωμένα σχέδια της χηρείας ’, εξαιρετική και πολυσήμαντη κατά την γνώμη μου έκφραση, καθώς και την, ρητώς, αναφερόμενη χειραγώγηση του συναισθήματος από τον εφιάλτη της κίβδηλης κοινωνικής κατακραυγής ‘ Ήθελε να … Μα εκεί στο δημόσιο δρόμο … Τι θα λέγανε, αν τους έβλεπε κάνα μάτι; ’

  • τον κοινωνικό αποκλεισμό που επέβαλε η άγνωστη, μεταδοτική νόσος αλλά και τον επίμοχθο ρόλο των ποιητών, αυτών των επίμονων εκσκαφέων της ευαισθησίας ‘ Αναγκαστήκανε να τον πάνε σ’ ένα παλιοσπιτάκι όξω απ’ το χωριό … Έτρωγε μοναχός του … Κάθε Λαμπρή στη γιορτή του, ένας ένας που ‘φευγε μετά την εκκλησά του σφύραγε και του ‘λεγε χρόνια πολλά … και κείνος έκλαιγε, αν και τα δάκρυα δεν είναι για τους άντρες. Κείνος ο αναθεματισμένος ποιητής στη Σωτηρία ήτανε τελικά πολύ κακή παρέα. ‘

  • τις ματαιωμένες ελπίδες παρά τις ενδάκρυες ικεσίες ‘ Τούτη τη φορά ο Άγιος παράκουσε φαίνεται ‘

  • την πεισματική διεκδίκηση των παιδικών ονείρων και την βίωσή τους έστω και μέσω της μετάλλαξης σε όρους δυνατότητας πραγματικής προσέγγισης ‘ Θα ‘λεγε λοιπόν στα ξαδέρφια του πως είχε πάει το πανηγύρι σε κείνον και τα είδε ούλα. ‘

  • την τραγικότητα κάποιων εθίμων, τις άπιστες προσδοκίες και την ενοχική, την αφιλοκερδή συμπαράσταση εν είδει εξιλέωσης για την ανισότητα της παρασχεθείσας ζωής, όπως ανθρώπινα και γλαφυρά καταγράφονται στην ιστορία της Βουλιώς.

  • Την, χωρίς δισταγμό, προσέγγιση του θανάτου είτε μέσω του απευκταίου τρόμου της νεκροφάνειας στα ΄ Κοτσίρια στα κεραμίδια ‘ & ‘ Καλή Αυριανή ‘ είτε διακωμωδώντας και διανθίζοντάς τον με λαϊκές νότες και με απόκρυφες των ηρώων σκέψεις σε συνδυασμό με το απρόοπτο στα ‘ Πλην κλιτσινάρας ‘ & ‘ Αυγουστιάτικη ψιχάλα ‘ μιας και οι θρηνωδοί προσαρμόζονται ευχερώς δίνοντας στο γεγονός την ψευδή διάσταση που εκείνοι θα ήθελαν αλλά και ‘ Ο Ιερεμίας δεν έδινε την πρέπουσα σημασία στα έκτακτα καιρικά φαινόμενα. ‘

  • την αναγκαστική προσαρμογή στο μη επιθυμητό ‘ Έπρεπε ν’ αποδείξει την αξιοσύνη της με κάθε τρόπο, ακόμα και με τη σφαγή ‘ αλλά και τις ασυνείδητες διαδρομές του νου ακόμα και σε ανοίκειες ατραπούς, για την απεμπλοκή και την επαναφορά της όποιας κανονικότητας ‘ Δεν αντέχει άλλη σφαγή. Πρέπει να βρει μια λύση. Άμεση και δραστική. Ναι, ποντικοφάρμακο στα κοτερά … και τα ψόφια κοτόπουλα στα σκυλιά. Και τα σκυλιά στο ρέμα για να τα φάνε τα ψοφίμια. Μ’ ένα σμπάρο δυο τρυγόνια. ‘

  • τον αθέλητο βιασμό της παιδικής ψυχής από την άγνοια και τον αναγκεμό του βίου (‘Τα κρεμμύδια’), την ανάδευση τρομακτικών μύθων (‘Τα σκόρδα’), την απώλεια του παιδιού ως το μέγιστο γονεϊκό δράμα (‘Του λιναριού τα πάθη’), την αναγκαιότητα της αγάπης, προσλαμβανόμενης έστω και μέσω μεταφυσικών φαινομένων (‘Οι γουργουλιάνες’), την ουσία και τα πάθη της μετανάστευσης που τόσους και τόσους ταλαιπώρησε (‘Το κολλάγκαθο’) και τέλος τις πράξεις της αναγκαιότητας αλλά και τις επίπλαστες κοινωνικές συμβάσεις (‘Ο άρτος ο επιούσιος’)

 

Εν κατακλείδι, πρόκειται για ένα τμηματικό αλλά ενιαίο -κατά την έννοια του στόχου- συγγραφικό πόνημα, λαογραφικού και ψυχογραφικού χαρακτήρα. Το κράτησα στα χέρια μου και με ταξίδεψε. Η τρυφεράδα του με γλύκανε, το απρόοπτο με σάστισε, το αλλοπαρμένο του -στιγμές, στιγμές- με τρόμαξε, οι περιγραφές του με δίδαξαν, τις αλήθειες του εγκιβώτισα. Χαρείτε το!

                                                                                                                                                                                                         

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.