You are currently viewing Έφη Φρυδά. Μάγια Αγγέλου: Το Κακό και η θεραπεία της σιωπής

Έφη Φρυδά. Μάγια Αγγέλου: Το Κακό και η θεραπεία της σιωπής

Πριν επτά χρόνια, στις 28 Μαΐου του 2014,  πεθαίνει σε ηλικία 86 ετών η Αμερικανίδα ποιήτρια, πεζογράφος, ηθοποιός, κινηματογραφίστρια, ακτιβίστρια για τα δικαιώματα του πολίτη, καθηγήτρια πανεπιστημίου Μάγια Αγγέλου. Μέσα στα πενήντα χρόνια της ενήλικης ζωής της προφταίνει να κυκλοφορήσει επτά αυτοβιογραφίες, τρεις μελέτες, αρκετές ποιητικές συλλογές, ενώ ταυτόχρονα έχει μια ενεργή παρουσία στη δημόσια ζωή της χώρας της. Λαμβάνει μέρος σε πολλές θεατρικές παραστάσεις, ταινίες και τηλεοπτικές εκπομπές. Της απονέμονται δεκάδες βραβεία και πάνω από 50 τιμητικές διακρίσεις.

Πριν όμως ξεκινήσει τη συγγραφική της καριέρα η Μάγια Αγγέλου κάνει πολλές και διάφορες δουλειές. Μαγείρισσα σε χαμπουργκεράδικο, μηχανικός αυτοκινήτων και για αρκετά χρόνια χορεύτρια που κάνει ένα νούμερο με φίδια σε νάιτ κλαμπ. Το 1950, στα  δεκαεπτά της χρόνια, παντρεύεται έναν Έλληνα ναυτικό, τον Τος Άγγελος, και μαζί αποκτούν ένα παιδί. Χωρίζουν και, από το 1945 ως το 1955, η Αγγέλου περιοδεύει με τον θίασο της παράστασης Porgy and Bess και τραγουδάει σε μπαρ της Δυτικής Ακτής και της Χαβάης.

Προς τα τέλη του ’50 γνωρίζει τον Τζέιμς Μπόλντουιν και άλλους σημαντικούς συγγραφείς του Harlem Writers Guild και μέσω αυτού του κύκλου της δίνεται η ευκαιρία να ακούσει τον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ και τον Μάλκομ Χ. Γοητευμένη από το μαχητικό τους λόγο ταξιδεύει μαζί με τον γιο της στο Κάιρο, στη Γκάνα και στη Δυτική Αφρική ως συντονίστρια της οργάνωσης του Μ. Λ. Κινγκ για τα ανθρώπινα δικαιώματα των μαύρων. Επιστρέφει στις ΗΠΑ και ο Τζέιμς Μπόλντουιν την ενθαρρύνει να γράψει την αυτοβιογραφία της. Έτσι, έπειτα από κάποιους ενδοιασμούς, η Αγγέλου μπαίνει στον συγγραφικό κόσμο.

Το κείμενο που ακολουθεί αποτελείται από αποσπάσματα της ομιλίας σε ένα συνέδριο στο Τέξας με τίτλο Αντιμετωπίζοντας το Κακό, και μιλάει για τις άσχημες πλευρές της ανθρώπινης φύσης. Θέμα που η Μάγια Αγγέλου γνωρίζει στο πετσί της, αφού πάντα αντιμετώπιζε με θάρρος τον ρατσισμό. Επιπλέον – και αυτό είναι σημείο καμπής στη ζωή της – σε ηλικία μόλις επτά ετών πέφτει θύμα βιασμού. Όταν οι συγγενείς της σκοτώνουν τον βιαστή της, η μικρή Μάγια αισθάνεται τόσο ένοχη που βουβαίνεται για πέντε ολόκληρα χρόνια. Πέντε χρόνια το κοριτσάκι αυτό κρατάει μέσα του τον πόνο, την ντροπή, την ενοχή για το κακό που της έκαναν, την πίκρα, τον θυμό. Τόσα συγκρουόμενα συναισθήματα πώς να τα βολέψει μέσα του ένα αθώο παιδί;  Είναι μια Αφροαμερικανίδα δασκάλα, η κυρία Φλάουερς, που υπογραμμίζοντας τη σπουδαιότητα του προφορικού λόγου, εξηγώντας τη φύση και τη σπουδαιότητα της παιδείας, θα εμφυσήσει στη Μάγια την αγάπη για την ποίηση και θα καταφέρει να την κάνει να ξαναμιλήσει. Την ιστορία της αυτή και τη ζωή της μέχρι την ηλικία των 17 ετών αφηγείται στην πρώτη από τις επτά  αυτοβιογραφίες της. Αυτή η πρώτη της αυτοβιογραφία έχει τον τίτλο I Know Why the Caged Bird Sings (1969), έργο που της χάρισε διεθνή αναγνώριση.

 Ας δούμε τώρα τι μας λέει η Μάγια Αγγέλου για την ιστορία του Κακού:

“Από την αρχή της ταραγμένης ιστορίας της η ανθρωπότητα κατασκεύασε πυραμίδες, πύργους κακίας, συχνά στο όνομα του Καλού. Η απληστία, ο φόβος και η λαγνεία μάς ώθησαν να φονεύουμε τους ποιητές μας, που είμαστε εμείς οι ίδιοι, να διαπομπεύουμε τους ιερείς μας, που είμαστε εμείς οι ίδιοι. Ο κατάλογος των τρόπων και των περιστάσεων που εμείς μόνοι μας υπονομεύουμε το Καλό πάει ως πίσω στους προϊστορικούς χρόνους και βαστάει ως τις μέρες μας. Χαμηλώνουμε τα μάτια στην αναφορά των αιματοβαμμένων βασανιστηρίων της Ιεράς Εξέτασης. Οι ώμοι μας γέρνουν από το βάρος της σκέψης των Αφρικανών σκλάβων που ξάπλωναν κολλημένοι ο ένας πάνω στον άλλον στα βρωμερά υπόγεια και στα αμπάρια των δουλεμπόρων για να μεταφερθούν σε μιαν άλλη ήπειρο και πουληθούν στα σκλαβοπάζαρα, απ’ όπου στη χώρα τούτη δημιουργήθηκαν αμύθητες περιουσίες. Αποστρέφουμε τα μάτια με ντροπή αναλογιζόμενοι το Νταχάου και τους φούρνους στα διάφορα στρατόπεδα συγκέντρωσης, όπου εκατομμύρια δικοί μας εαυτοί δολοφονήθηκαν από εκατομμύρια δικών μας εαυτών. Μόλις μας θυμίσουν τις πράξεις μας, κάτι που συμβαίνει συχνά, σπαταλάμε απίστευτη ενέργεια στην προσπάθεια να λησμονήσουμε αυτά που μόλις μας θύμισαν.

Για να σας δείξω πώς από το κακό μπορεί να προκύψει το καλό, στα πέντε αυτά χρόνια (μιλά για την περίοδο μετά τον βιασμό της) διάβασα όλα τα βιβλία στη βιβλιοθήκη του σχολείου των μαύρων. Διάβασα ό,τι βιβλίο έπεφτε στα χέρια μου από τη βιβλιοθήκη του σχολείου των λευκών. Απομνημόνευσα τον Τζέιμς Ουέλντον Τζόνσον, τον Πολ Λώρενς Ντάνμπαρ, τον Κάουντι Κάλλεν και τον Λάνγκστον Χιούς. Απομνημόνευσα τον Σαίξπηρ, ολόκληρα θεατρικά έργα του, τα πενήντα του σονέτα. Απομνημόνευσα Έντγκαρ Άλλαν Πόου, όλα του τα ποιήματα – που ως τότε τίποτα δεν είχα ακούσει γι’ αυτά, τα απομνημόνευσα όλα. Διάβασα Λόνγκφέλλοου, διάβασα Γκυ ντε Μωπασάν, διάβασα Μπαλζάκ και Ράντγιαρντ Κίπλινγκ· θέλω να πω πως το διαβάσματά μου περιλάμβαναν τα πάντα, ήταν μια καθολική αποθήκευση.

(…)

Από εκείνο το κακό – που ήταν ένα φρικτό κακό, γιατί ο βιασμός του σώματος ενός νέου ανθρώπου τις περισσότερες φορές δημιουργεί κυνισμό, και τίποτα δεν είναι πιο τραγικό από τον νεαρό κυνικό, γιατί κάτι τέτοιο σημαίνει πως το άτομο πέρασε από το να μην ξέρει τίποτα στο να μην πιστεύει τίποτα – με έσωσε η βουβαμάρα μου… Γιατί έτσι μπόρεσα, από τη σκέψη των ανθρώπων, από τις απογοητεύσεις και τους θριάμβους τους, να αντλήσω αρκετά ώστε να είμαι σε θέση να θριαμβεύσω και εγώ η ίδια.

Οφείλουμε να βρούμε το θάρρος να επαναδημιουργούμε καθημερινά το εαυτό μας, να έχουμε το σθένος να επαναδημιουργούμε καθημερινά τον εαυτό μας – ως Χριστιανοί, ως Εβραίοι, ως Μουσουλμάνοι, ως σκεπτόμενα, στοργικά, γελαστά, γεμάτα αγάπη ανθρώπινα όντα. Θεωρώ ότι το θάρρος να αντιμετωπίσουμε το Κακό και να το μετατρέψουμε με τη βούλησή μας σε κάτι που βοηθά στην ανάπτυξη της εξέλιξής μας, ατομικά και συλλογικά, είναι μια στάση ζωής συναρπαστική, απόλυτα αξιοσέβαστη”.

 

Με τη σιωπή της η Μάγια Αγγέλου συνομίλησε με πνεύματα σοφά και μαζί τους έσκαψε από την αρχή βαθιά τα αυλάκια μιας ζωής, παραλίγο χαμένης, τραγούδησε τον εαυτό της όπως εκείνη τον θέλησε. Μέσα από το Κακό το ανθρώπινο πνεύμα απογειώθηκε με τη δική του βούληση. Η σιωπή της πέντε χρόνια στο πένθος του βιασμού, επτά χρόνια στο θάνατό της, αντηχεί σήμερα συναρπαστικά, μαχητικά, αξιοσέβαστα, τρυφερά, σ’ αυτή τη βάναυση εποχή που ζούμε.

 

 

 

 

 

 

Έφη Φρυδά

Η Έφη Φρυδά γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα, σε ένα ωραίο (ακόμα) κομμάτι του ιστορικού κέντρου. Σπούδασε Αγγλική Φιλολογία και Οικονομικά. Ασχολείται με τη λογοτεχνική μετάφραση σε όλη σχεδόν την ενήλικη ζωή της. Έχει μεταφράσει, μεταξύ άλλων, συγγραφείς όπως Ντύλαν Τόμας, Ντ. Χ. Λώρενς, Τ. Χάρντυ, Ε.Μ. Φόστερ, Ι. Ουόρτον, Κ. Μπλίξεν, Τζ. Μπόλντουιν, ΝτεΛίλλο, Τζ. Κ. Όουτς, Μπουκόφσκι, Ρούσντι, Γκόλντινγκ, Ντ. Τζόνσον, Χ. Σέλμπι, Σ. Μπέλοου, Π. Χάισμιθ, Όσιαν Ουόνγκ. Ήταν υποψήφια για το Βραβείο καλύτερης μετάφρασης του Ευρωπαϊκού Κέντρου Λογοτεχνίας και επιστημών του Ανθρώπου (ΕΚΕΜΕΛ) και για το βραβείο καλύτερης λογοτεχνικής μετάφρασης του Athens Prize Festival. Έχει επίσης μεταφράσει δοκίμια ψυχανάλυσης και ψυχολογίας, έχει συνεργαστεί με το Μουσείο Μπενάκη και έχει συγγράψει και επιμεληθεί κείμενα καταλόγων για εκθέσεις. Αγαπά με πάθος τις εικαστικές τέχνες και ασχολείται με την έρευνα και συγγραφή σχετικών άρθρων. Συνεργάστηκε με την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες, ασχολήθηκε με το Θέατρο στην Εκπαίδευση και εργάστηκε ως μεταφράστρια για κείμενα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Γράφει ποίηση.

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.