You are currently viewing Γιούλη Ζαχαρίου:  Η σιωπή των κοριτσιών

Γιούλη Ζαχαρίου: Η σιωπή των κοριτσιών


‘’Δυο δυο πέρασαν, να τα, τα κορίτσια…’’

Η Kayla, η Autumn, η Jane. Τρία κορίτσια. Ηρωίδες ισάριθμων ταινιών τελευταίας εσοδείας και όμοια με πολλά άλλα απολύτως αναγνωρίσιμα που ζουν δίπλα μας: αυτά που κρύβουν την ανασφάλεια τους πίσω από αναρίθμητες selfies, που μασκαρεύουν τους φόβους τους σε επιθετικότητα, που ξορκίζουν τη μοναξιά τους μέσα σε χιλιάδες followers, που ο αποσπασματικός, ‘’αφασικός’’ λόγος τους καλύπτει την πιο βαθιά σιωπή. Είναι τα ίδια κορίτσια που μας κάνουν να νιώθουμε τόση τρυφερότητα, ανάμεικτη όμως συχνά με αμηχανία, ίσως ακόμα και θυμό.

Στην πρώτη ταινία, ‘’Eighth Grade’’ του Bo Burnham, η Kayla, ένα 13χρονο κορίτσι, της γενιάς του Instagram, προσπαθεί να διαχειριστεί τη δύσκολη εφηβεία της, το άγχος της, τη μοναξιά της, το ίδιο της το σώμα που της είναι πια ανοίκειο. Κρατά τον πατέρα της, τον μόνο της γονιό, σε απόσταση, στο σχολείο είναι για όλους αόρατη, μια και δεν αποτελεί το κλισέ πρότυπο της ηλικίας της ούτε στην εμφάνιση ούτε στους τρόπους. Οι κοινωνικά  προδιαγεγραμμένοι ρόλοι των φύλων παίζονται ήδη από τα δεκατριάχρονα ως προθέρμανση για τους μελλοντικούς και όποιος δεν ευθυγραμμίζεται είναι αποσυνάγωγος. Η Kayla θα μπορούσε να είναι μια εσωστρεφής έφηβη οποιασδήποτε γενιάς, όμως εκείνη ανήκει στη γενιά Ζ, στη γενιά που, συνδεδεμένη μόνιμα στο Internet, θεωρεί αυτονόητη την διαδικτυακή έκθεση ως επιβεβαίωση της ίδιας της ύπαρξης. Έχει λοιπόν το δικό της κανάλι στο Youtube, ανεβάζει άπειρες selfies και συμβουλεύει ένα ανύπαρκτο κοινό συνομηλίκων, αφού κανείς δεν την παρακολουθεί, αυτά που η ίδια  αναζητά εναγώνια: αυτοπεποίθηση, αισιοδοξία, προσαρμοστικότητα και κυρίως να είναι…cool. Η πρώτη της απόπειρα να βγει από τον εικονικό κόσμο της στην πραγματική ζωή θα είναι η πρώτη της απογοήτευση και το πρώτο βήμα προς την ωρίμανση.

Η 17χρονη σιωπηλή Autumn (Never Rarely Sometime Always της Eliza Hittman) γίνεται αποδέκτης αδιαφορίας από μάνα και πατριό, απόρριψης από το σχολείο, μια και έχει τη φήμη της ‘’εύκολης’’, παρενόχλησης από την part time δουλειά της και το αγέλαστο πρόσωπο της δεν κρύβει παρά μια ανάγκη άμυνας και πολλή θλίψη. Όταν ανακαλύπτει ότι είναι έγκυος, προσπαθεί μάταια να απαλλαγεί με πρακτικά μέσα και τελικά καταφεύγει κρυφά με την ξαδέρφη της και με ελάχιστα κλεμμένα χρήματα στη Ν. Υόρκη, γιατί στην πόλη της απαγορεύεται η άμβλωση. Τα δυο κορίτσια αντιμετωπίζουν την αποξένωση της μεγαλούπολης, βρίσκονται απένταρες, αναζητούν στήριγμα η μια στην άλλη και βοήθεια από άγνωστους. Η Autumn  αναγκάζεται να περάσει από κοινωνικούς λειτουργούς, να απαντήσει σε ερωτηματολόγια στατιστικών και να χωρέσει μέσα στα κουτάκια  με τις μονολεκτικές απαντήσεις – που έδωσαν τον τίτλο στην ταινία – τις οδυνηρές εμπειρίες από την ερωτική της ζωή, τις ενοχές, την αμφιβολία, τη ντροπή, τον φόβο… Όταν όλα θα τελειώσουν, η σιωπή της θα είναι εκκωφαντική.

Η 23χρονη Jane (The Assistant της Kitty Green) έχει μόλις τελειώσει το κολέγιο και είναι πολύ ευχαριστημένη που βρήκε δουλειά ως βοηθός σε ένα μεγάλο γραφείο της βιομηχανίας του θεάματος. Το όνειρο της είναι να γίνει παραγωγός ταινιών και δέχεται σιωπηλά και αδιαμαρτύρητα το αυξημένο ωράριο, τη στέρηση προσωπικής ζωής, τη ρουτίνα της δουλειάς της ανάμεσα σε φωτοαντίγραφα και καφέδες για τους άντρες συναδέλφους της, που την αντιμετωπίζουν αδιάφορα και λίγο ειρωνικά. Η καθημερινότητα της συνεχίζεται πανομοιότυπη, μέχρι που πέφτει στην αντίληψη της κατάχρηση εξουσίας και σεξουαλική εκμετάλλευση από το μεγάλο αφεντικό σε βάρος μιας νεοφερμένης νεότερης συναδέλφου. Αποφασίζει να μη σωπάσει, να προστατεύσει τη νεαρή συνάδελφο και να απευθυνθεί στον υπεύθυνο προσωπικού. Μαθαίνει έτσι από πρώτο χέρι τι σημαίνει να διαστρεβλώνουν τα κίνητρα σου, να σε εκφοβίζουν εργασιακά και εντέλει να σε εξευτελίζουν.

Τρεις ταινίες του ανεξάρτητου αμερικανικού σινεμά με ορατούς δεσμούς μεταξύ τους –  κάτι σαν άτυπη ‘’τριλογία της σιωπής’’. Χαμηλόφωνες και λιτές και οι τρεις, με υπόκωφη ένταση χωρίς ηχηρές κορυφώσεις, με κινηματογραφική οικονομία, με εξαιρετικές ερμηνείες από τις τρεις πρωταγωνίστριες, με αιχμηρό κοινωνικοπολιτικό σχόλιο. Ο φακός και των τριών βλέπει τις ηρωίδες με τρυφερότητα και κατανόηση, επιμένει στις σιωπές τους, αποκρυπτογραφεί το βλέμμα τους, αφουγκράζεται τις ανάγκες και τους φόβους τους μέσα σε έναν κόσμο που αρνείται (ακόμη!) να τις ακούσει και να τις σεβαστεί.

Κατά περίεργη σύμπτωση, έτυχε να δω τις τρεις ταινίες τις μέρες αυτές που ακούγονται καταγγελτικές γυναικείες φωνές και πολλοί είναι αυτοί που αντιμετωπίζουν με σκεπτικισμό ή και χλεύη τον χρόνο και τον τρόπο που βγήκαν στην επιφάνεια. Σκέφτομαι λοιπόν ότι είναι τόση  – ειδικά στην ελληνική κοινωνία – η συσσώρευση της γυναικείας σιωπής ακόμη και στις ανεπτυγμένες κοινωνίες, τόσα τα αφανέρωτα και ανείπωτα, τόσο ανέτοιμες οι ίδιες οι γυναίκες να τη λύσουν και τόσο απρόθυμοι στην πλειοψηφία τους οι άνδρες να δεχτούν σκληρές αλήθειες, που είναι δυστυχώς αναμενόμενες οι όψιμες αποκαλύψεις, οι σπασμωδικές κινήσεις, η χυδαία εμπλοκή των Μέσων ή ακόμη και η έλλειψη ευπρέπειας όταν η σιωπή σπάσει. Ας μην αυταπατώμαστε, παρά τη θορυβώδη και ενίοτε ‘’μαχητική’’ γυναικεία παρουσία και αυτοέκθεση στα ΜΚΔ –  όπου δίνεται παραπλανητικά η αντίθετη εικόνα –  οι γυναίκες (και στην πλειοψηφία, οι ελληνίδες) δεν έχουμε ακόμη ‘’βρει τη φωνή μας’’.

 

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.