You are currently viewing Γιώργος Βέης  Τόκιο : Ημερολόγιο επανόδου

Γιώργος Βέης Τόκιο : Ημερολόγιο επανόδου

Τι παράξενη πόλη. Παρατηρώντας τη σχετικά βιαστικά, κατέληξα στο συμπέρασμα ότι βρισκόταν στο μέλλον, αλλά μετά, καθώς έφερνα στον νου μου το Δελχί και την Μπογκοτά, κατάλαβα ότι το Τόκιο είναι το μέλλον, ναι, αλλά μόνο του Τόκιο. Το Τόκιο είναι το μέλλον του Τόκιο.

Santiago Gamboa, Νυχτερινές ικεσίες

Οι άλλες πτυχές του Τόκιο, οι σκοτεινές παράγραφοι της πόλης, οι στοιχειωμένες γειτονιές, οι ερημωμένοι δρόμοι το μεταμεσονύκτιο, οι στοές των φαντασμάτων. Οι επίβουλες σκιές που μας περιμένουν στις γωνίες του ακοίμητου Δεινού. Η διατήρηση του ατομικού ή συλλογικού κυρίως εφιάλτη ως να ήταν ένα καθαρά ομοιοπαθητικό ελιξήριο. Εμφανώς εύχρηστο και κοινό τοις πάσι. Ο εικονικός τρόμος ως εύπεπτη ύλη. Η τεχνολογία στην υπηρεσία μιας ασίγαστης απόκλισης, ενός θυμικού που επιδιώκει τη διάρκεια της εκτόνωσής του. εμπορευματοποίηση της φαντασίας του πόνουη φιλμική αναπαράσταση εγκλημάτων από παρανοϊκούς ή δίκαιους κατά περίσταση τιμωρούς, η τυποποίηση πηγών του σωματικού άλγους σε καταστήματα διευρυμένου ερωτισμού, η προβολή της οιμωγής, η προς πώληση οδύνη, η διατήρηση ενός αναγκαίου κατά περιστάσεις πανικού, η όχι και τόσο ακατανόητη τριβή με το κακό. Ένα κύμα διαρκούς ανησυχίας για το εάν ο περαστικός μπορεί να είναι ένας ακόμη υποψήφιος θύτης. Στις μεγάλες οθόνες, τα κύρια θέματα της προμελετημένης ή εν βρασμώ ψυχής ανθρωποκτονίας προσελκύουν διαρκώς όλες τις ηλικίες των θεατών.

Επεξεργάζομαι επίσης αρκετά συχνά αυτές τις μέρες το παρελθόν των σεισμών, οι οποίοι κατά καιρούς έχουν πλήξει το Τόκιο. Οι εικόνες από ένα παρελθόν – παρόν. Από ένα Καιάδα καταστροφών. Διαβάζω το τοπίο από τη φόδρα του. Εκεί που διαφαίνεται η εκτροπή, η παρέκκλιση, η διαφυγή από τον πολιτειακό κανόνα. Αφορμή, μια πρόσφατη περιήγησή μου στην πρωτεύουσα της Ιαπωνίας με φίλους. Οι ίδιοι σχολίαζαν, μεταξύ άλλων, το κυρίαρχο αυτό αίσθημα, την εντύπωση δηλαδή ότι ένα ανεξίτηλο φοβικό στοιχείο συνέχει την κατά τα άλλα τόσο υποδειγματικά εύρυθμη και σχολαστικά λειτουργική Ιαπωνία. Ίσως, από μιαν άλλη γωνία θέασης των πραγμάτων, ο ρυθμός και η επιταχυνόμενη βελτίωση των οικονομικών συνθηκών, σε τακτική μάλιστα βάση, να συνιστά τον μηχανισμό διαφυγής από το φάσμα μιας επαπειλούμενης ολικής καταστροφής. Σημειωτέον ότι τα εντελώς φυσικά αίτια των ζημιών, συνιστούν τη σταθερή, τη μείζονα απειλή. Ο μεγάλος, θαλάσσιος δράκος, στην πλάτη του οποίου, σύμφωνα με τις λαϊκές παραδόσεις, ξεφυτρώνουν τα νησιά του ιαπωνικού συμπλέγματος, δεν μένει για πολύ ακίνητος. Κάθε παραμικρή κίνησή του, αιτία ραγδαίας καταστροφής. Η διάρκεια της υποψίας για τη ματαιότητα του υλικού κόσμου, όπως δεν μπορεί, ανά τους αιώνες, να τον στεριώσει με ασφάλεια για λογαριασμό της, αυτή η χώρα. Ό, τι εν ολίγοις υπαγορεύει σε μακροχρόνια βάση το άλγος των ταινιών τρόμου.

Η έγχρωμη πρόσοψη της νύχτας μας, η πλημμυρισμένη από την ομολογούμενη ζωτικότητα της παρατεταμένης κίνησης σε βραδινά κέντρα ενός ιδιόμορφου ευ ζην. Δελεαστική, καταδεκτική, η νύχτα θέλει με τη σειρά της να καλύψει το υποδόριο, το διαρκές πένθος, που σήμαναν τα τόσα πάθη στον τόπο. Παρόν το σύνδρομο του τρόμου: ό, τι δηλαδή προσπαθεί να ξορκίσει, να απαλύνει το φευγαλέο χαμόγελο της κοπέλας που μας υποδέχεται τώρα σ΄ ένα πάμφωτο πολυκατάστημα. Απόηχος βέβαια από τη συνδυαστική δράση εκείνων των ισχυρότατων σεισμικών δονήσεων, του καταιγιστικού τσουνάμι που ακολούθησε σχεδόν αμέσως και του τραγικού πυρηνικού ατυχήματος στις 11 Μαρτίου του 2011. Το αναγνωρίζω: το χαμόγελο μιας μάσκας. Η ιδιαιτερότητα της στιγμής.

Βγαίνοντας ένα βράδυ από το εστιατόριο, το οποίο προτιμούν μεταξύ των πολλών οι εδώ φίλοι μου, δέχτηκα χωρίς δεύτερη σκέψη να τους ακολουθήσω. Ώρα του κινηματογράφου. Είχαμε αναφερθεί πριν, όσο δειπνούσαμε, στη Γιοτσούγια Κάιντανμιαν επανέκδοση της κλασικής ασπρόμαυρης ταινίας τρόμου του Μαζάκι Μόρι, η οποία για πρώτη φορά προβλήθηκε το 1956. Βασισμένη σε μιαν ιστορία από τη θεματολογία του θεάτρου καμπούκι του 19ου αιώνα, η δράση εξασφαλίζει τη συμμετοχή των θεατών σε αμείωτο βαθμό συγκέντρωσης. Στη συνέχεια, αφήνοντας το σινεμά, μου πρότειναν να περπατήσουμε στην περιοχή του Σαμεγκαβάσι. Βρίσκεται σε απόσταση μόλις τριάντα λεπτών με τα πόδια από τη διασταύρωση της πολυσύχναστης Σιμπούγια. Στο δρόμο μιλήσαμε, όπως θα περίμενε κανείς, για την Όιβα, την κύρια περσόνα του εμβληματικού αυτού έργου, που γνώρισε τριάντα και πλέον ως σήμερα παραλλαγές. Εν ολίγοις, η όμορφη αλλά ατυχέστατη αυτή γυναίκα, εκδικείται από τον τάφο της όσους συνέβαλαν, εκόντες άκοντες, στην εξόντωσή της, συμπεριλαμβανομένου και του συζύγου της. Hένταση της ανταπόδοσης του αίματος ενέπνευσε και εξακολουθεί να εμπνέει τους σκηνοθέτες. Η αυτοδικία προκαθορίζει άλλη μια φορά τους νόμους της επιβίωσης. Η lex talionis στην ιαπωνική της εκδοχή δημιουργεί Σχολή φονικής πλήρωσης. Η αποκατάσταση της ρημαγμένης τάξης απαιτεί συσσώρευση ειδικών αντιποίνων. Ο λόγος της αγωνίας παραμένει ασίγαστος.

Ακούω ιστορίες για κάποιους ταξιτζήδες των βραδινών ωραρίων, οι οποίοι ξυπνούν έντρομοι από δυνατούς χτύπους στο παράθυρό του αυτοκινήτου τους, όταν τους παίρνει για λίγο ο ύπνος, καθώς είναι σταθμευμένοι στους δρόμους του Σαμεγκαβάσι, περιμένοντας τους πελάτες τους. Η απροσδόκητη παρενόχληση, η επαλήθευση των αοράτων κινδύνων, η σταθερή παρουσία του άλλου κόσμου, οι τρόποι του οριακού αιφνιδιασμού της ύπαρξης: η πόλη υφίσταται και ως κατοικία αντιθετικών πόλων. Οι ταξιτζήδες δεν σταματούν να μιλούν για τους ανεξέλεγκτους τρόφιμους της νύχτας. Έχοντας έρθει σε επαφή μαζί τους, κι όχι μόνο μια φορά, θέλουν να μας πείσουν ότι η συμπεριφορά των φαντασμάτων είναι απρόβλεπτη, αλλά εξ ίσου ειλικρινής. Οι συζητητές μου μάλιστα με διαβεβαιώνουν ότι έχουν ήδη συναντήσει στο πρόσφατο παρελθόν κάποιους από αυτούς τους αναστατωμένους μάρτυρες, αυτόπτες και αυτήκοους, του φαντασιακού. Οι ίδιοι μου πρότειναν να περιηγηθούμε κάποια άλλη φορά μια συγκεκριμένη κεντρική, υπόγεια σήραγγα, όπου έχουν εντοπισθεί αρκετά όντα του ακατάληπτου. Συμφώνησα. Άλλη μια αυθόρμητη συναίνεση. Λες και ήξερα κιόλας ότι κατά πάσα πιθανότητα δεν θα μετάνιωνα.

To κληροδότημα των ερειπίων της συλλογικής ψυχής. Όλων εκείνων, τα οποία επιχειρεί να σκεπάσει η προβεβλημένη αυταρέσκεια της ιαπωνικής πρωτεύουσας. Ισχυρά, διιστορικά τραύματα από τους ολέθριους βομβαρδισμούς, οι οποίοι στιγμάτισαν το χρονικό διάστημα από την περιώνυμη περίοδο Έντο ως τα τέλη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Μαθητεία στην ιστορία των συγκρούσεων σημαίνει εμπέδωση στη διάρκεια της τραγωδίας. απρόσμενη όψη που θα αγνοεί ή θα απωθεί πάντα ο τυπικός τουρίστας στο βάθος του νου του. Το ομολογούμενο γόητρο εδράζεται εν τέλει και στα συντρίμμια: ένα από τα παράδοξα στοιχεία, τα οποία χαρακτηρίζουν με τη σειρά τους το σύγχρονο, το λαβυρινθώδες Τόκιο. Η εμμονή των χρόνιων ερειπίων: ομιλούν συνθηματικά, εγείρονται μέσα από τις διηγήσεις των ντόπιων, ανανεώνουν το σκηνικό του δράματος. Αν η Θεσσαλονίκη είναι η πόλη των φαντασμάτων, όπως την έχει αποκαλέσει ο Μαρκ Μάουζερ, τότε το Τόκιο είναι ο μείζων τύμβος πάνω σ΄ ένα απέραντο κενοτάφιο.

Η Ρυόκο Σεκιγκούτσι στο χρονικό της, που επιγράφεται Δεν είναι από σύμπτωση, δίνει με ενάργεια το μέτρο του κλίματος, το οποίο επικρατεί μετά τον πρόσφατο πυρηνικό αυτοτραυματισμό της χώρας της. Παραθέτω, για τις ανάγκες της εποπτικής συγκυρίας, ένα ενδεικτικό απόσπασμα, που αναφέρεται σε αρκετά από όσα εξακολουθεί να βιώνει στις ημέρες μας η Ιαπωνία, η ιδιαίτερη πατρίδα της : «Από εδώ και στο εξής, κι εγώ επίσης όταν τρώω ψάρι σ΄ ένα εστιατόριο με σούσι, δεν θα μπορώ να μη σκέφτομαι την προέλευσή του. Πριν, αν κάποτε ρωτούσαμε την προέλευση του ψαριού, ήταν για να ονειρευτούμε. Να ονειρευτούμε τις περιοχές του βορρά, του Νότου, τη φύση και τις ακτές τους. Από εδώ και στο εξής, θα ρωτάμε από φόβο. Σαν να μην μπορούμε πια να οπτικοποιήσουμε την εικόνα παρά μουσκεμένη από μια παχιά ομίχλη. Ή σαν να έχει αναποδογυρίσει το μελανοδοχείο πάνω στο τραπέζι, λερώνοντας μεμιάς όλες τις φωτογραφίες που βρίσκονται επάνω. Όλες οι εικόνες, ακόμη κι αυτή του Νότου, ακόμα κι αυτή του ίδιου του Κυότο, έχουν στιγματιστεί. Τους ξένους που δεν θέλουν πια να πάνε στην Ιαπωνία, ακόμα και στα δυτικά, τους καταλαβαίνω, δεν είναι μια απλή ομοιογενής ομάδα. Πραγματικά όλη η Ιαπωνία, ή μάλλον όλες οι εικόνες, το σύνολο του φαντασιακού για την Ιαπωνία, έχει λεκιαστεί απ΄ αυτή τη μελάνη. Κάτι τελείωσε». Την Ρυόκο Σεκιγκούτσι την συνάντησα στο Παρίσι το 2016. Την κάλεσα να γευματίσουμε μαζί στον «Απόλλωνα», το ελληνικό εστιατόριο στην οδό Ζαν Νικό. Eίχα ήδη παρουσιάσει το βιβλίο της στις ηλεκτρονικές σελίδες του bookpress.gr.

Οι αποδείξεις της αίσιας επιβίωσή της στο Παρίσι, όπου εγκαταστάθηκε το 1997, αποτυπώνονταν σποραδικά στις εκφάνσεις της. Δόκιμη μαθητεία στο γράψιμο, αυτοπεποίθηση, διείσδυση στην αγορά του βιβλίου. Θυμάμαι να διάβασα κάποια στιγμή στα μεγάλα, μαύρα μάτια της την ομολογία της νίκης, την αναμφισβήτητη δηλαδή ανάδειξή της στον παρισινό διάκοσμο. Προσωπικότητα, η οποία δηλώνει εμμέσως πλην σαφώς, ότι μετέχει όντως με επιτυχία σε δύο διακριτά συστήματα πολιτισμού. Δεν ήθελε να κρύψει όμως, από την αρχή μάλιστα της συνάντησής μας, τη βαθιά της απογοήτευση για την ανικανότητα των αρμόδιων συμπατριωτών της να αποτρέψουν την καταστροφή. Το πλέγμα ενοχής αφήνει τα φαντάσματα να περιφέρονται ελεύθερα στ΄ αυλάκια του νου μας. Ήταν ένα από τα συμπεράσματα του διαλόγου μας. Με αποχαιρέτησε με την εγκαρδιότητα που γεννά συνήθως η αυθόρμητη συναντίληψη.

Μεταφορά νοερή τώρα στην ευρωπαϊκή ενδοχώρα. Στο καταπίστευμα της γραφής. Ανιχνεύονται ασφαλώς κι εδώ αλληλουχίες και ομοιότητες της συγκινησιακής δράσης. Αναπόφευκτη λειτουργία του εσωτερικού μου εκκρεμούς. Στον Μονόδρομο φέρ΄ ειπείν του Βάλτερ Μπένγιαμινστο κείμενο που τιτλοφορείται «Οι ώρες που περιέχουν τη μορφή κυλήσανε στο σπίτι του ονείρου», μνημονεύεται μια παρεμφερής αίσθηση συνύπαρξης των υποχθονίων υπάρξεων με ζώντες: «Έχουμε λησμονήσει προ πολλού το τελετουργικό με το οποίο ανεγέρθηκε το σπίτι της ζωής μας. Όταν όμως πρόκειται να δεχτεί επίθεση και ήδη το πλήττουν οι βόμβες του εχθρού, τι ρημαγμένες, τι αλλόκοτες αρχαιότητες δεν φανερώνονται μες στα θεμέλια. Και τι δεν έχει καταχωνιαστεί και θυσιαστεί με ξόρκια, τι ανατριχιαστική συλλογή σπάνιων αντικειμένων εκεί κάτω, όπου το πιο καθημερινό φυλάγεται στα πιο βαθιά φρεάτια. Μια νύχτα απελπισίας ονειρεύτηκα πως ανανέωνα ορμητικά τη φιλία και την αδερφοσύνη με τον πρώτο φίλο μου στο σχολειό, που χρόνια τώρα ούτε τον ξέρω πια, ούτε ποτέ τον ξαναθυμήθηκα από τότε. Ξυπνώντας όμως κατάλαβα: αυτό που αποκάλυψε εκρηκτικά η απελπισία, ήταν το πτώμα του ανθρώπου αυτού, που εντοιχισμένος εδώ θα έχει ως συνέπεια, όποιος ποτέ κατοικήσει εδώ, σε τίποτε να μην του μοιάζει». Καθώς παρατείνεται η περιφορά μας στα σοκάκια τουΣαμεγκαβάσι, τα υπερφυσικά φαινόμενα γίνονται όλο και περισσότερο αποδεκτά. Συνιστούν τα απαραίτητα παραπληρώματα της Φύσης. Το άφθονο, πρώτης ποιότητας σακέ, που είχαμε ανενδοίαστα πιει, ασφαλώς διευκόλυνε κατά πολύ την πρόσληψη του μεταφυσικού υλικού.

Σε κάποια στροφή μνημονεύτηκε το όνομα του εμβληματικού εκείνου σαμουράι, του Χατόρι Χάνζο. Τόσο η περίφημη λόγχη του, οιονεί σάρισα, μήκους δεκατεσσάρων ποδιών, όσο και το κράνος του, διατηρούνται ανέπαφα, επί πέντε αιώνες, σε ειδικό χώρο στο μνημείο Σαϊνέντζι, στον τομέα της Σιντζούκου, όχι ιδιαίτερα μακριά από εδώ που βρισκόμαστε τώρα. Μαθαίνω ότι το φάντασμα του Χατόρι Χάνζο εμφανίζεται και χάνεται, ως τις μέρες μας, κατά βούληση. Ο σαμουράι, μέρος της ταυτότητας του Τόκιο. Toφάντασμά του – ευκρινέστατο πλήρωμα πάθους. Ως και ο σκηνοθέτης Κουέντιν Ταραντίνο το τίμησε το 2003 στη γνωστή ταινία του Kill Bill. Η πραγματικότητα μήπως είναι εν τέλει μια ευρύχωρη κινηματογραφική αίθουσα προβολής των μυθιστοριών;

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.