You are currently viewing Σοφοκλή Οἰδίπους ἐπὶ Κολωνῷ στ. 668-719 (βλ. υποσημείωση 1) : Μετάφραση Γεωργία Παπαδάκη (βλ. υποσημ. 2).

Σοφοκλή Οἰδίπους ἐπὶ Κολωνῷ στ. 668-719 (βλ. υποσημείωση 1) : Μετάφραση Γεωργία Παπαδάκη (βλ. υποσημ. 2).

Χορός:   Ξένε,3 στης χώρας τούτης με τα όμορφα άλογα4 τα μέρη ήρθες,

  τα μέρη τα καλύτερα της γης μας,

στον Κολωνό, που ’χει το χώμα το λευκό

και όπου, πάν’ απ’ όλα, με το λυπητερό του το κελάηδισμα        

γλυκολαλεί συχνά τ’ αηδόνι5

κάτω βαθιά, ναι, στις ολόχλωρες τις ρεματιές,

φωλιάζοντας μες στον κισσό τον σκούρο, τον κρασάτο,

και στου θεού το άλσος το απάτητο

που ’ναι γεμάτο άπειρους καρπούς, που ο ήλιος δεν το βλέπει,

και τους χειμώνες άνεμος κανένας δεν το δέρνει·

εδώ, όπου ο βακχευτής Διόνυσος πάντα περιδιαβαίνει,

έχοντας ένα γύρω του τις θείες παραμάνες6 να τον ακολουθούν.

Και κάθε μέρα απ’ τη δροσιά του ουρανού ο νάρκισσος7 ανθίζει

με τα πανέμορφα τσαμπάκια των ανθών του,

τ’ αρχαίο το στεφάνι των δυο τρανών θεών,

κι ακόμη ο κρόκος8 ο λαμπρός σαν το χρυσάφι·

κι ούτε στερεύουνε οι ακοίμητες πηγές

που τρέφουνε τα ρέματα του Κηφισού,

μα πάντα κάθε μέρα, με τα καθάρια του νερά κυλάει αυτός

μέσα στους κάμπους της πλατύστερνης της γης,

δίνοντας γρήγορα καρπούς·

μήτε οι Μούσες κι οι χοροί τους τούτη τη γη μισήσανε

μηδέ κι η Αφροδίτη, που τα χρυσά στα χέρια της κρατάει χαλινάρια.

 

Κι υπάρχει εδώ ένας βλαστός που όμοιό του εγώ

ποτέ μου μέχρι τώρα δεν άκουσα να ξεφυτρώνει

στη γη την Ασιατική μήτε και στο μεγάλο δωρικό του Πέλοπα νησί,9

φυτό10 που δε φυτεύτηκε από ανθρώπων χέρια,         

αυτόφυτο, φόβος και τρόμος11 για τα όπλα των εχθρών,                                                                                           

που πιο πολύ εδώ, στη χώρα ετούτη ευδοκιμεί,

η ελιά με το γλαυκό12 το φύλλωμα, η ελιά που τρέφει τα παιδιά·

αυτή κανένας, μήτε νέος μήτε γέρος,

δεν πρόκειται ποτέ να τηνε καταστρέψει,13

να τη χαλάσει με το χέρι του·

γιατί το μάτι τ’ άγρυπνο του Μόριου Δία

έχει το βλέμμα του στραμμένο πάνω της,

μαζί κι η λαμπρομμάτα Αθηνά.

 

Μα έχω κι άλλον έπαινο, τον πιο λαμπρό,

να πω για τούτη την πατρίδα,

που είναι δώρο του μεγάλου του θεού,

το πιο τρανό της γης μας καύχημα:

ότι ωραία έχει άλογα, πουλάρια ωραία ανατρέφει

κι ωραία έχει θάλασσα.14

Ω γιε του Κρόνου, Ποσειδώνα βασιλιά,

εσύ ’σαι, αλήθεια, που σε τόση δόξα την ανύψωσες,

σαν επινόησες πρώτη φορά σ’ αυτούς εδώ τους δρόμους

το χαλινάρι που τα άλογα δαμάζει.15

Και το κουπί το γοργοκίνητο, το θαλασσόδαρτο,

με τρόπο θαυμαστό στο χέρι αρμοσμένο

[μέσ’ απ’ το κύμα] αναπηδά, τις Νηρηίδες16

με τα πόδια τους τα εκατό από κοντά ακολουθώντας.

 

 

 Σημειώσεις:

     

1) Για την τραγωδία του αυτή ο Σοφοκλής έπλασε το χορικό που παραθέτουμε, με το οποίο υμνεί τις ομορφιές της ιδιαίτερης πατρίδας του, του αθηναϊκού προαστίου Κολωνού, και το μεγαλείο της Αθήνας. Πρόκειται για έναν ύμνο εξαιρετικής ποιητικής ομορφιάς, ο οποίος ήταν ονομαστός ήδη στην αρχαιότητα και θεωρείται ο ωραιότερος που έχει γραφτεί για την Αθήνα.  
2) Από το βιβλίο της μεταφράστριας ΣΟΦΟΚΛΗΣ. Η «μέλισσα» του αρχαίου ποιητικού λόγου, Εκδ. Εκκρεμές, Αθήνα 2016.
3) Η προσφώνηση του Χορού, του αποτελούμενου από γέροντες χωρικούς του Κολωνού, απευθύνεται στον Οιδίποδα.
4) Ο ίππος στον αρχαίο ελληνικό κόσμο ήταν σύμβολο της ανώτερης κοινωνικής τάξης, καθώς η αγορά και η συντήρηση ίππου προϋπέθετε υψηλά εισοδήματα. Στην Αθήνα της εποχής του Σοφοκλή, η στρατολογία στο ιππικό γινόταν από τη δεύτερη ευπορότερη, κατά το πολίτευμα του Σόλωνα, τάξη, τους τριακοσιομεδίμνους ή αλλιώς λεγόμενους ἱππεῖς. Επρόκειτο για τους ευγενείς που είχαν ετήσια παραγωγή 300 μεδίμνους (μέδιμνος= μέτρο χωρητικότητας υγρών και στερεών, κυρίως του σταριού, ισοδύναμο με περίπου 52 λίτρα) και που είχαν τη δυνατότητα να συντηρούν τουλάχιστον έναν ίππο.
5) Ο μύθος της αηδόνας παραδίδεται με διάφορες παραλλαγές. Στην Οδύσσεια η Αηδών αναφέρεται ως κόρη του Πανδάρεω και σύζυγος του Ζήθου, η οποία σκότωσε κατά λάθος τον γιο της ΄Ιτυλο και μεταμορφώθηκε από τον Δία στο ομώνυμο πουλί που κελαηδεί μελωδικά και θρηνεί το νεκρό παιδί της. Κατά μία άλλη εκδοχή, γεννήθηκε με το όνομα Πρόκνη και ήταν κόρη του βασιλιά της Αθήνας Πανδίονα και αδελφή τής Φιλομήλας. Ο πατέρας της την πάντρεψε με τον Τηρέα, τον βασιλιά της Θράκης, και μαζί του απέκτησε έναν γιο, τον ΄Ιτυ. Ο Τηρέας ατίμασε τη Φιλομήλα, και οι δύο αδελφές, για να τον εκδικηθούν, έσφαξαν τον ΄Ιτυ και του παρέθεσαν ως γεύμα τα κομμάτια του. ΄Όταν ο Τηρέας συνειδητοποίησε τι είχε συμβεί, άρχισε να καταδιώκει τις αδελφές, μέχρι που μετά από παράκλησή τους παρενέβησαν οι θεοί και μεταμόρφωσαν και τους τρεις σε πουλιά: τον Τηρέα σε τσαλαπετεινό, τη Φιλομήλα σε χελιδόνα και την Πρόκνη σε αηδόνα.
6) Βλ. στήλη «Μεταφρασμένη Αρχαία Λογοτεχνία», την υποσημείωση 5 στον Διάλογο του Λουκιανού με τον τίτλο  ΠΟΣΕΙΔΩΝΟΣ ΚΑΙ ΕΡΜΟΥ που μεταφράσαμε και αναρτήθηκε στις 14/2/2020.  
7) Για τον νάρκισσο, το ιερό άνθος της Δήμητρας και της κόρης της, της Περσεφόνης, των δύο «τρανών θεών» του επόμενου στίχου, βλ. στήλη «Μητρική Γλώσσα» το κείμενό μας με θέμα τη λέξη καλυκῶπις  ( 6/2/2019).
8) Το φυτό κρόκος, κοινώς ζαφορά ή σαφράνι, ήταν γνωστό στην αρχαιότητα για τις ποικίλες ιδιότητές του: βαφικές, φαρμακευτικές, αρωματικές. Ως βαφή έδινε ένα ωραίο κίτρινο χρώμα (πιθανώς το είδος Κρόκος ο χρυσανθής ή χρυσαυγής, όπως ορίζεται εδώ στο αρχαίο κείμενο), εξού, για παράδειγμα, το θαυμάσιο επίθετο κροκόπεπλος, το οποίο συνόδευε συνήθως την αντίστοιχη για την «αυγή» αρχαιοελληνική λέξη: κροκόπεπλος Ἠώς, που σημαίνει η Αυγή με τα κροκάτα πέπλα. Σήμερα, στον ελλαδικό χώρο, στην περιοχή της Κοζάνης, καλλιεργείται συστηματικά ο Κρόκος ο εδώδιμος, που χρησιμοποιείται κυρίως στη μαγειρική.
9) Εννοείται η Πελοπόννησος. Ο Ηρόδοτος αναφέρει το θρυλούμενο, ότι σε μια παλιά εποχή ελαιόδεντρα δεν υπήρχαν σε κανένα άλλο μέρος της γης, παρά μόνο στην Αθήνα.
10) Η ελιά, το δέντρο που υμνούν αυτοί οι στίχοι της δεύτερης στροφής του στασίμου, είναι το δώρο της Αθηνάς στην πόλη της Αθήνας. Κατά τον γνωστό μύθο, όταν η θεά φιλονίκησε με τον Ποσειδώνα για την κυριαρχία της Αθήνας, κτύπησε με το δόρυ της πάνω στον βράχο της Ακρόπολης και φύτρωσε μία ελιά, η πρώτη ελιά του κόσμου, ο δε Ποσειδών με ένα κτύπημα της τρίαινάς του έβγαλε από τη γη θαλασσινό νερό (βλ. και παρακάτω, υποσημ. 14 ). Παραφυάδες αυτής της ελιάς, που ονομάστηκε μορία, μεταφυτεύθηκαν στο άλσος της Ακαδήμειας και δημιουργήθηκαν οι εκεί ιερές ελιές, οι λεγόμενες επίσης μορίαι, που ήταν αφιερωμένες στην Αθηνά και προστατεύονταν από τον Μόριο  Δία (βλ. τους επόμενους στίχους. Μορία λεγόταν και κάθε άλλη ιερή ελιά που φύτρωνε μέσα στους περιβόλους των ναών. Γενικά, όλες οι ιερές ελιές θεωρούνταν ότι είχαν πολλαπλασιαστεί από την αρχέγονη ελιά της Ακρόπολης). Το δε λάδι που δινόταν μέσα σε αμφορείς ως έπαθλο στους νικητές των Παναθηναϊκών αγώνων έβγαινε από δώδεκα ιερές μορίες της Ακαδήμειας.
11) Στην αρχή του Πελοποννησιακού πολέμου, όταν οι Λακεδαιμόνιοι υπό τον Αρχίδαμο εισέβαλαν στην Αττική, δεν πείραξαν τις μορίες, φοβούμενοι τη θεά Αθηνά.
12) Με την έννοια του χρώματος, το ωραιότατο επίθετο γλαυκός δηλώνει ακριβώς το
ιδιαίτερο γαλαζοπράσινο χρώμα των φύλλων της ελιάς.
13) Η παράδοση αναφέρει ότι την ελιά της Ακρόπολης δεν μπόρεσε κανείς να την καταστρέψει. Μάλιστα ο Ηρόδοτος δίνει την πληροφορία πως, όταν οι Πέρσες με τον Ξέρξη κυρίευσαν την Αθήνα στα 480 π.Χ., η ελιά κάηκε από τη φωτιά που έβαλαν στην Ακρόπολη, όμως την επομένη της πυρκαγιάς πέταξε ξανά έναν μεγάλο καινούργιο βλαστό.
14) Ο ποιητής υπαινίσσεται τη μεγάλη ναυτική δύναμη των Αθηναίων. Αξίζει να σημειωθεί ότι θάλασσα ‒ ακριβέστερα, Ἐρεχθηΐδα θάλασσα ‒ ονόμαζαν οι Αθηναίοι και το αλμυρό νερό που ανέβλυσε από τον βράχο τον οποίο κτύπησε με την τρίαινά του ο Ποσειδών και το περιείχε το φρέαρ που υπήρχε κάτω από το δάπεδο του Ερεχθείου στην Ακρόπολη.
15) Ο Ποσειδών θεωρείται ο θεός που δημιούργησε το άλογο, αλλά και την τέχνη με την οποία δαμάζεται. Στην αρχέγονη λαϊκή φαντασία, τα αγριεμένα κύματα της θάλασσας, τα ορμητικά αναβλύζοντα νερά των πηγών και τα ορμητικά ρεύματα των ποταμών παραβάλλονται με άλογα. Γι’ αυτό και τα σχετικά με τον ίππο επίθετα του Ποσειδώνα: Ἵππιος, Ἱππηγέτης, Ἱππομέδων κ. ά.
16) Οι Νηρηΐδες ήταν πενήντα, κατ’ άλλους εκατό, θαλάσσιες θεότητες, κόρες
του Νηρέα και της Δωρίδας ( μία από αυτές ήταν και η Θέτις, η μητέρα του Αχιλλέα).

 

 

Γεωργία Παπαδάκη

H Γεωργία Παπαδάκη γεννήθηκε και ζει στην Αθήνα. Σπούδασε Κλασική Φιλολογία και Αρχαιολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, όπου υπηρέτησε για δέκα χρόνια ως Βοηθός στον Τομέα Αρχαιολογίας και, παράλληλα, έλαβε μέρος σε διάφορες ανασκαφές. Τα τελευταία χρόνια μελετάει αρχαίους συγγραφείς και μεταφράζει αγαπημένα της κείμενα της ελληνικής γραμματείας. Από το Α΄Πρόγραμμα της Ελληνικής Ραδιοφωνίας έχει παρουσιάσει παλαιότερα μια σειρά σχετικών εκπομπών με τον τίτλο « Είτε βραδιάζει είτε φέγγει, μένει λευκό το γιασεμί». ΄Εχουν εκδοθεί εξι βιβλία της: "Aνθολογία αρχαίας ελληνικής ερωτικής ποίησης", "Ο δικός μας Αριστοφάνης",  "Μούσας άγγιγμα", " Αισχύλος. Ο ποιητής του μεγαλοπρεπούς και του τιτανικού", "Σοφοκλής. Η «μέλισσα» του αρχαίου ποιητικού λόγου", "Η γυναίκα και ο γυναικείος λόγος στο έργο του Ευριπίδη".

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.