You are currently viewing Χρ. Δ. Αντωνίου: Ο ποιητής Αθανάσιος Χριστόπουλος- «Παίζων» παρά «σπουδάζων».

Χρ. Δ. Αντωνίου: Ο ποιητής Αθανάσιος Χριστόπουλος- «Παίζων» παρά «σπουδάζων».

Η ποιητική παραγωγή στα χρόνια του Νεοελληνικού Διαφωτισμού (1774-1821) ήταν λίγη σε ποσότητα και χαμηλή σε ποιότητα. Στα γνωστά ποιήματα π.χ. Ρωσσαγγλογάλλος και του Ν. Πίκκολου  αυτό που βαραίνει είναι το περιεχόμενο κι όχι η ποιότητα των στίχων. Σε γενικές γραμμές, λιγότερο ή περισσότερο, ήσαν άτεχνα στιχουργήματα.

Στα 1811 όμως ο Αθανάσιος Χριστόπουλος, γεννημένος στην Καστοριά το 1772, δημοσιεύει στη Βιέννη τα ποιήματά του: τα «Λυρικά», μιας άλλης ποιότητας ποιήματα, με τα οποία έμελλε να επηρεάσει βαθιά την πνευματική ανέλιξη της εποχής του. Αν και φίλος του Δ. Φωτιάδη, ακολούθησε ωστόσο στο γλωσσικό ζήτημα τη δημοτική γλώσσα, την οποία χρησιμοποίησε στην ποίησή του. Αυτό το τελευταίο είναι ίσως κι ένας από τους βασικότερους λόγους που τα ποιήματά του διαβάστηκαν πάρα πολύ και είδαν πολλές επανεκδόσεις σ΄όλη την Ευρώπη κατά τη διάρκεια του 19ου αι. τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό:(Παρίσι, Κέρκυρα,, Βιέννη, Στρασβούργο, Ζάκυνθο, Λειψία, Αθήνα κ.ά.). Ο Σπυρίδων Τρικούπης μάλιστα συνέστησε στον Σολωμό, όταν νέος επέστρεψε από την Ιταλία και μάθαινε με τη βοήθειά του τα ελληνικά, να διαβάσει Χριστόπουλο. Και πράγματι ο Σολωμός ασχολήθηκε με τα ποιήματα αυτά, ιδίως γλωσσικά. Ο Χριστόπουλος θεωρήθηκε (μαζί με τον Ρήγα Φερραίο και τον Ιωάννη Βηλαρά) «πρόδρομος», επειδή  με τη χρήση στην ποίησή του της δημοτικής γλώσσας άνοιξε νέους  ποιητικούς δρόμους. Γι΄ αυτό και θεωρήθηκε ο μεγάλος ποιητής αυτών των χρόνων.

Τα «Λυρικά» του είναι σύντομες ποιητικές συνθέσεις επηρεασμένες από τον αρκαδισμό, (φιλολογικός όρος που σχετίζεται με την ειδυλλιακή  ζωή των ποιμένων της Αρκαδίας κατά την αρχαιότητα προβάλλοντας τη χώρα της Αρκαδίας ως μία ουτοπία και ως όραμα ενός φανταστικού χαμένου τόπου, όπου οι άνθρωποι ζούσαν ευτυχισμένοι και ελεύθεροι μέσα στη φύση) και τον ανακρεοντισμό   (φιλολογικός όρος που σχετίζεται με τον αρχαίο Έλληνα λυρικό ποιητή Ανακρέοντα, ο οποίος, σύμφωνα με την εικόνα που σχημάτισαν οι μεταγενέστεροι γι΄αυτόν, θεωρείται ο κατεξοχήν εκπρόσωπος του ερωτισμού, ο τύπος του «αστόχαστου γλεντζέ». Γι΄αυτό και ο Χριστόπουλος ονομάστηκε «νέος Ανακρέων».

Η στιχουργική αυτών των ποιημάτων είναι κομψή και η διάθεσή τους εύθυμη, ενώ τα χαρακτηρίζει μια ελαφράδα και μια χάρη. Τα θέματά τους είναι ο έρωτας, το κρασί, οι χαρές μιας ανέμελης ζωής. Συχνά οι εμπνεύσεις του ποιητή σχετίζονται με την Αφροδίτη και τον Διόνυσο, τον ανώδυνο έρωτα και την ακίνδυνη βακχεία. Απουσιάζει δηλαδή το γνήσιο και έντονο πάθος.  Γι΄αυτό είπαν ότι έγραφε τα ποιήματά του περισσότερο «παίζων» παρά «σπουδάζων».

Παραθέτω λίγα ποιητικά αποσπάσματα για να φανεί ο χαρακτήρας αυτών των ποιημάτων:

ΑΦΡΟΔΙΤΗ ΜΟΥ ΚΥΡΙΑ                                                                                                                

Αφροδίτη μου κυρία,/ ιλαρώτατη θεά                                                                                 

του υιού σου την κακία/ όλ΄η γη καταβοά.

Τι τον έδωσες δοξάρι;/ τι σαΐτες φλογερές;;

Τι αδάμαστο κοντάρι/ και φαρέτρες τρομερές;;

Να, ιδέ αυτό το στήθος,/ όπου πλέον το πικρό,

με των σαϊτιών το πλήθος/το κατάντησε νεκρό…..   

 

ΟΙ ΧΑΡΕΣ ΜΕ ΤΟΝ ΕΡΩΤΑ

Οι Χάρες με τον Έρωτα/επήγαν να διαλέξουν

Στους κήπους τριαντάφυλλα,/ κορώνες να του πλέξουν.

Κι Έρωτας χαρούμενος/ εδώ κι εκεί πετούσε

και μόνος του τα κλάδευε/ και τες υπηρετούσε….

 

ΤΙ ΜΕ ΜΕΛΛΕΙ ! ΤΙ ΦΡΟΝΤΙΖΩ;

Τι με μέλει! Τι φροντίζω;/ Κι αν φροντίζω, τι ελπίζω

και τι τάχα καρτερώ;/ Να πηδήξω, να πετάξω,

το μελλούμενον ν’ αλλάξω/ παντελώς δεν ημπορώ….

Το λοιπόν γιατί φροντίδες;/Γιατί φόβοι και ελπίδες;

Γιατί τόση ταραχή;/ Φάγε, πιε, στην γην τανύσου,

με τον Έρωτα κοιμήσου,/να, φροντίδα μοναχή.

 

ΚΑΤΑΡΑ

Να μη φτάσω, να μη ζήσω,/αν μια μέρα δεν μεθύσω,

Κι αν αν πεθάνω, να πεθάνω/ στο ποτήρι μου επάνω.

Την αμέθυστη ζωή μου/ να την έχουν οι εχθροί μου.

Μόν’ εκείνοι, όσο ζήσουν,/να μη φτάσουν να μεθύσουν.

Όπου Βάκχος δεν σφυρίζει/ κι η ποτήρα δεν γυρίζει,

Η ζωή, τη αληθεία,/ είν’ αιώνια τυραννία.

Επειδή ο ποιητής είναι κάπως λησμονημένος από το ευρύ κοινό, κρίνω σκόπιμο να παραθέσω κάποια  βιογραφικά και εργογραφικά στοιχεία παρμένα από κοινούς τόπους, για να φανεί η περιπετειώδης ζωή του, οι ποικίλες δραστηριότητές του και η πολυσχιδής προσωπικότητά του.

Ο Αθανάσιος Χριστόπουλος γεννήθηκε στην Καστοριά, αλλά πραγματοποίησε τις εγκύκλιες σπουδές του στο Λύκειο του Βουκουρεστίου, όπου είχε μεταναστεύσει ο κληρικός πατέρας του το 1780,όταν ο Αθανάσιος ήταν οκτώ ετών, πιεζόμενος από οικονομική ένδεια αλλά και από τις συνθήκες δουλείας στην πατρίδα του. Πέρασε σχεδόν ολόκληρη τη ζωή του στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες και μπορεί να θεωρηθεί Φαναριὠτης από εκλεκτική συγγένεια. Μολοντούτο, μαζί με  τους Φαναριώτες που δεν προέρχονται από μεγάλα κέντρα,  κρατάει μέσα του ζωντανή την αγάπη του για τη λαϊκή παράδοση. Ολοκλήρωσε εκεί τη βασική εκπαίδευση (είναι πιθανό να είχε δάσκαλο και τον Γρηγόριο Κωνσταντά) και συνέχισε τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο της Βούδας, όπου σπούδασε λατινική φιλολογία, φιλοσοφία και ιατρική, και στο Πανεπιστήμιο της Πάντοβας, όπου σπούδασε νομικά.

Μετά το πέρας των σπουδών του επέστρεψε στο Βουκουρέστι και μπήκε στην αυλή του ηγεμόνα της Βλαχίας (και αργότερα της Μολδαβίας) Αλέξανδρου Μουρούζη, όπου αρχικά δίδασκε τα παιδιά του ηγεμόνα, και αργότερα έγινε δικαστής και τιμήθηκε με τον τίτλο του «καμινάρη», ενώ παράλληλα ανέπτυξε και συγγραφική δραστηριότητα: έγραψε ένα θεατρικό έργο, τον Αχιλλέα και ένα από τα σημαντικότερα έργα του, τη Γραμματική της Αιολοδωρικής, ήτοι της ομιλουμένης τωρινής των Ελλήνων γλώσσας, στο οποίο υποστήριζε τη χρήση της δημοτικής, η οποία κατά την άποψή του ήταν κράμα της αρχαίας δωρικής και αιoλικής διαλέκτου.

Μετά το 1806 ο Χριστόπουλος ακολούθησε τον Μουρούζη στην Κωνσταντινούπολη, όταν εκείνος έχασε το αξίωμά του. Εκεί ήταν ευκολότερη η προσήλωσή του στο συγγραφικό έργο καθώς ήταν απαλλαγμένος από τα καθήκοντα του δικαστή και τα παιδιά του ηγεμόνα είχαν μεγαλώσει. Αυτή η εποχή ήταν πολύ γόνιμη: ανέλαβε τη σύνταξη ενός λεξικού της Νέας Ελληνικής, μαζί με άλλους λόγιους (Γρηγόριο Κωνσταντά, Άνθιμο Γαζή κ.α.) προσπάθησε να οργανώσει Πανεπιστήμιο στη Ζαγορά του Πηλίου, έγραψε μια πραγματεία σχετικά με την ύπαρξη κενού στην φύση, μια γλωσσολογική μελέτη Περί προφοράς, στην οποία προσπαθούσε να αναιρέσει τα επιχειρήματα του Εράσμου για την προφορά της κλασικής Αρχαίας Ελληνικής γλώσσας. Έγραψε επίσης και μια πραγματεία Περί ποιητικής.

Η ζωή του Χριστόπουλου διαταράχθηκε το 1812, όταν ο ηγεμόνας Δημητράκης Μουρούζης, προστάτης των γραμμάτων, δολοφονήθηκε από τους Τούρκους. Διέφυγε τότε πάλι στο Βουκουρέστι, στην αυλή του ηγεμόνα Ιωάννη Καρατζά, όμως ένα μεγάλο τμήμα του έργου του (οι μελέτες για το κενό και την προφορά και το λεξικό που είχε ξεκινήσει) χάθηκε. Ο Ιωάννης Καρατζάς τον διόρισε εκ νέου δικαστή με τον τίτλο του Μεγάλου Λογοθέτη και του ανέθεσε να συντάξει νέα νομοθεσία για την Ηγεμονία της Βλαχίας. Ο Χριστόπουλος ασχολήθηκε συστηματικά με το έργο αυτό ἐως το 1816.

Πριν από την έναρξη της Επανάστασης ανέλαβε από τον Αλέξανδρο Υψηλάντη αποστολή της Φιλικής Εταιρείας στα Ιόνια νησιά. Για το λόγο αυτό κατέβηκε και έμεινε στη Ζάκυνθο δύο μήνες. Αργότερα εκλέχτηκε μέλος της επαναστατικής Επιτροπής στις Ηγεμονίες και σύμβουλος του αρχηγού της Επανάστασης. Ύστερα από μια αποτυχημένη προσπάθεια να εγκατασταθεί στην ελεύθερη Ελλάδα, αποσύρθηκε πάλι στην Τρανσυλβανία, όπου και έζησε τα τελευταία χρόνια της ζωής του (1847).

Είχε ωραίο και ευγενικό παρουσιαστικό και το χάρισμα του ευφραδούς ομιλητή. Είχε ακόμη μιαν συγκροτημένη πνευματική και πολιτική προσωπικότητα με κλασική αγωγή και αφάνταστη ευρυμάθεια. Ωστόσο, όπως γράφει ο Μιχαήλ Περάνθης, «ένα μόνο τμήμα από την όλη του πνευματική καταβολή, και όχι το καλύτερο, τα ποιήματά του, επρόκειτο να στηρίξουν την υστεροφημία του».

 

 

 

                                                                                               

Χρήστος Αντωνίου

Ο ΧΡΗΣΤΟΣ ΑΝΤΩΝΙΟΥ είναι δρ. Φιλολογίας και το διδακτορικό του εξετάζει τη «λαϊκή παράδοση» στο έργο του Γιώργου Σεφέρη, η ποίηση του οποίου τον απασχολεί και σε επόμενα βιβλία και άρθρα. Υπηρέτησε στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, χρημάτισε Διευθυντής Λυκείου και Σχολικός Σύμβουλος φιλολόγων στην Αθήνα, δίδαξε στο Ευρωπαϊκό Σχολείο Βρυξελών και στην Ακαδημία Λαμίας, σε επιμορφούμενους δασκάλους. Υπήρξε μέλος τριών Δ.Σ της Πανελλήνιας Ένωσης Φιλολόγων. Έχει εκδώσει έξι ποιητικές συλλογές, και συνεργάζεται με πολλά περιοδικά.

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.