Skip to content
Μαζεύτηκαν στην αποβάθρα
Σούρουπο κι η θάλασσα μουντή
Γλάροι πεινασμένοι φτερουγίζουν
Κρώζουν μονότονα
Ανήσυχοι
Μια ξεχασμένη γυναίκα ανέβηκε στο ξύλινο παγκάκι
Μόνη στο σύθαμπο
Τα χέρια σφιχτά μπροστά της
Ψύχρα νοτισμένου αέρα
Απομεινάρι του χειμώνα
Άδειες παλάμες
Όση αγάπη είχε την ξόδεψε
Στις ικεσίες των πουλιών
Βουβή στο δάκρυ
Ο Μάρτης μπήκε με τον ίδιο τρόπο
Όπως χρόνια
Φειδωλός
Φύγανε όλοι
Η γυναίκα έμεινε εκεί
Ξεχασμένη
Να περιμένει την πρώτη νύχτα
Οι γλάροι κρώζουν πεινασμένοι
Καράβι δε φαίνεται