You are currently viewing Δημήτρης Γαβαλάς: Εσωτερικά Θέματα 3: C. G. Jung – ο Μαγγελάνος του Ασυνειδήτου

Δημήτρης Γαβαλάς: Εσωτερικά Θέματα 3: C. G. Jung – ο Μαγγελάνος του Ασυνειδήτου

Στις δυο προηγούμενες αναρτήσεις σχετικά με τα ‘Εσωτερικά Θέματα’ παρουσίασα τη Σοφία Άντζακα και τον Γκουρτζίεφ. Στη σημερινή παρουσιάζεται πολύ συνοπτικά μέρος της τεράστιας εργασίας του C. G. Jung.

 

  • Το Ξεκίνημα: Μετά τον Freud

 

Μια από τις λίγες απόψεις στον Δυτικό κόσμο, η οποία παρουσιάζει έντονη απόκλιση από τη μονόπλευρη ενασχόληση αφενός με τη συνειδητή πλευρά του ανθρώπου και αφετέρου με τα μηχανιστικά πρότυπα, είναι αυτή της σχολής του Jung, η οποία ονομάζεται Αναλυτική Ψυχολογία του Βάθους. Ο επιστήμονας αυτός, που γεννιέται στις 26 Ιουλίου 1875 στην Ελβετία και πεθαίνει στις 6 Ιουνίου 1961, σπουδάζει αρχικά φυσικές επιστήμες και εφαρμόζοντας ακριβώς τις μεθόδους τους μελετάει πλήθος ασθενών και υγιών ατόμων, καθώς επίσης και τη φιλοσοφία του Δυτικού και Ανατολικού κόσμου, για να καταλήξει στα δικά του συμπεράσματα. Ο Jung αφιερώνει εξήντα χρόνια μελέτης της ανθρώπινης ψυχής, ζει ικανό χρονικό διάστημα ανάμεσα στους Ινδιάνους για να μελετήσει τις πρωταρχικές συνθήκες της ανθρώπινης συμπεριφοράς και φαίνεται ότι επηρεάζεται φιλοσοφικά από τους Leibniz, Schopenhauer, von Hartmann, Nietzsche. Οι φιλόσοφοι αυτοί ενδιαφέρονται για την έννοια του ασυνειδήτου, τις πολικότητες που εξελίσσονται προς την ενότητα και τη μελέτη της βούλησης και της διαίσθησης σε αντιπαραβολή με τη λογική. Από την πλευρά της Ανατολικής φιλοσοφίας, επηρεάζεται κυρίως από τη βουδιστική και κινέζικη σκέψη.

Ο Jung συγκαταλέγεται ανάμεσα στους πρώτους ξένους που προσκαλούνται στον κύκλο του Freud, είναι λαμπρή προσωπικότητα και γρήγορα κερδίζει την εμπιστοσύνη και τη φιλία του Freud, ο οποίος τον ψυ­χαναλύει και τον υποστηρίζει ώστε να γίνει ο πρώτος πρόε­δρος της Διεθνούς Ψυχαναλυτικής Ένωσης. Μάλιστα, το 1909 ο Jung συνοδεύει τον Freud στο ταξίδι του στις ΗΠΑ, όπου δίνει διαλέξεις στο πανεπιστήμιο Clark. Μολαταύτα δεν αργούν να διαφω­νήσουν, με αντικείμενο τον ρόλο της σεξουαλικότητας στην αιτιολογία των νευρώσεων. Οι θέσεις του Jung καταλήγουν σύντομα σε ένα θεωρητικό σύστημα τόσο απομακρυσμένο από τη φροϋδική ψυχανάλυση, ώστε δεν μένει παρά η ρήξη, η οποία σημειώνεται το 1913.

 

Η σκέψη του Jung έχει τη δική της α­ξιόλογη ανάπτυξη, με αφετηρία τις μελέτες του στη μυθο­λογία, στη συμβολική, στη χαρακτηρολογία κτλ Η περιγραφή του ψυχισμού στην οποία καταλήγει δεν είναι βέβαια εύκολο να συνοψιστεί. Ουσία της πάντως είναι ο Εαυτός/ Ταυτό, προσωπική σύνθεση, απόληξη μακράς ωρίμανσης τόσο μέσα στον ιστο­ρικό χρόνο ζωής του ατόμου, όσο και στον χρόνο της θεραπευτικής διαδικασίας, πραγμάτωση της ολότητας και ενός είδους σοφίας που προκύπτει από τον συγκερασμό ατομικών και φυλετικών στοιχείων, συνειδητών και ασυνείδητων. Η περιφέρεια του Ταυτού, που συνδέεται στενά με τη συνείδηση, καταλαμβάνεται από το persona, που εξα­σφαλίζει τους δεσμούς με τον εξωτερικό κόσμο και συνιστά την προς τα έξω στάση του ατόμου. Ο Jung αναγνωρίζει πολύ μεγάλο ρόλο στο συλλογικό ασυ­νείδητο, μειώνοντας έτσι ταυτόχρονα τη σημασία του ατομικού ασυνειδήτου και της παιδικής σεξουαλικότητας. Το περιεχόμενο του συλλογικού ασυνειδήτου, σε μεγάλο βαθμό, είναι απρόσιτο στην ατομική εμπειρία. Ενώ το πιο επιφανειακό τμήμα του μπορεί να ενσωμα­τωθεί στο συνειδητό σύστημα, οι βαθύτερες περιοχές του μοιά­ζει να συνδέονται με numinous δυνάμεις, και προορίζονται να μείνουν για πάντα αναφομοίωτες από το Εγώ. Στο συλλογικό ασυνείδητο ανήκουν η κατώτερη δομή που ονομάζεται Σκιά, οι αρχετυπικές προσωποποιήσεις, animus και anima, που δηλώνουν αντίστοιχα το αρσε­νικό στοιχείο στη γυναίκα και το θηλυκό στοιχείο στον άνδρα, καθώς και όλα τα αρχέτυπα.

 

Αυτές οι αντιλήψεις προεκτείνονται στις τεχνικές προοπτικές της Αναλυτικής Ψυχολογίας του Jung, ο οποίος αποδίδει στο όνειρο προδρομική και προαγγελτική λειτουργία. Μέσα από αυτό, και με τη βοήθεια του θεραπευτή, ο αναλυόμενος μπορεί να έρθει σε επαφή με το συλλογικό ασυνείδητο, που κρύβει μέσα του το θησαύρισμα της ανθρώπινης εμπειρίας πολλών χιλιετιών. Με αυτό τον τρόπο μπορεί να πραγματοποιηθεί ο ιδεώδης στόχος της θερα­πείας, η διαδικασία εξατομίκευσης (individuation) με την προσπέλαση στο Ταυτό. Αυτό βέβαια προϋποθέτει ότι ο ίδιος ο θεραπευτής έχει φτάσει σε αυτή την εξατομίκευση και έχει κα­τακτήσει αυτή τη σοφία, γεγονός που του επιτρέπει να παρεμ­βαίνει ενεργά για να συμβουλεύει και να καθοδηγεί τον ασθενή του. Η θεραπεία προϋποθέτει λοιπόν μια ‘ψυχοσύνθεση’, συμ­πληρώνοντας έτσι αυτό που, κατά τον Jung, περιορίζει τη φροϋδική ‘ψυχανάλυση’. Απεναντίας, για τον Freud το αίτημα της ‘ψυχοσύνθεσης’ χαρακτηρίζει μια κατεύθυνση της συνείδησης που βρίσκεται σε αντίφαση με την ίδια τη θέση της ερμηνείας και με την αποτελεσματικότητά της.

 Ωστόσο, είναι εντελώς αδύνατο να προχωρήσουμε σε μια αντιπαράθεση των προοπτικών που διαγράφουν οι θεω­ρίες του Jung και του Freud, και αυτό παρά το γεγονός ότι ο Jung συναντάει, συχνά για πρώτη φορά, ορισμένα προβλήματα που η φροϋδική ψυχανάλυση αναγκάζεται και αυτή με τη σειρά της να τα αντιμετωπίσει: για παράδειγμα, το πρόβλημα του φυλογενετικού ασυνειδήτου ή των τυπικών δομών της ψυχής. Γιατί ο τρόπος σκέψης του Jung είναι εντελώς ξένος προς την πορεία που ακολουθεί ο Freud. Μπορεί να πει κάποιος ότι η διαφορά τους δεν έγκειται μόνο στις απαντήσεις που δίνουν, αλλά και στον ίδιο τον τρόπο που διατυπώνουν τα ερωτήματα και θέτουν τα προβλήματα.

 

Το γεγονός πάντως είναι ότι η βασική τους διαφωνία -και αυτό δεν είναι καθόλου τυχαίο- προκύπτει με αφορμή την προσέγγιση των ψυχωτικών διαταραχών και της λιμπιντικής τους οικονομίας, η οποία στη θεωρία του Jung εμφανίζεται πολύ δια­φορετική από ό,τι είχε συμπεράνει ο Freud εξετάζοντας τους νευ­ρωτικούς. Εκεί που ο Jung επεκτείνει την έννοια της libido προς την κατεύθυνση ενός πνευματοκρατικού μονισμού, ο Freud εισά­γει την έννοια του ναρκισσισμού: η μελέτη της πορείας της λιμπι­ντικής επένδυσης του Εγώ και του σώματος, αποσπασμένης από τα αντικείμενα, επιφέρει το ξεπέρασμα της αρχικής αντίθεσης ανάμεσα στο ένστικτο της αυτοσυντήρησης και στη libido, και απολήγει στην ανανέωση της θεωρίας του με την εμφάνιση της ‘ενόρμησης του θανάτου’. Από μια άποψη, ο τρόπος σκέψης του Freud αντιτίθεται στον τρόπο σκέψης του Jung, όπως ακριβώς η νεύρωση αντιτίθεται στην ψύχωση. 

  • Το Συλλογικό Ασυνείδητο ως Πηγή Πληροφορίας και Ανώτερο Ιεραρχικό Επίπεδο Πραγματικότητας

 

Σύμφωνα με τον Jung, η συνειδητή πλευρά του ατόμου συνιστά μονάχα πολύ μικρό μέρος του, ενώ οι μηχανιστικές διαδικασίες δεν είναι παρά το αποτέλεσμα από συνειρμικές αλυσίδες σκέψεων, που εδράζονται στους μετωπιαίους λοβούς του εγκεφάλου και οι οποίες μπορούν να αλλάξουν, με αποτέλεσμα την αλλαγή της νόησης του ανθρώπου. Επίσης, εκτός από την έννοια του ατομικού ασυνειδήτου, δηλαδή το κατά Freud υποσυνείδητο, εισάγει και την έννοια του συλλογικού ασυνειδήτου. Τα στοιχεία  του συλλογικού ασυνειδήτου, τα οποία εκφράζονται αυθόρμητα και συμβολικά, δεν αποτελούν κτήμα ενός μόνο συγκεκριμένου ατόμου, αλλά είναι κοινά για όλους τους ανθρώπους, με αποτέλεσμα να τους ενώνουν σε ένα αφανές βάθος. Τα στοιχεία του συλλογικού ασυνειδήτου δεν προέρχονται από εξωτερικές σχέσεις, όπως προσωπικές εμπειρίες, κοινωνικές επιταγές, παιδικό περιβάλλον, ψυχικά τραύματα κτλ., αλλά είναι εγγενή και αποτελούν εμπειρίες όλου του ανθρώπινου είδους. Ουσιαστικά, δηλαδή, με τον τρόπο του Jung περνάμε σε διαφορετικό ιεραρχικό επίπεδο πραγματικότητας, όπου το ανθρώπινο είδος συνιστά άτομο για το αμέσως επόμενο ιεραρχικό επίπεδο και διέπεται από ιδιότητες αυτού του ανώτερου επιπέδου. Επομένως, κάθε άνθρωπος διαθέτει εξαρχής ένα νοητικό πεδίο, από το οποίο μπορεί να αντλεί πληροφορία και γνώση, τις οποίες ο ίδιος, ως χωροχρονικά περιορισμένο ον, δεν απόκτησε ποτέ. Η πληροφορία αυτή ανήκει στο ανθρώπινο είδος/ φυλή ως σύνολο και ο κάθε άνθρωπος ξεχωριστά συμμετέχει σε αυτή, με την ιδιότητά του ως μέλος της ανθρώπινης φυλής.

 

Η άποψη του Jung παραδέχεται ότι ο άνθρωπος δεν είναι μόνο, ή κατά το μεγαλύτερο βαθμό, αποτέλεσμα των εξωτερικών συνθηκών, αλλά υπάρχει και κάτι άλλο, το οποίο φέρνει μαζί του από τη γέννηση και το οποίο εκδηλώνεται και επηρεάζει την προσωπικότητά του. Συνεπώς, οι ενδογενείς παράγοντες είναι εξίσου, αν όχι περισσότερο, σημαντικοί. Φέρνουμε μέσα μας μια πηγή πληροφορίας, η οποία μας βοηθάει να αυτο-οργανωθούμε και αυτο-ρυθμιστούμε ως ψυχικά και νοητικά συστήματα. Αυτή η ισορροπία πετυχαίνεται εξαιτίας της ύπαρξης αυτής ακριβώς της εσωτερικής αντίθεσης σε δυο υποσυστήματα, αυτό του συνειδητού και αυτό του ασυνειδήτου, διαφορετικά θα ήμασταν ανισόρροποι, πράγμα που παρατηρείται σήμερα στους ανθρώπους, οι οποίοι ταυτίζονται μόνο με το συνειδητό τμήμα τους και αγνοούν το μη-συνειδητό.

 

Βέβαια, παρά τις ανακαλύψεις αυτές του Jung, μεγάλο μέρος της επιστημονικής κοινότητας εξακολουθεί να πιστεύει ότι το άτομο είναι αποτέλεσμα των εξωτερικών συνθηκών κυρίως και ότι αυτό γεννιέται, έως ένα βαθμό, ως άγραφο χαρτί και διαμορφώνεται στη συνέχεια μέσα από προσωπικές εμπειρίες και τέλος πεθαίνει δίχως ουσιαστικά να αφήσει τίποτα από αυτά που έζησε ή δημιούργησε. Οπωσδήποτε, κανένας δεν αρνείται ότι οι γενικές εξωτερικές επιδράσεις και οι προσωπικές εμπειρίες παίζουν τον ρόλο τους στη διαμόρφωση του ανθρώπου. Αλλά το θέμα είναι πώς εισπράττει ο άνθρωπος αυτές τις επιδράσεις, διότι οι ίδιες επιδράσεις δημιουργούν διαφορετικά άτομα. Γιατί συμβαίνει αυτό; Έτσι, η άποψη του Jung δεν θεωρεί τον άνθρωπο μόνο ως αποτέλεσμα των εξωτερικών συνθηκών, αλλά υποστηρίζει, αντίθετα, ότι το ασυνείδητο διαθέτει πολύ περισσότερους ‘χώρους’ και ότι ο άνθρωπος είναι αποτέλεσμα κυρίως της ψυχικής και νοητικής συνέχειας και αντίστοιχης προϊστορίας και της επίδρασης των εξωτερικών συνθηκών πάνω σε αυτές.

 Επομένως, ο άνθρωπος δεν γεννιέται ως άγραφο χαρτί, αλλά φέρνει μέσα του απόθεμα πληροφορίας, η οποία ανήκει στο ανώτερο ιεραρχικό επίπεδο, αυτό της συνολικής ανθρώπινης φυλής, ενώ ταυτόχρονα πετυχαίνει ένα ποσοστό εξέλιξης. Το ποσοστό αυτό της εξέλιξης τον κάνει περισσότερο δεκτικό και ευαίσθητο στις επιταγές της ατομικότητάς του και έτσι, εκτός από το γενικό πνεύμα της εποχής του, αυτός διαθέτει σε ένα βαθμό και το δικό του πνεύμα, το οποίο δεν οφείλεται στην επίδραση των κοινωνικών δομών πάνω του, αλλά έρχεται από το εσωτερικό του. Απόδειξη αυτής της κατάστασης είναι ότι πολλές φορές άνθρωποι με μεγάλη εσωτερική ατομικότητα συγκρούονται με τις κατεστημένες δομές, ιδέες και αξίες της εποχής τους, με αποτέλεσμα να πληρώνουν γι’ αυτό με διάφορους τρόπους, αλλά από την άλλη πλευρά, είναι ακριβώς αυτοί που οδηγούν στις μεγάλες αλλαγές σε όλους τους τομείς, της θρησκείας, της τέχνης, της επιστήμης, της φιλοσοφίας.

 

Είναι γεγονός ότι όλη η ανθρωπότητα έχει περάσει από όμοιες εμπειρίες και καταστάσεις και έτσι στο ασυνείδητο βρίσκεται όλη η συλλογική μνήμη. Γι’ αυτό, πολλά θετικά ή αρνητικά στοιχεία του ανθρώπου οφείλονται στη δράση της μόνιμης αυτής πληροφορίας και όχι στις προσωπικές εμπειρίες. Η πληροφορία αυτή δρα στον άνθρωπο και, ανάλογα με την ευαισθησία και τη δεκτικότητά του, τον επηρεάζει. Φυσικά, είναι πολύ δύσκολο να ξεχωρίσουμε ποια ακριβώς στοιχεία οφείλονται σε συλλογική πληροφορία του ασυνειδήτου και ποια στη δράση των χωροχρονικά περιορισμένων εξωτερικών παραγόντων. Πάντως, τα πρώτα αλληλεπιδρούν με τα δεύτερα και ανάλογα εξισορροπούνται ή εκτρέπονται προς τη μια ή την άλλη κατεύθυνση, δηλαδή θετική ή αρνητική. Αυτό, λοιπόν, που τελικά αντιλαμβανόμαστε ως ανθρώπινη προσωπικότητα είναι η συνισταμένη των έμφυτων/ εγγενών στοιχείων και της επίδρασης των γενικών εξωτερικών παραγόντων πάνω σε αυτά.

 Το συλλογικό ασυνείδητο είναι, ουσιαστικά, η συλλογική μνήμη του ανθρώπινου είδους, θεωρούμενου ως μονάδα/ άτομο, που βρίσκεται σε ανώτερο ιεραρχικό επίπεδο από αυτό του ανθρώπου. Με την έννοια αυτή, αποτελεί ένα χώρο που λέγεται και υπερ-συνείδηση και σχετίζεται με πληροφορία και γνώση ανεξάρτητες από εξωτερικές συνθήκες. Η πληροφορία αυτή, καθώς κατεβαίνουνε ιεραρχικό επίπεδο, εξειδικεύεται στα συγκεκριμένα άτομα και αποτελεί ένα είδος εσωτερικής γνώσης. Όσο πιο εξελιγμένος είναι ο άνθρωπος, τόσο περισσότερο βρίσκεται σε επαφή με την υπερ-συνείδηση και αντιλαμβάνεται αυτή την εσωτερική γνώση. Σύμφωνα με αυτά, κάθε άνθρωπος διαθέτει δυο γενικές συνιστώσες συνείδησης και γνώσης. Η πρώτη σχετίζεται άμεσα με τις εξωτερικές συνθήκες, τις κοινωνικές αξίες και το πνεύμα της εποχής του, τις προσωπικές εμπειρίες του και τους χωροχρονικούς περιορισμούς του. Η δράση αυτής της συνιστώσας φυλακίζει το άτομο μέσα στο πλαίσιο της συμβατικότητας, όπου ζει με ασφάλεια, αλλά δίχως ελευθερία. Η δεύτερη συνιστώσα δεν έχει καμιά σχέση με την εξωτερικότητα, αλλά αντίθετα με την εσωτερικότητα του ανθρώπου, δηλαδή με αναλλοίωτους και πανανθρώπινους κανόνες που συνιστούν το πλαίσιο αναφοράς της ‘ανθρωποσύνης’ μας. Η συνιστώσα αυτή δυναμώνει εσωτερικά το άτομο και το καθιστά υπαρξιακά ελεύθερο. Για να δημιουργηθεί, όμως, αυτό το εσωτερικό σύστημα πληροφορίας, γνώσης, συνείδησης και αξιών, πρέπει το άτομο να είναι εξελιγμένο, ώστε να δέχεται και να αντιλαμβάνεται όλα αυτά, τα οποία κατεβαίνουν από το ανώτερο ιεραρχικό επίπεδο πραγματικότητας, μέσα στο οποίο ο άνθρωπος δεν είναι παρά ένα κύτταρο του ανώτερου αυτού ατόμου-είδους. Συνεπώς, η αλλαγή αυτή δεν είναι παρά αλλαγή προοπτικής, δηλαδή ακριβώς αυτή που θεωρεί τον άνθρωπο όχι άτομο, αλλά στοιχείο ενός συνόλου του ανώτερου ιεραρχικού επιπέδου, το οποίο έχει τις δικές του ιδιότητες και μια από αυτές είναι η (συλλογική) μνήμη του, την οποία ο άνθρωπος στο κατώτερο επίπεδο εισπράττει ως υπερ-συνείδηση και εσωτερικότητα, όπως αντίστοιχα συμβαίνει και με τα κατώτερα του ανθρώπου ιεραρχικά επίπεδα.

 Επομένως, η υπερ-συνείδηση διαθέτει μεγάλο ποσό πληροφορίας και γνώσης, το οποίο μπορεί να γίνει κτήμα του συγκεκριμένου ανθρώπου, στον βαθμό που μπορεί να επικοινωνήσει με αυτή. Πολλή από την πληροφορία και τη γνώση αυτή μεταβιβάζονται στον άνθρωπο ως εμπνεύσεις, διαισθήσεις, ενοράσεις ή με συμβολική μορφή κατά την αυθόρμητη διαδικασία του ασυνειδήτου, δηλαδή στα όνειρα, στο δεύτερο ρεύμα σκέψης, στις οπτικές εντυπώσεις, στις ξαφνικές διαισθήσεις και εμπνεύσεις κτλ. και αυτοί είναι τρόποι να αντλεί κάποιος γνώση κατ’ ευθείαν από την πηγή πληροφορίας της υπερ-συνείδησης. Η πηγή αυτή είναι κοινή για όλους τους ανθρώπους και γι’ αυτό, πολλές φορές, εμφανίζεται το φαινόμενο ανεξάρτητων και παράλληλων ανακαλύψεων σε διάφορους τομείς. Άρα, η έννοια του συλλογικού ασυνειδήτου του Jung είναι πολύ γενική και σχετίζεται με όλες τις ψυχικές και νοητικές περιοχές, που δεν οφείλονται αποκλειστικά στη δράση της προσωπικότητας, αλλά έχουν να κάνουν με τη συλλογική προϊστορία του είδους και την ικανότητα του ανθρώπου να έρχεται σε επαφή με αυτή. Η αναγκαία ικανότητα και εξέλιξη του ανθρώπου, ώστε να έρχεται σε επαφή με την υπερ-συνείδηση, αν δεν είναι έμφυτη, τότε επιτυγχάνεται ακολουθώντας συγκεκριμένη πορεία και τεχνική, την οποία ο Jung ονομάζει ‘πορεία εξατομίκευσης’ και την περιγράφει λεπτομερώς.

           

  • Το Ψυχικό Σύστημα και τα Υποσυστήματά του

           

Ο Jung θεωρεί ότι ο άνθρωπος ζει όχι μόνο από τα δεδομένα του παρελθόντος, αλλά και από τους μελλοντικούς σκοπούς του. Έτσι, η παρούσα ανθρώπινη δραστηριότητα υπόκειται, αφενός στον καθορισμό από τα γεγονότα του παρελθόντος με αιτιατό τρόπο, αφετέρου σε πιθανά μελλοντικά γεγονότα, με την τελεονομική έννοια. Η επιμονή του Jung στον βασικό ρόλο που παίζει ο σκοπός στην ανθρώπινη εξέλιξη και ανάπτυξη, τον κάνει να διαφέρει καθαρά από τους άλλους ερευνητές. Η ψυχολογία του καθορίζεται τελεονομικά: και η πραγματικότητα του παρελθόντος και η δυνατότητα του μέλλοντος από κοινού καθοδηγούν την ανθρώπινη συμπεριφορά στο παρόν. Με αυτό τον τρόπο, ο Jung δέχεται τη συνεχή και δημιουργική ανάπτυξη, με σκοπό την επίτευξη της ολοκλήρωσης και πληρότητας του Εαυτού, ζητώντας συχνά τη θεληματική και επίπονη ανανέωση του ατόμου.

 

Ο Jung ονομάζει την πλήρη δομή του ψυχικού συστήματος του ατόμου Ταυτό και θεωρεί ότι αποτελείται από υποσυστήματα που αλληλεπιδρούν. Τα υποσυστήματα αυτά είναι τρία, το Εγώ, το προσωπικό ασυνείδητο και το συλλογικό ασυνείδητο. Το Εγώ είναι το τμήμα του συνειδητού νου, που είναι υπεύθυνος για την ταυτότητα, τη συνέχεια και τη συνειδητότητα του ατόμου. Το προσωπικό ασυνείδητο κρατάει την εμπειρία και πληροφορία του ανθρώπου, οι οποίες απωθούνται ή καταπιέζονται ή απλώς λησμονούνται, γιατί δεν είναι σε χρήση, και τα περιεχόμενα αυτά είναι διαθέσιμα στο Εγώ. Είναι ένα είδος μη ενεργού προσωπικής μνήμης, στην οποία έχει πρόσβαση το Εγώ όταν τη χρειάζεται (μακροπρόθεσμη μνήμη). Το συλλογικό ασυνείδητο είναι το πιο ισχυρό και με τη μεγαλύτερη επιρροή στο ψυχικό σύστημα. Αντιστοιχεί στη συλλογική μνήμη του ανθρώπινου είδους, είναι καθολικό και υπερπροσωπικό και συνδέει το άτομο με το ανώτερο ιεραρχικό επίπεδο, όπου άτομο/ μονάδα πια είναι η ανθρωπότητα. Ο ουσιαστικός ρόλος τού μη συνειδητού νου είναι να υπηρετεί την ανάγκη για δομές, πρότυπα και θεσμούς. Ο Jung λέει, εν προκειμένω, ότι το ασυνείδητο έχει δυνατότητες, οι οποίες βρίσκονται μακριά από τον συνειδητό νου, γι’ αυτό και έχει στη διάθεσή του περιεχόμενα που ξεπερνούν τα συνήθη όρια, δηλαδή όλα εκείνα που είναι άγνωστα, ασαφή, ξεχασμένα, καθώς επίσης και πληροφορία και εμπειρία αμέτρητων αιώνων και τα οποία ενυπάρχουν στα αρχέτυπα, που αποτελούν τους δομικούς του λίθους. Αν το Εγώ αγνοεί συνεχώς την είσοδο (input) περιεχομένων και πληροφορίας από το ασυνείδητο, τότε αυτό πιθανώς να διακόψει τις συνειδητές δραστηριότητες του Εγώ και να τις μετατρέψει σε διαστρεβλωμένες μορφές, όπως φοβίες, λάθη, παραισθήσεις, έλλειψη νοήματος και άλλες αρρωστημένες συμπεριφορές, και αυτό είναι το κόστος που πληρώνει ο άνθρωπος για την παραμέληση των μη συνειδητών διαδικασιών.

 

Όμως, το πιο σημαντικό δομικό στοιχείο του ασυνειδήτου είναι τα αρχέτυπα. Σημαντικά αρχέτυπα, κατά τον Jung, είναι το persona (προσωπείο), το οποία αναπτύσσεται από τα άτομα σε σχέση με τον κοινωνικό τους ρόλο, δηλαδή είναι η δημόσια πλευρά του ανθρώπου όταν αυτός παίζει ένα συγκεκριμένο ρόλο και σε αντίθεση με την εντελώς προσωπική ή ιδιωτική πλευρά του. Ακόμα, υπάρχει το ζεύγος anima – animus, δηλαδή το θηλυκό αρχέτυπο στον άντρα και το αρσενικό στη γυναίκα αντίστοιχα. Αυτά τα αρχέτυπα γένους είναι αποτέλεσμα της αμοιβαίας εμπειρίας και πληροφορίας, που έχουν οι άντρες και οι γυναίκες μετά από τη συμβίωσή τους τόσων αιώνων, καθώς και από έμφυτη αντίληψη του ενός για τον άλλο. Η Σκιά περιλαμβάνει ό,τι κατώτερο διαθέτει ο άνθρωπος, δηλαδή ένστικτα, ζωική πλευρά, αρνητικές εκδηλώσεις κτλ. Άλλα αρχέτυπα είναι η Μεγάλη Μητέρα, ο Γερο-σοφός, ο Ήρωας, το Θαυμαστό Παιδί, ο αριθμός, τα βασικά γεωμετρικά σχήματα κύκλος, τρίγωνο, τετράγωνο κ.ά. Τα αρχέτυπα αλληλεπιδρούν μεταξύ τους και αφενός δημιουργούν οικογένειες με βασική ομοιότητα (family resemblance), αφετέρου συνδυάζονται και δημιουργούν νέα αρχέτυπα. Τα αρχέτυπα μπορεί να τα δει κάποιος και ως προδιαθέσεις, πιθανότητες και ελεγκτές της ανθρώπινης ικανότητας και δημιουργικότητας.

 Η συνεισφορά του Jung στη σύγχρονη προβληματική δεν περιορίζεται, όμως, μόνο στην έννοια του συλλογικού ασυνειδήτου και των αρχετύπων του. Απόψεις όπως της εσωστρέφειας και εξωστρέφειας, των βασικών λειτουργιών της συνείδησης, των ψυχολογικών τύπων, της δομής των αντιθέτων, της τετραδικότητας, των δρόμων προς το ασυνείδητο, των ονείρων, των συνειρμών, της προβολής, των συμβόλων, της διαδικασίας εξατομίκευσης, του συμβολισμού mandala, της υπερβατικής λειτουργίας κ.ά. είναι πολύ γνωστές, χωρίς να συνειδητοποιούμε πάντα ότι πρόκειται για αντιλήψεις που έχει εισάγει ο Jung.

 

Τέλος, πρέπει να σημειώσουμε ότι, σύμφωνα με τον Jung, τα όνειρα και οι μύθοι συμβαίνουν στα ανθρώπινα όντα και είναι σχηματισμοί αρχετυπικών εικόνων. Δεν είναι ελεύθερες συνθέσεις που σχεδιάζονται μόνο για αισθητικά ή πληροφοριακά αποτελέσματα. Τα αρχέτυπα μιλάνε μέσα από εμάς, είναι η παρουσία και η δυνατότητα για σημασία και νόημα -οι αρχαίοι τα αποκαλούν θεούς/ θεές. Ο Jung ανακαλύπτει κλινικά ότι οι άνθρωποι έχουν μια «προσυνειδητή ψυχική διάθεση που τους καθιστά ικανούς να αντιδρούν με ανθρώπινο τρόπο». Αυτή η ‘δυναμική για δημιουργία’ πραγματώνεται όταν εισέρχεται στη συνείδηση με τη μορφή εικόνων. Υπάρχει μια πολύ σημαντική διάκριση μεταξύ της  «ασυνείδητης, προ-υπάρχουσας διάθεσης» και των «αρχετυπικών εικόνων». Το αρχέτυπο μπορεί να αναδυθεί στη συνείδηση με πολλές παραλλαγές. Για να το θέσουμε διαφορετικά, υπάρχουν πολύ λίγα βασικά αρχέτυπα ή πρότυπα στο ασυνείδητο επίπεδο, αλλά υπάρχει άπειρη ποικιλία συγκεκριμένων εικόνων που δείχνουν προς αυτά τα λίγα πρότυπα. Από τη στιγμή που αυτή η δυναμική για σημασία δεν είναι υπό τον συνειδητό έλεγχο, μπορεί να τη φοβηθούμε και να αρνηθούμε την ύπαρξή της με την απώθηση ή καταπίεση. Αυτή είναι μια διαπιστωμένη τάση στον σύγχρονο άνθρωπο, ο οποίος δημιουργήθηκε από τον Διαφωτισμό και επιθυμεί να διάγει ζωή εντελώς ορθολογιστική και κάτω από τον συνειδητό του έλεγχο.

Ο σύγχρονος άνθρωπος νομίζει ότι έχει διαφύγει από τους μύθους διαμέσου της συνειδητής αποκήρυξης της αποκαλυμμένης θρησκείας για χάρη μιας καθαρά διανοητικής φυσικής θρησκείας (Φυσικές Επιστήμες). Ας δούμε τις θεωρίες για την ανθρώπινη προέλευση: στο ξεκίνημα υπάρχει η Μεγάλη Έκρηξη, μια κοσμική έκρηξη. Αυτή είναι μια εικόνα από όπου μπορεί να ξεκινήσει να εργάζεται η διανόηση, αλλά από μόνη της δεν είναι ορθολογική δήλωση, είναι μυθική κατασκευή. Ας θεωρήσουμε την άποψη της βιολογικής εξέλιξης. Οι πρόγονοι του ανθρώπου αναδύονται από τη θάλασσα, και αυτή με τη σειρά της από μια κοσμική σούπα. Η πλειοψηφία των μύθων δημιουργίας ξεκινούν επίσης με την ίδια εικόνα του ανθρώπου να αναδύεται από τους αρχαϊκούς ωκεανούς. Όλες οι κοσμογονίες ξεκινούν από το χάος. Υπάρχει επίσης η σύγχρονη τάση να αποκαλούμε τους εαυτούς μας πρόσωπα/ persons, που σχετίζεται άμεσα με το προσωπείο/ persona αντίστοιχα. Ο όρος προέρχεται από τη μάσκα του Διόνυσου. Οι σύγχρονοι άνθρωποι είναι αυτοί που φοράνε τις μάσκες. Η πραγματικότητα είναι σφραγισμένη από το σκότος του μυστηρίου. Και αυτό επίσης είναι μια μυθική κατασκευή.

  • Επίλογος

 

Η απλοποιημένη και σύντομη αυτή παρουσίαση των απόψεων του Jung, δείχνει ότι αυτές δεν έρχονται τόσο σε αντίθεση με τις επικρατούσες επιστημονικές απόψεις, αλλά μάλλον τις συμπληρώνουν, τις επεκτείνουν και τις γενικεύουν. Έτσι, μπορεί να χάνουν, ίσως, λίγο σε ακρίβεια, αλλά κερδίζουν σε βάθος και πλάτος, με αποτέλεσμα να συλλαμβάνουμε την ολότητα και να ερμηνεύουμε καταστάσεις και φαινόμενα, που δεν μπορεί να ερμηνεύσει η τρέχουσα επιστήμη. Είναι φανερό ότι οι απόψεις του Jung διαφέρουν ποιοτικά και έχουν ανώτερο πνευματικό χαρακτήρα από όλες τις αντίστοιχες. Πολλοί τον θεωρούν φιλόσοφο και Δάσκαλο, το έργο του έχει ασκήσει μεγάλη επιρροή στην ψυχολογία, στη θρησκεία, αλλά και στη λογοτεχνία. Δεν είναι καθόλου τυχαίο που τελευταία πολλοί θετικοί επιστήμονες τον χρησιμοποιούν ως βάση για παραπέρα έρευνα, αφού άλλες θεωρίες καταρρέουν με το πέρασμα του χρόνου. Δυστυχώς, οι άνθρωποι αρέσκονται στα εύκολα, με αποτέλεσμα να χρησιμοποιούν τις προσιτές απόψεις άλλων επιστημόνων και όχι αυτές του Jung, που φαντάζουν δύσκολες τόσο στην κατανόηση όσο και στην ερευνητική πρακτική. Κάποιοι ημιμαθείς έχουν διαστρεβλώσει τις απόψεις του Jung και δημιουργούν ψευδείς και στρεβλές εντυπώσεις, με αποτέλεσμα πολλοί επιστήμονες να νομίζουν ότι όλα αυτά είναι αντιεπιστημονικά και δεν τους αφορούν. Ευτυχώς όμως, νέοι επιστήμονες όλων των θετικών και τεχνολογικών κλάδων, κυρίως στην Αμερική, μελετούν και εφαρμόζουν αυτές τις ιδιαίτερα γόνιμες ιδέες. Άλλωστε, ο Jung είναι ο μόνος που χρησιμοποιεί στον τομέα της ψυχικής και γνωσιακής έρευνας όρους θετικών επιστημών και κυρίως Φυσικής και Συστημικής.

 

Σημείωση: στα ελληνικά, εκτός των άλλων μεταφράσεων βιβλίων του Jung, υπάρχουν δώδεκα θαυμάσιες μεταφράσεις της Σ. Άντζακα.

 

Δημήτρης Γαβαλάς

O Δημήτρης Γαβαλάς γεννήθηκε στην Κόρινθο το 1949. Σπούδασε Μαθηματικά, Κυβερνητική και Συστήματα Αυτομάτου Ελέγχου σε μεταπτυχιακές σπουδές και Ψυχολογία του Βάθους σε ελεύθερες σπουδές. Εκπόνησε Διδακτορική Διατριβή με θέμα τα Μαθηματικά, τη Θεμελίωση και τη Διδακτική τους. Αρχικά εργάστηκε ως Επιστημονικός Συνεργάτης στο Πανεπιστήμιο Πατρών και ως Ερευνητής στο Κέντρο Ερευνών «Δημόκριτος». Στη συνέχεια εργάστηκε στην εκπαίδευση ως καθηγητής Μαθηματικών. Συνεργάστηκε με το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο (στη συγγραφή Προγραμμάτων Σπουδών & σχολικών βιβλίων και σε άλλα εκπαιδευτικά θέματα). Εργάστηκε επίσης στη Βαρβάκειο Σχολή, και συνέχισε ως Σχολικός Σύμβουλος. Για το πνευματικό του έργο, έχει τιμηθεί από τον Δήμο Κορινθίων. Το δοκίμιό του για τον Οδυσσέα Ελύτη έλαβε κρατική διάκριση, ενώ το ποίημα «Φανταστική Γεωμετρία» περιελήφθη στα Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας της Β΄ τάξης του Γυμνασίου.

Έργα του Δημήτρη Γαβαλά:

Ποίηση

Σπουδές. Αθήνα, 1973.
Μετάβαση στο Όριο. Αθήνα, 1974.
Ανέλιξη. Αθήνα, 1975.
Δήλος. Αθήνα, 1976.
Εσωτερική Αιμομιξία. Αθήνα, 1977.
Η Πάλη με το Άρρητο. Αθήνα, 1978.
Ελεγείο. Αθήνα, 1979.
Τα Εξωστρεφή. Αθήνα, 1980.
“Η Του Μυστικού Ύδατος Ποίησις“. Αθήνα 1983.
Το Πρόσωπο της Ευτυχίας. Κώδικας, Αθήνα, 1987.
Απλά Τραγούδια για έναν Άγγελο. Κώδικας, Αθήνα, 1988.
Φωτόλυση. Κώδικας, Αθήνα, 1989.
Ακαριαία. Κώδικας, Αθήνα, 1994.
Σύμμετρος Έρωτας Ή Τα Πρόσωπα του Αγγέλου. Γαβριηλίδης, Αθήνα, 1996
Άγγελος Εσωτερικών Υδάτων. Γαβριηλίδης, Αθήνα, 1998.
Το Λάμδα του Μέλλοντος. Γαβριηλίδης, Αθήνα, 2003.
Ποιήματα 1973-2003: Επιλογή. Γαβριηλίδης, Αθήνα, 2004.
Ου Παντός Πλειν. Γαβριηλίδης, Αθήνα, 2006.
Στη Σιωπή του Νου. Γαβριηλίδης, Αθήνα, 2013.
Δίχως Μαγνητόφωνα Φωνόγραφους Δίσκους και Μαγνητοταινίες. Γαβριηλίδης, Αθήνα, 2016.

Δοκίμιο

Η Εσωτερική Διαλεκτική στη «Μαρία Νεφέλη» του Οδυσσέα Ελύτη. Κώδικας, Θεσσαλονίκη, 1987. (σσ. 94).
Ψυχο-Κυβερνητική και Πολιτική: Αναλυτική Θεώρηση του Πολιτικού Φαινομένου. Κώδικας, Αθήνα, 1989. (σσ. 40).
Αισθητική και Κριτική Θεωρία των Αρχετύπων: Θεωρητικά Κείμενα και Εφαρμογές. Κώδικας, Αθήνα, 1999. (σσ. 202).

Μετάφραση – Εισαγωγή – Σχόλια
Nicoll, M. Ψυχολογικά Σχόλια στη Διδασκαλία του Γκουρτζίεφ. Γαβριηλίδης, Αθήνα, 1997. (σσ. 96).


Επιστημονικά Βιβλία

Πρότυπα και Χαρακτήρας Κυβερνητικών Συστημάτων: Συμβολή στη Θεωρητική Κυβερνητική – Ένα Μαθηματικό Μοντέλο. Πάτρα, 1977 και Αθήνα, 1993 . (Διδακτορική Διατριβή). (σσ. 250).
Η Θεωρία Κατηγοριών ως Υποκείμενο Πλαίσιο για τη Θεμελίωση και Διδακτική των Μαθηματικών: Συστημική Προσέγγιση της Εκπαίδευσης. Πάτρα, 2000. (Διδακτορική Διατριβή). (σσ. 350).
Θέματα από τα Σύγχρονα Μαθηματικά 1: Μη-συμβατική Ανάλυση, Ασαφή Σύνολα, Η έννοια της Μη-διακριτότητας. Εκδόσεις 3 4 5, Αθήνα, 2005. (σσ. 190).
Θέματα από τα Σύγχρονα Μαθηματικά 2: Πρώτη Μύηση στη Θεωρία Κατηγοριών. Εκδόσεις 3 4 5, Αθήνα, 2006. (σσ. 330).
Το Αρχέτυπο του Τυχερού Παιχνιδιού: Για την Τύχη, τη Μαντική και τη Συγχρονότητα Σύμφωνα με τις Απόψεις των C. G. Jung και M.- L. von Franz. Γαβριηλίδης, Αθήνα, 2006. (σσ. 280). (Σε συνεργασία).
On Number’s Nature. Nova Publishers, NY, 2009 (pp. 70).
Συστημική: Σκέψη και Εκπαίδευση – Συμβολή στο Ζήτημα της Εκπαίδευσης. Εκδόσεις Γαβριηλίδης, Αθήνα, 2011. (σσ. 310).
Αρχετυπικές Μορφογενέσεις. Γαβριηλίδης, Αθήνα, 2012.
Θέματα από τα Σύγχρονα Μαθηματικά 3: Για τη Φύση του Αριθμού. Εκδόσεις 3 4 5, Αθήνα, 2012. (σσ. 360).
Αρχέτυπο: Η Εξέλιξη μιας Σύλληψης στον Τομέα της Γνώσης. Εκδόσεις 3 4 5, Αθήνα, 2015. (σσ. 320).
Κυβερνητική: Αναζητώντας την Ολότητα. Εκδόσεις 3 4 5, Αθήνα, 2016. (σσ. 400).

Κρατικά Σχολικά Βιβλία
Οδηγίες για τη Διδασκαλία των Μαθηματικών στην Α΄ Τάξη Λυκείου. (Σε συνεργασία). ΟΕΔΒ, Αθήνα, 1997.
Μαθηματικά Θετικής Κατεύθυνσης για τη Β΄ Τάξη Λυκείου. (Σε συνεργασία). ΟΕΔΒ, Αθήνα, 1998 – 2015.
Λογική: Θεωρία και Πρακτική για τη Γ΄ Τάξη Λυκείου. (Σε συνεργασία). ΟΕΔΒ, Αθήνα, 1999-2015.
Οδηγίες για τη Διδασκαλία των Μαθηματικών στο Γυμνάσιο και το Λύκειο (Σε συνεργασία). ΟΕΔΒ, Αθήνα, 1998 – 2008.
Μιγαδικοί Αριθμοί. Κεφάλαιο στο: Μαθηματικά Θετικής Κατεύθυνσης για τη Γ΄ Τάξη Λυκείου (Σε συνεργασία). ΟΕΔΒ, Αθήνα, 1999-2015.



Δημοσίευσε επίσης πλήθος άρθρων σε εφημερίδες και περιοδικά για θέματα εκπαίδευσης, πολιτικής, λογοτεχνίας κτλ.

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.