You are currently viewing Θοδωρής Σαμαράς: ένα ποίημα

Θοδωρής Σαμαράς: ένα ποίημα

πρόσεχε ουρανέ και λαλήσω…

 

 

τώρα που λαλεί ξανά ο κότσυφας

καλά κρυμμένος μες στις φυλλωσιές

τώρα που κι οι λεύκες ζωηρεύουν πάλι

και φύλλα δίδουν εξ αρχής                                                                                                                     

μικρά μικρά νιογέννητα

σε όλο τους το ύψος                                                                                                       

αφ’ ύψους επιβλέπουσι νεκροί

διόβλητοι κι απόβλητοι πολέμου

φύλλα

 

γιατί τάχα κυβερνούνε γηραλαίοι

του σκότους οπαδοί

γιατί κι οι νιοί δεν αποδίδουν εν συνέσει τη ζωή

στους αδικημένους

ὅτι γενεὰ ἐξεστραμμένη ἐστίν *

των αλαζόνων ηγητόρων

 

τιμωρία τιμωρία τιμωρία

τί μωρία

                                            

πού η φρόνηση ενός Νικία

(και ποιά τα δικά του λάθη ωσαύτως)

 

τί γυρεύουμε στη Σικελία τέτοιαν εποχή                                                                                   

προψέ μη τους Μηλίους δεν εσφάξαμέν τους 

όλους

ότι αρνήθηκαν

δεν θέλησαν ουδέτεροι να μείνουν

στην κόψη του σπαθιού την τρομερή

ημών των Αθηναίων                                                                              

 

ξυμμαχούσι

σφαλέντες **

και αλλαχού σφαλέντες αν

υπενθυμίζει ο Θουκυδίδης διά στόματος Μηλίων

                                                             

τίς ο νέος ο κριμαϊκός ο πόλεμος εν σπαργάνω

στους σιτοβολώνες έως πέρα της αζοφικής

και των αγωγών της άλλης ενεργείας

πρώτης ύλης

του αργού του πετρελαίου και του φυσικού, καθώς το αποκαλούμε, αερίου 

 

καὶ ἐπελάθου Θεοῦ τοῦ τρέφοντός σε *

εν πνεύματι θεόπτης ο κριτής αισθάνεται και λέει

 

στου Δνείπερου τις κοιλάδες παγωμένων ποταμών

Κιέβου εν Σοφία πολέμω και χιόνι

      κατανίφει ***

κι οι νεκροί νεκροί νεκρώνουν  

σβήνουν από προσώπου

[γής]

 

Πρόσεχε οὐρανέ καί λαλήσω… *

ου φοβηθώ

 

                                                                            πρελούδιο

 

στην προσφυγιά αναδεικνύεται ιδού

το πρώτον και κύριον

της μάνας πρόσωπο της μάνας

με το παιδί η γυναίκα μόνη

αγκαλιά

μείζoν σύμβολο της ανθρώπινης ύπαρξης 

υπάρξεώς μας

της ανθρωπότητας εν γένει

της ζωής

και της συνέχειάς της πάνω στην έρημη γή

λυγμός

 

Πρόσεξε ουρανέ και λαλήσω,

εξακολουθεί και μονολογεί επαίτης

ο υμνωδός

περίοδος Μεγάλης Τεσσαρακοστής

μονολογεί και ψάλλει το

                                         ου φοβηθώ

 

Προσέβλεψα τοῦ φυτοῦ τὸ ὡραῖον
καὶ ἠπατήθην τὸν νοῦν
****

Ἠμαύρωσα τῆς ψυχῆς τὸ ὡραῖον ****

και

ιδού το

σχοίνισμα κληρονομίας αὐτοῦ *

 

Πρόσεχε ουρανέ και λαλήσω,

γη ενωτίζου

φωνής

μετανοούσης Θεώ ****

και κάθε μιας Μαχούλας

                                           

ότι και μιά ψυχή αν χαθεί τον έχασες τον πόλεμο

ψυχή μου

              

—–

* Δευτερονόμιον, λβ΄ (σκόρπιοι στίχοι), άσμα τε και προσευχή Μωϋσέως εν τω όρει τω Σινά θεόπτης
** ομόζυγες λεξούλες από τον Θουκυδίδη (Βιβλίον Ε΄ 98 & 90), εκφέρουν τες προ της σφαγής τους οι δυστυχείς Μήλιοι
*** πρβλ. Αριστοφάνης, Αχαρνείς 138 (πάντα τα σχόλια εν πολέμω γεγονότα)
**** στιχάκια εκ της Β΄ ωδής του Μεγάλου σαρακοστιανού Κανόνος Ανδρέου Κρήτης ποιητού

 

12 & 13 Μαρτίου 2022, επί πολέμω τω κριμαϊκώ

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.