You are currently viewing Χρυσάνθη Ιακώβου: “Η κρεμμυδαποθήκη” της Κατερίνας Λιάτζουρα (Εκδόσεις Βακχικόν, 2020)

Χρυσάνθη Ιακώβου: “Η κρεμμυδαποθήκη” της Κατερίνας Λιάτζουρα (Εκδόσεις Βακχικόν, 2020)

Στο νέο της βιβλίο “Η κρεμμυδαποθήκη” η Κατερίνα Λιάτζουρα μας παραδίδει μια ποιητική συλλογή βαθιά σε νοήματα, δυνατή σε εικόνες, θυελλώδη ως προς την γλώσσα και ασυνήθιστη στη μορφή.

 Το πρώτο ενδιαφέρον χαρακτηριστικό της συλλογής είναι ότι τα ποιήματα ισορροπούν ανάμεσα στην ποιητική και την πεζή μορφή. Ενώ με την πρώτη ματιά τα κείμενα μοιάζουν με μικρά διηγήματα, κρατούν εντούτοις όλα τα στοιχεία του ποιητικού λόγου.

 Σε δεύτερο επίπεδο, και καθώς βυθίζεται ο αναγνώστης στο βιβλίο, αυτό που δημιουργεί έντονη αίσθηση είναι οι εικόνες και η χειμαρρώδης γλώσσα. Με τρόπο σχεδόν συνειρμικό, η Κατερίνα Λιάτζουρα ανακατεύει συναισθήματα, προσωπικά βιώματα, τόπους, υπαρξιακούς προβληματισμούς και σκηνές βγαλμένες από την καθημερινότητα. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι πολλοί τίτλοι φέρουν ονόματα πόλεων και συγκεκριμένα μέρη, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι τα συναισθήματα που καταγράφονται δεν έχουν μια καθολική απήχηση.

 Οι εικόνες της “Κρεμμυδαποθήκης” είναι σκοτεινές, εσωστρεφείς, επώδυνες. Το ποιητικό υποκείμενο συλλαμβάνεται πάντα σε μια κρίσιμη στιγμή -αγωνίας, μετάνοιας, αμαρτίας, απολογισμού, συμφιλίωσης, πάλης- καθώς προσπαθεί να κρατήσει την ισορροπία του. Υπάρχει μια διαρκής κίνηση, καθώς η ποιήτρια συνεχώς μετατοπίζεται ή αναζητά κάτι -άλλοτε πραγματικά και άλλοτε νοερά- αλλά δε φαίνεται ποτέ να αναπαύεται ή να λυτρώνεται. Ίσως όμως αυτό να μην έχει και τόση σημασία: υπάρχει πάντα μια δυσκολία και μια ματαιότητα σε όλη αυτήν την αναζήτηση.

 Έχει ενδιαφέρον ότι το ποιητικό υποκείμενο είναι πάντα μόνο. Ακόμα και στα ποιήματα που γίνεται αναφορά σε άλλα πρόσωπα, αυτά θα είναι νεκρά ή θα εμφανίζονται με άλλη μορφή ή θα λάμπουν δια της απουσίας τους. Αυτή η απουσία δε σταματά να διατρέχει τη συλλογή ούτε στα ερωτικά ποιήματα.

 Παρόλο που η ποιήτρια επέλεξε να “πεζοποιήσει” τα ποιήματά της και να μην χρησιμοποιήσει στίχο, ο λόγος της δεν πέφτει στην παγίδα της φλυαρίας. Οι προτάσεις της είναι κοφτές, σε πολλές περιπτώσεις απουσιάζουν τα άρθρα, έχει αφαιρεθεί κάθε τι περιττό. Η γλώσσα της όμως παραμένει έντονη, θυελλώδης, σχεδόν ονειρική.

 Η Κατερίνα Λιάτζουρα καταθέτει στην “Κρεμμυδαποθήκη” της μια ποίηση βαθιά προσωπική, βιωματική και υπαρξιακή. Το ενδιαφέρον όμως είναι ότι την ίδια στιγμή τα ποιήματά της παραμένουν απίστευτα εξωστρεφή για όποιον θέλει να πλάσει τις εικόνες στο μυαλό του, να ταυτιστεί, να απαντήσει στα φιλοσοφικά ερωτήματα που τίθενται. Όπως και να έχει, η ανάγνωση του βιβλίου μοιάζει με μια εμπειρία που απαιτεί όλες τις αισθήσεις.

  

ΛΑΥΚΟΣ Ή ΤΑ ΚΟΡΑΚΙΑ

 

Μαύρα κοράκια πετάξανε χαμηλά. Σημάδι δυσοίωνο είπανε οι γειτόνισσες στην πεζούλα. Δυο τα κοράκια που κουβαλήσανε την κάσα στα φτερωτά τους κοστούμια. Νεκρική πομπή ανέβηκε τη σκάλα. Σπίτι αφιλόξενο και εχθρικό σε υποδέχτηκε στερνά. Κοίταζες προς την ανατολή, όπως αρμόζει. Καφές, κονιάκ, στραγάλι, σταφίδα και σοκολατένια ελιά. Ανεμάκι φθινοπωρινό έμπασε το παραθύρι. Οι τρίχες στο πηγούνι σου μου φανήκανε πως ανεμιστήκανε. Μαζί με τα λουλούδια που σε στολίζουνε. Ταράχτηκε και η γραμμή των χειλιών σου, μ’ όλα αυτά που άκουσες το βράδυ ετούτο. Τα έσφιξες πιότερο. Ένα αμυδρό χαμόγελο γινήκανε. Τα βλέφαρά σου μισόκλειστα αγνάντευαν τους προγόνους που ξεκρεμαστήκανε πρόσφατα από τα καρφιά τους. Τα σημάδια τους ακόμα ορατά στον τοίχο. Έξω βρέχει. Τα μάτια του Θανάση κλάψανε, μα της Φιλιώς καθόλου. Και ο Γιαννάκης και ο Δημητρός ήτανε εκεί. Συμπράξαν στην παρωδία. Όλη η γενιά σου. Το αίμα σου. Χαμένο κληροδότημα στις δικές του ερινύες. Εσύ, όμως, δεν έδωσες σημασία. Ετοιμάζεσαι νύφη να ντυθείς, και πάλι. Άσπιλη, αθώα, μεγαλόψυχη, να πας να συναντήσεις εκείνον. Το κρύο είναι τσουχτερό απόψε. Σε διαπερνά, όπως ο κάθε Λαύκος, όπως ο κάθε θάνατος. Η πλατεία σε αποχαιρέτησε στροβιλίζοντας τα πλατανόφυλλά της. Στρώμα υπόκωφων ήχων στο πέρασμά μου. Κάνει κρύο μέσα στην εκκλησία. Είμαστε παγωμένες Κατίνα. Η καμπάνα ηχεί πένθιμα. Ποια από τις δυο μας πεθαίνει; Το χώμα μυρίζει μούχλα. Καιρό είχε να αεριστεί. Να που ήρθε η ώρα. Για όλα έρχεται η γαμημένη ώρα. Τα κοράκια δεν βλέπουν την ώρα να αποδημήσουνε. Το Πήλιο φόρεσε τα γιορτινά του.

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.