Αργά μια αρκούδα έναν πίθηκο κι ένα σκυλί στο δρόμο
Κι ακολουθεί έν’ αμάξι που σέρνει ένα γαϊδούρι
Ενώ στης Ρηνανίας σκορπάει τους αμπελώνες
Από μακρινό πίφερο μια μουσική στρατώνα
Ο Μάης ο ωραίος Μάης στόλισε τα ερείπια
Με κισσό παρθένα αμπέλια και τριανταφυλλιές
Ο άνεμος του Ρήνου κουνάει στην ακτή τις λυγαριές
Τα φλύαρα καλάμια και των αμπελιών τα γυμνά άνθη
Ποίημα του Γκιγιώμ Απολλιναίρ (Ρώμη 1880 – Παρίσι 1918), γραμμένο γύρω στα 1903, περιελήφθη στην συλλογή Alcools, 1913. Ανήκει στον κύκλο των ποιημάτων της Ρηνανίας που έγραψε ο ποιητής. Το Mai γράφηκε με αφορμή τον μάταιο έρωτά του για την νεαρή Αγγλίδα AnniePlayden όταν και οι δύο ήταν είκοσι ετών. Ο Apollinaire, και από την μητέρα του αριστοκρατικής Πολωνικής-Λιθουανικής καταγωγής (οικογένεια Kostrowitzky) και από τον πατέρα του επίσης, από την περιοχή Graubünden της Ελβετίας, αναγκάσθηκε να εργασθεί ως δάσκαλος της κόρης μιας ευγενούς Γερμανίδας κυρίας, τον ίδιο καιρό που η Annie ήταν γκουβερνάντα του κοριτσιού. Ο έρωτας αυτός, στην αρχή αμοιβαίος, νεανικός και απλός, πλέχτηκε στην Γερμανία όπου οι δύο νέοι συνόδευσαν την κυρία και την κόρη της. Στη συνέχεια η Annie απώθησε τον Apollinaire παρά τα δύο του ταξίδια στην Αγγλία για να την κατακτήσει. Η Annieμετανάστευσε στην Αμερική, παντρεύτηκε Αμερικανό και δεν ξαναείδε ποτέ τον “Kostro”, όπως τον έλεγε. Ο Απολλιναίρ τραυματίστηκε από σράπνελ στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, συνήλθε, αλλά πέθανε από την Ισπανική γρίπη στα 1918, 38 ετών μόλις.
Στον Μάιο συνυπάρχει ο λυρικός ρομαντικός τρόπος, με ιμπρεσσιονιστικές πινελιές, μαζί με την κάπως γοτθική θανατώδη ματιά ενός ArnoldBöcklin, του συμβολιστή, προ-ραφαελιτικών τάσεων ζωγράφου. Ο Apollinaire έζησε στο Παρίσι στο επίκεντρο των στυλιστικών εξελίξεων στην λογοτεχνία και στην ποίηση και περιτριγυρισμένος από ζωγράφους, και τα περισσότερα ποιήματά του τα «βλέπει» κανείς, είναι κυρίως εικόνες. Έβλεπε τα πράγματα ζωγραφικά. Μπορεί να δει κανείς τον Μάιο, αθροίζοντας λεκτικά πεδία και τρόπους, συναισθήματα και εικόνες, ως μια συνολική εκφραστική φόρμα που πλησιάζει τον σουρρεαλιστή René Magritte. Ποίημα-πράγμα, περισσότερο. Αντικείμενα πιο πολύ από συναισθήματα, άφοβες επαναλήψεις, ξεροί κρότοι και από μέσα, καθώς το ποίημα όλο ανοίγει, αποκαλύπτεται ένα κράμα Φλαμανδικής-κυβιστικής τέχνης και πριμιτιβισμού. Ένα είδος DouanierRousseau σε λέξεις. Παιχνίδι και μελαγχολία, θάνατος και ζωή, φαντασιακός έρωτας (αν και ο Apollinaire ασχολήθηκε και με τον Σαντ) και χρόνος, ως ατέρμονο διάνυσμα, αλλά και χρωματιστές μικρές στιγμές. Μια παιδικότητα, ίσως. Ένας Απολλιναίρ που παίζει με τους στίχους του όπως ένας μικρός του 1910-1920 με τα στρατιωτάκια του.