«Η ιστορία της τέχνης, όπως και κάθε ιστορία άλλωστε,
δεν γράφεται, ψήνεται σιγά-σιγά»
Άντζι Καρατζά
Χιουμορίστρια, κριτική αλλά όχι επικριτική, αυθόρμητη, ευφυής, μια ώριμη γυναίκα με παιδική ψυχή. Η Άντζι Καρατζά, από μαθήτρια στο εργαστήρι του αντισυμβατικού και εκρηκτικού Νίκου Κεσσανλή στην ΑΣΚΤ (1986-1991) και στο εργαστήρι του διανοητικού Γιώργου Νικολαΐδη, έδινε εξαρχής ένα στίγμα που με τα χρόνια δυνάμωσε τόσο, ώστε σήμερα αν κάποιος την προσπεράσει, θα έχει προσπεράσει μια ολόκληρη εικαστική γλώσσα γεννημένη από τις ραφές, τα κουμπιά και τα ψαλίδια του καθημερινού ονείρου.
Το έργο της διατρέχει με θραυσματική ευφυΐα και χειροποίητη δεξιοτεχνία την οπτική κουλτούρα της καθημερινότητας, τα λαϊκά μοτίβα, την kitsch αισθητική και την ιστορική προσωπογραφία, διαρρηγνύοντας τα όρια ανάμεσα στο υψηλό και το ευτελές. Ένα πολυμορφικό σύμπαν από υφάσματα, πορτρέτα, κεντήματα, κουκλίστικες μορφές και γάτες-τοτέμ, που ανατρέπει τις συμβάσεις του καλλιτεχνικού κάδρου και της γυναικείας αναπαράστασης.
Με επιρροές από την εικονογραφία της Αναγέννησης, τη λαϊκή τέχνη, τη μόδα, αλλά και τα παιδικά παιχνίδια, βασίλισσες, κυρίες, λαϊκές μαντάμ και άγνωστες ηρωίδες ντυμένες με παρδαλά υφάσματα, φλοράλ χαρτιά και ραμμένες μνήμες, συγκροτούνται από στοιχεία της καθημερινότητας, ανακυκλωμένα αντικείμενα και πολτοποιημένα υλικά συναισθηματικής φόρτισης. Η μορφή δεν είναι ποτέ πλήρης: αποδομείται, επικαλύπτεται, κρύβεται πίσω από μάσκες, κορδέλες και μοτίβα.
Η γάτα, το εμμονικό τοτέμ της Καρατζά, αποκτά τελετουργική διάσταση, πότε ως σωματοποιημένο γλυπτό, πότε ως συνοδός των γυναικείων μορφών, και άλλοτε ως το «αφεντικό» της εικόνας. Είναι πλάσμα παιχνιδιάρικο, υπαρξιακό και υπερ-ταυτοτικό ή πολλαπλά συμβολικό: σύμβολο της περιθωριακής σοφίας, της ετερότητας και της αυτόνομης επιθυμίας, όπως ο υπερμεγέθης διπλός γάτος που στήσαμε στο Ολυμπιακό Πάρκο Νέας Ιωνίας Βόλου, το 2004.
Η πρακτική της είναι ριζωμένη στην υλικότητα και στη χειρωνακτική πράξη, χωρίς να περιορίζεται στην επιφάνεια. Μέσα από το γκροτέσκο, την ειρωνεία και τη συγκινητική λεπτομέρεια, η Καρατζά αρθρώνει ένα queer, φεμινιστικό και πολιτισμικά ανοιχτό σχόλιο για την ιστορία της τέχνης, την έμφυλη αναπαράσταση, το βλέμμα και την εξουσία του κάδρου. Οι πίνακές της μοιάζουν με μικρές θεατρικές σκηνές: κάθε μορφή είναι ένα μικρό θραύσμα μνήμης, ένα παιχνίδι με το βλέμμα και τη ανάμνηση.
Το έργο της εντάσσεται σ’ αυτό που οι σύγχρονοι θεωρητικοί περιγράφουν ως «μικρή αισθητική» (littérature mineure), μια τέχνη που δεν επιδιώκει την ισχύ της μεγάλης χειρονομίας, αλλά αναδεικνύει το προσωπικό, το καθημερινό, το ασήμαντο, με φεμινιστική και queer ματιά. Είναι μια τέχνη που γεννιέται ως μειοψηφική μέσα στην κυρίαρχη γλώσσα της τέχνης, «μικρή» και φαινομενικά περιθωριακή αλλά εξίσου πολιτικά επιδραστική. Μια συνειδητή απόσταση από την αυθεντία, όπως αναλύει η Johanna Drucker στο Sweet Dreams: Contemporary Art and Complicity (2005), προτείνοντας την ανάγκη για ανανέωση του ακαδημαϊκού λεξιλογίου της τέχνης, ώστε να ανταποκρίνεται στις σύγχρονες καλλιτεχνικές πρακτικές που επιλέγουν την οικειότητα, την ειρωνεία, το βίωμα αντί για τη βαριά κληρονομιά των ιστορικών πρωτοποριών.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο Jack Halberstam, στο The Queer Art of Failure (2011), προτείνει τη «χαμηλή θεωρία» (low theory) ως έναν εναλλακτικό τρόπο σκέψης και πράξης, που αποφεύγει τα κυρίαρχα μοντέλα επιτυχίας της κανονιστικής κοινωνίας, τολμά να αποτύχει, να πλανηθεί και να κινηθεί μέσα από παιδικές και περιθωριακές μορφές αφήγησης. Όπως στα κινούμενα σχέδια που αναλύει ο Halberstam, όπου το παιδικό, το μεταμορφωτικό και το αλλόκοτο συνυπάρχουν, έτσι και στο έργο της Καρατζά, η «αποτυχία» της «μεγάλης» τέχνης μετατρέπεται σε δημιουργική αποδόμηση.
Οι κούκλες της, οι βασίλισσες με παλιές κορνίζες και οι γάτες με ανθρώπινα βλέμματα είναι μικρές μορφές αντίστασης απέναντι στη σοβαροφάνεια και τις βαρύγδουπες ερμηνείες. Είναι παιγνιώδεις, συνεργατικές και απρόβλεπτες μορφές ζωής μέσα στον τακτοποιημένο κόσμο. Με άλλα λόγια, μια τέχνη punk που γεννιέται από το τίποτε, χωρίς εξιδανίκευση, μια τέχνη ετερόκλητη, υπαινικτική, αυτοσαρκαστική, πολιτικά εύγλωττη και ποιητικά συγκινητική. Πολύ κοντά στην ιδεολογία του riot grrrl (https://www.historylink.org/file/22505) της δεκαετίας του 1990 και της DIY κουλτούρας (https://www.goethe.de/ins/gr/el/kul/mag/20629575.html) που αφορά μορφές δημιουργίας χωρίς θεσμική υποστήριξη, μια τέχνη αυθεντική και άμεση.
Η Άντζι Καρατζά προτείνει ένα εναλλακτικό μουσείο χωρίς κανόνες και ιεραρχία, ένα μουσείο νοηματικής αναρχίας, λαϊκής φαντασίας και αισθητηριακής ευφορίας. Στην πρόσφατη έκθεση Γυναίκες Metadata_μια μετα-φυλετική προσέγγιση (Δημοτική Πινακοθήκη Αλίμου 2025) η μνημειακή γάτα ως υπαρξιακό alter ego στην είσοδο της έκθεσης και το περιβάλλον που δημιούργησε με τα έργα της λειτουργούσαν ως σχόλια πάνω στην ίδια την κουλτούρα της ερμηνείας. (https://www.periou.gr/giannis-kolokotronis-gynaikes-metadata-mia-meta-fyletiki-prosengisi/)
Τα ποιητικά, ονειρικά κείμενά της συνοδεύουν πάντα τις εικόνες σαν να εικονοποιούν τις σκέψεις της. Σκέψεις βιωματικές, γεμάτες σοφία και εμπειρία. Η Καρατζά υπαινίσσεται εξομολογητικά, δεν σατιρίζει, δεν καταγγέλλει. Σε έναν κόσμο «αφηγηματικό» και «σεναριακό», εκείνη φτιάχνει απλώς… παραμύθια με καπαρντίνες, παλιές κορνίζες και μερικές κατακόκκινες γαλότσες. Αυτή η τέχνη δεν κατατάσσεται· δεν οριοθετείται. Μπορεί να κρεμιέται από το ταβάνι ή να βγαίνει από την κορνίζα, να απλώνεται στο χώρο σαν κουβάρι και να ξανατυλίγεται. Μπορεί να φοράει κόκκινες γαλότσες, να σέρνει μια βασίλισσα-κούκλα ή να ψιθυρίζει μικρο-ιστορίες με τη φωνή μιας παιδικής ανάμνησης.
Αν και η διδασκαλία είναι η δεύτερη φύση της, με μακρά εμπειρία σε καλλιτεχνικές σχολές, σεμινάρια, μουσεία και πολιτιστικά προγράμματα (Σχολή Focus 1991-98, Σχολή Βακαλό 1996-2023, Μουσείο Ελληνικής παιδικής τέχνης, Μουσείο Κυκλαδικής τέχνης, ΣΤΟΣΧΟΛΕΙΟ κ.α.), η Άντζι Καρατζά ποτέ δεν υπήρξε «δασκάλα» αλλά παιδαγωγός με φιλοσοφική στάση απέναντι στη δημιουργία, που μεταφέρει μέχρι σήμερα στα παιδιά την τέχνη ως παιχνίδι και μνήμη.
Και τελικά, τι μας δείχνει η Άντζι; Ότι μπορείς να ανασυνθέσεις την ιστορία όχι με μεγάλες αφηγήσεις, αλλά με κουμπιά, σπάγκους και μια γάτα που κοιτάει λοξά. Ότι η τέχνη μπορεί να είναι σιωπηλό χιούμορ και πολιτισμική αγάπη ταυτόχρονα. Και ότι πίσω από κάθε κορνίζα μπορεί να κρύβεται μια παιδική ανάμνηση που ακόμη επιμένει να παίζει. Όποιος την προσπεράσει, χάνει μια ευκαιρία να ξαναγίνει παιδί με επίγνωση. Κλείνοντας το κείμενο της Άντζι, συνειδητοποίησα ότι γράφτηκε υπό τους ήχους των Sex Pistols.
Γιάννης Κολοκοτρώνης
Καθηγητής Ιστορίας και Θεωρίας της Τέχνης -Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών / ΔΠΘ













