You are currently viewing Ανθούλα Δανιήλ: Λουίζα Λαμπέ  Τα ερωτικά σονέτα. Εισαγωγή- Μετάφραση – Επίμετρο: Ξάνθος Μαϊντάς. Εκδόσεις Νίκας, 2024

Ανθούλα Δανιήλ: Λουίζα Λαμπέ  Τα ερωτικά σονέτα. Εισαγωγή- Μετάφραση – Επίμετρο: Ξάνθος Μαϊντάς. Εκδόσεις Νίκας, 2024

Η Λουίζα Λαμπέ είναι μία ποιήτρια του 16ου αιώνα, η οποία έγραψε ερωτικά σονέτα αλλά και φιλοσοφικά έργα. Η Λαμπέ κάνει τομή στην εποχή της με την ποίησή της γιατί τόλμησε να αποδεσμευτεί από τη θρησκευτική αλληγορία και την κατευθυνόμενη παιδεία που απέβλεπε μόνο σε ό,τι θεωρούνταν απαραίτητο για να γίνει μια κόρη καλή σύζυγος και μητέρα. Κατά συνέπεια, τόλμησε να υπερβεί τα εσκαμμένα και να μιλήσει για τα αισθήματά της και τους έρωτές της, κάτι βεβαίως το οποίο ξεσήκωσε σάλο γύρω από το όνομά της.  όρφωση Η μόρφωση επιτρεπόταν για τις γυναίκες στην εποχή της Αναγέννησης, αλλά ήταν μόρφωση κατευθυνόμενη για να αντιμετωπίσουν εκείνες την αδυναμία τους και να ετοιμάζονται για τον γάμο και τον ρόλο της καλής χριστιανής, όπως υποστήριζε και ο Vivès, συγγραφέας τού Ο θεσμός της γυναίκας ως χριστιανής. επιτρεπόταν για τις γυναίκες στην εποχή της Αναγέννησης, αλλά ήταν μόρφωση κατευθυνόμενη για να αντιμετωπίσουν εκείνες την αδυναμία τους και να ετοιμάζονται για τον γάμο και τον ρόλο της καλής χριστιανής, όπως υποστήριζε και ο Vivès, συγγραφέας τού Ο θεσμός της γυναίκας ως χριστιανής.

Ο Ξάνθος Μαϊντάς έχει κάνει σπουδές στη Φυσική και διδακτορικό στη Θεωρητική Φυσική των Στοιχειωδών Σωματιδίων, εργάστηκε στο Κέντρο Ερευνών Δημόκριτος, Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και στο CERN στη Γενεύη, φυσικά είναι ποιητής και από το 2006 Πρόεδρος του Ιδρύματος Τάκης Σινόπουλος. Με όλα τα προσόντα παρόντα ανέλαβε με μεγάλη αγάπη και ζήλο να μας επανασυστήσει τη σπουδαία ποιήτρια που την αποκάλεσαν  Λυωνέζα Σαπφώ και που έζησε στη γαλλική αναγέννηση, όταν ο Ραμπελαί, ο Μονταίν και ο Ρονσάρ «έβγαζαν τη γαλλική γλώσσα από τη χαοτική της Βαβυλωνία και στη Λυών μεσουρανούσε η “Πλειάδα” των γαλλικών γραμμάτων». Την παρακολουθεί στα πριν και στα μετά, για να δει τι παρέλαβε η ίδια από τους προγενέστερους και πώς το μεταβόλισε στους επιγόνους της. Για παράδειγμα ο μελετητής και μεταφραστής στέκει συστηματικά στο ποίημα «Carmen V» του Κάτουλου και το 18ο σονέτο της Γαλλίδας ποιήτριας, καταμετρώντας τα φιλιά που έδινε ο Κάτουλος και τα φιλιά που έδινε εκείνη, κάνοντας «τα φιλιά της και τον ερωτικό της σπαραγμό στίχο, των σονέτων της». Επίσης σχολιάζει τις δυσκολίες που αντιμετώπισε και εξηγεί σε ποια μέτρα και γιατί  μετέφερε τα σονέτα της Λαμπέ στα Ελληνικά. Στο βιβλίο παρατίθενται αντικριστά το πρωτότυπο κείμενο και η μετάφρασή του.

 

Ο Μαϊντάς, ποιητής και ο ίδιος, ξέρει καλά και ανακαλύπτει πίσω από τις λέξεις τα λεπτά ασιθήματα και τα βάσανα της ανθρώπινης ψυχής. Η μετάφρασή του είναι τρυφερή και γλυκιά, ικανή να μας παρασύρει ακόμα και σήμερα με το πάθος της. Επίσης, ανατρέχει στις παλαιότερες μεταφράσεις, όπως του Κούλη Αλέπη καθώς και της Ηρώς   Τσαρνά (η Τσαρνά ασχολήθηκε και πάλι με τη Λαμπέ στο περιοδικό Χάρτης 74, Φεβρουάριος 2025).

Ο Μαϊντάς αναφέρει όλους τους Έλληνες, οι οποίοι εξέφρασαν άποψη για την ποίηση της Λαμπέ. Συγκεκριμένα, ο  Παναγιώτης Κανελλόπουλος  διακρίνει στη Λαμπέ ειλικρίνεια, χωρίς ίχνος αδιαντροπιάς που «γεννάει την ανάμνηση ενός σεμνού ανάγλυφου». Ο Αιμίλιος Χουρμούζιος την χαρακτηρίζει ως μία από τις «καλύτερες ποιήτριες του κόσμου» και ο Νίκος Καζαντζάκης την συγκρίνει με την αρχαία Σαπφώ, αλλά κάνει σχόλιο και για την σκανδαλώδη ερωτική ζωή της.

Στο συστηματικά συνθεμένο Επίμετρο, ο Μαϊντάς  μας δίνει πολύτιμες πληροφορίες, για την εποχή και τη μοίρα της γυναίκας που θέλησε να εκφράσει χωρίς προκατάληψη τα προσωπικά της. Τοποθετεί τη Λαμπέ ανάμεσα στον Πετράρχη και το Σαίξπηρ. Η ίδια υποστηρίζει πως  «η πιο μεγάλη ευχαρίστηση μετά τον έρωτα, είναι να μιλάς για τον έρωτα».

Πώς ανέτειλε αυτός ο αστέρας μέσα σε μια ανδροκρατούμενη και ασφυκτικά αυστηρή κοινωνία; Ο Μαϊντάς μας λέει ότι η Λαμπέρ απέκτησε καλή παιδεία χάρη στον οξυδερκή και ευαίσθητο πατέρα της, ο οποίος ήταν σχοινοποιός στο επάγγελμα, κάτι πάρα πολύ σημαντικό για την οικονομία της εποχής, εφόσον το σχοινί ήταν η απαραίτητη πρώτη ύλη για το εμπόριο.  Έδωσε λοιπόν τα μέσα στη κόρη του να σπουδάσει Ιταλικά, να γνωρίσει την ιταλική αναγέννηση και να μάθει λαούτο, στο οποίο εξομολογούνταν τα ερωτικά της βάσανα. Η Λαμπέ  επιδόθηκε και στις πολεμικές τέχνες, πολέμησε στο Περπινιάν, όπου ανδραγάθησε και εκεί γνώρισε και τον πρώτο έρωτα της ζωής στης, στα δεκαέξι της χρόνια. Στα 33 της γνώρισε το Ολιβιέ, ο οποίος την εγκατέλειψε μετά από λίγους μήνες, αλλά εκείνη μετέγραψε την οδυνηρή εμπειρία σε ποιήματα και ένα δοκίμιο για τη χειραφέτηση της γυναίκας. Το βιβλίο γνώρισε δύο επανεκδόσεις. Η Λαμπέ είχε πρόσωπο αγγελικό αλλά οι ερωτικές της εξομολογήσεις σκανδάλιζαν το κοινό.  Η Λουίζα βρισκόταν μακριά από τη ζοφερή νοοτροπία του Καλβίνου, ήταν μια ερωτευμένη καρδιά και η ποίησή της συγκίνησε ιδιαιτέρως τον Ράινερ Μαρία Ρίλκε. Ο Αντρέ Ζιντ στάθηκε στην απέναντι όχθη, τον Ρίλκε όμως τον συγκίνησαν όλες εκείνες οι γυναίκες που αγάπησαν, προδόθηκαν, απατήθηκαν και πόνεσαν. Κι αυτές μίλησαν και έγραψαν, αλλά άλλες έκαψαν τα γραπτά τους, άλλες όμως  μετέτρεψαν το ερωτικό πάθος σε υπέρβαση των βασάνων τους. Άλλοι την αποκάλεσαν «η Ωραία Σχοινού»  κι άλλοι «η πόρνη σχοινού».  Η Ωραία Σχοινού πάντως τέντωσε τον στίχο της μέχρι εκεί που μπορεί να είναι και όριο θραύσης. Παράδειγμα:

 

 Έτσι έβαλες λοιπόν μπροστά την πονηριά σου σκλάβα

κανονική να γίνω στη σκιά σου.

Φίλε, συγχώρεσέ με τούτη τη στιγμή.

Είναι το πείσμα και η οργή που με φουντώνουν,

μα όπου κι αν βρίσκεσαι όλα με βεβαιώνουν,

ότι κι εσύ, καθώς εγώ, πονάς μαζί.  

 

Ο Μαϊντάς θα παραβάλει τεχνικά αυτό το ποίημα με το αντίστοιχο της Σαπφούς η οποία λέει, σε μετάφραση Τασούλας Καραγεωργίου:

 

ποια να ’ναι αυτή η χωριάτισσα

που παίρνει τα μυαλά σου;

που ντύνεται χωριάτικα,

και ούτε το ρούχο ξέρει

πάνω απ’ τον αστράγαλό της να σηκώνει;

 

Ο Μαϊντάς μιλάει για τη διεκδίκηση της προδομένης γυναίκας και την αναμέτρηση  με τον άπιστο εραστή. Μιλάει για τις συναισθηματικές παλινδρομήσεις: «Γελώ και κλαίω/ κλαίω και γελώ μαζί/ … ό,τι ωραίο, χάνεται, μα πάντα ζει,/ και διαρκώς εκεί που ανθίζω μαραζώνω». Ο Κάτουλος γράφει «Odio et amo/ αγαπώ και μισώ». Ο Σαίξπηρ έχει επίσης το δικό του ποιητικό ανάλογο: «Τα μάτια μου δεν σ’ αγαπούν, τ’ ορκίζομαι κυρά μου/ …/ Αλλ’ ό,τι αυτά περιφρονούν , το αγαπά η καρδιά μου».

Η μελέτη είναι διεξοδική. Για την ανάγκη της περίστασης επιλέγω μόνο ό,τι συμπληρώνει το ποιητικό πορτρέτο της Λαμπέ: «Σε μάχη θανάσιμη είν’ η ματιά με την καρδιά μου» και ο Μαϊντάς κάνει λόγο για το ξεχασμένο επίθετο «piteus» /«πονετικό», παρήγορο βλέμμα των άστρων, βλέμμα του οίκτου.

 

Στον υπομνηματισμό  του ο Μαϊντάς θα μας δώσει τα ονόματα των Κωστή Παπαγιώργη, Άρη Δικταίου,  Τασούλας Κραγεωργίου, Λιάνας Σακελλίου, οι οποίες μιλούν για τις γυναίκες ποιήτριες μέσα στον χρόνο.

Η Λαμπέ πέθανε στα 44 χρόνια της, το 1566. Φαίνεται όμως πως είχε παραιτηθεί από νωρίτερα ή έγραφε αλλά δεν φρόντιζε να διασώσει τα γραπτά της.

Σημαντικό δοκίμιο για την εποχή του είναι το έργο του Ιούδα Αμπραβανέλ «Διάλογοι της αγάπης» που φαίνεται πως είχε διαβάσει και ο Θερβάντες. Σ’ αυτό το έργο, ο συγγραφέας μελετά τον έρωτα από όλες τις πλευρές του και τις απόψεις του για την Αντιδικία της Τρέλας και του Έρωτα,  κάτι που βρίσκουμε και στο έργο της Λαμπέ, η οποία πρέπει να το είχε διαβάσει ή στα ιταλικά ή στη σύγχρονή της μετάφραση στα γαλλικά. Το έργο ήταν περιζήτητο εκείνα τα χρόνια. Βεβαίως, η μελέτη του Μαϊντά εκτείνεται και συμπεριλαμβάνει τον Πετράρχη, τον Δάντη, τον Μιχαήλ Άγγελο, τον Κορνάρο και τον Ερωτόκριτο, τον  Σαίξπηρ πάλι «Κι ύστερα ας κάνει ο θάνατος, ο φονιάς της αγάπης, ό,τι θέλει», ο έρωτας που με απλοχεριά δίνει σταγόνες αθανασίας…

Η μελέτη όπως προείπα είναι διεξοδική. Δεν χωράει σε ένα κριτικό δοκίμιο. Είναι σπουδαία και συμπεριληπτική, ευρωπαϊκή και ελληνική συγχρόνως, μεστή και διευκρινιστική, ενημερωτική και πλούσια.  Απευθύνεται στα αισθήματα και στον διψασμένο νου του ανθρώπου.

 

Το βιβλίο ολοκληρώνεται με σημαντικές σημειώσεις για πρόσωπα που αναφέρονται στα ποιήματα… Η σημείωση 6 θέτει εν αμφιβόλω την ύπαρξη της Λαμπέ. Υπήρξε πράγματι ή είναι δημιούργημα κάποιων λογοτεχνών. Παραθέτει μάλιστα κι άλλα παραδείγματα πλαστής ποιήτριας όπως είναι η γνωστή Μαριάννα Αλκοφοράντο, γνωστή ως Πορτογαλίδα Μοναχή, η οποία  έγραψε ερωτικές επιστολές που θεωρήθηκαν υποδειγματικές στο είδος τους.

Κάποιοι παρομοίασαν τη Λαμπέ με την Λαΐδα, τη Σεμίραμη, τη Μέδουσα και τη Σαπφώ που ήδη αναφέραμε….

Θα κλείσω αυτό το σημείωμα με το σονέτο 18 όπου η Λαμπέ μιλάει για τα φιλιά:

 

Φίλα με, φίλα με ξανά, δωσ’ μου φιλιά,

κέρνα με μ’ ένα από τα πιο ερωτικά σου,

κέρνα με μ’ ένα από τα πιο μεθυστικά σου∙

θα πάρεις τέσσερα ακόμα πιο θερμά.

 

 

Παραπονιέσαι; Τότε σβήνω ό,τι κακό

δίνοντας άλλα δέκα ακόμη πιο γλυκά.

Έτσι ξετρελαμένοι αλλάζοντας φιλιά

Θ’ απολαμβάνουμε το κάθε μας λεπτό.

 

Θε’ να μας δώσει η ώρα αυτή διπλή ζωή,

 καθένας μας και μες στο ταίρι του θα ζει.

Ω, άφησέ με τέτοια τρέλα να σκεφτώ∙

 

Πάντα πονώ, ζωή ζητώντας μετρημένη,

ποτέ,  αγάπη, να μη νοιώθω ευτυχισμένη,

εκτός κι αν απ’ τον εαυτό μου έξω βγω.

 Εξαιρετικά και τα πορτρέτα της ποιήτριας στο εξώφυλλο σε σχεδιασμό του Θανάση Γαλανάκη και η γκραβούρα στη σελ. 15

 

 

Ανθούλα Δανιήλ

 

 

 

Αφήστε μια απάντηση

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.