Ι. Εγώ & Εγώ
- Φεύγεις;
- Πάντα φεύγω.
- Και πάντα επιστρέφεις.
- Εννοείται. Δε γλιτώνεις από μένα.
- Βρίσκω τρόπους να σε αντιμετωπίζω.
- Με την ποίηση;
- Με την ποίηση.
- Αν υποθέσουμε ότι η ζωή είναι η έρημος, η ποίηση είναι η όαση. Αλλά οι οάσεις δεν κρατούνε πολύ. Είναι ολιγόζωες. Η ποίηση μπορεί να σου δώσει καταφύγιο, αλλά δεν μπορεί να σε κάνει χαρούμενο.
- Γιατί μου τα λες αυτά;
- Για να μην έχεις αυταπάτες.
- Στις λέξεις βρίσκω κι εσένα κι εμένα. Ονοματίζω την αθέατη όψη σου.
- Και τι μ’ αυτό;
- Σε κάνω πιο υποφερτό.
- Και η χαρά;
- Η χαρά παίζει κρυφτό με τις λέξεις. Όταν έρχεσαι, κρύβεται. Κουβαλάς μαζί σου όσα τη φοβίζουν. Κι ύστερα, που φεύγεις, με λέξεις προσπαθώ να την κάνω να εμφανιστεί.
- Τα καταφέρνεις τουλάχιστον;
- Για λίγο μόνο.
- Είδες; Οι οάσεις δεν κρατούνε πολύ. Όσο κι αν προσπαθείς, δεν ξεφεύγεις από μένα.
- Δεν αντιλέγω. Μα προσπαθώ να σε μάθω καλύτερα. Να σε πλησιάσω.
- Το πρόβλημά σου είναι απλό. Με γνωρίζεις πολύ καλά, αλλά δεν το παραδέχεσαι. Γι’ αυτό γράφεις ποίηση.
- Δηλαδή;
- Είναι ο τρόπος σου να επικοινωνείς μαζί μου. Στην πραγματικότητα ξέρεις καλά τι πρόκειται να σου πω, αλλά θέλεις να αυτοτιμωρείσαι.
- Ίσως η συντριβή οδηγεί στην κάθαρση.
- Αυτά που γράφεις στα ποιήματα μην τα λες σ’ εμένα.
- Διαφωνείς;
- Εκ προοιμίου. Αυτός είναι ο ρόλος μου άλλωστε. Η ποίηση είναι παραδοχή. Της ήττας, της αδυναμίας, της λύπης.
- Και πού είναι το κακό;
- Ω, μην κάνεις πως δεν καταλαβαίνεις. Η ποίηση δε θα σε βοηθήσει σε τίποτα, πλην όμως θα σου αποδείξει περίτρανα ότι εγώ κι εγώ γράφουμε μονάχα, για να παραδεχτούμε όσα δε θέλουμε να αποδεχτούμε.
ΙΙ. Ο Χρόνος & Εγώ
- Χρόνε, Χρόνε είσαι εδώ;
- Πάντα είμαι εδώ.
- Ορίζουμε όλη την ύπαρξή μας γύρω από εσένα.
- Κάνω απλώς τη δουλειά μου. Είμαι καταδικασμένος σε αιώνια κίνηση.
- Κι εμείς υποταγμένοι σ’ εσένα. Κάποτε είχα γράψει “Είμαστε δεσμώτες του χρόνου…”, αλλά αν το καλοσκεφτείς, επειδή ακριβώς υπάρχεις εσύ, εμείς προσπαθούμε να χωρέσουμε όσα περισσότερα στην πεπερασμένη πορεία μας.
- Οι πιο πολλοί ούτε προλαβαίνουν να συνειδητοποιήσουν το πέρασμά μου. Και διαμαρτύρονται ότι δεν τους έφτασα και ότι δεν έκαναν όσα ήθελαν.
- Από την προσπάθειά τους να σε αξιοποιήσουν καλύτερα…
- Ω, όχι! Με θεωρούν λίγο. Ενώ είναι στο χέρι τους να με μεγαλώσουν. Συχνά λένε “τι μικρή που ’ναι η ζωή”, μα δεν είναι αλήθεια. Η ζωή κι εγώ είμαστε ένα. Αλλά εγώ υπερβαίνω τη ζωή. Εξακολουθώ να υπάρχω όταν η δική της κλωστή τελειώνει. Αυτό δεν αλλάζει. Η σκέψη μονάχα μπορεί να αλλάξει τα μεγέθη. Η σκέψη επιλέγει τι θα χωρέσει και τι θα μείνει έξω από μια ζωή.
- Πάντως, η ποίηση μιλά συχνά για σένα. Άλλοτε σε υμνεί, άλλοτε σε αποδοκιμάζει.
- Αυτή είναι η μοίρα μου! Κι εσύ όμως το ίδιο δεν κάνεις στα ποιήματά σου; Δεν ισχυρίζεσαι ότι σε περιορίζω;
- Μα αυτό δεν κάνεις; Τρέχουμε να σε προλάβουμε.
- Ακριβώς, αγαπητέ μου! Αυτό είναι το λάθος σας. Δε θα με προλάβετε ποτέ. Είμαι αυτός που είμαι. Από κει και πέρα οι επιλογές σας θα με μεγεθύνουν ή θα με μικρύνουν στα μάτια σας.
- Και οι ποιητές;
- Οι ποιητές… αχ, αυτοί οι ποιητές… Προσπαθούν να φιλοτεχνήσουν το πορτρέτο μου. Δε θα έλεγα ότι τα καταφέρνουν και πολύ καλά.
- Έχεις παράπονο;
- Δε μ’ αρέσει να περιαυτολογώ, αλλά οι ποιητές αναφέρονται σε μένα, επειδή ακριβώς γνωρίζουν την περατότητά τους. Γνωρίζουν ότι τους υπερβαίνω. Αντί να κοιτάξουν τα κάνουν την ποίησή τους φίλη μου…
- Πώς;
- Φίλος δεν είναι αυτός που θέλει να σε υπερκεράσει, αλλά αυτός που ισότιμα θέλει να πορευθεί πλάι σου. Ότι η δική μου κλωστή είναι μακρύτερη απ’ τη δική τους δεν αλλάζει. Αν όμως με κάνουν φίλο τους, η ποίησή τους θα χωρέσει αρμονικά κι εκείνους κι εμένα. Θα αντέξει.
