Περιηγούμενος στην αιχμή της υπόσχεσης της Τεχνητής Νοημοσύνης για το μέλλον των εργαζομένων, μπήκα σε λίστα αναμονής για μία πολύ προηγμένη cloud υπηρεσία.
https://warmwind.space/
Και μου δημιουργήθηκαν οι παρακάτω σκέψεις.
Ζεστός Αέρας, Ψυχρή Εξαφάνιση
Η αισθητική της εξάλειψης δεν κραυγάζει. Δεν έχει σφυριά, δεν έχει σπασμένα τζάμια, ούτε γραπτές απειλές. Είναι καθαρή, φωτεινή, με στρογγυλεμένες γωνίες και καλοζυγισμένο τυπογραφικό βάρος. Έχει το βλέμμα των ανθρώπων που ποζάρουν στον φακό με το ήρεμο χαμόγελο εκείνων που έχουν μόλις ολοκληρώσει έναν όμορφο αλγόριθμο. Το όνομα της εταιρείας είναι warmwind. Το μήνυμα του ιστότοπου: ο πρώτος cloud υπάλληλος. Η υπόσχεση απλή, φιλική και αθώα – όχι μόνο θα οργανώνει τις εφαρμογές σας αλλά και θα τις χρησιμοποιεί για λογαριασμό σας. Χωρίς να χρειάζεται να ξέρετε κώδικα. Χωρίς να χρειάζεται να προσλάβετε ανθρώπους. Χωρίς να περιπλέκεστε.
Και ενώ ξεδιπλώνεται αυτή η αισθητική αφοπλιστικότητα, το νόημα προχωρά αργά αλλά σταθερά προς τη ριζική μετατόπιση: η εργασία δεν χρειάζεται να συντελείται από ανθρώπους πλέον. Δεν είναι μόνο ότι αυτοματοποιούνται οι λειτουργίες. Είναι ότι αυτοματοποιείται η ίδια η παρουσία. Ο άνθρωπος που άλλοτε κάθονταν πίσω από το πληκτρολόγιο τώρα γίνεται αναίμακτο υπόλειμμα, ένα γραμματικό φάντασμα στη δομή της σελίδας, μια απουσία τόσο αποτελεσματική που δεν χρειάζεται να ονομαστεί.
Η περιήγηση στην ιστοσελίδα warmwind είναι μια διαδρομή μέσα στο μετασχηματισμένο τοπίο της εργασίας. Δεν υπάρχουν εργοστάσια πια, ούτε μηχανές που ξεφυσούν ατμό, ούτε φυσικά σύνορα παραγωγής. Οι υποδομές είναι τα APIs, τα credentials, τα permissions, τα usage tiers. Όπου παλαιότερα υπήρχε εργοδηγός, τώρα υπάρχει orchestrator. Όπου υπήρχε εργάτης, υπάρχει agent. Ολόκληρη η δομή της τεχνολογίας έχει κινηθεί ώστε να εξαλείψει όχι απλώς το ανθρώπινο λάθος αλλά και την ανθρώπινη ανάγκη. Το scaling, το automation, τα workflows – αυτές είναι οι λέξεις που εμφανίζονται τώρα εκεί όπου κάποτε μιλούσαμε για ωράριο, συνθήκες, δεξιότητες, εξάντληση.
Το πιο εύγλωττο τμήμα του ιστότοπου δεν είναι όμως το περιγραφικό κείμενο. Είναι η φωτογραφία της ομάδας. Έξι νεαροί άνδρες, πρόσωπα καθησυχαστικά, γνώριμα, φιλικά, χωρίς επιτήδευση. Η εικόνα μοιάζει να προέρχεται από κάποια startup στις αρχές της δεκαετίας του 2010, εκεί όπου ακόμα υπήρχε η αισιοδοξία πως η τεχνολογία θα είναι ελευθερία, γνώση, αλληλοσυνεργασία. Όμως σήμερα, η ίδια εικόνα διαβάζεται αλλιώς. Αυτοί οι νέοι άντρες δεν χτίζουν απλώς ένα εργαλείο. Χτίζουν το πλαίσιο μέσα στο οποίο δεν θα χρειάζονται άλλοι σαν κι αυτούς. Αν η υπόσχεση του warmwind είναι ειλικρινής, τότε εκείνοι έχουν δημιουργήσει τον μηχανισμό που θα εκκαθαρίσει την επαγγελματική τους συνομοταξία.
Αυτό δεν είναι ειρωνεία. Είναι εσωτερικευμένο πείραμα ιστορικής αποσύνδεσης. Εκείνοι, πιθανώς χωρίς κακή πρόθεση, δούλεψαν για να φτιάξουν ένα περιβάλλον όπου η εργασία δεν θα χρειάζεται εργαζόμενο. Όχι επειδή κάποιος τους πίεσε. Όχι επειδή ο καπιταλισμός τους εξανάγκασε. Αλλά επειδή το επόμενο βήμα του ψηφιακού χώρου δεν έχει θέση για τον άνθρωπο ως διαχειριστή. Το scaling απαιτεί αφαίρεση. Το automation απαιτεί εξαΰλωση. Το workflow δεν μπορεί να περιλαμβάνει καθυστέρηση, σφάλμα, κόπωση. Δηλαδή, δεν μπορεί να περιλαμβάνει ανθρώπους.
Αυτή η απουσία δεν είναι κρυφή. Είναι μορφολογικά επιδεικτική. Η σελίδα με τις δυνατότητες του warmwind κάνει ακριβώς τη σύγκριση με τα υπάρχοντα AI μοντέλα — δείχνοντας πως εκείνα λειτουργούν μόνο μέσω κονσόλας ή απαιτούν γνώσεις προγραμματισμού, ενώ η warmwind χρησιμοποιεί «ποντίκι και πληκτρολόγιο, σαν άνθρωπος». Εδώ όμως η φράση αυτή δεν είναι μια λογοτεχνική παρομοίωση. Είναι η τελική ειρωνεία: το μηχάνημα μιμείται τον άνθρωπο όχι για να τον ενισχύσει αλλά για να τον υποδυθεί και τελικά να τον καταργήσει.
Ο υπάλληλος του cloud δεν είναι πια συνδεδεμένος με το διαδίκτυο. Είναι το ίδιο το δίκτυο που έχει ενσαρκώσει μια λειτουργία υπαλληλική. Η εργασία δεν απαιτεί ανθρώπινη επιτελεστικότητα, ούτε εσωτερικότητα, ούτε πρόθεση. Αρκεί η σωστή διαδρομή, ο σωστός χειρισμός του περιβάλλοντος. Κι έτσι, το ίδιο το GUI —αυτό το κατά τ’ άλλα φιλικό, ουδέτερο σύστημα πλοήγησης— μετατρέπεται σε κρύπτη για τις μορφές της εξουσίας που πλέον δεν χρειάζεται να αναγνωρίζονται ως τέτοιες.
Η αντικατάσταση δεν είναι απειλητική. Είναι ήπια, σχεδόν αφανής, όπως το όνομά της: ζεστό αεράκι. Δεν καίει, δεν σαρώνει, δεν συνθλίβει. Απλώς περνά και σε μετατοπίζει με τρόπο που δεν καταλαβαίνεις πότε έπαψες να είσαι μέρος του κόσμου στον οποίο ανήκες. Αυτός ο αέρας δεν φυσά από την κορυφή του καπιταλισμού. Φυσά από τα ενδιάμεσα σημεία, από εκεί που συναντιούνται η ευχέρεια του interface, η υπερ-αφηρημένη γλώσσα του cloud computing και η επιθυμία για αποτελεσματικότητα.
Η διαγραφή των ρόλων, των θέσεων, των προσώπων, δεν παρουσιάζεται ως πολιτική πράξη, αλλά ως βελτιστοποίηση. Και εκεί ακριβώς βρίσκεται η ασυμμετρία της πρόσληψης. Ελάχιστοι διακρίνουν ότι αυτή η μετάβαση δεν είναι «πρόοδος» αλλά εκτοπισμός. Δεν είναι τεχνική βοήθεια αλλά απομάκρυνση της ίδιας της ανάγκης για ανθρώπινη συμμετοχή. Κι όμως, η πλειοψηφία συνεχίζει να βλέπει μόνο την κομψότητα, την εξυπηρέτηση, τη λειτουργικότητα. Ίσως επειδή η συνείδηση της εργασίας έχει ήδη εξαντληθεί σε ταυτοτικές μάχες, μικροπολιτικούς ενθουσιασμούς και αισθητικοποιημένες ιδεολογίες.
Μέσα σε αυτό το τοπίο, το παλιό εργατικό υποκείμενο δεν μπορεί πια να αναγνωρίσει τον εαυτό του. Όχι μόνο γιατί ο ρόλος του έχει εξαφανιστεί, αλλά επειδή οι κατηγορίες μέσα από τις οποίες αυτοπροσδιοριζόταν έχουν απορρυθμιστεί. Ο εργαζόμενος δεν είναι χρήσιμος, ο χρήστης δεν είναι πολιτικός, ο ρόλος δεν είναι διαπραγματεύσιμος. Το σύστημα έχει ήδη απορροφήσει κάθε αντίδραση ως παράμετρο.
Αυτό που απομένει δεν είναι μια μάχη ανάμεσα στον εργάτη και το κεφάλαιο, αλλά ένα κενό. Οι παραδοσιακοί μηχανισμοί κοινωνικής ένταξης — τα συνδικάτα, οι συλλογικότητες, οι θεσμικές οντότητες της εργασίας — δεν έχουν πρόσβαση στο νέο περιβάλλον. Δεν μπορούν να διαβάσουν τους όρους, δεν αναγνωρίζουν τα εργαλεία, δεν αντιλαμβάνονται το συμβολικό φορτίο των εννοιών. Αν στο εργοστάσιο μπορούσε κανείς να φωνάξει και να ακουστεί, στο cloud δεν υπάρχει ακουστικό πεδίο για τις κραυγές. Εκεί η σιωπή είναι λειτουργική μονάδα. Η αορατότητα δεν είναι πρόβλημα. Είναι προϋπόθεση.
Ποιον θα καταγγείλουν τα συνδικάτα όταν το εργατικό δυναμικό έχει μετατραπεί σε πακέτα υπηρεσιών, σε κώδικα, σε remote triggers; Με ποιον θα διαπραγματευτούν; Πώς θα πείσουν τις επόμενες γενιές ότι πρέπει να αγωνιστούν για έναν ρόλο που το ίδιο το περιβάλλον δεν θεωρεί πια αναγκαίο; Και τι μορφή θα έχει αυτός ο αγώνας όταν το πεδίο δεν είναι υλικό, ούτε καν κοινωνικό, αλλά αφηρημένο, δικτυωμένο, σχεδιασμένο ώστε να επιβιώνει μέσα από τη δική του απουσία;
Το πραγματικό ερώτημα δεν είναι αν θα υπάρξει αντίσταση. Το πραγματικό ερώτημα είναι αν θα υπάρξει έγκαιρη κατανόηση του πού βρίσκεται το πρόβλημα. Γιατί όσο παραμένει αισθητικοποιημένο, όσο παρουσιάζεται μέσα από τον καμβά της χρηστικότητας και του οράματος, θα περνά απαρατήρητο. Όχι επειδή είναι αόρατο, αλλά επειδή δεν έχουμε ακόμη αναπτύξει τα μορφολογικά εργαλεία να το διαβάσουμε.
Το ζεστό αεράκι που έρχεται δεν είναι προειδοποίηση. Είναι ήδη εδώ. Δεν χρειάζεται να φυσήξει με δύναμη για να σαρώσει. Αρκεί να συνεχίσει να κινείται μέσα από τις επιφάνειες των επιλογών μας, μέσα από τα παραθυρικά περιβάλλοντα, τα προσαρμόσιμα interfaces, τις απλουστευμένες αλληλεπιδράσεις. Και στο τέλος, όταν θα αναρωτιόμαστε πού πήγε η εργασία, ο ρόλος, η θέση, η ανάγκη, ίσως να μην έχουμε πια τη γλώσσα να διατυπώσουμε την ερώτηση.
Τότε, δεν θα έχει απομείνει τίποτα να θυμίζει ότι κάποτε η εργασία ήταν υπόθεση ανθρώπων. Μόνο η αισθητική της εξαφάνισής τους.

