Η σκέψη είναι τρόπος ύπαρξης, εσωτερική στάση, τρόπος του βλέπειν, του αισθάνεσθαι, του πράττειν. Ο Πλάτων την περιέγραψε ως «διάλογο της ψυχής με τον εαυτό της» (Θεαίτητος 189a), ο René Descartes την ανέδειξε σε θεμέλιο της ύπαρξης όταν είπε το περίφημο: Cogito ergo sum, δηλαδή, Σκέφτομαι, άρα υπάρχω (Λόγος περί της Μεθόδου, 1637). Ο Χάιντεγκερ τη συνέδεσε με τη φροντίδα για το Είναι υποστηρίζοντας ότι δεν πρόκειται για μεταφυσική αλλά για την ίδια την ουσία του ανθρώπου που έχει τη δυνατότητα να στοχάζεται το Είναι, να το αποκαλύπτει, να συνυπάρχει μαζί του. Εκεί η τέχνη και η φιλοσοφία συναντιόνται σαν πράξεις αποδοχής του ακατανόητου, όχι για να το κυριαρχήσουμε, αλλά για να υπάρξουμε εντός του.
Η σκέψη, ακόμη και σιωπηλή, είναι πάντα παρουσία: μια εντατική μορφή προσοχής στον Εαυτό μας, στον Άλλον, στον Κόσμο. Είναι ταυτόχρονα εργαλείο, εμπειρία και μυστήριο. Άλλοτε εσωτερικός λόγος, άλλοτε υποσυνείδητο ρεύμα, άλλοτε κοινωνική πράξη. Δεν είναι μονάχα αυτό που κάνουμε, αλλά αυτό που είμαστε όταν ακούμε τον εαυτό μας να νοηματοδοτεί τον κόσμο.
Στην τέχνη, η σκέψη είναι σχήμα, υλικό, ρυθμός, χρόνος. Ο Paul Klee έλεγε πως, η τέχνη κάνει το αόρατο ορατό (Klee, 1989). Οι καλλιτέχνες του 20ού αιώνα σκεπτόντουσαν μέσα από την πράξη. Ο Piet Mondrian οργάνωσε τη σκέψη σε κάθετους και οριζόντιους άξονες, σε ισορροπία και πειθαρχία. Ο René Magritte, στην «Προδοσία των Εικόνων» (1929), δηλώνει: «Αυτό δεν είναι μια πίπα», αμφισβητώντας τη σχέση λέξης και πράγματος. (Foucault, 1973).
Ίσως αυτό εννοούσε και ο Σωκράτης όταν έλεγε στον Θεαίτητο: «Μέσα λοιπόν στα παθήματα των αισθήσεων δεν υπάρχει γνώση, ενώ μέσα στους διαλογισμούς γι’ αυτά υπάρχει» (Θεαίτητος 186c «Ἐν μὲν ἄρα τοῖς παθήμασιν οὐκ ἔνι ἐπιστήμη, ἐν δὲ τῷ περὶ ἐκείνων συλλογισμῷ· οὐσίας γὰρ καὶ ἀληθείας ἐνταῦθα μέν, ὡς ἔοικε, δυνατὸν ἅψασθαι, ἐκεῖ δὲ ἀδύνατον.) (https://www.greek-language.gr/greekLang/ancient_greek/tools/corpora/anthology/content.html?m=1&t=507). Οι αισθήσεις μας αποκαλύπτουν την εμφάνιση των πραγμάτων. Η σκέψη, όμως, είναι εκείνη που επιχειρεί να συλλάβει την ουσία, να συνδέσει και να νοηματοδοτήσει. Στην τέχνη, αυτό σημαίνει πως η εικόνα δεν επαρκεί. Το έργο δεν νοείται μονάχα ως αισθητό αντικείμενο, αλλά ως αποτέλεσμα νοητικού διαλόγου του καλλιτέχνη με τον εαυτό και με τον κόσμο. Η τέχνη, λοιπόν, δεν περιορίζεται στο «βλέπω», αλλά εκτείνεται στο «καταλαβαίνω», «αμφιβάλλω», «αναρωτιέμαι». Δηλαδή, η τέχνη δεν απεικονίζει απλώς, αλλά μετασχηματίζει την όραση σε σκέψη.
Ο Joseph Kosuth, στο «One and Three Chairs» (1965), έδειξε ότι η σκέψη δεν είναι απλώς εργαλείο παραγωγής έργου, αλλά το ίδιο το περιεχόμενο του έργου όταν ανέλυσε την έννοια των αντικειμένων μέσα από τρεις εκδοχές: την υλική τους υπόσταση, τη φωτογραφική τους αναπαράσταση και τη γλωσσική τους ταυτότητα. Εγκαθιστώντας την έννοια ως υβρίδιο λέξης, εικόνας και αντικειμένου μας έδειξε ότι το έργο δεν είναι η καρέκλα αλλά το ερώτημα «τί είναι καρέκλα» και ιδίως, «τί είναι τέχνη».
Για τον Marcel Duchamp, η σκέψη προηγείται της πράξης: η επιλογή ενός έτοιμου αντικειμένου (ready-made) είναι ήδη νοητική παρέμβαση. (Cabanne, 1989). Η τέχνη μετατρέπεται σε ερώτημα: Τί είναι έργο; Τι είναι απόφαση; Πού αρχίζουν και πού τελειώνουν τα όρια του αισθητικού και του νοηματικού;
Ο John Cage, με τις «σιωπές» του (https://www.johncage.org/) μας υπενθυμίζει πως σκέψη δεν είναι μόνο αυτό που παράγεται αλλά και αυτό που υπομένει. Στο 4’33’’, ο ερμηνευτής δεν παίζει· το κοινό ακούει τον ήχο του χώρου, των άλλων. Η σκέψη δεν είναι μόνο κατασκευή· είναι διάθεση, κενό, μια ανοιχτή κατάσταση που δεν επιβάλλει νόημα αλλά αφήνει τα φαινόμενα να εμφανιστούν όπως είναι. (https://www.moma.org/calendar/exhibitions/1386)
Στη σύγχρονη τέχνη, η σκέψη παίρνει τη μορφή διερεύνησης, έρευνας, εννοιολογικής τοποθέτησης. Ο Thomas Hirschhorn, δημιούργησε τέσσερα δημόσια μνημεία-σοκ στον αστικό ιστό, αφιερωμένα σε σημαντικούς συγγραφείς και στοχαστές ξεκινώντας με το Μνημείο Spinoza (Άμστερνταμ, Ολλανδία 1999), το Μνημείο Deleuze (Αβινιόν, Γαλλία, 2000), το Μνημείο Bataille (Κάσελ, Γερμανία, 2002) και το Μνημείο Gramsci (Bronx, New York 2013) (https://www.diaart.org/exhibition/exhibitions-projects/thomas-hirschhorn-gramsci-monument-project). Χτίζει έτσι, έναν δημόσιο χώρο φιλοσοφικού διαλόγου με το κοινό όπου η «σκέψη γίνεται συλλογική εμπειρία» παρατήρησε ο Obrist (2015, 191-198).
Η Sophia Al-Maria, σε έργα που αναμειγνύουν την επιστημονική φαντασία και αραβική πολιτική πραγματικότητα, επιχειρεί να σκεφτεί το μέλλον ως τόπο αμφισβήτησης (https://www.onassis.org/people/sophia-al-maria).
Ο Theaster Gates (https://www.theastergates.com/) χτίζει ναούς μνήμης από υλικά εγκατάλειψης· η σκέψη στο έργο του μετασχηματίζεται σε τελετουργία, μέσα από επαναλαμβανόμενες πράξεις: την επεξεργασία των υλικών, τις αφηγήσεις, τη χρήση του χώρου, τη συμμετοχή του κοινού. Δεν προκύπτει από την επιφάνεια των πραγμάτων αλλά αναδύεται από την εμπειρία, τη μνήμη ή το συλλογικό ασυνείδητο. Λειτουργεί έτσι ως πολιτισμική ανάκτηση, ως μια πολιτική πράξη επανένωσης με την ιστορική μνήμη και τα υλικά της ίχνη.
Ακόμη και οι πιο σωματικές μορφές τέχνης, όπως το performance, εμπεριέχουν μια πυκνή σκέψη για το σώμα, το βλέμμα, τον χρόνο. Η Marina Abramović (https://www.mai.art/) δεν σκέφτεται απλώς πάνω στο σώμα· το σώμα της είναι ο ίδιος ο χώρος σκέψης. Σωστά ο James Westcott στη βιογραφία της παρατηρεί, ότι η σκέψη στην τέχνης της Abramović δεν εκφέρεται, αλλά βιώνεται (Westcott, 2010).
Στη σκέψη του καλλιτέχνη, ο στοχασμός είναι εσωτερική αναγκαιότητα. Είναι ο τρόπος να προσεγγίσει το άγνωστο, να το μετασχηματίσει σε μορφή, σε ήχο, σε χειρονομία. Είναι μια πράξη που δεν ολοκληρώνεται, μια ανοιχτή διεργασία που υπερβαίνει τη λογική χωρίς να την αρνείται.
Για να παραφράσουμε τον Gilles Deleuze, ο οποίος στο κεφάλαιο «Η εικόνα της σκέψης» του έργου του Διαφορά και Επανάληψη (Deleuze, 2019) υποστηρίζει ότι «η σκέψη δεν ξεκινά από τον θαυμασμό, αλλά από το σοκ», θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι η τέχνη ξεκινά τόσο από τον θαυμασμό όσο και από το σοκ: από τη γοητεία του άγνωστου και τη ρήξη με το απρόβλεπτο. Ο θαυμασμός ανοίγει το βλέμμα, το σοκ διαρρηγνύει τη συνήθεια. Και τα δύο κινούν τη σκέψη και τον καλλιτέχνη σε δημιουργία.
Γιάννης Κολοκοτρώνης
Καθηγητής Ιστορίας και Θεωρίας της Δυτικής Τέχνης – Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών / Δ.Π.Θ.
Βιβλιογραφία
Cabanne, Pierre. (1989). Ο Μηχανικός του Χαμένου Χρόνου Συνεντεύξεις με τον Marcel Duchamp, μετ. Λίλιαν Stead- Δασκαλοπούλου, Αθήνα, Εκδόσεις Άγρα.
Cage, John. (1961). Silence: Lectures and Writings. Wesleyan University Press.
Deleuze, Gilles. (2019). Διαφορά και Επανάληψη. Μτφρ. Κωνσταντίνος Β.Μπουντάς. Ελληνικές Εκδόσεις.
Foucault, Michel. (1973). Foucault Michel, Οι Λέξεις και τα Πράγματα, μετ. Κωστής Παπαγιώργης, Αθήνα, Εκδόσεις Γνώση 1993.
Klee, Paul. (1989). Η Εικαστική Σκέψη. Εκδόσεις Μέλισσα.
Obrist, Hans Ulrich. (2015). Lives of the Artists, Lives of the Architects. Penguin.
Westcott, James. (2010). When Marina Abramović Dies: A Biography. MIT Press.
Heidegger, Martin. (1978). Είναι και Χρόνος, μτφρ. Γιάννης Τζαβάρας, Αθήνα, Εκδόσεις Δωδώνη.







