Άκου λέει!
Ενθουσιασμένη είναι. Το τηλέφωνο μαζί σου πάντα, συν γουατσάπ και βάιμπερ για συνομιλίες με κάμερα, τραπεζική κάρτα σε αυτό, η ταυτότητα και το ΑΜΚΑ και ο προσωπικός αριθμός και το MYHealth μαζί της πάντα, σπουδαία, μεγάλη άνεση.
Τώρα τελευταία και από το εισιτήριο του μετρό μπορούσε να γλυτώσει χρησιμοποιώντας το τηλέφωνο, αλλά δεν το προτιμά, γιατί, ευτυχώς υπάρχουν οι κάρτες, επαναφορτιζόμενες, έντεκα διαδρομές μαζί, να μην έχεις έγνοια και για άνω των εξήντα πέντε με πενήντα λεπτά η διαδρομή. Τη χαίρεται αυτή την έκπτωση, την απολαμβάνει, να κατεβαίνεις στην Αθήνα με μισό ευρώ και, αν είναι να κάνεις κάποια δουλειά στα γρήγορα, να γυρνάς πίσω με το ίδιο αυτό πενηντάλεπτο. Ας έχουν κι ένα καλό τα χρόνια που περνούν…
Τις προάλλες όμως, με βροχή, έσπευσε στην πλατεία Βικτωρίας να προλάβει τον συρμό που μόλις είχε σταματήσει, κρατούσε την κάρτα στο χέρι, την έσπρωξε κάποιος βγαίνοντας από το βαγόνι, της έπεσε η κάρτα από το κενό, το mind the gap, στις γραμμές, κάρτα μόλις επαναφορτισμένη. Τι να κάνει; Να μείνει, να ζητήσει από κάποιον από το προσωπικό, τρέχα γύρευε δηλαδή, να της την ψαρέψει με αυτό με τη μακριά λαβή που έχουν οι κηπουροί; Σιγά μην έχουν εδώ τέτοια. Εν πάση περιπτώσει, αυτές ήταν σκέψεις εκ των υστέρων, μέσα στο βαγόνι πλέον, γιατί είχε ήδη αργήσει στο ραντεβού της στην Κηφισιά. Θα έβγαζε εκεί καινούργια, δεν χάλασε ο κόσμος.
Μάλλον χάλασε όμως, γιατί ο υπάλληλος ετοιμαζόταν να κλείσει, 8 η ώρα το βράδυ. Κι έπρεπε, λέει, να έχει μαζί της ταυτότητα. Είχε, στο κινητό! Ναι, αλλά και ΑΜΚΑ σε γραπτή μορφή. Μάλιστα. Μα ούτε τις συνταγές δεν παίρνει πλέον έντυπες, πώς να έχει το ΑΜΚΑ μαζί της; Χωρίς κάρτα, λοιπόν, απόψε, δεν πειράζει, αύριο στο Μαρούσι.
Αύριο στο Μαρούσι, αφού έψαξε (αρκετή ώρα) και βρήκε μια καρτούλα με το ΑΜΚΑ, μαζί και με την ταυτότητά της σε υλική μορφή, τη σχετλίασαν, καλά, δεν το ξέρει, χρόνια τώρα δεν έχουν εκδοτήριο. Μόνο Κηφισιά, Πατήσια, Ομόνοια και στα εκδοτήρια του μετρό. Καλά.
Την επόμενη πήγε στη Δούκισσα της Πλακεντίας. Ουρά δεκαεφτά ατόμων μπροστά στα τρία γκισέ, τα δύο εκ των οποίων κλειστά, τεσσερισήμιση το απόγευμα. Περίμενε στωικά κάνα εικοσάλεπτο, έφτασε η σειρά της. Τι κάρτα θέλει; Μα για το μετρό, προσωποποιημένη, αυτή με τη φωτογραφία. «Εδώ είναι για τον προαστιακό, μαντάμ». Και για το μετρό πού είναι; Δίπλα. Μα δεν είναι κανείς εδώ. Ανασήκωμα των ώμων «ελάτε αύριο στις εννιά, ο επόμενος παρακαλώ». Έβρισε μουρμουριστά κάτι «ντροπή, ντροπή», σιχτίρισε και τον εαυτό της γιατί δεν πρόσεξε, μπορεί να είχαν τίποτα πινακίδες με ωράρια εργαζομένων και δεν έκανε τον κόπο (και από φόβο μη χάσει τη σειρά της στην ουρά) να τις ψάξει, άει στο καλό, στο Σύνταγμα θα έχει ανοιχτό γκισέ, δεν μπορεί. Έβγαλε ένα ολόκληρο εισιτήριο και πήγε στο Σύνταγμα, ήδη πολύ καθυστερημένη στον προορισμό της. Κι εκεί, τριάντα άτομα για δυο γκισέ. Ρώτησε την υπάλληλο, της είπε εκείνη ότι βεβαίως γίνεται και αν δεν θέλει να περιμένει, έχει και απάνω γκισέ. Ε, ας πάει απάνω. Εδώ περίμεναν πάνω από τριάντα. Περίμενε κι αυτή για λίγο, ελάχιστη η πρόοδος. Έφυγε, να προλάβει τουλάχιστον κάτι που ήθελε, εκεί που πήγαινε.
Κι από εκεί που πήγε, πάλι έφυγε πριν το τέλος της εκδήλωσης, πάνω σε ενδιαφέρον σημείο, να προλάβει πριν κλείσουν τα γκισέ. Πάλι λάθος απόφαση, στο Σύνταγμα το απάνω γκισέ κλειστό, το κάτω με μια ουρά ως τα ακυρωτικά…
Έφυγε μαραγκιασμένη. Μα τι στο καλό, τόσο δύσκολο πια να δουλεύει κάποιος στο γκισέ καθ’ όλη τη λειτουργία του μετρό; Φτώχυνε τόσο το καημένο το μετρό και ο ΗΣΑΠ και δεν μπορούν να βάλουν ένα υπάλληλο για εισιτήρια, έστω και με έντυπο ΑΜΚΑ, να έχει και το νου του στα ακυρωτικά, που οι μισοί περνούν τζάμπα; Αλλιώς, φταίει το κακό το ριζικό μας, για την ατυχή αναζήτηση κάρτας πέντε φορές;
Τι να κάνει; Πέρασε στο ακυρωτικό βιαστικά πίσω από κάποιον, χωρίς εισιτήριο, και ετοιμάζεται, αύριο το πρωί, στις εννιά, να κάνει αυτή τη φοβερή δουλειά, να πάει να βγάλει κάρτα στον σταθμό της Δούκισσας. Και, μήπως να μην την ακυρώνει κιόλας; Ποτέ κανένας δεν έχει ελέγξει το εισιτήριό της. Μάλλον φτώχυνε πολύ το καημένο το μετρό και ο ΗΣΑΠ και ούτε ελεγκτές μπορεί να πληρώνει…
Αλλά, και αν την πιάσουν, να γίνει ρεζίλι για ένα πενηντάλεπτο, πάλι δεν γίνεται. Θα πάει αύριο στις εννιά, ευπειθώς και θα σκέφτεται, για να μην ουρλιάζει, τα καλά τουλάχιστον του κινητού τηλεφώνου…
