You are currently viewing Γιάννης Κολοκοτρώνης, Η τέχνη ως «οδοιπορικό». Η διαλεκτική της Έφης Στρούζα για την παράδοση και το σύγχρονο.

Γιάννης Κολοκοτρώνης, Η τέχνη ως «οδοιπορικό». Η διαλεκτική της Έφης Στρούζα για την παράδοση και το σύγχρονο.

Η Έφη Στρούζα, στις δεκαετίες του 1980 και του 1990, υπήρξε μια ξεχωριστή περίπτωση τεχνοκριτικού και επιμελήτριας. Μέσα από τις πολλαπλές ζυμώσεις τις τέχνης εκείνης της περιόδου, κατάφερε να αφήσει ένα διακριτό στίγμα, συνδυάζοντας θεωρητική ευαισθησία, στοχαστική γραφή και πνευματική ευγένεια.

Είχα την τύχη οι παράλληλες πορείες μας να συναντηθούν. Εγώ τότε, το 1987, νεαρός επιμελητής της Πινακοθήκης Πιερίδη, έπαιρνα το βάπτισμα του πυρός σ’ αυτή την απρόβλεπτη αρένα της τέχνης, και εκείνη, ήδη ώριμη επιμελήτρια του Ιδρύματος ΔΕΣΤΕ και, από τότε, ανεξάρτητη. Πέρα από την ευγενική φυσική της παρουσία, θυμάμαι τον τρόπο με τον οποίο ξεδίπλωνε το έργο της: πάντα με σεβασμό, καθαρότητα σκέψης και στιβαρή άποψη.

Δεν θα ξεχάσω την θεωρητική της υποστήριξη, όταν το 2001, με την έκδοση του βιβλίου μου Η Τέχνη σε Μετάβαση, έγραψε στην Ημερησία (27-28 Ιαν. 2001):

 

«Είναι φανερό ότι το βιβλίο του νεότερου ιστορικού Γ. Κολοκοτρώνη (παρ’ όλες τις συντακτικές αδυναμίες), επιχειρεί να υπερβεί αυτή την άχαρη και πλαδαρή συνύπαρξη, που διαστρεβλώνει τις αλήθειες της πραγματικής ιστορίας. Και από αυτή την άποψη χρήζει επισήμανσης ως μιας διαφορετικής μεθόδου ανάγνωσης της σύγχρονης τέχνης.»

 

Αυτή η χειρονομία, πέρα από το περιεχόμενο, σηματοδότησε για μένα το ήθος της Έφης Στρούζα: ενός ανθρώπου που στεκόταν κοντά, που υποστήριζε με ειλικρίνεια και ενθάρρυνε τους νέους που τολμούσαν να μπουν σ’ αυτόν τον δύσκολο χώρο της τέχνης. Δεν θα μακρηγορήσω – γιατί αυτό το στιγμιότυπο λέει περισσότερα απ’ όσα θα μπορούσαν να ειπωθούν: αποκαλύπτει μια γυναίκα ευγενή, με αυστηρή αλλά δίκαιη σκέψη, που δεν επικρίνει, αλλά αναδεικνύει και υπογραμμίζει την προσπάθεια να ξεπεραστεί η επιφανειακή αφήγηση της νεότερης ελληνικής τέχνης, εκείνης που συχνά επιτρέπει σε όλα να συνυπάρχουν χωρίς ανάλυση, αντιπαράθεση ή ερμηνευτική αυστηρότητα. Ούτε θα ξεχάσω την τιμή που μου έκανε να μιλήσει για το βιβλίο Γενικά χαρακτηριστικά της τέχνης στον 20ό αιώνα, στις 8 Απριλίου 2009, στο Κέντρο Λόγου και Τέχνης των εκδόσεων Καστανιώτη.

Εστιάζοντας στα κριτικά της κείμενα για το Αττικά 1988 και τη συμμετοχή πέντε Ελλήνων καλλιτεχνών στη 2η Istanbul Biennale (1989) υπό την γενική διεύθυνση της Beral Madra, αυτά, συγκροτούν ένα ενιαίο θεωρητικό πλαίσιο, με κοινό άξονα τη διαλεκτική ανάμεσα στην παράδοση και το σύγχρονο.

Η δεκαετία του 1980 χαρακτηρίστηκε διεθνώς από την εδραίωση του μεταμοντέρνου λόγου, την αποδόμηση των «μεγάλων αφηγήσεων», την ειρωνική χρήση των ιστορικών στυλ και την ανάδειξη της εικόνας ως θέαμα (Lyotard, 1979). Στο ελληνικό πλαίσιο, η καλλιτεχνική σκηνή ταλαντεύτηκε ανάμεσα στην ανάγκη επαναπροσδιορισμού της ελληνικότητας και στην αφομοίωση των διεθνών ρευμάτων, σε ένα περιβάλλον πολιτισμικής μετάβασης και επανακαθορισμού της ταυτότητας.

Σε αυτό το πεδίο, η Έφη Στρούζα ανέπτυξε μια κριτική γραφή που διαφοροποιείται αισθητά. Για την Έφη, η τέχνη δεν είναι παιχνίδι ύφους ούτε απλή αναπαράσταση, αλλά διαδικασία μνήμης, κριτικής συνέχειας και πνευματικής αναζήτησης. Απέναντι στη «Νέα Ζωγραφική» στην Ευρώπη και την «Pictures Generation» στις ΗΠΑ η Στρούζα, αντιστάθηκε στην ελαφρότητα και την εμπορικότητα.

Η στάση της συγχρονίζεται περισσότερο με τον κριτικό νεο-μοντερνισμό (critical neo-modernism) τύπου Jürgen Habermas (The Philosophical Discourse of Modernity 1981) που θεωρεί ότι η τέχνη διατηρεί χειραφετική δύναμη και δεν μπορεί να περιοριστεί σε παιχνίδι σημείων ή τύπου Rosalind Krauss που προτείνει έναν αναστοχαστικό μοντερνισμό με την τέχνη ως πράξη σκέψης, όχι απλό παιχνίδι εικόνων (The Originality of the AvantGarde and Other Modernist Myths 1986). Αυτή η κριτική του μετα-μοντερνισμού (critical postmodernism) διατηρεί την πίστη στη δυνατότητα της τέχνης να παράγει νόημα, αναγνωρίζοντας τη σημασία της ιστορίας, της μνήμης και της πολιτικής ευθύνης του καλλιτέχνη (Hal Foster, The AntiAesthetic: Essays on Postmodern Culture 1983), Peter Bürger, Theory of the AvantGarde 1974).

Στα Αττικά 1988, η Στρούζα προτείνει την έννοια του «οδοιπορικού» ως κατηγορία ερμηνείας. Η τέχνη δεν είναι στατικό αντικείμενο αλλά πορεία, διαδρομή, συνάντηση με τον τόπο και την ιστορία. Η Αττική με τα μνημεία και τη μνήμη της, δεν είναι ένα ουδέτερο σκηνικό αλλά ενεργός συνομιλητής. Σε αντίθεση με την τάση του μεταμοντέρνου να αποδομεί την ιστορία ως «κείμενο χωρίς κέντρο» (Lyotard, 1979), η Στρούζα επιμένει στη διαλεκτική σχέση παρελθόντος και παρόντος, συμμετέχοντας στις ελληνικές συζητήσεις περί «κριτικής στην παράδοσης» που επιδίωκαν να υπερβούν τη μνημειακή ακαμψία και την επιφανειακή χρήση της ιστορίας.

Στην Istanbul Biennale του 1989, η Στρούζα μετατοπίζεται από τη γεωγραφία της Αττικής σε μια συνολικότερη προβληματική: η τέχνη ως αναζήτηση του «μυστικού κέντρου». Το κέντρο αυτό δεν είναι γεωγραφικό ούτε εθνοκεντρικό, αλλά πνευματικό και υπαρξιακό· ένα σημείο στο οποίο η καλλιτεχνική πράξη συναντά την ιστορική συνείδηση και την πνευματική εμπειρία. Οι πέντε καλλιτέχνες (Δανιήλ, Δημήτρης Αληθεινός, Μαριάννα Στραπατσάκη, Μάριος Σπηλιόπουλος, Νίκη Λιοδάκη) παρουσιάζονται ως διαφορετικές εκδοχές αυτής της αναζήτησης: το «κενό» και η μεταφυσική αγωνία στον Δανιήλ, η κοινωνική μνήμη στον Αληθεινό, η τεχνολογική μεταγραφή στη Στραπατσάκη, ο ιστορικός στοχασμός στον Σπηλιόπουλο, η εσωτερικότητα και το σώμα στη Λιοδάκη.

Αντίθετη λοιπόν στην ανακύκλωση των στυλ χωρίς βάθος (Foster, 1983), η Στρούζα επιμένει ότι η παράδοση είναι ένα ερμηνευτικό υπόστρωμα που απαιτεί αναστοχασμό. Με τον δικό της τρόπο, κράτησε αυτή τη σοβαρότητα ζωντανή και εστίασε στην καλλιτεχνική πράξη ως φορέα νοήματος και όχι ως επιφανειακό παιχνίδι μορφών. Η θεωρητική της συμβολή, επομένως, δεν περιορίζεται στη γραφή. Είναι στάση ζωής απέναντι στην τέχνη. Μια στάση ευθύνης και πνευματικής συνέπειας. Το θεωρητικό πλαίσιο που διαμόρφωσε παραμένει εξαιρετικά επίκαιρο στις μέρες μας. Με το εφήμερο και η ταχύτητα να κυριαρχούν, ο γραπτός της λόγος μας θυμίζει ότι η τέχνη αντλεί τη δύναμή της από το βάθος της ανθρώπινης εμπειρίας.

 

Γιάννης Κολοκοτρώνης
Καθηγητής Ιστορίας και Θεωρίας της Δυτικής Τέχνης – Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών / Δ.Π.Θ.

 

Η ημερίδα στις 17/10/25, αφιερωμένη στο έργο της Έφης Στρούζα (https://www.nationalgallery.gr/ektheseis/efi-strouza-ena-neo-taxidi/),  πραγματοποιήθηκε με αφορμή την έκθεση του αρχείου της στο Ινστιτούτο Σύγχρονης Ελληνικής Τέχνης (ΙΣΕΤ https://www.iset.gr/) Παράρτημα της Εθνικής Πινακοθήκης και Μουσείου Αλεξάνδρου Σούτσου (από 24.06.2025 έως 31.10.2025) υπό την Επιμέλεια της Νίκης Παπασπύρου & Σοφίας Χρυσαφοπούλου και το συντονισμό του Συλλόγου Αποφοίτων του Τμήματος Θεωρίας και Ιστορίας της Τέχνης της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών.

Αφήστε μια απάντηση

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.