You are currently viewing Λένη Ζάχαρη: 28η Οκτωβρίου 1940, το Έπος που έγινε Εθνική Γιορτή.

Λένη Ζάχαρη: 28η Οκτωβρίου 1940, το Έπος που έγινε Εθνική Γιορτή.

ΠΑΡΑΜΟΝΕΣ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ…

Το καλοκαίρι του 1940 είχε περάσει αφήνοντας πίσω του μια βαριά, δραματική διάθεση. Ο εορτασμός του Δεκαπενταύγουστου είχε επισκιαστεί από την τραγωδία του τορπιλισμού της «Έλλης» και όλη η Ελλάδα ακόμα μουδιασμένη αναλογιζόταν ως πού θα έφταναν οι Ιταλοί. Ο χειμώνας προβλεπόταν «θερμός», όμως όλοι απέφευγαν να μιλούν γι’ αυτό.

Η Κυριακή, 27 Οκτωβρίου 1940, ήταν μια ηλιόλουστη φθινοπωρινή μέρα. Οι ηλικιωμένοι έσπευσαν νωρίς το πρωί να εκκλησιαστούν. Οι αστοί Αθηναίοι έβαλαν τα καλά τους και οι Αθηναίες στολίστηκαν για να κάνουν την καθιερωμένη βόλτα στο Ζάππειο και τον Βασιλικό Κήπο (έτσι ονομαζόταν τότε ο Εθνικός κήπος), ενώ άλλοι ξεχύθηκαν στις κοντινές εξοχές της Κηφισιάς και του Φαλήρου.

Πρωινές Εφημερίδες

Οι κυριακάτικες εφημερίδες που κυκλοφορούν δεν φαίνεται να ψυχανεμίζονται την επερχόμενη καταιγίδα. Τα πρωτοσέλιδα κινούνται σε ήπιο κλίμα. Ασχολούνται με την διάψευση του Αθηναϊκού Πρακτορείου «περί επεισοδίων στην παραμεθόριο με την Αλβανία» όπως μετέδιδε το ιταλικό πρακτορείο Στέφανι (Η Βραδυνή), ενώ άλλα πρωτοσέλιδα ασχολούνται με την ενδοτικότητα του Πεταίν στη Γαλλία ο οποίος είχε δεχθεί να συνεργαστεί με τις δυνάμεις του Άξονα, αλλά και με τις επερχόμενες προεδρικές εκλογές στην Αμερική που θα γίνονταν την «μεταπροσεχήν Τρίτην» (Ακρόπολις).

Παρόλα αυτά, στις εσωτερικές σελίδες των εφημερίδων ο πόλεμος υποφώσκει. Έτσι, ο διάσημος Έλληνας αρχιμάγειρας του 20ού αιώνα, Νίκος Τσελεμεντές, γράφει στο άρθρο του με τίτλο «Οικιακή Οικονομία» (Έθνος), για τον τρόπο με τον οποίο οι Έλληνες «κατά τας πολεμικάς αυτάς ημέρας» θα αντικαταστήσουν τη ζάχαρη, η οποία θα αρχίζει να εκλείπει από την αγορά, με το μέλι, τις σταφίδες, και αργότερα τα σύκα.

Αντίστοιχα, η εφημερίδα «Βραδυνή» στο φύλλο της Κυριακής 27ης Οκτωβρίου, μιλά για αντικατάσταση του καφέ με το ελληνικό τσάι. Η εφημερίδα «Έθνος», ωστόσο, το πηγαίνει λίγο πιο πέρα προτείνοντας το κλείσιμο των ελληνικών καφενείων, μια πράξη «ευεργέτημα δια την Κοινωνίαν», καθώς στη Βρετανία που εφαρμόστηκε επί Καρόλου του Β’ «ήσαν κέντρα επαναστατικά, εις τα οποία συνήρχοντο εχθροί της Πολιτείας».

Κυριακή στο γήπεδο

Το μεσημέρι τα γήπεδα ποδοσφαίρου αρχίζουν να γεμίζουν.
Μια μέρα πριν από την 28η Οκτωβρίου του 1940, ξεκινά για 15η χρονιά το «Κύπελλο Πόλεων», ένα ιδιότυπο τουρνουά στο οποίο δεν αγωνίζονται μεταξύ τους ομάδες αλλά μικτές ολόκληρων πόλεων.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα η περίπτωση της ομάδας της Αθήνας, που στην ίδια ενδεκάδα συμμετέχουν παίκτες του Παναθηναϊκού και της ΑΕΚ. Κάτι παρόμοιο συμβαίνει και στον Πειραιά, με τον Ολυμπιακό και τον Εθνικό. Στις 27 Οκτωβρίου λαμβάνουν χώρα δύο αναμετρήσεις: «Αθήναι – Βόλος, 6-0» και «Πάτραι – Πειραιεύς, 1-3».
Σύμφωνα με τα ρεπορτάζ των εφημερίδων, ο καιρός είναι ηλιόλουστος και οι φίλαθλοι των ομάδων προσέρχονται μαζικά στα γήπεδα σε Αθήνα και Πάτρα αντίστοιχα.
Μόνο στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας, σύμφωνα με τις πληροφορίες από την εφημερίδα «Ακρόπολις», ο κόσμος που συγκεντρώνεται ξεπερνά τους 5 χιλιάδες.

Βράδυ στο θέατρο

Η καλλιτεχνική κίνηση ήταν έντονη, καθώς ήταν η αρχή της θεατρικής σεζόν και γίνονταν πολλές πρεμιέρες.

Την Παρασκευή 25 Οκτωβρίου, έκανε πρεμιέρα η Λυρική Σκηνή με την όπερα «Μαντάμ Μπατερφλάι» του Πουτσίνι. Την όπερα παρακολούθησε το βασιλικό ζεύγος, ο Μεταξάς, όλοι οι φιλόμουσοι Αθηναίοι. Το Σάββατο 26 Οκτωβρίου, ακολούθησε επίσημο δείπνο στην ιταλική πρεσβεία στο οποίο παρακάθισε ο γιος του Πουτσίνι με τη σύζυγό του, που είχαν κληθεί να παρακολουθήσουν την όπερα στη Λυρική Σκηνή. Στο δείπνο παρευρέθηκε όλη η κοσμική Αθήνα. Κατά τη διάρκεια του δείπνου, ο Ιταλός πρέσβης κόμης Γκράτσι, λάμβανε από την Ρώμη, την επιστολή προς τον Μεταξά με την οποία κηρύσσονταν ο πόλεμος, και προσπαθούσε να μείνει ήρεμος και να μη προδώσει τα συναισθήματα του, καθώς οι υπάλληλοι της ιταλικής πρεσβείας αποκρυπτογραφούσαν το τελεσίγραφο που ερχόταν κομμάτι-κομμάτι από την Ιταλία και έπρεπε να επιδοθεί στον Μεταξά. Πάνω στο τραπέζι του επίσημου δείπνου, πλάι στις σημαίες Ελλάδας και Ιταλίας, είχε τοποθετηθεί σε περίοπτη θέση μια τούρτα που έγραφε «Viva La Grecia». Το απόγευμα της Κυριακής, 27 Οκτωβρίου, καθώς η κίνηση στους δρόμους αραιώνει, στην πλατεία Κοτζιά οι κοσμικοί θεατρόφιλοι συρρέουν στο Θέατρο Κοτοπούλη όπου παίζεται η «Μαντάμ Μποβαρί», και στο Βασιλικό θέατρο για να απολαύσουν τον «Έμπορο της Βενετίας» με τις κορυφαίες πρωταγωνίστριες Μαρία Αλκαίου και Ελένη Παπαδάκη.

Την ίδια ώρα ο Ιταλός πρέσβης κόμης Γκράτσι, έχοντας πάρει από την Ρώμη, την επιστολή που πρέπει να παραδώσει τα ξημερώματα στον Μεταξά με την οποία κηρύσσεται ο πόλεμος, πηγαίνει για μπριτζ στο σπίτι της οικογένειας Βλαστού, στη λεωφόρο Βασιλίσσης Σοφίας. Θα μείνει εκεί μέχρι τις 2:30 τα ξημερώματα, και ξεκινά για την Κηφισιά με το αυτοκίνητο του στρατιωτικού ακολούθου της πρεσβείας, αποφεύγοντας να πάρει τη διπλωματική του λιμουζίνα για να μην δημιουργήσει υποψίες. Θα φτάσει στο σπίτι του Μεταξά στις 3:00 το πρωί, αιφνιδιάζοντας τον Έλληνα δικτάτορα–πρωθυπουργό, και διακόπτοντας τον ύπνο του.

Ο ποιητής αγρυπνά

Στο σπίτι του στην Πλάκα, ο Γιώργος Σεφέρης αγρυπνά.

«Δευτέρα 28 Οκτώβρη 1940

Κοιμήθηκα δύο το πρωί, διαβάζοντας Μακρυγιάννη. Στις τρεις και μισή μια φωνή μέσα από το τηλέφωνο με ξύπνησε: «Έχουμε πόλεμο». Τίποτε άλλο, ο κόσμος είχε αλλάξει. Η αυγή, που λίγο αργότερα είδα να χαράζει πίσω από τον Υμηττό, ήταν άλλη αυγή: άγνωστη. Περιμένει ακόμη εκεί που την άφησα. Δεν ξέρω πόσο θα περιμένει, αλλά ξέρω πως θα φέρει το μεγάλο μεσημέρι.

Ντύθηκα κι έφυγα αμέσως. Στο Υπουργείο Τύπου δυο-τρεις υπάλληλοι. Ο Γκράτσι είχε δει τον Μεταξά στις τρεις. Του έδωσε μια νότα και του είπε πως στις 6 τα ιταλικά στρατεύματα θα προχωρήσουν. Ο πρόεδρος τού αποκρίθηκε πως αυτό ισοδυναμεί με κήρυξη πολέμου, και όταν έφυγε κάλεσε τον πρέσβη της Αγγλίας.

Αμέσως έπειτα με τον Νικολούδη στο Υπουργείο Εξωτερικών. Ο πρόεδρος ήταν μέσα με τον πρέσβη της Τουρκίας. Στο γραφείο του Μαυρουδή, ο Μελάς έγραφε σπασμωδικά ένα τηλεγράφημα. Ο Μαυρουδής μέσα στο παλτό του σαν ένα μικρό σακούλι. Διάβασα τη νότα του Γκράτσι.

Ο Γάφος κι ο Παπαδάκης τηλεφωνούσαν. Καθώς ετοίμαζα το τηλεγράφημα του Αθηναϊκού πρακτορείου, μπήκε ο Τούρκος πρέσβης για να ιδεί τη νότα και σε λίγο ο πρόεδρος με όψη πολύ ζωντανή. Έπειτα άρχισαν να φτάνουν οι υπουργοί, χλωμοί περισσότερο ή λιγότερο, καθένας κατά την κράση του. Το υπουργικό συμβούλιο κράτησε λίγο. Ο Μεταξάς  πήγε αμέσως στο γραφείο του κι έγραψε το διάγγελμα στο λαό . Το πήραμε και γυρίσαμε στο Υπουργείο Τύπου. Μέσα από τα τζάμια του αυτοκινήτου, η αυγή μ’ ένα παράξενο μυστήριο χυμένο στο πρόσωπό της. Έγραψα μαζί με το Νικολούδη το διάγγελμα του βασιλιά. Καμιά δακτυλογράφος ακόμη· πήγα σπίτι μια στιγμή και το χτύπησα στη γραφομηχανή μου. Η Μαρώ μού είχε ετοιμάσει καφέ. Γύρισα στο Υπουργείο καθώς σφύριζαν οι σειρήνες… Στη γωνία Κυδαθηναίων μια φτωχή γυναίκα με μια υστερική σύσπαση στο πρόσωπο.

Τώρα όλοι ήταν μαζεμένοι στα υπόγεια της «Μεγάλης Βρετανίας». Ο βασιλιάς, με ύφος νέου αξιωματικού· υπόγραψε το διάγγελμά του και φύγαμε.

…Πήρα και έδωσα το πρώτο πολεμικό ανακοινωθέν μας και κατέβηκα στους δρόμους για να ιδώ τα πρόσωπα. Το πλήθος έσπαζε τα τζάμια των γραφείων της “Άλα Λιτόρια”.»*

 ‘’Αι ιταλικαί στρατιωτικαί δυνάμεις προσβάλλουν από της 05.30 ώρας της σήμερον τα ημέτερα τμήματα προκαλύψεως της Ελληνοαλβανικής Μεθορίου. Αι ημέτεραι δυνάμεις αμύνονται του Πατρίου εδάφους.’’

Κάτω από αντίξοες συνθήκες, οι Έλληνες αγωνίζονται «υπέρ βωμών και εστιών» και καταφέρνουν να αντιμετωπίσουν με ανδρεία και ηρωισμό πολλαπλάσιες και προηγμένες εξοπλιστικά δυνάμεις. Όχι μόνο προβάλλουν σθεναρή αντίσταση, αλλά αναγκάζουν σε άτακτη οπισθοχώρηση τους επίδοξους κατακτητές, των οποίων το γόητρο, αλλά και οι φυσικές τους δυνάμεις πλήττονται αποφασιστικά…

Τα ελληνικά στρατεύματα καταφέρνουν να αποκρούσουν την ιταλική εισβολή κι αυτή γίνεται η πρώτη νίκη των Συμμάχων ενάντια στις Δυνάμεις του Άξονα κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Πολλοί ιστορικοί, μάλιστα, θεωρούν ότι η νίκη  αυτή ανύψωσε το ηθικό των σκλαβωμένων λαών της Ευρώπης και διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην έκβαση του πολέμου.

«ΟΧΙ»

Αθήνα, 28 Οκτωβρίου 1940, ώρα 3:00 τα ξημερώματα. Ένα πολεμικό τελεσίγραφο απορρίπτεται κι ένας πόλεμος πρόκειται σε λίγες ώρες να ξεκινήσει.

Πρωταγωνιστές σ’ αυτήν την «κινηματογραφική» σκηνή ο πρωθυπουργός της Ελλάδας Ιωάννης Μεταξάς και ο Ιταλός πρεσβευτής στην Αθήνα Εμανουέλε Γκράτσι ο οποίος έφτασε στο σπίτι του πρώτου στην Κηφισιά για να του επιδώσει το τελεσίγραφο με το οποίο οι Ιταλοί ζητούσαν να καταλάβουν «μερικά σημεία επί ελληνικού εδάφους σεβόμενοι την ελληνική κυριαρχία στο υπόλοιπο της επικράτειας». Η ιταλική κυβέρνηση απαιτούσε, στην πραγματικότητα, την ελεύθερη διέλευση του ιταλικού στρατού από την ελληνοαλβανική μεθόριο προκειμένου στη συνέχεια να καταλάβει κάποια στρατηγικά σημεία της Ελλάδα

Με συγκλονιστική γλαφυρότητα και ευθύτητα αφηγείται στο βιβλίο του ο Εμμανουέλε Γκράτσι, την ιστορική ημέρα του «ΟΧΙ». Εμφανώς φορτισμένος συναισθηματικά και ο ίδιος, ο Γκράτσι αναφέρει την άσχημη ψυχολογική κατάσταση στην οποία περιήλθε ο Μεταξάς αντιλαμβανόμενος ότι ο πόλεμος της Ελλάδας με την Ιταλία ήταν αναπόφευκτος.

«Την καθορισμένη ώρα, 10 περίπου λεπτά πριν από τις 3, ο στρατιωτικός ακόλουθος ο διερμηνέας και εγώ φτάσαμε στην καγκελόπορτα της κατοικίας όπου έμενε ο πρωθυπουργός. Ο διερμηνέας της πρεσβείας μας, είπε στον φρουρό να ειδοποιήσει τον πρωθυπουργό ότι ο πρέσβης της Ιταλίας επιθυμούσε να γίνει δεκτός για μία άκρως επείγουσα ανακοίνωση. Περιμέναμε για μερικά ατελείωτα λεπτά μπροστά στην καγκελόπορτα ώσπου το κουδούνισμα ξύπνησε τον ίδιο τον Μεταξά ο οποίος έκανε την εμφάνισή του σε μία μικρή πόρτα υπηρεσίας και αναγνωρίζοντας με, διέταξε τον φρουρό να με αφήσει να περάσω. Μού έσφιξε το χέρι, με έβαλε μέσα και με άφησε να περάσω σε ένα μικρό σαλόνι και μόλις καθίσαμε, του είπα ότι η κυβέρνησή μου μού είχε αναθέσει να του κάνω μία άκρως επείγουσα ανακοίνωση και χωρίς άλλα λόγια του έδωσα το κείμενο. Ο Μεταξάς άρχισε να το διαβάζει και όταν τελείωσε την ανάγνωση με κοίταξε κατά πρόσωπο και μου είπε με φωνή λυπημένη αλλά σταθερή φωνή: «Alors, c’est la guerre!» (λοιπόν έχουμε πόλεμο).

Τού απάντησα ότι η ιταλική κυβέρνηση ήλπιζε ότι η ελληνική κυβέρνηση θα δεχόταν τα αιτήματά της και θα άφηνε να περάσουν ελεύθερα τα ιταλικά στρατεύματα τα οποία θα άρχιζαν τις μετακινήσεις τους στις 6 το πρωί. Ο Μεταξάς με ρώτησε τότε αν μπορούσα να καθορίσω τουλάχιστον ποια ήταν τα στρατηγικά σημεία επί του ελληνικού εδάφους που η ιταλική κυβέρνηση θα ήθελε να καταλάβει. Φυσικά αναγκάστηκα να του απαντήσω ότι δεν είχα την παραμικρή ιδέα. Ο Μεταξάς απάντησε: «Vous voyez bien que c’ est impossibile (βλέπετε λοιπόν πολύ καλά ότι αυτό είναι αδύνατο). Η ευθύνη του πολέμου αυτού βαρύνει αποκλειστικά την ιταλική κυβέρνηση. H κυβέρνησή σας ήξερε πολύ καλά ότι η Ελλάδα το μόνο που επιθυμούσε ήταν να παραμείνει ουδέτερη, αλλά και ότι είμαστε αποφασισμένοι να υπερασπιστούμε το εθνικό έδαφος εναντίον οποιουδήποτε». Του απάντησα ενώ σηκωνόμουν ότι ήλπιζα ακόμη ότι θα λάμβανε υπόψη του τη διαβεβαίωση που του δινόταν στη διακοίνωση σύμφωνα με την οποία η ιταλική κυβέρνηση δεν είχε καμία πρόθεση να θίξει την κυριαρχία και την ανεξαρτησία της Ελλάδος και ότι θα γνωστοποιούσε στην πρεσβεία πριν από τις 6 ότι η χώρα του δεχόταν τα ιταλικά αιτήματα. Ο Μεταξάς δεν μου απάντησε. Με συνόδευσε στην έξοδο υπηρεσίας από την οποία είχα μπει πριν από ένα τέταρτο και όταν ήμασταν στο κατώφλι μού είπε: «Vous etes les plus forts…» (είσαστε οι πιο δυνατοί) χωρίς να αναπτύξει περισσότερο τη σκέψη του, με τη φωνή, αυτή τη φορά, βαθιά αλλοιωμένη. Με τη σειρά μου δεν ήξερα τι να απαντήσω στα λόγια αυτά και στη βαθιά λύπη που τα δονούσε. Υποκλίθηκα μπροστά του με το βαθύτερο σεβασμό και βγήκα από το σπίτι του».

Αν και σύμφωνα με το τελεσίγραφο, η επίθεση θα λάμβανε χώρα στις 6 π.μ., στις 5 και μισή τα ξημερώματα, ξεκίνησε ο ελληνοϊταλικός πόλεμος με αιφνιδιαστική εισβολή στην Ήπειρο.

Η άρνηση του Μεταξά στην επέλαση των ιταλικών στρατευμάτων αποδόθηκε τις επόμενες ημέρες στις εφημερίδες με το περίφημο «ΟΧΙ», ωστόσο η λέξη που έχει γίνει συνώνυμο της ελληνικής γενναιότητας παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο εξώφυλλο της εφημερίδας «Ελληνικό Μέλλον» του Ν. Π. Ευστρατίου στις 30 Οκτωβρίου του 1940.

 

Οι Ιταλοί είχαν με τις πράξεις τους προετοιμάσει το έδαφος για επικείμενη επίθεση κατά της Ελλάδας. Με προεξάρχουσα τη βύθιση του καταδρομικού “Έλλη”. Φαινομενικά άγνωστος ο υπαίτιος, ωστόσο κανείς δεν πλανήθηκε για την ταυτότητά του. Η πολιτική του Μουσολίνι στα Βαλκάνια επιβεβαίωνε τους φόβους για τις βλέψεις του στην Ελλάδα. Έκανε όμως ένα λάθος. Προσπάθησε να εκφοβίσει τον αντίπαλό του και πέτυχε ακριβώς το αντίθετο. Προκάλεσε την αγανάκτηση ενός ολόκληρου λαού που, παρά τις ιδεολογικές διαφωνίες και την αντίδραση, συσπειρώθηκε γύρω από τους ηγέτες του οι οποίοι εκείνη την εποχή δεν ήταν δημοφιλείς.
Ο Μεταξάς και ο αρχηγός του Γενικού Επιτελείου, ο Στρατηγός Παπάγος, είχαν αρχίσει, μετά την κατάληψη της Αλβανίας, μια αξιόλογη αλλά κρυφή επιστράτευση. Χωρίς θόρυβο, “διά προσωπικών προσκλήσεων”, είχαν καλέσει υπό τα όπλα έναν αριθμό εφέδρων, οι οποίοι είχαν επανδρώσει πληρέστερα τα τμήματα κοντά στα αλβανικά σύνορα.
Όταν οι προκλήσεις πολλαπλασιάστηκαν, αυτή η τακτική εφαρμόστηκε τόσο, ώστε την ημέρα της κήρυξης του πολέμου οι τρεις ελληνικές μεραρχίες που κάλυπταν τα αλβανικά σύνορα δεν ήταν πλέον εφεδρικές μεραρχίες, αλλά ήταν πλήρεις, είχαν μελετήσει καλά το έδαφος, ήταν έτοιμες για πόλεμο. Αυτές οι τρεις μεραρχίες κατόρθωσαν να σταματήσουν την προέλαση των οκτώ ιταλικών μεραρχιών και να επιτρέψουν την επιστράτευση και την ανάπτυξη των εν εφεδρεία μονάδων.
Η νίκη των Ελλήνων στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο είναι αδιαμφισβήτητη. Μέχρις εσχάτων αγωνίστηκαν και εναντίων των Ναζί που επιτέθηκαν προκειμένου να σώσουν το γόητρο του Άξονα. Παρά την αναγκαστική Συνθηκολόγηση όλα κρίνονται στο ζήτημα του χρόνου για τον Χίτλερ και τα φονικά στρατεύματά του. Οι μάχες στην ηπειρωτική Ελλάδα και η ένδοξη Μάχη της Κρήτης οδήγησαν στην αναβολή της επίθεσης εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης. Αντί για τις 15 Μαΐου που είχε προβλεφθεί, επιτέθηκαν στις 22 Ιουνίου. Αν η εισβολή στη Σοβιετική είχε αρχίσει σαράντα ημέρες νωρίτερα, ο “Στρατηγός Χειμώνας” δεν θα έπληττε τόσο άγρια τα χιτλερικά στρατεύματα…

Η Ελλάδα γίνεται η μοναδική χώρα στον κόσμο που επιλέγει να γιορτάζει με την 28η Οκτωβρίου την είσοδό της στον πόλεμο κι όχι τη λήξη αυτού, όπως συμβαίνει στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Η επέτειος του «ΟΧΙ» γιορτάστηκε για πρώτη φορά στα χρόνια της Κατοχής. Στο κεντρικό κτίριο και στον προαύλιο χώρο του Πανεπιστημίου Αθηνών πραγματοποιήθηκε ο πρώτος εορτασμός στις 28 Οκτωβρίου 1941. Γίνονταν ομιλίες από τους φοιτητές, ενώ μίλησε για την επέτειο την παραμονή και ο καθηγητής Κωνσταντίνος Τσάτσος, ο οποίος αρνήθηκε να κάνει μάθημα την ημέρα της επετείου με αποτέλεσμα να απολυθεί από το Πανεπιστήμιο.

Στην δεύτερη επέτειο (28/10/1942), ο εορτασμός έγινε στην Πλατεία Συντάγματος με πρωτοβουλία των οργανώσεων ΕΠΟΝ και ΠΕΑΝ. Υπήρχε ανησυχία για το πώς θα αντιδράσουν οι ιταλικές δυνάμεις κατοχής, οι οποίες όμως δεν παρενέβησαν. Εκδηλώσεις και διαδηλώσεις εκείνη την ημέρα έγιναν και σε άλλες πόλεις. Στον Πειραιά πραγματοποιήθηκαν ολιγοπληθείς συγκεντρώσεις, ανέβαινε κάποιος σε μια καρέκλα, έβγαζε ένα σύντομο λόγο, και κατόπιν διαλύονταν, για να αποφύγουν επέμβαση των καραμπινιέρων.

Δεν υπάρχουν πολλές πληροφορίες για το τι έγινε στις 28 Οκτωβρίου 1943. Σύμφωνα με τον Ηλία Βενέζη γιορτάστηκε η επέτειος στο κτίριο της Εθνικής Τράπεζας, στην πλατεία Κοτζιά (ο Βενέζης ήταν τότε υπάλληλος της τράπεζας). Κατέφθασαν όμως οι Γερμανοί, που είχαν την ευθύνη της αστυνόμευσης πλέον, υποχρέωσαν όσους συμμετείχαν να σταθούν με τα χέρια ψηλά μέχρι το βράδυ, ενώ έστειλαν και είκοσι περίπου από αυτά τα άτομα σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Κάποια δεν επέστρεψαν.

Για πρώτη φορά η επέτειος γιορτάστηκε επίσημα στις 28 Οκτωβρίου 1944 με παρέλαση ενώπιον του πρωθυπουργού Γεωργίου Παπανδρέου.

Στη σύγχρονη Ελλάδα, η Θεσσαλονίκη φιλοξενεί παραδοσιακά κάθε χρόνο τις επίσημες εκδηλώσεις για τον εορτασμό της εθνικής επετείου, η οποία συμπίπτει με τον εορτασμό της απελευθέρωσης της πόλης κατά τον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο και τη μνήμη του πολιούχου της Αγίου Δημητρίου. Κορωνίδα των εκδηλώσεων αποτελεί η μεγάλη στρατιωτική παρέλαση.

Προτού ακόμη εκπνεύσει το τελεσίγραφό τους, οι Ιταλοί είχαν εξαπολύσει τις ταξιαρχίες τους και οι πρώτες σφαίρες έσκιζαν την νυκτερινή σιωπή πάνω στα βουνά τής Ηπείρου. Στο πεδίο της μάχης, το 21ο φυλάκιο των ελληνοαλβανικών συνόρων, στο ύψωμα Γκόλιο, κοντά στην Πυρσόγιαννη Ιωαννίνων ήταν ο πρώτος στόχος. Εκεί πέφτει νεκρός ο πρώτος Έλληνας στρατιώτης που θυσιάστηκε για την πατρίδα στο έπος του ’40. Ο Βασίλειος Τσαβαλιάρης από την Πιαλεία Τρικάλων, ο οποίος σύμφωνα με πληροφορίες είχε καταταγεί εθελοντικά, χάνει τη ζωή του στα 28 του χρόνια στο χαράκωμα, στις 5 το πρωί της 28ης Οκτωβρίου καθώς η σφαίρα τού Ιταλού στρατιώτη τον βρήκε στο μέτωπο και τον σκότωσε. Στην ιδιαίτερη πατρίδα του, σε κεντρικό σημείο του χωριού έχει υψωθεί ανδριάντας του όπου κάθε χρόνο ανήμερα της εθνικής επετείου τιμάται η μνήμη του.

Σύμφωνα με το πρωτοσέλιδο της τότε εφημερίδας «ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ», στον πόλεμο του 1940 είχε καταταγεί ο μικρότερος δεκανέας του κόσμου, ο 13χρονος Αναστάσιος Χαραλαμπόπουλος. Ο μικρός βρέθηκε μέσα στο χώρο των αποσκευών σε ένα τρένο που έφτασε στην Κοζάνη μεταφέροντας στρατιώτες. Δήλωσε τότε ότι ήθελε να πάει στον πόλεμο μαζί με τον πατέρα του, που βρισκόταν στο τρένο. Τελικά ο πατέρας τον πήρε στο λόχο του και πολέμησε στην πρώτη γραμμή όταν ο ελληνικός στρατός μπήκε στην Κορυτσά.

Η Ηρώ Κωνσταντοπούλου ήταν μία μόνο από τις πολλές περιπτώσεις γυναικών που πρόσφεραν τα μέγιστα στην εθνική αντίσταση. Ξεχωρίζει όμως για το νεαρό της ηλικίας της –ήταν μόλις 17 ετών- και για τον τρόπο με τον οποίο εκτελέστηκε, με 17 σφαίρες, όσα και τα χρόνια της, για παραδειγματισμό.

Στο βιβλίο του Νίκου Γιαννόπουλου «Πόσο αλήθεια γνωρίζουμε το ’40; Οι άγνωστες πτυχές του ελληνοϊταλικού πολέμου» ο Μανώλης Γλέζος θυμάται για την 28η Οκτωβρίου 1940 «Την περίοδο εκείνη ήμουν πρωτοετής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο και κατοικούσα στο Μεταξουργείο. Ξυπνήσαμε από τον ήχο των σειρήνων και βγήκαμε στους δρόμους… Εγώ και οι συμφοιτητές μου πήγαμε στο φρουραρχείο Αθηνών, ακριβώς απέναντι από τον Σταθμό Λαρίσης. Εκεί έγινα μάρτυρας φοβερών σκηνών. Το κύριο χαρακτηριστικό ήταν ότι ο κόσμος δεν περίμενε την κλήτευση αλλά παρουσιαζόταν αυθόρμητα ώστε να καταταγεί. Παρουσιάστηκα και εγώ αλλά δεν με δέχθηκαν λόγω του ότι δεν είχα υπηρετήσει ακόμη τη στρατιωτική μου θητεία. ‘Ώσπου να σε γυμνάσουμε θα έχει τελειώσει ο πόλεμος’ μου είπαν».

«Να μιλήσω για ήρωες; Να μιλήσω για ήρωες: ο Μιχάλης που έφυγε μ’ ανοιχτές πληγές απ’ το νοσοκομείο ίσως μιλούσε για ήρωες όταν, τη νύχτα εκείνη που έσερνε το ποδάρι του μες στη συσκοτισμένη πολιτεία, ούρλιαζε ψηλαφώντας τον πόνο μας. ‘Στα σκοτεινά πηγαίνουμε, στα σκοτεινά προχωρούμε…’. Οι ήρωες προχωρούν στα σκοτεινά».

Με τα λόγια αυτά καταλήγει το ποίημα «Τελευταίος Σταθμός» του Γιώργου Σεφέρη, που γράφτηκε στις 5 Οκτωβρίου του 1944 στο Σαλέρνο της Ιταλίας, ενδιάμεσο σταθμό, όπου είχε καταφύγει η εξόριστη στην Αίγυπτο ελληνική κυβέρνηση, πριν από την οριστική επιστροφή στην απελευθερωμένη πλέον από την ναζιστική κατοχή Ελλάδα.

Ο Σεφέρης μιλά για ήρωες. Στο πρόσωπο του Μιχάλη ενσαρκώνονται οι αγώνες χιλιάδων ανωνύμων ηρώων, που αγωνίστηκαν με αυτοθυσία και αυταπάρνηση κατά την περίοδο 1940-44, ενσαρκώνοντας με την ηρωική στάση τους το ΟΧΙ.

Η Εκκλησία της Ελλάδος αποφάσισε το 1952 να μεταφέρει τη γιορτή της Φωτοφόρου Σκέπης της Υπεραγίας Θεοτόκου από την 1η στην 28η Οκτωβρίου ως ένδειξη ευγνωμοσύνης προς την Παναγία για την προστασία που προσέφερε στον αγώνα των Ελλήνων ενάντια στους Ιταλούς.

Παρά τις υπεράνθρωπες προσπάθειες του ελληνικού λαού, τελικά οι δυνάμεις του Άξονα επικρατούν τον Απρίλιο του 1941. Ο ηρωισμός των Ελλήνων μαχητών αναγνωρίζεται ακόμη και από τον ίδιο τον Χίτλερ, ο οποίος σε λόγο του στο Ραϊχσταγκ (04-05-1941), είπε: «Η ιστορική δικαιοσύνη με υποχρεώνει να διαπιστώσω ότι από όλους τους αντιπάλους που αντιμετωπίσαμε, ιδιαιτέρως ο Έλληνας στρατιώτης πολέμησε με παράτολμο θάρρος και ύψιστη περιφρόνηση προς το θάνατο. Συνθηκολόγησε δε μόνο όταν η εξακολούθηση της αντιστάσεως ήταν αδύνατη και δεν είχε κανένα νόημα».

Η Μάχη της Ελλάδας κατά των Ιταλικών δυνάμεων αρχικά και κατά των Γερμανικών, από τις 6 Απριλίου 1941, διήρκεσε συνολικά 216 ημέρες, γεγονός που προκάλεσε παγκόσμια κατάπληξη και έγινε αφορμή γενικευμένου θαυμασμού και εγκωμίων. Όταν οι Ευρωπαϊκές δυνάμεις υπέκυπταν η μία μετά την άλλη στην ιταλογερμανική λαίλαπα, η Ελλάδα, με σύμπνοια και αυτοθυσία, κατάφερε επί 160 ημέρες, να αναχαιτίσει την πανίσχυρη επιτιθέμενη Φασιστική Ιταλία. Η ατυχής για την Ιταλική φασιστική Αυτοκρατορία έκβαση της πεντάμηνης κατακτητικής προσπάθειας επισφραγίστηκε με την παταγώδη αποτυχία της μεγάλης Εαρινής Επίθεσης του Μαρτίου του 1941. Ο ίδιος ο Άγγλος Πρωθυπουργός, Ουίνστον Τσώρτσιλ, σε τηλεγράφημά του προς τον Έλληνα Πρωθυπουργό αναφέρει: «Η γενναιότητα και αποφασιστικότητα των Ελληνικών στρατευμάτων, που πήραν μέρος σ’ αυτές τις επιχειρήσεις κέρδισαν τον θαυμασμό όλων των ελευθέρων λαών του κόσμου». Ο ξένος τύπος εκθείαζε στην πλειονότητά του τη γενναιότητα των Ελλήνων. Σε ιαπωνική εφημερίδα γράφτηκε το Δεκέμβριο του 1940 –παρόλο που οι Ιάπωνες ήταν σύμμαχοι των Γερμανών- «Η χώρα μας, στην οποία τιμάται ιδιαίτερα η ανδρεία, παρακολουθεί με θαυμασμό τον αγώνα των Ελλήνων στην Αλβανία και μας συγκινεί τόσο, ώστε, παραμερίζοντας κάθε άλλο αίσθημα αναφωνούμε ‘Ζήτω η Ελλάδα’».

Η ηρωική αντίσταση της Ελλάδας στην απόπειρα της φασιστικής Ιταλίας να εισβάλει στο έδαφός της, που ξεκίνησε την 28η Οκτωβρίου 1940, αλλά και η προέλαση του ελληνικού στρατού στην υπό κατοχή αλβανική ενδοχώρα προκάλεσαν τον θαυμασμό όχι μόνο των δυτικών συμμάχων, αλλά και της γείτονος Τουρκίας. Η αρθρογραφία των τουρκικών εφημερίδων της εποχής αποτελεί αψευδή μάρτυρα των αισθημάτων συμπαράστασης και των επαίνων που είχαν προκαλέσει τα ελληνικά κατορθώματα εναντίον ενός σαφώς υπέρτερου, υλικά και αριθμητικά, αντιπάλου. Έγραφε χαρακτηριστικά ο Αμπιντίν Ντάβερ στη στήλη του στις 29/10/1940: «Οσα έθνη δεν δίνουν αξία στην ανεξαρτησία, στην εθνική κυριαρχία, στην τιμή και στην αξιοπρέπεια ανοίγουν τις αγκάλες τους στον κατακτητή. Αντιθέτως, τα έθνη που μένουν πιστά στα ιερά και τα όσιά τους προτάσσουν τα στήθη και τις λόγχες τους στον στρατό του κατακτητή. Η μικρή αλλά ηρωική Ελλάδα προτίμησε το δεύτερο. Δεν θα μπορούσε να πράξει αλλιώς η κληρονόμος ενός αρχαίου πολιτισμού, ένα έθνος που επέδειξε το θάρρος πολύχρονων αγώνων για να αποκτήσει την ανεξαρτησία του, έστω και εναντίον μας. (…) Η συμπάθεια και η φιλία του τουρκικού έθνους στρέφεται προς το ελληνικό έθνος για την άδικη επίθεση που υπέστη. Το υλικώς μικρό αυτό έθνος έχει μεταβληθεί ηθικώς σε μέγα, διότι μάχεται όχι μόνο για τη δική του ανεξαρτησία, αλλά για την ανεξαρτησία και την απελευθέρωση όλων των καταπιεσμένων εθνών». (Πηγή: Γεώργιος Αγγελετόπουλος).

 

Διάγγελμα του Ιωάννη Μεταξά προς τον ελληνικό λαό (28-10-1940)

Προς τον ελληνικόν λαόν,

Η στιγμή επέστη που θα αγωνισθώμεν διά την ανεξαρτησίαν της Ελλάδος, την ακεραιότητα και την τιμήν της. Μολονότι επεδείξαμεν την πλέον αυστηράν ουδετερότητα και ίσην, προς όλους, η Ιταλία μη αναγνωρίζουσα εις ημας το δικαίωμα να ζώμεν ως ελεύθεροι Έλληνες μου εζήτησεν σήμερον την 3ην πρωινήν ώραν, την παράδοσιν τμημάτων του εθνικού εδάφους κατά την ιδίαν αυτής βούλησιν ότι προς κατάληψιν αυτών η κίνησις των στρατευμάτων της θα ήρχιζε την 6ην πρωινήν. Απήντησα εις τον Ιταλόν Πρέσβυν ότι θεωρώ και το αίτημα αυτό καθ’ εαυτό και τον τρόπον με τον οποίον γίνεται τούτο ως κήρυξιν πολέμου της Ιταλίας κατά της Ελλάδος.

Έλληνες,

τώρα θα αποδείξωμεν εάν είμεθα άξιοι των προγόνων μας και της ελευθερίας, την οποίαν μας εξησφάλισαν οι προπάτορές μας. Όλον το Έθνος ας εγερθή σύσσωμον, αγωνισθήτε διά την Πατρίδα, τας γυναίκας, τα παιδιά σας, και τας ιεράς μας παραδόσεις.

Νυν υπέρ πάντων ο αγών

Ο Πρόεδρος της Κυβερνήσεως

Ιωάννης Μεταξάς

 

Διάγγελμα του Βασιλιά Γεωργίου Β΄ προς τον ελληνικό λαό (28-10-1940)

Πρὸς τὸν ἑλληνικὸν λαόν,

Ὁ πρόεδρος τῆς Κυβερνήσεως ἀνήγγειλε πρὸ ὀλίγου ὑπὸ ποίους ὅρους ἠναγκάσθημεν νὰ κατέλθωμεν εἰς πόλεμον κατὰ τῆς Ἰταλίας, ἐπιβουλευθείσης τὴν ἀνεξαρτησίαν τῆς Ἑλλάδος.

Κατὰ τὴν μεγάλην αὐτὴν στιγμὴν εἶμαι βέβαιος, ὅτι κάθε Ἕλλην καὶ κάθε Ἑλληνὶς θὰ ἐπιτελέσῃ τὸ καθῆκον μέχρι τέλους καὶ θὰ φανῇ ἀντάξιος τῆς ἐνδόξου ἡμῶν ἱστορίας.

Μὲ πίστιν εἰς τὸν Θεὸν καὶ εἰς τὰ Πεπρωμένα τῆς φυλῆς, τὸ Ἔθνος σύσσωμον καὶ πειθαρχοῦν ὡς εἷς ἄνθρωπος θὰ ἀγωνισθῇ ὑπὲρ βωμῶν καὶ ἑστιῶν μέχρι τῆς τελικῆς νίκης.

Ἐν τοῖς ἀνακτόροις τῶν Ἀθηνῶν τῇ 28ῃ Ὀκτωβρίου 1940

Γεώργιος Β΄

 

 

Μήνυμα Αρχιεπισκόπου Αθηνών προς τον ελληνικό λαό (28-10-1940)

Τέκνα εν Κυρίω αγαπητά

Η Α.Μ. ο Βασιλεύς και ο πρόεδρος της εθνικής ημών κυβερνήσεως καλούν ημάς πάντας ίνα αποδυθώμεν εις Άγιον υπέρ Πίστεως και Πατρίδος αμυντικόν αγώνα. Η Εκκλησία ευλογεί τα όπλα τα ιερά και πέποιθεν ότι τα τέκνα της Πατρίδος ευπειθή εις το κέλευσμα Αυτής και του Θεού θα σπεύσουν εν μιά ψυχή και καρδιά ν΄ αγωνισθούν υπέρ βωμών και εστιών και της Ελευθερίας και τιμής και θα συνεχίσουν ούτω την απ΄ αιώνων πολλών αδιάκοπον σειράν των τιμίων και ενδόξων αγώνων και θα προτιμήσουν τον ωραίον θάνατον από την άσχημον ζωήν της δουλείας. Και μη φοβούμεθα από των αποκτεινόντων το σώμα, την δε ψυχήν μη δυναμένων αποκτείναι, ας φοβούμεθα δε μάλλον τον δυνάμενον και ψυχή και σώμα απωλέσαι.
Επιρρίψωμεν επί Κύριον την μέριμναν ημών και Αυτός θα είναι βοηθός και αντιλήπτωρ εν τη αμύνη κατά της αδίκου επιθέσεως των εχθρών. Ούτοι εν άρμασι και ούτοι εν ίπποις, ημείς δε εν ονόματι Κυρίου του Θεού και εν τη γενναιότητι και ανδρεία μεγαλυνθησόμεθα.

Η χάρις του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και η αγάπη του Θεού και Πατρός είη ματά πάντων ημών.

Ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος Χρύσανθος.

 

Ημερήσια Διαταγή Αρχιστράτηγου (28-10-1940)

Η Α.Μ. ο Βασιλεύς και η Εθνική Κυβέρνησις μου ενεπιστεύθησαν την αρχηγίαν του Στρατού.

Αναλαμβάνων αυτήν, καλώ τους Αξιωματικούς και οπλίτας του Ελληνικού Στρατού εις την εκτέλεσιν του υψίστου προς την Πατρίδα καθήκοντος με την μεγαλυτέραν αυταπάρνησιν και σταθερότητα. Ουδείς πρέπει να υστερήσει.

Η υπόθεσις του αγώνος, τον οποίον μας επέβαλεν ο αχαλίνωτος ιμπεριαλισμός μιας Μεγάλης Δυνάμεως, η οποία ουδέν είχε ποτέ να φοβηθή από ημάς, είναι η δικαιοτέρα υπόθεσις, την οποίαν είναι δυνατόν να υπερασπισθή ένας Στρατός. Πρόκειται περί αγώνος υπάρξεως. Θα πολεμήσωμεν με πείσμα, με αδάμαστον εγκαρτέρησιν, με αμείωτον μέχρι τελευταίας πνοής ενεργητικότητα. Έχω ακράδαντον την πεποίθησιν ότι ο Ελληνικός Στρατός θα γράψη νέας λαμπράς σελίδας εις την ένδοξον ιστορίαν του Έθνους.

Μή αμφιβάλλετε ότι τελικώς θα επικρατήσωμεν με την βοήθειαν και την ευλογίαν του Θεού και τας ευχάς του Έθνους.

Έλληνες Αξιωματικοί και οπλίται φανήτε ήρωες!

Αρχιστράτηγος Αλέξανδρος Παπάγος

 

Τηλεγράφημα Τσώρτσιλ προς Ι. Μεταξά (28-10-40)

Προς Πρωθυπουργόν Ελλάδος κ. Ι. Μεταξά

Λονδίνο 28 Οκτωβρίου 1940

Αι απειλαί και αι εκφοβιστικαί προσπάθειαι της Ιταλίας απεδείχθησαν ανίσχυροι προ του ηρέμου θάρρους σας. Δι΄ ο και προσέφυγεν αύτη εις απρόκλητον επίθεσιν κατά της πατρίδος σας, αναζητούσα εις αβασίμους κατηγορίας την δικαίωσιν της επαισχύντου πράξεώς της. Ο τρόπος κατά τον οποίον ο ελληνικός λαός, υπό την ανταξίαν αυτού ηγεσίαν σας, αντιμετώπισε τους κινδύνους και τας προκλήσεις των τελευταίων μηνών, προκαλεί τον θαυμασμόν του Βρεττανικού λαού διά την Ελλάδα. Αι μεγάλαι αρεταί του ελληνικού λαού θα τον στηρίξουν και κατά την παρούσαν δοκιμασίαν.

Θα σας παράσχωμεν πάσαν δυνατήν συνδρομήν, θα πολεμήσωμεν μαζί σας τον κοινόν εχθρόν και μαζί θα μοιρασθώμεν την νίκην μας.

Ουΐνστων Τσώρτσιλ

 

 

 

*Σημ. Η «Άλα Λιτόρια» που αναφέρει ο Σεφέρης ήταν η αεροπορική εταιρεία της Ιταλίας που μετά τον πόλεμο έγινε γνωστή ως «Alitalia».
Τα επόμενα τέσσερα χρόνια της Κατοχής, και τα επόμενα άλλα τόσα που η πατρίδα σπαράχτηκε από τον Εμφύλιο, πολλά σπίτια έκλεισαν, οικογένειες ξεκληρίστηκαν, πολλοί άνθρωποι χάθηκαν.  
Ο Γιώργος Σεφέρης τις επόμενες εβδομάδες θα έπαιρνε το δρόμο για την Αίγυπτο, ακολουθώντας την ηγεσία του υπουργείου του. Η ηθοποιός Ελένη Παπαδάκη έμελλε να εκτελεστεί κατά την περίοδο του Εμφυλίου. Ένας από τους σκόρερ της ομάδας του «Πειραιώς» που  σκόραρε στο νικηφόρο μάτς απέναντι στην ομάδα των «Πατρών», ο Νίκος Γόδας, παίκτης του Ολυμπιακού, δεν ξανάβαλε γκολ, ούτε ξανάπαιξε μπάλα. Έλαβε μέρος στη μάχη της Κοκκινιάς το 1944 με τον ΕΛΑΣ, και εκτελέστηκε το 1948 στην Κέρκυρα ως κομμουνιστής. Ήταν πράγματι, αλλιώτικη εκείνη η αυγή που είδε ο Σεφέρης να χαράζει πίσω από τον Υμηττό, κι έμελλε να φέρει, ένα μεγάλο αιματοβαμμένο μεσημέρι.
Ο Εμφύλιος ήταν το οικτρό αποτέλεσμα ενός αιματηρού πολέμου για την ελευθερία… τα αίτιά του βαθιά και ριζωμένα ακόμη και στο παρελθόν. Ο Ελληνικός λαός διχασμένος και πληγωμένος εξαργύρωνε τη λευτεριά του με το ίδιο του το αίμα, με το αίμα των αδελφών του, με το αίμα των παιδιών του… 
Πηγές
1.https://www.topontiki.gr/2021/10/28/i-athina-tin-paramoni-tou-polemou-photos-video/
2. https://pavlosmelas.gr/afieroma_28okt1940_83xroniaprin/
3. https://www.kathimerini.gr/society/561557995/28i-oktovrioy-1940-i-epeteios-toy-ochi-ti-giortazoyme

Λένη Ζάχαρη

Η Λένη Ζάχαρη γεννήθηκε και μεγάλωσε στον Πειραιά. Σπούδασε Θεολογία και Ιστορία στο ΕΚΠΑ. Έχει εκδώσει την ποιητική συλλογή "Να με λες Ελένη", από τις εκδόσεις Λέμβος. Αρθρογραφεί στο Περί ου.

Αφήστε μια απάντηση

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.