Ο Κωστής, στην έκθεσή του στη Gallery Roma, συνεχίζει το ταξίδι του με τον κεραυνό-αρχετυπικό σύμβολο, αποθησαυρισμένο στη συλλογική μνήμη ως σύζευξη ουρανού και γης, ταυτόχρονα σαγηνευτικό και τρομακτικό, πηγή δημιουργίας ηλεκτρισμού, ενέργειας και ζωής.
Ο ηλεκτρισμός, ταυτόσημος με την τεχνολογική εξέλιξη και τη νεωτερικότητα, αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για τους καλλιτέχνες των αρχών του εικοστού αιώνα, που τον απεικόνισαν ποικιλοτρόπως στα έργα τους, όπως για παράδειγμα ο φουτουριστής Giacomo Balla, ο υπερρεαλιστής Oscar Dominguez και ο ρεαλιστής Raoul Dufy. Αργότερα ο ηλεκτρισμός θα πάψει να αποτελεί αντικείμενο εικονογράφησης και θα αξιοποιηθεί στην πηγή του, ως ενέργεια, κίνηση και φως.
Με τον τρόπο αυτό προσεγγίζει τον ηλεκτρισμό και ο Costis, ο οποίος τη φλόγα, την ηλεκτρική εκκένωση στην ατμόσφαιρα, κατορθώνει σαν άλλος Προμηθέας να την μεταφέρει στη Γη, αλλά και να την παραγάγει ο ίδιος με τη βοήθεια των νέων τεχνολογιών και με συναρμολογημένα ηλεκτρικά κυκλώματα, τα οποία αξιοποιούν νανοστοιχεία από υπολογιστές. Η φύση μεταφερμένη στα μέτρα του ανθρώπου, σε ένα ηλεκτρικό περιβάλλον, με τον κεραυνό να προσομοιάζει στις φυσικές του ιδιότητες μέσα στον αέρα που αναπνέουμε συνοδευόμενος από τον ήχο της βροντής, από το φως και την εμφάνιση – εξαφάνιση της αστραπής. Τούτη τη φορά, όμως, οι λάμψεις φαντάζουν διαφορετικές, πιο μεγάλες σε μήκος και πλάτος ενώ ο κρότος της βροντής ακούγεται αλλόκοτος, απρόβλεπτος, αφού με τη διάδραση, την παρουσία και την ανάσα του θεατή (και συνεπώς την επιπλέον δημιουργούμενη υγρασία) στο περιβάλλον των έργων (που δεν είναι ready mades, assemblages από found objects), επηρεάζεται η μορφή και το σχήμα του κεραυνού, σαν σε καταιγίδα.
Ήδη από την εποχή του Ηράκλειτου, που αποφαινόταν ότι ο κεραυνός, το αΐδιον πυρ, κυβερνά τα πάντα, διαθέτει φρόνηση και είναι η αιτία διακυβέρνησης του Σύμπαντος κόσμου, είχε επισημανθεί μέσα από τον μύθο (ή εν σπέρματι μέσα από την επιστήμη) η σύνδεση του Ανθρώπου με τη Φύση.
Ο θεατής της έκθεσης βλέπει καθαρά μπροστά στα μάτια του να εκτυλίσσεται σε ανθρώπινη κλίμακα η διαδικασία της φυσικής αρμονίας και της τάξης του ενεργειακού συστήματος της υφηλίου, μέρος του οποίου, σαν σε καθρέφτη, αποτελεί κι ο ίδιος, αφού ο ηλεκτρισμός συνιστά αναγκαία συνθήκη της ύπαρξής του. Οι διχαλωτές γλώσσες της αστραπής, παραπέμπουν στους δενδρίτες, στις συνάψεις των νευρώνων που μέσω ηλεκτρικών σημάτων συντονίζουν τη μυική του δραστηριότητα, ρυθμίζουν τις αυτόνομες λειτουργίες του, προσλαμβάνουν τη γνώση και συγκρατούν τις αναμνήσεις του. Η μνήμη και το αποτύπωμά της, ο εαυτός που χτίζει επιλεκτικά την ταυτότητά του πάνω σ’ αυτά που ήδη έχει ζήσει. Ο κεραυνός, η αστραπή εντός του και όχι απέναντί του ως δύναμη καταστροφής. Στα ηλεκτρικά έργα του Κωστή, στα οποία η τέχνη συναντά την τεχνολογία και τον κυβερνοχώρο και ταυτόχρονα υπερβαίνει τα όρια φύσης και επιστήμης, ο κεραυνός καθιστά τον άνθρωπο κομμάτι του Κόσμου, αποτελεί ενωτική και αγαθοποιό συμπαντική δύναμη.
Πολλές φορές έχει υμνηθεί η δημιουργία του Κωστή και μάλιστα από εξαίρετους κριτικούς (όπως οι Pierre Restany και Jacques Donguy) και έχει φιλοξενηθεί ο κεραυνός του σε αίθουσες τέχνης και μουσεία. Θα ξεχωρίζαμε τα έργα με τον κεραυνό στις συλλογές του ΕΜΣΤ και της Εθνικής Πινακοθήκης και, κυρίως, εκείνα που συστεγάζονται με «ηλεκτρικά» έργα των Raoul Dufy, Man Ray, Pol Bury, Julio Le Parc, Bernard Caillaud στο Musée Electropolis στη Mulhouse της Γαλλίας. Αυτή τη φορά, όμως, ο Κωστής κατορθώνει την αόρατη και πανταχού παρούσα συμπαντική ενέργεια του κεραυνού να την ενσωματώσει στον ποιητικό του λόγο και να την μετατρέψει σε αισθητική μιας asemic οπτικής ποίησης ‒ διερευνητικής του φυσικού φαινομένου, της ηλεκτρικής και «γραμμικής» δομής του. Με την έννοια αυτή η ποίησή του θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και «eco-asemics» αλλά όχι «found asemics» (όπως για παράδειγμα οι οκτώ ασπρόμαυρες φωτογραφίες του Nico Vassilakis με γραμμικές πτήσεις μεταναστατευτικών πουλιών στο Asemic Migration, 2022), καθώς αυτή δεν αποτελεί καταρχήν προϊόν θέασης αλλά ενεργητικής παραγωγής του φαινομένου.
Μέσα στις δεκαπέντε εμπρόθετες και συνάμα τυχαίες καταγραφές του ηλεκτροφόρου κεραυνού κι ένα βίντεο με τον κεραυνό σε αργή κίνηση, επενδεδυμένο με την ηλεκτρονική μουσική του Κώστα Μαντζώρου, ο Κωστής με τη βοήθεια του έργου του Vision (όραση-όραμα) το οποίο φέρει κοίλο καθρέφτη απόλυτης κυρτότητας αγορασμένον από το Murano, πετυχαίνει χρησιμοποιώντας τον ως φίλτρο να αποτυπώσει την ομορφιά της μπλε αύρας του κεραυνού. Συνθέτει έτσι ένα μπλε αλφάβητο, του οποίου υλικό είναι η ισχύς των αρχέγονων κεραυνικών σχημάτων, των διαδοχικών εικόνων του με τις καμπύλες, τις γωνίες, τις ηλεκτρικές «γραμμές» του. Είναι η οπτική «μετάφραση» της μπλε ελικοειδούς γραμμικότητας, της πολυγραμμικής εικόνας του κεραυνού εκτός και εντός του σώματός μας σε έντυπη και ηλεκτρονική μορφή.
Οι μπλε οπτικές απεικονίσεις του κεραυνού (σε συστοιχία με τις ηλεκτρικές «γραμμικές» του εκφορτίσεις και όχι τις τυπογραφικές του Γουτεμβέργιου), τα τυχαία οιονεί «γράμματα» που έχουν συλληφθεί από τον φωτογραφικό φακό σχηματίζοντας ένα «μοτίβο» γραφής αποτελούν τον asemic οπτικό άξονα του έργου του Κωστή, γράμματα εν τω γεννάσθαι και εν τω γίγνεσθαι, ριζωμένα, όπως εμπνευσμένα υποστήριξε ο Restany, στο μεσοδιάστημα «μη-είναι» και «είναι». Η παραγωγή και αποτύπωση της εξέλιξής τους, της φευγαλέας παρουσίας τους σηματοδοτεί την αέναη διαδικασία γένεσης και μεταβολής τους, που ποτέ όμως δεν οδηγεί στην ολοκλήρωσή τους ως μονάδων νοήματος με συγκεκριμένο σημασιολογικό περιεχόμενο. Οι μπλε «διατάξεις» του κεραυνού δεν λειτουργούν ως δομικά υλικά μιας ευρύτερης κατασκευής. Αποτελούν αυθύπαρκτες δομές, καταγραφές της διαδικασίας παραγωγής και σχηματισμού του γράμματος. Η ποιητική του Κωστή επικεντρώνεται στην προ-σημειακή κατάσταση του γλωσσικού είναι, εστιάζει στην κινητήρια δύναμη για τη δημιουργία του νοήματος, σε μια αέναη διαδικασία “διαφωράς” (différance), η οποία οδηγεί στη διαρκή αναβολή σχηματισμού ενός τελικού και οριστικού γράμματος. Όπως το «φως» και η αστραπή έχουν νόημα επειδή υπάρχει το «σκοτάδι», όπως το νόημα σχηματίζεται μέσω των σχέσεων και των αντιθέσεων μεταξύ των σημείων, έτσι και οι μπλε «σκιές» του κεραυνού διαρκώς ρευστές και μεταβατικές διαφέρουν συνεχώς από τις προηγούμενες και τις επόμενές τους και αναβάλλουν τη μορφοποίησή τους σε σημεία. Τα μη αναγνώσιμα μπλε σημαίνοντα του κεραυνού αποτελούν κίνηση και μελέτη στο επίπεδο του DNA του γράμματος, σε έναν χώρο που παραμένει asemic, τυχαίος, «παιγνιώδης» και χωρίς όρια.
Το μπλε αλφάβητο παράγει και μεταδίδει στον θεατή τα οπτικά, κινητικά και ακουστικά δεδομένα του. Σε έναν υπερνοηματοδοτημένο κόσμο αποτελεί ένα οπτικο-ακουστικό-κινητικό ποιείν εφήμερων ριζιτών και δενδριτών. Ο θεατής καλείται αυτή τη «γλώσσα» που βρίσκεται εντός του και ταυτόχρονα έξω στον κόσμο στον οποίο ζει, να την δει και να την ερμηνεύσει: να διαβάσει το οράν. Να βρει νέους τρόπους επεξεργασίας των εισερχόμενων οπτικών πληροφοριών, να αναγνώσει asemic σχηματισμούς τόσο παλιούς όσο η ίδια η όραση. Δύο είναι οι κατευθύνσεις που μας υποβάλλει η μπλε ηλεκτρική αλφαβήτα: εκείνη των πολλαπλών ερμηνειών και εκείνη του «κενού» νοήματος («κενού» με την έννοια της αδυναμίας του σημαίνοντος να αντιστοιχιστεί με το σημαινόμενό του και όχι με την έννοια ότι το μπλε σημαίνον δεν έχει νόημα ως δράση ή χειρονομία). Ο αναγνώστης/θεατής από τη θέση του συμπαραγωγού του νοήματος στην ανοιχτή αυτή ποιητική φόρμα, δεν έχει παρά να επιλέξει και να διαμορφώσει την υποκειμενική του ερμηνεία. Η ανοικτότητα μάλιστα της asemic φόρμας, επιτρέπει στους αναγνώστες/θεατές να αναγνώσουν το έργο με παρόμοιους τρόπους ανεξαρτήτως της φυσικής τους γλώσσας.
Από τη δεκαετία του ՚90 που οι οπτικοί ποιητές Tim Gaze και Jim Leftwich υιοθέτησαν για πρώτη φορά τον καταχρηστικό όρο «asemic» ( καταχρηστικό με την έννοια ότι δεν υπάρχει «βαθμός μηδέν του νοήματος») για να ονομάσουν τα ημι-καλλιγραφικά έργα τους μέχρι σήμερα, τις πρώτες δεκαετίες του 21ου αιώνα, η asemic οπτική ποίηση έχει ανθίσει και έχει εξελιχθεί σε ένα πολυτροπικό διεθνές κίνημα. Αν και η παράδοσή της πηγαίνει τόσο πίσω, όσο στα χαράγματα και τα πρώτα σκαλίσματα στις σπηλιές, στα δυσανάγνωστα ή ακατανόητα γραφήματα, στα μη αναγνώσιμα σημάδια, η σύγχρονη εκδήλωσή της αντλεί από ποικίλα αλφάβητα και αγκαλιάζει τη digital αισθητική. Ίσως οι multimedia τεχνολογικές κοινωνίες τού σήμερα να περιγράφουν τα έργα της asemic οπτικής ποίησης με όρους αρχαϊκής επιστροφής στο παρελθόν της οπτικής ποίησης, όμως αποτελούν εκδήλωση της σύγχρονης επιθυμίας για αποκαθήλωση της λέξης και του τυποποιημένου γράμματος από τον θρόνο τους. Αποτελούν πτυχή της αποσταθεροποίησης και διάλυσης της λέξης, του γράμματος, του θεσμοποιημένου ίχνους της γραφής και συνάμα οπτική διερεύνηση του πιο λιτού και μινιμαλιστικού υλικού του αλφάβητου.
Η «μπλε ποιητική» του Κωστή, με τη συνδρομή των νέων τεχνολογιών και του κυβερνοχώρου, κατορθώνει αρχικά να συναρθρώσει το οντολογικό γεγονός του κεραυνού με τη συνείδηση του “είναι” του θεατή. Τα ρέοντα και φευγαλέα «γράμματα» του κεραυνού, η κίνησή τους μεταξύ αγώγιμων και μη αγώγιμων στοιχείων, είναι εκείνη που παρέχει το έναυσμα για αυτοστοχασμό και αυτοσυνειδησία. Θεωρούμενα ωστόσο στο πλαίσιο της asemic οπτικής ποίησης, τα μπλε ελικωτά, «ημιτονοειδή», ασύμμετρα γράμματα, με το μήκος, το πλάτος, τον ήχο, την κατεύθυνση, το χρώμα τους, υποδεικνύουν μιαν άλλη γλώσσα, αποτελούν προετοιμασία για ένα μελλοντικό γλωσσικό γεγονός, για μιαν άλλη, ανατρεπτική αλφαβήτα με «γράμματα» ελευθερωμένα από την τυπογραφική ασφυξία αιώνων.


