You are currently viewing Βάλτερ Πούχνερ: Η απώλεια της ιστορικότητας και η μειοδοσία του μέλλοντος

Βάλτερ Πούχνερ: Η απώλεια της ιστορικότητας και η μειοδοσία του μέλλοντος

Xωρίς ιστορία δεν υπάρχει και προοπτική μέλλοντος. Χωρίς το ιστορικό, πώς φτάσαμε έως εδώ, δεν καταλαβαίνουμε τι μας γίνεται. Όλος ο πλανήτης, κι εμείς πάνω σ’ αυτόν, τα έργα μας και οι λέξεις μας, είναι φορείς μνήμης και αναμνήσεων, τα σώματά μας κι ο εγκέφαλός μας, οι ψυχές μας και οι κοινωνίες μας. Είμαστε ιστορικά φαινόμενα. Κι όσο περισσότερο προσπαθούμε να το ξεχάσουμε μέσα στη μέθη της προόδου, τόσο περισσότερο διαφαίνεται η άδηλη δέση μας με την εξέλιξη. Η μεγάλη μητέρα των μαθημάτων, η Ιστορία, κρατά τα κλειδιά της κατανόησης αυτού του αλλόκοτου κόσμου. Η αποθέωση της στιγμής από την τεχνολογία, και η επανάληψη των ιδίων από τη βιομηχανία είναι φαντασιώσεις μόνο της δυνατότητας διαφυγής από τον χρόνο· ένα είδος ανεστραμμένης μεταφυσικής, που δεν ευαγγελίζεται το αέναο, αλλά το ακαριαίο της στιγμής. Στην πράξη όμως, και την πρακτική, καταντάει απλώς βιασύνη. Οψέ Θεών αλέουσι μύλοι, αλέουσι δε λεπτά.

Η διαφαινόμενη φούσκα της ΤΝ μπορεί να αποδειχτεί οικονομική λόγω του υπερβολικού ενθουσιασμού των επενδυτών, μπορεί όμως να είναι και πιο ουσιαστική, εξαιτίας των ανεδαφικών και φαντασιακών προσδοκιών του κόσμου, πως βρέθηκε η λύση για την άβολη ευθύνη της διαμόρφωσης του μέλλοντος από τους ίδιους τους ανθρώπους, μέσα στον κόσμο τον παράξενο, έτσι όπως έχει γίνει, και πως η δυσβάστακτη έκθεση στο άγνωστο και το πεπρωμένο μπορεί να μειωθεί. Μια quasi-θεϊκή αρχή απαλλάσσει το ένδοξο γένος των εγκεφάλων από τον κόπο της οργάνωσης του μέλλοντος και την επεξεργασία ρεαλιστικών ιδεών και υψιπετών ουτοπιών, πώς θα ήθελαν να είναι ο κόσμος του αύριο, ώστε να γίνουν προσπάθειες για (μερική πάντα) επίτευξη του στόχου τούτου. Προς το παρόν δεν έχουμε ξεκάθαρη ιδέα τι θα θέλαμε και πώς μπορεί αυτό να πραγματοποιηθεί. Και κυρίως: πώς μπορούμε να βγούμε από το λούκι στο οποίο έχουμε πέσει και από αυτή την παγίδα την οποία έχουμε στήσει εμείς οι ίδιοι. Αυτές οι σκέψεις θέλουν χρόνο, επαφή με τη φύση και ψυχική γενναιοδωρία. Η προηγμένη υπερτεχνολογία είναι ακριβώς το αντίθετο από αυτά. Κάνουμε ένα εργαλείο θεό, ενώ χρειάζεται ενσυναισθητική ανθρώπινη ευφυΐα (όχι απλώς καινοτομία) και ιστορικές γνώσεις για τη φύση της οντολογικής υπόστασης των οργανισμών.

Κάθε εποχή οργανώνει τα του οίκου της σύμφωνα με τις ανάγκες του παρόντος και ερμηνεύει τις προηγούμενες εποχές με ιδέες και κριτήρια του σύγχρονου κόσμου, υπογραμμίζοντας φαινόμενα συγγενικά και παρερμηνεύοντας τη διαφορετικότητα. Κάθε εποχή του ευρωπαϊκού πολιτισμού προσπαθεί να κάνει τα πράγματα διαφορετικά από την προηγούμενη και προσδιορίζει την ταυτότητά της σε αντίστιξη με το άμεσο παρελθόν. Η τελευταία συγκροτημένη κοσμοθεωρία ήταν η αστική του 18ου και 19ου αιώνα, και οι αλλεπάλληλες ανατροπές αυτής φτάνουν έως τον 21ο αιώνα. Οι θρησκείες στον δυτικό κόσμο χάνουν έδαφος επιρροής, και οι όποιες ιδεολογίες έχουν απωλέσει την επιδραστικότητά τους. Αυτό που επικρατεί δεν είναι ιδέες ή πεποιθήσεις αλλά πρακτικές κι εφαρμογές: η οικονομολογική σκέψη και η πρόοδος της τεχνολογίας. Και αυτές οι αλλαγές είναι τόσο ουσιαστικές, που το παρελθόν ουσιαστικά δεν χρειάζεται πια, γιατί φαίνεται πως σε τίποτε δεν είναι χρήσιμη η σύγκριση με τα περασμένα.

 

Απόρροια αυτής της παροντολαγνείας είναι η απώλεια της ιστορικής διάστασης των πολιτισμών και αυτής της ίδιας της υπόστασης του ανθρώπου και της φύσης και του πλανήτη, αγνοώντας τα δεδομένα της ύπαρξής μας ως οργανισμών και αναζητώντας το μέλλον σε μια τεχνολογία, που προσποιείται πως μπορεί να υποκαταστήσει τον άνθρωπο και την οργανική ζωή. Μέσα στη μέθη της καινοτομίας λησμονούνται οι οντολογικές βάσεις της ύπαρξής μας, και η λύση όλων των προβλημάτων που έχουν συσσωρευτεί εναποτίθενται στις «μυθικές» ικανότητες της προηγμένης τεχνολογίας, η οποία μας ξεπερνά σε τέτοιο βαθμό, που μπορούμε πλέον να ησυχάσουμε, πως το μέλλον μας είναι εξασφαλισμένο. Κάτι σαν αυτόματος πιλότος. Αυτή η παιδιάστικη εμπιστοσύνη αποκαλύπτεται ως ανεδαφική και αφελής, μόλις σκεφτούμε π. χ. την κλιματική καταστροφή η οποία βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη και δεν ξέρουμε πού θα καταλήξει. Πάντως όχι σε κάτι καλύτερο.

Αυτή η παροντολογική αγκύλωση εκδηλώνεται σε όλα τα επίπεδα του επιστητού με διαφορετικές επιμέρους αποχρώσεις. Στον πολιτισμό είναι η σχεδόν αποκλειστική ενασχόληση με τα σημερινά φαινόμενα· και τα ιστορικά είτε περιβάλλονται με την αύρα μιας μουσειακής ύπαρξης ως νεκρά εκθέματα που συντηρούνται, είτε επικαιροποιούνται με τη βίαια μεθερμηνεία των όποιων εκσυγχρονιστικών τάσεων στη δημιουργία· κι αυτές φτάνουν σε μερικές περιπτώσεις σε τραγελαφικά αποτελέσματα. Καλό παράδειγμα για την ορμή των βίαιων εκσυγχρονισμών ως μεταμοντέρνο αισθητικό δόγμα δεν είναι μόνο οι ερμηνείες των κλασικών συγγραφέων στο «μεταδραματικό» θέατρο, ιδίως στην περίπτωση της αρχαίας τραγωδίας, αλλά και όλη η λογοτεχνία, που ασχολείται, ως κριτική και ως δημιουργία, σχεδόν αποκλειστικά με τη σύγχρονη παραγωγή.

 

Οι αλγόριθμοι στις μεγάλες πλατφόρμες του ηλεκτρονικού πολιτισμού προβάλλουν κυρίως τη εφήμερη κουλτούρα της επικαιρότητας, και η επιλογή αυτή επιβάλλεται από τις σκοποθεσίες της προώθησης πολιτιστικών προϊόντων για πώληση και «κατανάλωση». Οι σχετικές διαφημίσεις δεν ασχολούνται με αισθητικές, μορφολογίες, υφολογίες, αξίες, ιδέες κτλ. και ένα μέρος της κριτικής παρουσίασής τους έχει στόχο απλώς τη υπερθετική γνωστοποίηση τους στην αγορά με κριτήριο την εμπορευματική αξία τους ως αναγνωστικό αγαθό προς πώληση.

Ήδη η κλασική πρωτοπορία του 1900 είναι θύμα μιας τέτοιας αντιμετώπισης, γιατί το ξεπερασμένο και παρωχημένο δεν συγκινεί τους εν δυνάμει αγοραστές. Είναι στην κυριολεξία οι χρονικές επέτειοι (γενέθλια, θάνατοι) ονομαστών συγγραφέων του παρελθόντος και τα σχετικά αφιερώματα κάποιων λογοτεχνικών περιοδικών ή η επανέκδοση κάποιου παλιού έργου ή απάντων από συγκεκριμένο εκδοτικό οίκο (όπως του Καζαντζάκη ή του Hermann Hesse), που ανοίγουν ένα παράθυρο προς τον παρελθόν· πιο σπάνια ένα αφιέρωμα σε για κάποιο παλαιότερο καλλιτεχνικό ρεύμα. Αυτή η τάση της περιθωριοποίησης του απώτερου λογοτεχνικού παρελθόντος (και με απώτερο εννοούμε εδώ ένα χρονικό όριο πέρα από τα 50-70 χρόνια – το 70 είναι ο μαγικός αριθμός της ισχύος των πνευματικών δικαιωμάτων) έχει ως αποτέλεσμα τη μερική αποκοπή της σημερινής λογοτεχνίας από το παρελθόν της. Κατά την αντίληψη αυτή αυτό είναι δουλειά των φιλολόγων και ιστορικών που ζουν στον δικό τους κόσμο. Η νέα κριτική έκδοση των Απάντων του Παλαμά έχει απασχολήσει πολύ λιγότερο τον πνευματικό βίο και τη λογοτεχνική κριτική απ’ ό,τι τα Άπαντα του Καζαντζάκη, που συνοδεύονται με ολόκληρη καμπάνια διαφήμισης, για να δικαιολογηθεί και να αποσβεστεί η δαπάνη της απόκτησης των δικαιωμάτων για τη δημοσίευση των έργων του.

Η ετικέτα του démodé πλανάται σαν φάντασμα πάνω από την αγορά του βιβλίου, που διψά κυρίως για τα νέα και καινοτόμα προϊόντα του πνευματικού βίου, τα οποία έχουν κάποια ελπίδα μαζικότερων πωλήσεων. Έτσι δεν είναι διακινδυνευμένη η διάγνωση, πως η λογοτεχνία κατευθύνεται όλο περισσότερο από αλγόριθμους ενδεχόμενης κερδοφορίας, από καθαρά εμπορικά κίνητρα, από τις διαφημίσεις και τη θεματολογία της τρέχουσας επικαιρότητας[1]. Αυτή η περιθωριοποίηση της ιστορίας της λογοτεχνίας είναι επιζήμια για την ίδια την τωρινή παραγωγή: οι νεαροί ποιητές, που αποκτούν διπλώματα παρακολούθησης σειράς μαθημάτων του creative writing, που σαν τα μανιτάρια έχουν ξεφυτρώσει σε κάθε γωνιά της χώρας, ανακαλύπτοντας μια νέα αγορά στους φιλόδοξους εν τω γίγνεσθαι λογοτέχνες, δεν έρχονται πια σε επαφή με τους κλασικούς του είδους, ούτε καν με την πιο πρόσφατη παραγωγή της γενιάς του ’30 ή και του ’70, με το επιχείρημα ότι αυτό δεν τους χρειάζεται, για να ικανοποιήσουν την επιθυμία τους να γίνουν λογοτέχνες. Και οι πλατφόρμες της ΤΝ το ίδιο υποστηρίζουν: ο καθένας μπορεί να γίνει λογοτέχνης, πεζογράφος, ποιητής, δραματογράφος, χάρη στους θαυμαστούς αλγορίθμους στις προσβάσιμες πλατφόρμες που κυκλοφορούν στο διαδίκτυο, και στους έμπειρους και δοκιμασμένους λογοτέχνες υπόσχονται βοήθεια, στήριξη, απαλλαγή από χρονοβόρες διαδικασίες κτλ.

Με αυτά τα δεδομένα το μέλλον της λογοτεχνίας, όπως την ξέραμε, μοιάζει εν γένει αβέβαιο. Και πέρα από τα ζητήματα των πνευματικών δικαιωμάτων, της αυθεντικότητας κτλ. Η ίδια η διαδικασία της δημιουργίας αλλοιώνεται και εξευτελίζεται. Και ποιος θα τα διαβάσει όλ’ αυτά; Η λογοτεχνία τόσων αιώνων μπαίνει σε μια αμφίβολη επιγονική φάση, σε μια μεθόριο προς ένα είδος αγλωσσίας, όπου η λεκτική διατύπωση ως έκφραση νοητικού ή συναισθηματικού περιεχομένου, η ποιότητά της, η ευηχία, η μουσική και οι ρυθμοί δεν παίζουν πλέον κανένα ρόλο. Είναι απλώς μια πληροφορία όπως όλες οι άλλες, και γι’ αυτές ούτε καν η γλώσσα δεν χρειάζεται πια.

 

Αυτό το αέναο νυν ενός πολιτισμού τού τώρα, με όρους εμπορικούς και υπολογισμούς οικονομικούς, με στρατηγικές διαφήμισης και γνωστοποίησης, τον ναρκισσισμό και αυτισμό του τώρα, – τη στιγμή των πολλαπλών κρίσεων και της υποτίμησης της νόησης, αποκόπτεται από το παρελθόν του γίγνεσθαι και μειώνει πολύ το ενδεχόμενο μέλλον του. Ενώ η λογοτεχνία και ο πολιτισμός γενικότερα ήταν σεισμογράφοι της προνοητικότητας του ανθρώπου, για να κρατήσει σωστά το τιμόνι των εξελίξεων στον πλανήτη, που τον αφορούν άμεσα, φαίνεται πως παραιτείται από την αποστολή αυτή, όπως επίσης από τη χαρά και την ικανοποίηση και την ψυχική ανάταση της δημιουργίας, καθώς και από την ικανότητα και τη σοφία να καθρεφτίζει τον κόσμο με έλλογο και ευαίσθητο τρόπο. Χωρίς παρελθόν δεν υπάρχει μέλλον. Σαν να κάνουμε τα πρώτα βήματα προς την κατεύθυνση αυτή.

 

 

Βάλτερ Πούχνερ

 

 

 

 

 

 

mimetic posthumanism, μίμηση όχι μόνο ανθρώπινη ιδιότητα
[1] Για περισσότερο βλ. Παν. Γούτας, «Η λογοτεχνία των αλγόριθμων. Προς ένα αιώνιο και ρηχό παρόν», Βοοkpress, 14 Oκτ. 2025· το άρθρο καταλήγει στη διαπίστωση:  «Είναι πολλά πράγματα, ταυτόχρονα, η λογοτεχνία. Πάντως, δεν είναι, μόνο και κυρίως, αντικείμενο διαφήμισης, πωλήσεων και τομέας μελέτης επιτήδειων τεχνοκρατών, διά των αλγορίθμων». Βλ. και άλλα σχετικά άρθρα, και ενδεικτικά Διονυσία Μαρίου, «Οι αλγόριθμοι ‘σβήνουν’ βιβλία, μουσικές και ταινίες», εφημ. «Τα Νέα» 26/9/2025.

Βάλτερ Πούχνερ

Ο Βάλτερ Πούχνερ γεννήθηκε και σπούδασε στη Βιέννη, αλλά τα περισσότερα χρόνια της ζωής του τα έχει ζήσει στην Ελλάδα. Είναι επίτιµος και οµότιµος καθηγητής Θεατρολογίας στο ΕΚΠΑ (ιδρυτής του Τµήµατος Θεατρικών Σπουδών µαζί µε τον Σ. Α. Ευαγγελάτο) και παρασηµοφορηµένο µέλος της Ακαδηµίας Επιστηµών της Αυστρίας. Επίσης, έχει διδάξει πολλά χρόνια στο Πανεπιστήµιο της Βιέννης, καθώς και σε πολλά ευρωπαϊκά και αµερικανικά Πανεπιστήµια.

Έγραψε πάνω από 120 βιβλία στα ελληνικά, αγγλικά και γερµανικά και δηµοσίευσε περί τα 500 µελετήµατα και περισσότερες από 1.000 βιβλιοκρισίες, για θέµατα της ιστορίας του ελληνικού και του βαλκανικού θεάτρου, καθώς και περί ελληνικής και συγκριτικής λαογραφίας και νεοελληνικών σπουδών και περί της θεωρίας του θεάτρου και του δράµατος. Από πολύ νέος γράφει ποίηση (κυρίως στα ελληνικά) αλλά µόνο πρόσφατα άρχισε να δηµοσιοποιεί τα έργα του.

Μέχρι στιγμής έχουν κυκλοφορήσει περισσότερες από 20 ποιητικές συλλογές. (Ολοκάρπωση, Τελευταίες ειδήσεις, Αστροδρόμια, Η ηλικία της πλάνης, Ο κηπουρός της ερήμου, Οι θησαυροί της σκόνης, Κοντσέρτο για στιγμές και διάρκεια, Δώδεκα πεύκα κι ένας ευκάλυπτος, Μηνολόγιο του άγνωστου αιώνα, Πεντάδες, Το αναπάντεχο, Συνομιλίες στη χλόη, Το χώμα των λέξεων, Τα σημάδια του περάσματος, Τα δώρα, Ο κάλυκας του κρόκου, Υπνογραφίες, Αλάτι στον άνεμο, Η επιφάνεια του μυστηρίου, ο φωτεινός ίσκιος, κ.ά.)

Αφήστε μια απάντηση

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.