You are currently viewing Δημήτρης Μπαλτάς: Σταύρος Χρ. Αναστασόπουλος, Αρμονίας Παιάνισμα,  Εκδόσεις των Φίλων, 2025, σ. 60, ISBN: 978-960-289-229-9.

Δημήτρης Μπαλτάς: Σταύρος Χρ. Αναστασόπουλος, Αρμονίας Παιάνισμα, Εκδόσεις των Φίλων, 2025, σ. 60, ISBN: 978-960-289-229-9.

Ποίηση-παλίμψηστο του εαυτού

 

Ο Σταύρος Χρ. Αναστασόπουλος, διδάκτωρ Κλασικής Φιλολογίας, κατέχει την επιστημονική σκευή που του επιτρέπει να κινείται με ευκολία και να γνωρίζει σε βάθος τα όρια του ποιητικού λόγου. Διαθέτει, όμως, και την ευαισθησία και την πνευματική ανησυχία, οι οποίες τον καθοδηγούν και αποκρυσταλλώνουν την ποιητική του πορεία, έτσι όπως εκείνη ξεκίνησε να χαράζεται από την πρώτη του ποιητική συλλογή με τίτλο Αρμονικά Πρωτόλεια και συνεχίζεται με την εκτενή ποιητική σύνθεση Αρμονίας Παιάνισμα (Εκδόσεις των Φίλων, 2025) για την οποία θα μιλήσουμε εκτενέστερα.

Πρόκειται, ουσιαστικά, για ένα ποίημα γραμμένο σε τροχαϊκό μέτρο, το οποίο αποτελείται από 186 ομοιοκατάληκτες τετράστιχες στροφές. Η επιλογή του μέτρου, προφανώς, δεν είναι τυχαία. Ο Αναστασόπουλος έλκει το ήμισυ της καταγωγής του από το νησί της Κέρκυρας και η επίδραση της επτανησιακής ποίησης και δη του Διονυσίου Σολωμού είναι καταφανής στο έργο του. Στην ποιητική αυτή σύνθεση, ωστόσο, παρελαύνουν και άλλες εξέχουσες ποιητικές μορφές του 19ου αιώνα και 20ου αιώνα, όπως, μεταξύ άλλων, ο Κωστής Παλαμάς, ο Γεώργιος Δροσίνης και ο Οδυσσέας Ελύτης.

Ο στόχος του, όμως, δεν έγκειται αποκλειστικά στην αναβίωση της επτανησιακής ποίησης ή στην επαναφορά των προτύπων της στο προσκήνιο. Αλλά μέσω της ρομαντικής πτυχής που διατρέχει την επτανησιακή ποιητική παράδοση, ο Αναστασόπουλος επιθυμεί να μιλήσει για το σήμερα εκκινώντας από την προσωπική εμπειρία και φτάνοντας στη συλλογική. Με άλλα λόγια, αναγάγει το ειδικό σε γενικό. Η ποίησή του είναι τόσο βιωματική και προσωπική, όσο και καθολική, καθότι καταπιάνεται με αρχετυπικά θέματα και κοσμογονικές δυνάμεις.

Μιλά, για παράδειγμα, για τη βιωτή του ανθρώπου και τη συναισθηματική του παλινδρόμηση από τη χαρά στη λύπη, για τον έρωτα και την πικρία που απορρέει από το ανεκπλήρωτο αυτού, για τον θάνατο και τη μεταφυσική αγωνία του ανθρώπου, για τη μεταφυσική και φιλοσοφική συζήτηση σχετικά με τον Θεό και τη θρησκευτικότητα, ενώ συνάμα η ποίησή του συνομιλεί διακειμενικά με φιλολογικές, ιστορικές, φιλοσοφικές και μυθολογικές πηγές.

Επιπλέον, κατά κάποιον τρόπο το Αρμονίας Παιάνισμα παρακολουθεί την πορεία της Ελλάδας στον χρόνο και εξυμνεί την αντοχή της και την πανάρχαια ομορφιά και ιστορικότητα αυτού του τόπου. Στο προλογικό σημείωμα του βιβλίου γράφει ο Αναστασόπουλος: […] Είναι αυτές οι αντιφάσεις που με κάνουν να γράφω, μήπως και γνωρίσω τον εαυτό μου. (σ. 9)[*] Μια ειλικρινής και ακήρατη παραδοχή. Η προσωπικότητα ενός ανθρώπου, πολύ συχνά, δομείται πάνω στη βάση των αντιφάσεων, των αντιθέσεων εκείνων που την καθιστούν μοναδική και ανεπανάληπτη.

Ο Αναστασόπουλος αυτό το γνωρίζει πολύ καλά και σε καμία περίπτωση δεν επιχειρεί να προκρίνει κάποια πλευρά του χαρακτήρα του. Αντιθέτως, με εργαλείο την ποίηση παλεύει να τις προσεγγίσει και να τις κατανοήσει όλες. Ο ποιητικός λόγος, άλλωστε, τού προσφέρει τα αναγκαία ερείσματα προκειμένου να μιλήσει και να νομιμοποιήσει όλες αυτές τις διακριτές ψηφίδες που συνιστούν το οντολογικό μωσαϊκό του.

Η ενάργεια και η αυθεντικότητα του ποιητικού του λόγου καθιστούν ευκρινές το παλίμψηστο της διανοητικής προσωπικότητας και της κοσμικής εμπειρίας του. Από τα θραύσματα της εσωτερικότητας ο Αναστασόπουλος χαρτογραφεί το καθολικό στην ποίησή του με απώτερο στόχο την υπέρβαση του υλισμού και τη θέαση του ιδεατού κόσμου. Άλλωστε, η πλατωνική επίδραση είναι εμφανής στο έργο του, επομένως νομιμοποιούμαστε να μιλάμε για τη θέαση του Αγαθού. Εκτός αυτού, η ποίηση του Αναστασόπουλου φέρει ενσώματη τη θρησκευτική εμπειρία του ορθόδοξου χριστιανισμού και, παράλληλα, συνομιλεί με τον από τον Όμηρο γνωστό θεόπνευστο λόγο και την επίκληση στη Μούσα.

Πρέπει όμως να σημειώσουμε στο σημείο αυτό ότι η ποίηση του Αναστασόπουλου δεν αποτελεί μίμηση των προτύπων, αλλά δημιουργική και στοχαστική συνομιλία με αυτά και, μάλιστα, η προσωπική του καινοτομία – το στοιχείο εκείνο που καθιστά το Αρμονίας Παιάνισμα ένα σύγχρονο έργο με κάποιες διακριτικές αλλά υπαρκτές μοντερνιστικές προεκτάσεις – εντοπίζεται στην αυτοαναφορικότητα και την, κατά βάση, συγκρουσιακή σχέση της νέας με την παλαιά γενιά.

Βεβαίως, η ποίηση του Αναστασόπουλου, αν και δεν απαλλάσσεται υφολογικά από τις στομφώδεις εξάρσεις, παραμένει ανθρωπιστική και ανθρωποκεντρική, ωστόσο ο ποιητής με ψυχραιμία, ίσως και κάποια πικρία, αντιλαμβάνεται την παλαιότερη γενιά ως ηθική, πρωτίστως, τροχοπέδη απέναντι στα τολμήματα της νέας. Βεβαίως, αποτίνει φόρο τιμής στους προγόνους και την κληρονομημένη από αυτούς παράδοση, εντούτοις πιστεύει θαρρετά ότι η νέα γενιά θα σηκώσει στους ώμους της το παρελθόν και θα κυοφορήσει του μέλλοντος την ελπίδα.

Γι’ αυτό ο ποιητής αποτινάσσει κάθε μορφή κακού από τους στίχους του, το διακύβευμα δεν είναι άλλο από την εδραίωση της γαλήνης στον κόσμο. Κίνητρό του η αγάπη και η αλήθεια. Στόχος του η ομόνοια απέναντι στη βδελυρή διχόνοια που ρημάζει τις ανθρώπινες σχέσεις αλλά και τον ανθρώπινο πολιτισμό. Γι’ αυτό και εξυμνεί τα αθλητικά ιδεώδη περί ευγενούς άμιλλας⋅ τη σημασία της παιδείας στη διάπλαση της προσωπικότητας των παιδιών και των νέων⋅ το υψηλό – όχι μόνο στην τέχνη, αλλά πρωτίστως στη ζωή – σε αντίθεση με τα ευτελή και χαμερπή εν πολλοίς ανθρώπινα κίνητρα. Συγχρόνως, εκφράζει το παράπονο και την οργή του απέναντι στη πολύμορφη αδικία που βυσσοδομεί στον σύγχρονο κόσμο, αλλά και τη γνήσια απορία του σε ό,τι σχετίζεται με την ποιητική αγωνία και την παρρησία της γραφής.

Ο Αναστασόπουλος αναφέρεται στην εκ της στάχτης αναγέννηση του ανθρώπου που πολλές φορές γίνεται έρμαιο της προδοσίας και της διάψευσης⋅ στον κάματο της δημιουργίας στην προσπάθεια να αποδοθεί η πεμπτουσία της σκέψης και του Λόγου. Αναφέρεται δε στην ιστορικότητα της ελληνικής γλώσσας διατυπώνοντας, ορισμένες φορές, έναν ήπιο προβληματισμό και μια ήπια ειρωνεία σχετικά με το αμφιλεγόμενο μέλλον τόσο της γλώσσας όσο και των ιδεωδών του πολιτισμού μας, ένα μέλλον μάλλον αντίθετο με το ηρωικό παρελθόν.

Όπως ήδη αφήσαμε να εννοηθεί, από το Αρμονίας Παιάνισμα, δεν απουσιάζει το προσωπικό – βιωματικό στοιχείο. Εκεί ο ποιητής ιχνηλατεί σημεία της προσωπικότητάς του, μιλά για τον έρωτα, για την απώλεια, για το πένθος. Η μεταφυσική συζήτηση σχετικά με τον θάνατο, θα μπορούσαμε να πούμε, ότι εξελίσσεται σε μια νέκυια και συνδυάζεται με φιλοσοφικούς και θρησκευτικούς στοχασμούς γύρω από την πίστη, τις αρετές αλλά και τους πειρασμούς που συνοδεύουν τη ζωή του ανθρώπου, την ευφροσύνη και την απερισκεψία.

Ένα τελευταίο συστατικό στοιχείο που πρέπει να σημειώσουμε, ολοκληρώνοντας  την περιδιάβασή μας στο Αρμονίας Παιάνισμα, έχει να κάνει με το μετασχόλιο, δηλαδή με τη μετα-λογοτεχνία. Με απλά λόγια, τα σημεία εκείνα στα οποία το ποιητικό υποκείμενο βγαίνει από το ποίημα και το βλέπει και το κρίνει από μια απόσταση. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα: Κατελήφθη μου ο στίχος/ από σπάνια δροσιά./ Κι είναι εύλαλος ο ήχος,/ αντηχεί και στα βουνά. (σ. 42)

Πρόκειται για ένα χαρακτηριστικό που καθιστά τούτη την ποιητική σύνθεση όχι μόνο σύγχρονη αλλά και πάλλουσα. Στο ίδιο μήκος κύματος βρίσκονται και οι στίχοι, όπου ο ποιητής μιλά για τη σύγχρονη λογοτεχνική πραγματικότητα αλλά και για τον δικό του οβολό στο λογοτεχνικό γίγνεσθαι, ενώ συνάμα απευθύνεται στον αναγνώστη με σεβασμό. Παραθέτουμε ενδεικτικά τους στίχους: Όσοι δίνουν τα βραβεία/ ας διαβάσουν τούτα εδώ./ Τα δικά μου τα μνημεία/ ζούνε σ’ άλλονε καιρό// Απ’ το ένδον μου βγαλμένα/ είναι όλα εδώ αυτά./ Εκ ψυχής είναι δοσμένα και λαλούνε μαγικά. (σ. 44) και Χρυσοντύνω μου τις λέξεις,/ ζωγραφίζω με καμβά./ Αναγνώστη, μην με ψέξεις˙/ για εσέ κεντώ λαμπρά. (σ. 45)

Η ποιητική σύνθεση ολοκληρώνεται αφενός με την εξύμνηση της ομορφιάς και της ιστορικότητας του Πειραιά, απ’ όπου ο ποιητής έλκει το δεύτερο ήμισυ της καταγωγής του, καθώς και με εικόνες από τη φύση αισθαντικές έμπλεες τρυφερότητας και κάλλους. Αφετέρου, ο ποιητής κάνει ιδιαίτερη μνεία στον τρόπο με τον οποίο τα παιδιά βιώνουν την απώλεια των γονέων, κάτι που δεν ανατρέπει τον φυσιολογικό ρου της ζωής, αλλά και – φευ – στον τρόπο που οι γονείς ενίοτε καλούνται να αντιμετωπίσουν την απώλεια των παιδιών τους. Έτσι, το ποίημα παλινδρομεί μεταξύ χαράς και λύπης, κλείνοντας χαρμόσυνα και με έναν προσωρινό αποχαιρετισμό.

Εμείς επιλέγουμε να κλείσουμε αυτή τη σύντομη παρουσίαση με δυο στροφές, όπου στη μεν πρώτη αναφαίνεται η ποιητική πρόθεση του δημιουργού και η δεύτερη συνιστά μια χαρμόσυνη και όμορφη εικόνα.

Αναβάπτισμα του λόγου/ με το έργο αυτό ποιώ./Το πλησίασμα του όλου/ θε να γίνει μπορετό. […]

Δες, μεθάει ο Απρίλης/ με τα χείλη του Μαγιού./ Τρέχα, γάτα, ν’ αναγγείλεις/ ερχομό καλοκαιριού.

 

 

*Ο Δημήτρης Μπαλτάς είναι φιλόλογος και ποιητής. Πιο πρόσφατο βιβλίο του, η ποιητική συλλογή Υπό καθεστώς ομηρίας (εκδ. Μετρονόμος, 2025).
[*]Σημειώνεται ότι η έκδοση ακολουθεί με επιμέλεια το πολυτονικό σύστημα. Εδώ τα παραθέματα μεταγράφονται στο μονοτονικό.

Αφήστε μια απάντηση

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.