You are currently viewing Αικατερίνη Ριτζούλη:  Γιάννη Κολοκοτρώνη – Βασιλικής Πετρίδου, Από τον Μοντερνισμό στις Νέες Πρακτικές της Τέχνης και της Αρχιτεκτονικής. Ανοικτή ακαδημαϊκή έκδοση στο Αποθετήριο ΚΑΛΛΙΠΟΣ

Αικατερίνη Ριτζούλη:  Γιάννη Κολοκοτρώνη – Βασιλικής Πετρίδου, Από τον Μοντερνισμό στις Νέες Πρακτικές της Τέχνης και της Αρχιτεκτονικής. Ανοικτή ακαδημαϊκή έκδοση στο Αποθετήριο ΚΑΛΛΙΠΟΣ

Η σύγχρονη αρχιτεκτονική, όπως και οι τέχνες συνολικότερα, σπάνια μπορεί να διαβαστεί μονοδιάστατα. Η ιστορία της δεν είναι μόνο αισθητική ή τεχνολογική· είναι επίσης πολιτική, κοινωνική, φιλοσοφική. Το νέο βιβλίο των Γιάννη Κολοκοτρώνη (ιστορικού τέχνης) και Βασιλικής Πετρίδου (αρχιτέκτονα) αναδεικνύει ακριβώς αυτήν την πολυπλοκότητα: μέσα από δώδεκα κεφάλαια, επιχειρεί να συνδέσει την τέχνη με την αρχιτεκτονική, τον θεωρητικό στοχασμό με την πρακτική κατασκευή, το παγκόσμιο με το τοπικό.

 

Το ψηφιακό σύγγραμμα «Τέχνη και αρχιτεκτονική από το β΄ μισό του 20ού αιώνα μέχρι σήμερα: Δομές, τάσεις και αναλύσεις» είναι μια νέα ανοικτή ακαδημαϊκή έκδοση στο Αποθετήριο «ΚΑΛΛΙΠΟΣ»  (https://repository.kallipos.gr/handle/11419/15147) και φιλοδοξεί να λειτουργήσει ως οδηγός μελέτης για φοιτητές, αλλά και για το ευρύτερο αναγνωστικό κοινό στο πλαίσιο της ευρύτερης αποστολής του Αποθετηρίου που είναι η συστηματική καταγραφή, οργάνωση και μακροχρόνια διατήρηση των συγγραμμάτων και των μαθησιακών αντικειμένων της ακαδημαϊκής κοινότητας. Αντί να ακολουθεί αυστηρά χρονολογική αφήγηση, παρουσιάζει παράλληλα την πορεία της τέχνης και της αρχιτεκτονικής μέσα από θεματικές ενότητες: τις μεταπολεμικές αλλαγές και την κριτική του μοντερνισμού, τους θεσμούς προβολής (εκθέσεις/βραβεία), τις διασυνδέσεις με άλλες επιστήμες και τη συζήτηση σημαντικών θεωρητικών κειμένων μετά το 1950. Έτσι αποφεύγει το «εγχειριδιακό» σχήμα ενός καταλόγου ρευμάτων και ονομάτων και αναδεικνύει πώς το ερμηνευτικό πλαίσιο διαμορφώνεται γύρω από άξονες ιδεών, θεσμών και πρακτικών, σε συμφωνία με σύγχρονες προσεγγίσεις ιστοριογραφίας και θεωρίας.

 

Ο Γιάννης Κολοκοτρώνης, Καθηγητής Ιστορίας και Θεωρίας της Δυτικής Τέχνης στο ΔΠΘ, εστιάζει στην κοινωνική/θεωρητική ιστορία της τέχνης του 20ού αιώνα και στη σύγχρονη ελληνική τέχνη, με παράλληλη δράση ως συγγραφέας και επιμελητής εκθέσεων. Η Βασιλική Πετρίδου, Ομότιμη Καθηγήτρια Ιστορίας της Αρχιτεκτονικής στο Πανεπιστήμιο Πατρών, αρχιτέκτων (IUAV, Βενετία) και διδάκτωρ (Paris IV–Sorbonne), έχει διδάξει και ερευνήσει διεθνώς, με έργο που εξετάζει τη συγκρότηση της καλλιτεχνικής και αρχιτεκτονικής γνώσης σε σχέση με τη νεότερη δυτική κοινωνία.

 

Στα δυνατά σημεία της ψηφιακής έκδοσης, συγκαταλέγονται η ανάλυση του ρόλου εκθέσεων και βραβείων στη διαμόρφωση κύρους, η συστηματική αναφορά σε βασικά κείμενα που άλλαξαν την ερμηνεία της σύγχρονης τέχνης και της αρχιτεκτονικής, καθώς και η παρουσίαση της αρχιτεκτονικής ως πεδίο που συνδιαλέγεται με τη φιλοσοφία και τις κοινωνικές επιστήμες. Συνολικά, το βιβλίο προσφέρει έναν καθαρό «χάρτη» της σύγχρονης εποχής, χρήσιμο για ένα ηλεκτρονικό περιοδικό γιατί επιτρέπει στον αναγνώστη να κατανοήσει πώς εξελίχθηκαν τα πράγματα, όχι μόνο τι συνέβη.

 

Ιδιαίτερα ισχυρό σημείο του βιβλίου είναι η έμφαση στους μηχανισμούς που διαμορφώνουν το πλαίσιο της τέχνης και της αρχιτεκτονικής. Το κεφάλαιο «Εκθέσεις και βραβεία» δείχνει πώς οι blockbuster εκθέσεις και τα διεθνώς αναγνωρισμένα βραβεία μετά το 1945 αναδιαμόρφωσαν το τοπίο της σύγχρονης τέχνης, με τη Biennale Βενετίας και τη documenta να αναδεικνύονται σε θεσμούς διεθνούς διαλόγου και παρέμβασης με κοινωνικοπολιτικό περιεχόμενο.  Παράλληλα, υπογραμμίζεται ο ρόλος των βραβείων ως μηχανισμών κύρους που «επικυρώνουν» αξίες και διαμορφώνουν δυναμικές σε παγκόσμιο επίπεδο, με ενδεικτική βιβλιογραφική στήριξη (Bourdieu, English κ.ά.).

 

Εξίσου γόνιμη είναι η συστηματική αναφορά σε «βασικά κείμενα». Στο πεδίο της τέχνης (κεφ. 2) σχολιάζονται σημαντικά κείμενα κριτικής και ιστορίας μετά το 1950, τα οποία αναθεώρησαν παραδοσιακές αφηγήσεις, μετατοπίζοντας τη συζήτηση από το «τι έγινε» στο «πώς ερμηνεύτηκε αυτό που έγινε».  Αντίστοιχα, στο πεδίο της αρχιτεκτονικής (κεφ. 11) η σύνοψη αναφέρεται σε κείμενα που, από το 1950 και έπειτα, μετατρέπουν προβληματισμούς σε σχεδιαστικές προσεγγίσεις και ενεργοποιούν πολλαπλές κριτικές οπτικές.

 

Τρίτη σημαντική συμβολή είναι η διεπιστημονική οριοθέτηση της αρχιτεκτονικής: ήδη από τη σύλληψή του, το βιβλίο αντιμετωπίζει την αρχιτεκτονική ως πεδίο που διευρύνει τα εργαλεία του μέσα από τη φιλοσοφία και τις κοινωνικές επιστήμες (πολιτικές επιστήμες, κοινωνιολογία, ανθρωπολογία, «ψυχολογία του χώρου»), ως στρατηγική ανανέωσης μετά την κρίση και την αμφισβήτηση του μοντερνισμού.

 

Στον πυρήνα της αφήγησης διακρίνεται η μεταπολεμική κριτική προς τον μοντερνισμό, όχι ως απλή «απόρριψη», αλλά ως πεδίο μετασχηματισμών που συνδέεται με τεχνολογικές εξελίξεις και την αναζήτηση καινοτομίας. Ενδεικτικά, η αναφορά στον Montaner και η ανάγνωση του Venturi ως αντιπαράθεση προς μια πρωτοπορία που «μετατράπηκε σε ακαδημία» λειτουργεί ως εύστοχη μικρο-σκηνή: δείχνει πώς η ιστορία της αρχιτεκτονικής μετά το 1960 γράφεται όχι μόνο ως ιστορία μορφών αλλά και ως ιστορία των θεσμών.

 

Αυτή η εστίαση ταιριάζει ιδιαίτερα στο ψηφιακό περιβάλλον ενός ηλεκτρονικού περιοδικού καθώς επιτρέπει στον αναγνώστη να κινηθεί ανάμεσα σε έννοιες (θεσμοί, κείμενα, κύρος, διεπιστημονικότητα) και να δει πώς αυτές οργανώνουν το πεδίο περισσότερο από όσο το οργανώνουν οι καθαρές τυπολογίες στυλ. Συνολικά, το βιβλίο λειτουργεί ως ένας συμπαγής «χάρτης» της μεταπολεμικής και της σύγχρονης συνθήκης, με σαφή πρόθεση να αναδείξει την τέχνη και την αρχιτεκτονική ως αλληλοφωτιζόμενα πεδία μέσα από θεσμούς, κείμενα και διεπιστημονικές μετατοπίσεις. Η πιο πειστική του χειρονομία είναι ότι δεν αντιμετωπίζει την ιστορία ως παράθεση “-ισμών”, αλλά ως δυναμική σχέση ανάμεσα σε ιδέες, πλατφόρμες προβολής και κριτικές γλώσσες, μια προσέγγιση που ανταποκρίνεται ιδιαίτερα στις ανάγκες ενός σημερινού, ψηφιακού αναγνωστικού κοινού.

 

Αν η αρχιτεκτονική είναι, όπως έγραφε ο Aldo Rossi, «συλλογική μνήμη», τότε το βιβλίο αυτό λειτουργεί ως μια συλλογική ανάγνωση: προϊόν του διαλόγου δύο συγγραφέων, αλλά και ανοιχτή πρόσκληση προς έναν τρίτο συνομιλητή, τον ψηφιακό αναγνώστη.

 

 

Αικατερίνη Ριτζούλη
Επίκουρη Καθηγήτρια Ιστορίας και Θεωρίας της Αρχιτεκτονικής, Μορφολογίας και Αποκατάστασης Μνημείων – Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης

Αφήστε μια απάντηση

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.