Καθρέφτες στον Μαργίτη
Η ποιητική συλλογή «Υπέρ Μαργίτη» του Λουκά Δ. Παπαδάκη, αποτελείται από δέκα οκτώ ποιήματα (Α΄-ΙΗ), που συγκροτούν ενιαία δομή, με συμπυκνωμένη σπονδυλωτή σύνθεση.
Σίγουρα, δεν αρκεί μια «ανάσα» στο διάβασμα και στην κατανόηση αυτού του βιβλίου, που περιέχει απροσπέλαστα σημεία, μορφικά αινιγματικά στοιχεία και σιβυλλικά νοήματα.
Όταν όμως το βιβλίο διαβαστεί με προσοχή, τότε αισθάνεσαι την ηδονή να σε περιβάλλει με ένα μαγικό πέπλο, το οποίο έχει πλεχτεί από αναρίθμητους αντικατοπτρισμούς και είδωλα: «…..που ‘χει ραμμένα τα θολά νερά με νούφαρα και σταγόνες παγωμένου αέρα…..».
Και όπως συμβαίνει να δημιουργούνται αμέτρητα είδωλα, όταν παρεμβάλλεται και δεύτερος καθρέφτης ανάμεσα στα μάτια μας και σε έναν πρώτο καθρέφτη, έτσι και στον αναγνώστη αυτού του βιβλίου μπορεί να προβάλλονται εικόνες, σαν περίτεχνες ζωγραφιές, στη δική του εσωτερική όραση.
Το πρώτο ποίημα (Α΄) της συλλογής είναι το «Ταξίδι στη Δήλο». Είναι ο γενέθλιος τόπος των αρχαίων θεών: του Απόλλωνα, του Ενός Θεού και της δίδυμης αδελφής του, της Αρτέμιδος, της θεάς της φύσης. Από τη Δήλο ξεκινάει η γένεση, το ταξίδι στο φως μέσα από τη θάλασσα. Ένα ταξίδι που το παρόν της αφήγησης σβήνει σε άχρονο και αρχέγονο ονειρικό τοπίο.
Στο δεύτερο ποίημα (Β’): «Για την Ελένη πάλι», βλέπουμε το πρώτο είδωλο: «Όταν χάθηκε σε μια στροφή στο βάθος του καθρέφτη….». Και η αφήγηση ολοκληρώνεται: «Είμαστε είδωλα που μηχανεύονται μεσ’ στ’ όνειρο να γίνουν υπάρξεις μάλιστα χωρίς λόγο. Είπε κι έγινε ένας ανάμεσά μας».
Στο Δ΄ ποίημα: «Ένα όνομα Θερσίτης» , ο ποιητής μάς παρουσιάζει τον Ομηρικό ήρωα Θερσίτη με τη δική του προσωπική ματιά: «…Για μια γερή γουλιά μνήμης, ίσαμε το πάτο…» και με ιδιαίτερη σκιαγράφηση και με φίλιες προσφωνήσεις: «Θερσίτη λεβέντη, θαρραλέε θεριστή θεραπευτή μας…..».
Ο Θερσίτης είναι ο ήρωας της ανυπακοής, ο αντιήρωας, αυτός που είναι κόντρα στην εξουσία των επίσημων ηρώων Αγαμέμνονα και Αχιλλέα. Ο Θερσίτης είναι δημιουργική επανάληψη, σε άλλο χρόνο, μέσα από καθρέφτη της τέχνης, του παλαιότερου ήρωα Μαργίτη, συνθέτοντας τα σπαράγματα από το πρώτο έργο του Ομήρου.
Σε ζωγραφική παράσταση στη Λέσχη των Κνιδίων, έργο του Πολύγνωτου, αναπαριστάται γενειοφόρος ο Θερσίτης να παίζει ζάρια με τον Παλαμήδη.
Στο ΙΓ΄ ποίημα διαβάζουμε : «…… θα ΄λεγες Μαργίτης και Παλαμήδης…..».
Τότε ελεύθερα φαντάζομαι: Ο Θερσίτης, όπως τον περιέγραψε ο Όμηρος, γίνεται καθρέφτης για την κατανόηση του ψυχικού υπόβαθρου του άλλου. Είναι το είδωλο του πρωτοεμφανιζόμενου ήρωα Μαργίτη. Ο πρώτος ήρωας που με αυτόν θα ξεκινήσει η τέχνη της ποίησης στην αρχαία εποχή.
Στο ποίημα ΙΓ΄, με τίτλο: «Ο ένας και ο άλλος ή ένα άλλο βιβλίο», αναφέρεται στη φιλιά, στον έρωτα δηλαδή, λέξη που προκύπτει από τη φιλία: «Από δύο σύμφωνους και μια πτώση φτιάχνεται η φιλιά». Το απόσπασμα αυτό φαίνεται να αποτελεί βασικό κρίκο στη δομή του βιβλίου.
Και επικεντρώνομαι, σταχυολογώντας: με τον Μαργίτη είναι φίλος και σύμφωνος ο Παλαμήδης και οι δυο τους έχουν κοινή πορεία προς το φως. Στον τίτλο του αποσπάσματος: «…ένα άλλο βιβλίο», εντοπίζεται ο πρώτος έντεχνος αντικατοπτρισμός.
Μετά είναι καθρέφτης η εκδρομή στους Δελφούς: ο Κατσίμπαλης και ο Χένρυ Μίλλερ. Και, βέβαια, στο βάθος η σκιά του ποιητή Γιώργου Σεφέρη, που όμως δεν κατονομάζεται, λειτουργώντας μάλλον ως ο κρυφός καθρέπτης στο ποίημα.
Οι αναπαραστάσεις, οι βιωματικές, είναι απατηλές, δεν αντέχουν στο χρόνο, δεν είναι μελανόμορφες κι ερυθρόμορφες στη Λέσχη των Κνιδίων. Δεν θα τις ιστορήσει ο Τζόρτζιο Βαζάρι. Είναι καθρέφτες του αποδεκτού από την κοινωνία εαυτού μας. Με μεγάλη προσπάθεια ο αναγνώστης – οδοιπόρος θα φτάσει στη λίμνη των πρώτων συναισθημάτων.
Στον εσωτερικό καθρέπτη μας, όχι μόνο του ποιητή, αλλά και όλων των ανθρώπων που γνωρίζουν τον πόνο, απεικονίζεται αντεστραμμένο το είδωλο. Φαίνεται να μας καταδυναστεύει ο φυσικός μας εαυτός, ο πέραν του καλού και του κακού, και όχι ο ματαιόδοξος, ο «ιδανικός» εαυτός μας.
Η πορεία προς το φως αρχίζει στο σημείο «Ζευς έσσεται», η πορεία από το σκοτάδι περνάει μέσα στο μυστήριο της τέχνης. Η πέτρα που κάθισε η Σίβυλλα, το σημείο που κοντοστάθηκε ο ήρωας, είναι η θέση του αναστοχασμού στην αναζήτηση του ταπεινού ανθρώπου. Στέκεσαι ταπεινός, όπως εκείνο το γυφτόπουλο που τραγουδάει τον νταλκά του. Μια φωνή εσωτερική σε καλεί τότε να βρεις τα μυστικά λόγια, να μετουσιώσεις τις εμπειρίες σου, να επαναφέρεις καθαρή τη μνήμη σου, να σκαλίσεις πέτρες, («Τι αρχαίες, τι νέες…»), για να εκφράσεις την ύπαρξή σου. Να γίνεις Μαργίτης, να βιώσεις την τραγικότητα της ύπαρξης.
Το τέλειο κάτοπτρο τα περιέχει όλα αυτά, μαζί και τη λειτουργία της ποίησης. Σε αυτό παρακολουθούμε την ενότητα, την αντίθεση, τη σύγχυση, την εντός άλλου ματιά, παρακολουθούμε να διαμορφώνονται οι αντιφάσεις μας. Οι εικόνες που μεταφέρει ο ποιητής γίνεται αναγκαίο να έχουν το βάθος, την εγκεφαλικότητα, τον κυβισμό, που πέτυχε ο Πικάσο.
Στο ΙΣΤ΄ απόσπασμα διαβάζουμε: «Νομίζω ξέρει καλά όποιος είδε το μέσα μας και πίνακες του Francis Bacon. Οι σκιές έχουν εμάς». Και στο σημείο αυτό φαίνεται να προοικονομείται το τελευταίο μήνυμα του ΙΗ΄ αποσπάσματος: «Και είπε ο Μαργίτης: Ο μόνος δρόμος που σε πάει κάπου είναι ο αδιέξοδος». Είναι το μήνυμα που αποκαλύπτεται στις σκιές των πινάκων του Bacon.
Και νομίζω ότι το κρυφό μήνυμα είναι ο δρόμος προς το φως, προς την ελευθερία που κατορθώνουμε, όταν το σύμπαν που υπάρχει ανυψώνεται κυρίαρχο μέσα μας.
Κλείνω έχοντας την αίσθηση πως κι άλλα μηνύματα, μυστικοί και αθέατοι δρόμοι κρύβονται σ’ αυτό στο βιβλίο.
Το συνολικό πόνημα με την πολυσύνθετη δομή και την καλοδουλεμένη διανοητικότητά του, σου δίνει την ευκαιρία να στοχαστείς και να ξαναστοχαστείς. Και μου θυμίζει: «Δύσληπτα μα ποιοτικά θα μας δοθούν, να τα πολιορκούμε»*, το ποίημα της Μαρίας Μαρκαντωνάτου, το εμπνευσμένο με αγάπη από λόγια ενός παλαιού δασκάλου της.
