You are currently viewing Ανθούλα Δανιήλ: Μαρία Φαραντούρη – Τάσης Χριστογιαννόπουλος, Νύχτα Μαγικιά – 100 χρόνια Μίκης Θεοδωράκης. Στη Μικρή Επίδαυρο, 16 Αυγούστου 2025

Ανθούλα Δανιήλ: Μαρία Φαραντούρη – Τάσης Χριστογιαννόπουλος, Νύχτα Μαγικιά – 100 χρόνια Μίκης Θεοδωράκης. Στη Μικρή Επίδαυρο, 16 Αυγούστου 2025

Παρά λίγες μέρες, η Νύχτα η Μαγικιά θα είχε μια πανσέληνο πάνω από το έτοιμο σκηνικό που παρέχει το μικρό θέατρο της Επιδαύρου. Ωστόσο, η αποθέωση ήταν η αναμενόμενη.  Η ορχήστρα ήταν διευθετημένη έτσι ώστε να υπάρχει κάπου ένα κενό, σαν να ’ταν εκεί η θέση  ΕΚΕΙΝΟΥ που με τα χέρια σαν φτερά του αετού, με το φουντωτό μαλλί, το μαύρο ρούχο και το πόδι να χτυπάει στη γη τον ρυθμό της καρδιάς του και της   μνήμης, αφού αυτή  τον άνδρα απ’ τη φτέρνα γνωρίζει, όπως λέει ο Οδυσσέας Ελύτης στο Άξιον Εστί.

Σάββατο, μια μέρα μετά της Παναγίας, της μάνας και Παναγιάς όπως τραγουδήθηκε από τον ελληνικό λαό, τον μεγάλο Μίκη και τους συνεργάτες του. Ευτυχισμένοι όσοι ευλογήθηκαν με την ευκαιρία μιας καλλιτεχνικής συνεργασίας μαζί του. Ιστορική θα μείνει κάθε  συνάντηση οποιουδήποτε με τον ογκόλιθο της μουσικής που σημάδεψε όχι μόνο τον 20ό αιώνα αλλά και όλους τους επόμενους. Όσοι ασχολούμενοι με τα ουράνια και τις κινήσεις των άστρων θα πρέπει να είχαν παρατηρήσει την αναταραχή στον ουρανό την ημέρα της γέννησης του Μίκη.

Σαν τον Χριστό μαρτύρησε, σαν τον Χριστό αναστήθηκε και σώθηκε και αναδύθηκε αστέρας μέγας… Οι λογοτεχνικές αναφορές, όσο και αν φαίνονται υπερβολικές, είναι πολύ μικρές μπροστά σ’ αυτό που επιχειρούν να περιγράψουν.

Γεννήθηκε πριν από εκατό χρόνια, στις 29 Ιουλίου στον Κάτω Μαχαλά και πήρε μια βαρκούλα καβάλα στο νοτιά για την Αθήνα και έπειτα «για την απάνω γειτονιά», στις 2 Σεπτεμβρίου του 2021. Άλλωστε, όπως είπε στην αρχή της καριέρας του, είχε μια θάλασσα στο νου κι ένα περβόλι τ’ ουρανού. Με την ίδια βαρκούλα που ξεκίνησε με την ίδια  επέστρεψε, αφού πρώτα του ήταν γραμμένο   να μεγαλώσει, να πάρει θέση στις επάλξεις, να αγωνιστεί, να βασανιστεί αλλά και να δοξαστεί εντός Ελλάδος και εκτός σε όλον τον κόσμο.  Άνθρωπος φαινόμενο αντοχής στις δυσκολίες, στις αρρώστιες,  στα βασανιστήρια, στο πάθος για ζωή, για δικαιοσύνη, για ελευθερία, για δημιουργία. Ένας Δίας.

Θέλησε να γίνει κι έγινε ο Μπετόβεν της Ελλάδας. Έκοψε τον σπάγκο που τον έδενε με τη γη και απογειώθηκε, όπως και ο άλλος μεγάλος Κρητικός, ο Νίκος Καζαντζάκης. Ο Μίκης ανήκει στους μεγάλους επικούς και λυρικούς. Με τα τραγούδια του η Ελλάδα απλώθηκε, άλλαξε, απέκτησε δυναμική και ταξίδεψε σε όλον τον κόσμο. Ο Θεοδωράκης είναι το καλύτερο παράδειγμα εκείνου που λέει ο Γιώργος Σεφέρης για τον καλό ποιητή… που μπορεί να κινήσει τον λαό καλύτερα και από πολλούς πολιτικούς ρήτορες. Στη θέση του ποιητή ας προσθέσουμε και τη   λέξη μουσικός! Γιατί στα ταραγμένα χρόνια της μεταπολεμικής Ελλάδας, τα τραγούδια του Μίκη, με τους στίχους των μεγάλων μας ποιητών, ήταν εκείνα που μας έβγαλαν στους δρόμους, μας ένωσαν στις διαδηλώσεις και μας ενίσχυσαν στις απαγορεύσεις. Είμαστε ευλογημένοι που έχουμε ένα πολιτισμό με ρίζες βαθιές και εκπροσώπους άξιους στο σήμερα, στο εδώ, στο τώρα και στο πάντα.

Αν στην κηδεία του Παλαμά ο Σικελιανός ξεσήκωσε τον κόσμο με το ποίημα «Ηχήστε οι σάλπιγγες» και ο Κατσίμπαλης με τον Εθνικό μας Ύμνο, σε όλα τα μεταπολεμικά γεγονότα, ήταν οι μουσικές του Μίκη που έβγαλαν  στο δρόμο, τους δυο, τους τρεις, τους χίλιους δεκατρείς. Ήταν το παλικάρι που συνέδεσε  το έργο του με τους αγώνες του ελληνικού λαού,  το 114,  το 15% για την Παιδεία, τον αγώνα κατά της Δικτατορίας  όπως φαίνεται και στο παρακάτω δικό του σε στίχους και μουσική τραγούδι:

 

Παλικάρι στη δουλειά στο σπίτι παλικάρι/ Μίλαγες κι η γειτονιά μας γέμιζε πουλιά/ 

Άπλωνες το χέρι σου κι έκοβες το φεγγάρι./ πώς σ’ έκοψε σα λούλουδο ο Χάρος μια νυχτιά.

Γι’ αυτό από νωρίς είχε δώσει σημασία στο παιδί!

Υπερασπίσου το παιδί/ γιατί αν γλιτώσει το παιδί/ υπάρχει ελπίδα, σε στίχους  Λευτέρη  Παπαδόπουλου.

Τα τραγούδια του άλλαξαν το μουσικό τοπίο. Ήταν τραγούδια των εξεγέρσεων, του κοινωνικού πόνου και του ερωτικού πόθου. Τραγούδια αθάνατα, όπως αθάνατος θα μείνει και ο ίδιος στη μνήμη όλου του κόσμου.

Στην Μικρή Επίδαυρο, μέσα σε ένα κατανυκτικό σκηνικό, οι ήχοι της φύσης κράτησαν την αναπνοή τους για να ακουστεί η μουσική του Μίκη,  ο λόγος των ποιητών, οι φωνές των τραγουδιστών και τα όργανα των μουσικών…

Η νύχτα της 16ης  Αυγούστου 2025 θα μείνει στη μνήμη  όλων, γιατί ήταν πράγματι «μαγικιά» και μας παρουσίασε τραγούδια από όλο το φάσμα της δημιουργίας του Μίκη, διασκευασμένα έτσι που να δείχνουν στην πράξη αυτό που έλεγε: «Θέλω να πιστεύω ότι το σύνολο των έργων μου  -από το πιο απλό τραγούδι έως το πλέον περίτεχνο συμφωνικό- ανήκουν σε μια και μόνο μουσική ενότητα». Και έτσι ήταν. Το κοινό παρακολουθούσε με κατάνυξη σιγοτραγουδούσε σαν να έψελνε. Όχι κραυγαλέα, όπως παλιότερα στα στάδια, αλλά τελετουργικά, με συγκίνηση και κατάνυξη.

Η καταπληκτική Μαρία Φαραντούρη που έχει τραγουδήσει όλο το έργο του Μίκη, αλλά έχει πάρει το σχήμα και την κίνηση του, ήταν ιέρεια και ιεροπρεπώς ντυμένη, ήταν η ίδια και Μαρία και Μίκης. Και ο Τάσης Χριστογιαννόπουλος που τόσες φορές στο λυρικό του τραγούδι μας έχει συνεπάρει, ήταν ο κλασικός πόλος της μουσικής που έφτανε το πεντάγραμμο στην πάνω σκάλα του.

Ο Μίκης ζούσε τους στίχους και το ένιωθε όταν τραγουδούσε:

Τα θεμέλια μου στα βουνά /και τα βουνά σηκώνουν οι λαοί στον ώμο τους /και πάνω τους η μνήμη καίει/ άκαυτη βάτος.

Το «Βασίλεψες, αστέρι μου», έκανε τον κόσμο να δακρύσει και η φωνή της Φραντούρη ξύπνησε τη φωνή της κάθε μάνας μέσα από  τους στίχους του Επιτάφειου του Γιάννη Ρίτσου.

Η Ωδή εις Σάμον, του Ανδρέα Κάλβου κινητοποίησε τις ψυχές του κοινού που τραγούδησε μαζί με τη μεγάλη  Μαρία, τονίζοντας την επικαιρότητα του  «Θέλει Αρετήν και Τόλμην η Ελευθερία»…

Η σουίτα του Ζορμπά που, όπως είναι πλέον φυσικό, έχει γίνει ο λαϊκός μας ύμνος, ισοδύναμος του Εθνικού μας Ύμνου (δεν είναι ύβρις η συσχέτιση …)  αλλά και τα νέα τραγούδια από την Οδύσσεια του Κώστα Καρτελιά ή την Οδό Μηδέν του Διονύση Καρατζά  έκαναν αίσθηση. Γλυκιά ανάμνηση το «‘Ένα πλοίο ταξιδεύον» του Μποστ, όπου η πολιτική ανωμαλία καθρεφτίζεται στους βαρβαρισμούς του κλιτικού συστήματος της ελληνικής γλώσσας. Όπως ήταν αναμενόμενο «Η Μαργαρίτα η Μαργαρώ» με την μάνα της την «τρελή»  σήκωσε ψηλά τους τόνους.  Τραγούδια που είπαν μόνοι τους οι δύο καλλιτέχνες και τα άλλα που είπαν σε ντουέτο,  όπως το εμβληματικό «Της αγάπης αίματα» από το Άξιον Εστί του Οδυσσέα Ελύτη και το Ασήκικο Πουλάκη, σε στίχους Μιχάλη Γκανά, αφιερωμένο στην υπουργό κυρία Μενδώνη, από τον Τάση Χριστογιαννόπουλοο, απέσπασαν  το θερμό χειροκρότημα και το ηχηρό «Μπράβο» του κοινού.  Εντυπωσιακό και το για πρώτη φορά στα ελληνικά τραγούδι «Quatorze Juillet» της Εντίθ Πιαφ, από την Φαραντούρη. Και το χειροκρότημα ακούστηκε δυνατό και το «Μπράβο» επίσης, αλλά, η βαθιά συγκίνηση έμενε δυνατή μέσα μας  και μετά το πέρας της Μαγικής βραδιάς.

Ευχαριστούμε, Μαρία και Τάση και, πάνω από όλα και όλους, εσένα Μίκη Θεοδωράκη, που άλλαξες τον ρουν της μουσικής ιστορίας της Ελλάδας και μας άφησες έναν Γαλαξία  τραγουδιών, σαν έναστρο ουρανό, σε άκρατο ενθουσιασμό. Τραγουδώντας τα τραγούδια σου, νιώσαμε πως επικοινωνήσαμε με τους θεούς μας, που είναι πολλοί, όπως λέει ο ποιητής και βρίσκονται κάτω από τις πέτρες και το χώμα που πατάμε…

 

 

Ανθούλα Δανιήλ

 

 

 

Αφήστε μια απάντηση

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.