Όταν η ένταση του άναρχου συναισθήματος
υπερβαίνει παγιωμένες συμβάσεις
Πολυγραφότατη και χαλκέντερη, η Στέλλα Πετρίδου, τρέφει ιδιαίτερη αδυναμία στην παράδοση της ποιητικής φόρμας και πειθαρχεί με αφοσίωση στους κανόνες και τις συμβάσεις της. Αυτή τη φορά στο νέο της ποιητικό έργο καταπιάνεται με τη φόρμα του παντούμ ή παντούν, προερχόμενη από τη λογοτεχνική παράδοση της Μαλαισίας. Το έργο της που δανείζεται τον τίτλο από την ποιητική φόρμα που εκπροσωπεί, Παντούμ (εκδ. Μετρονόμος, 2025), περιλαμβάνει τριάντα ποιήματα παντούμ, δομημένα κατά βάση σε οχτώ στροφές. Μονάχα ένα ποίημα χτίζεται σε εννέα στροφές.
Την έκδοση συμπληρώνει ένας αρκετά κατατοπιστικός πρόλογος, ο οποίος παρουσιάζει περιεκτικά τη μακραίωνη ιστορική διαδρομή αυτής της μαλαϊκής ποιητικής φόρμας, τους βασικούς κανόνες της ως προς τη δομή και το περιεχόμενο, καθώς και την συγκρατημένη, ομολογουμένως, επιρροή που άσκησε στην ελληνική ποιητική παραγωγή, κυρίως αυτήν του 20ου αιώνα.
Γι’ αυτό και στο παρόν σημείωμα δε θα εστιάσουμε στις γραμματολογικές πληροφορίες και τις μορφολογικές ιδιαιτερότητες του παντούμ, αλλά στον τρόπο με τον οποίο η ποιήτρια χυτεύει την ποίησή της στο συγκεκριμένο είδος. Γιατί μπορεί η μουσικότητα και ο λυρισμός να είναι συνήθη συστατικά στοιχεία της έμμετρης και ομοιοκατάληκτης ποίησης, ωστόσο την πειθαρχία στους δομικούς κανόνες υποσκάπτει το άναρχο συναίσθημα, που ελεύθερα πετά και μεταμορφώνεται αέναα, αποκαλύπτοντάς μας την αισθαντική και εύθραυστη ποιητική φωνή της δημιουργού.
Τα περισσότερα από τα ποιήματα του βιβλίου έχουν ερωτικό και υπαρξιακό περιεχόμενο. Το ποιητικό υποκείμενο δίνει προβάδισμα στην τολμηρή διάσταση του έρωτα ως τη μοναδική που αξίζει να ορίζει τις ζωές των ανθρώπων. Με ωραίες μεταφορές και απτές εικόνες, ο έρωτας κυριαρχεί σπάζοντας τις τυπικές συμβάσεις, τα μη και τα πρέπει που εγκλωβίζουν τη ζωή σε έναν φαύλο κύκλο. Νόμος ήταν γραμμένος, ν’ αντέχει στα χρόνια,/ στη ζωή την πεζή τ’ άδεια μη κι οι κανόνες/ μια πληγή πάντα αφήνουν ανοιχτή, μα κι αιώνια,/ ναυαγούν οι στιγμές που αφήνονται μόνες. («Οι στιγμές», σ. 15)
Παράλληλα, η απουσία του έρωτα και της αγάπης οδηγεί νομοτελειακά στη μοναξιά και τη λύπη με τον χρόνο να κινητοποιεί όλους τους μηχανισμούς της λήθης, ενώ το άτομο ακροβατεί μεταξύ αλήθειας και πλάνης, σε μια απέλπιδα προσπάθεια να βολέψει την υπαρξιακή του ορφάνια. Μια ορφάνια που συνδέεται απαρέγκλιτα με την απουσία της αγάπης και την ήττα της ζωής απέναντι στο αδυσώπητο ράπισμα του χρόνου. Κι εκεί ακριβώς υπεισέρχεται ο φόβος απέναντι στο γήρας και το φευγαλέο της κάθε στιγμής που ξεψυχά άμα τη γενέσει της. Τα καλοκαίρια/ φέρνουν τους χειμώνες,/ τα δειλινά τους χαρίζουν στεναγμούς/ κι οι γέρικες ψυχές, σαν μείνουν μόνες/ βαθαίνουν τις ρωγμές τους με λυγμούς. («Χειμώνες», σ. 14).
Ωστόσο, παρά την προσωπική ήττα που φαίνεται να ξεσπά σαν μπόρα στον νου του ποιητικού υποκειμένου τις στιγμές της φαινομενικής ησυχίας και περισυλλογής, η αισιοδοξία δεν αποτελεί χαμένο έδαφος, το σκοτάδι δεν είναι ικανό να φυλακίσει το φως και ο χειμώνας δεν μπορεί να αποτρέψει την έλευση της άνοιξης. Η ποίηση της Πετρίδου είναι βαθιά οπτιμιστική, εμποτισμένη με την αυθεντικότητα του θάρρους που ξεπηδά από τους στίχους και κατακλύζει την ψυχή του αναγνώστη. Αργεί, μα στο τέλος το δίκιο επιστρέφει,/ σωπαίνουν οι μπόρες κι η γη ανασαίνει,/ τα χνάρια τους σβήνουν στης λήθης τα νέφη,/ σαν πρώτα και πάλι, η Άνοιξη βγαίνει. («Γηραιές αλήθειες», σ. 17)
Τα παντούμ, εκτός από το ερωτικό, διακρίνονται για το συμβουλευτικό και διδακτικό τους περιεχόμενο. Πτυχές που δεν αφήνουν ανεπηρέαστη την ποιήτρια, η οποία με στέρεα βήματα χαρτογραφεί όλα τα αρχετυπικά συναισθήματα: της χαράς και της πίκρας, του φόβου και του πόθου, της λύπης και του πόνου, της αγάπης και της προδοσίας, του πένθους και της απώλειας. Γνωρίζει ότι η κινητήριος δύναμη του ανθρώπου στρέφεται γύρω από το πείσμα και την επιμονή του, ενώ τρέφεται από την ελπίδα, που σαν αερικό ποτέ δε φυλακίζεται σε χρυσό κλουβί. Όμως, η ιδέα αυτής της απατηλής ελπίδας, δίνει δύναμη στον άνθρωπο, τον θωρακίζει για ν’ αντέχει τις βουλές της μοίρας ή της τύχης σε έναν αέναο κύκλο, όπου τα συναισθήματα διαδέχονται το ένα το άλλο. Στον κύκλο της ζωής.
Η Πετρίδου δίνει το εναρκτήριο λάκτισμα με το οποίο ο άνθρωπος θα περιφρονήσει τη φαυλότητα και θα αναζητήσει την αλήθεια που μεταμορφώνει. Να λάμψει από χαρά και να νικήσει,/ ευχή ξυπνά κι ανάγκη μες στα στήθια,/ προτού το ψέμα μέσα της σκορπίζει/ τα μάτια λένε πάντα την αλήθεια. («Τα μάτια», σ. 23) Η αλήθεια προβάλλεται, με όχημα τη σημειολογία των εποχών, ως πηγή ανάσας απέναντι στο βάρος του πόνου που γεννά το ψέμα. Την αλήθεια παραστέκει η δύναμη του λόγου, η οποία μπορεί με πείσμα να αντιπαλέψει τη ρητορική του φθόνου, του μίσους και του πόνου. Μπορεί να ενώσει τις ψυχές των ανθρώπων και να αρδεύσει το έδαφος, όπου η αγάπη θα καρποφορήσει.
Εντούτοις, η ανθρώπινη ψυχή έμφυτα αποζητά και λαχταρά τον έρωτα, που τη βάζει σε πειρασμούς θητεύοντας στην αγρύπνια του πόθου, ενώ πάντοτε επικρέμαται ο φόβος του τέλους. Φόβος είναι η αγάπη πως θα πάψει,/ δεν υπάρχει το για πάντα, έτσι λένε/ κι εγώ που ’χω τα όνειρά μου διαγράψει,/ με λυγμό τ’ ακούω μέσα μου να κλαίνε. («Απάτη», σ. 27) Αποδεσμευμένη η ανθρώπινη ψυχή από αγκυλώσεις και περιφρονώντας τον φόβο, ειδικά στη νιότη της, αφήνεται έρμαια στο φύσημα του έρωτα που την κλυδωνίζει. Τότε, άλλωστε, η καρδιά υπονομεύει τον νου.
Ο συμβουλευτικός – διδακτικός τόνος είναι περισσότερο αισθητός στα ποιήματα, που απευθύνονται στα παιδιά («Νέα πλεύση» και «Μόλις 18!») – ασχέτως βιωματικού χαρακτήρα, τα ποιήματα αυτά αντλούν τη καθολικότητά τους απ’ τη διαχρονική και πάγια θέση του γονιού, του οποίου η καρδιά σκιρτά κάθε που βλέπει το παιδί του να πετάει ψηλότερα. Σκιρτά από αγάπη αλλά και από έγνοια. Από χαρά αλλά κι από φόβο για την ασφάλειά του. Κι ο χρόνος βιβλίο στα χέρια σου άδειο,/ εσύ το μελάνι, το χρώμα κι η πένα,/ στιγμές να γραφτούν στης ζωής σου το στάδιο,/ αγάπη ο ρυθμός σου κι εμπόδιο κανένα. («Μόλις 18!», σ. 31)
Τα τελευταία ποιήματα της συλλογής διακρίνονται από έναν καθαρά ανθρωπιστικό χαρακτήρα αποκρυσταλλώνοντας την κοινωνική ευαισθησία της ποιήτριας. Ποιήματα αντιπολεμικού χαρακτήρα που με σεβασμό εγγίζουν το δράμα των ανθρώπων που ξεριζώνονται και που άδικα χάνονται υπό το μένος της βίας και των όπλων. Όσο φονιάδες γονατίζουν τους λαούς, τόσο η ελπίδα μάχεται, για να παραμείνει ζωντανή. Καμπάνες σημαίνουν, ο κύκλος γυρίζει,/ στου κόσμου τον χάρτη τα σύνορα αλλάζουν,/ ποιος τάχα ο τρελός που στο θαύμα ελπίζει;/ Το ψέμα του ατμός, μα οι ριπές του μου μοιάζουν. («Πρόσφυγας», σ. 40)
Η πληγή της Ιστορίας διαρκώς κακοφορμίζει και η μοίρα πάρα πολλών ανθρώπων βάφεται με το ίδιο τους το αίμα. Ακόμα, όμως, και σε αυτό το σκοτεινό και απόκοσμο τοπίο, η χαρά βρίσκει τρόπο να ριζώσει αποτρέποντας τον θάνατο της τελευταίας ελπίδας. Μπορεί η αδικία στον κόσμο να πρωτοστατεί, όμως δε λείπουν οι φωτεινές ψυχές που μπορούν να φέρουν την αλλαγή στον κόσμο. Οι ψυχές που σθεναρά μάχονται για ένα καλύτερο αύριο.
Θα ολοκληρώσουμε αυτή τη σύντομη περιήγηση στο νέο ποιητικό έργο της Στέλλας Πετρίδου με μια στάση στον στίχο «ζητώ κι αποδιώχνω κανόνες και πρέπει» του ποιήματος «Προσδοκίες» (σ. 33). Πρόκειται για έναν σημαντικό στίχο, δηλωτικό της ποιητικής πρόθεσης. Η ποιήτρια συνειδητά επιλέγει να υπηρετήσει και, ουσιαστικά να αναβιώσει, μια ποιητική φόρμα – εν προκειμένω αυτή του παντούμ – ωστόσο οι κανόνες δεν την εγκλωβίζουν. Συνομιλεί δημιουργικά με την ποιητική παράδοση έχοντας γνώση των ιδιαιτεροτήτων της, και συνάμα την ανανεώνει με τη δυναμική του λόγου της και των θεμάτων που θίγει, καθιστώντας την πηγαίο σύγχρονο και επιδραστικό δημιούργημα και όχι απλή ρεπλίκα ενός απολιθωμένου λογοτεχνικού λειψάνου.
*Ο Δημήτρης Μπαλτάς είναι φιλόλογος και ποιητής. Πιο πρόσφατο βιβλίο του, η ποιητική συλλογή Υπό καθεστώς ομηρίας (εκδ. Μετρονόμος, 2025).
