Η ΑΕΡΟΣΥΝΟΔΟΣ
Αναταράξεις στον αέρα
οι ζώνες δεμένες
οι σημαίες των ελπίδων σκισμένες
ακριβώς σαν εκείνες της γης
κι όλα σε σύγχυση κενού,
παρά το δελτίο καιρού
που ησυχάζει επιβάτες, πιλότους και πλήρωμα,
παρά τις εντολές για συνέχεια της πτήσης.
Κι όμως εκείνη ιερουργεί στους ουράνιους δρόμους
σε μια εκκλησία κινούμενη διαπερνώντας τη θλίψη
δείχνοντας με ασκήσεις χαμόγελου έναν δρόμο ακατάληπτο
επιτυχούς προσγείωσης
στη χώρα της στάσιμης μνήμης
με λειμώνες ελών, με καιάδες ανεκπλήρωτων πόθων.
«Η αλήθεια…», ερμηνεύει (κι είναι σα να λέει, η Ελλάδα),
«…βρίσκεται στη μέση της ηφαίστειας των αισθήσεων λέξης
εκείνης που έλκεται από ένα εύστοχο νεύμα».
Ακριβώς όπως μια πεταλούδα ή ένα λουλούδι
προσμένουν με βεβαιότητα την άνοιξη,
που τη βλέπουν στο σύθαμπο
μα εκείνη διστάζει να ρθεί.
ΔΙΧΩΣ ΝΙΚΗ
Πλέει το πλοίο σου με πλησίστια πλώρη
σε μια θάλασσα λάδι.
Κι εγώ επωχούμενος άστρων
οδεύω σε μια θάλασσα παλιών ναυαγίων.
Αλλά τούτες τις μέρες
έχει ενσκήψει ένας καιρός
με καταιγίδες βροχής και φωτιάς εναλλάξ
και βρήκαν καιρό οι κυνηγοί των ελπίδων
να σχεδιάσουν στενάζοντας
το επόμενο βήμα τους
να διαρρήξουν την Τράπεζα της Ευτυχίας.
Κι εσύ, στην άκρη του γκρεμού
επιμένεις να μην κάνεις το ύστατο βήμα,
να άρεις τις καταθέσεις της λήθης.
Ευτυχώς που σε σώζει,
κι ας αγριεύει, η θάλασσα.
Μια λέμβος δακρύων με περιμένει
να ιχνηλατώ καινούργια ναυάγια
πια δίχως νίκη…
Victoria…σε σκέφτομαι
όπως εσύ ακριβώς…
——————————-
