Η ΚΑΡΔΙΑ ΤΟΥ ΙΑΛΜΑΡ
Ξάστερη νύχτα, παγωνιά και κόκκινο το χιόνι.
Χίλιοι γενναίοι άταφοι τον ύπνο τους ζητάνε·
Μάτια, σπαθιά ασάλευτα· νέκρα τα πάντα ζώνει.
Σμάρι κοράκια από ψηλά κράζουν, κυκλοπετάνε.
*
Κρύο φεγγάρι απόμακρα τ’ ωχρό του φως στραγγίζει.
Μόνο ο Ιαλμάρ μες στους νεκρούς ζωή ακόμα έχει.
Ακουμπισμένος στο σπαθί, το σώμα του στηρίζει
Κι απ’ των πλευρών του τις πληγές μάχης πορφύρα τρέχει.
*
“Γέλια, τραγούδια το πρωί ξεκούφαναν τ’ αφτιά μου,
‘Οπως κοτσύφια σε πυκνά χαμόδεντρα κρυμμένα.
Μα τώρα κείνται άψυχα σώματα στη ματιά μου
Τόσα παιδιά χαρούμενα και καλοκαμωμένα.
*
Όλοι βουβοί· το κράνος μου κείται σπασμένο χάμου,
Η πανοπλία τρύπησε και το πελέκι λιώμα.
Τα μάτια μου όλο αίματα και ουρλιαχτό στ’ αφτιά μου,
Λες κι είν’ απ’ άγρια θάλασσα ή από λύκου στόμα.
*
Κοράκι κόπιασε από δω, τρανό πουλί και άγριο,
Το σιδερένιο ράμφος σου μπήξε στο στήθος, φίλε.
Έτσι νεκροί που είμαστε θα μας ξανάβρεις κι αύριο·
Κα τώρα τούτη την καρδιά στου Υλμέρ την κόρη στείλε.
*
Κει στην Ουψάλα όπου μεθούν με μπίρα οι άρχοντές της
Και τραγουδούν τσουγκρίζοντας ολόχρυσα κροντήρια.
Εκεί, πουλί και χορευτή πάνω σε ρείκια μύρια,
Εκεί είν’ η κόρη· την καρδιά που παίρνεις πήγαινέ της.
*
Σε όποιου πύργου την κορφή κουρούνες φτερουγίζουν,
Εκεί ολόρθη θα τη δεις, λευκή, μαυρομαλλούσα,
Με σκουλαρίκια ασημιά στ’ αφτιά της να φεγγίζουν
Και μάτια σαν τ’ αστέρια σου, νύχτα μαυροφορούσα.
*
Φύγε, πουλί, και πες της το: δεν την έχω ξεχάσει·
Και την καρδιά μου απόδειξη δώς’ της , θα τη γνωρίσει:
Είναι γερή, είν’ άφοβη κι άλικη σαν τη δύση.
Κοράκι, η κόρη του Υλμέρ θα σου χαμογελάσει!
*
Το πνεύμα φεύγει απ’ τις πληγές· ο Θάνατος σιμώνει.
Τέλειωσα’δω. το άλικο αίμα μου, λύκοι, πιείτε.
Νέος, γενναίος, λεύτερος κι άσπιλος, σαν το χιόνι,
Μαζί με σας, θεοί, κι εγώ στον ήλιο κει που ζείτε!”
—————
Ο γάλλος ποιητής Leconte de Lisle γεννήθηκε το 1818 στο Σαιν-Πωλ, Ρεϋνιόν και πέθανε το 1894 στο Λουβεσιέν. Ο ίδιος δημοσίευσε τρεις ποιητικές συλλογές: Αρχαία ποιήματα 1853, Βάρβαρα ποιήματα 1862 και Τραγικά ποιήματα 1883. Ο απεριόριστος θαυμασμός του για την ομορφιά της αρχαίας ελληνικής τέχνης και λογοτεχνίας βρήκε την καλύτερή του έκφραση σε θαυμάσιες μεταφράσεις του Ομήρου, του Ησιόδου, του Αισχύλου, του Σοφοκλή και του Ευριπίδη. Η ποίησή του ηρωική, φιλοσοφική και περιγραφική διακρίθηκε για την τελειότητα της μορφής και την ποικιλία των ρυθμών, και τον ανέδειξε σε ηγετική μορφή του Γαλλικού Παρνασσισμού. Τέλος, το 1885 πήρε τη θέση του Βίκτορος Ουγκώ στη Γαλλική Ακαδημία.
Λίγα λόγια για το ποίημα: Ο Λεκόντ ντε Λιλ είχε βρει στα Λαϊκά τραγούδια του Βορρά – μεταφρασμένα από τον Ξαβιέ Μαρμιέ και δημοσιευμένα το 1842 – ένα ποίημα με τίτλο ‘Τραγούδι για τον θάνατο του Ιαλμάρ.’ Αυτή η σκανδιναβική, ηρωική ποίηση τον εντυπωσίασε πολύ και ιδιαίτερα αυτό το τραγούδι, όπου υπάρχει ένας διάλογος ανάμεσα σε δυο συμπολεμιστές από τους οποίους ο ένας, ο Ιαλμάρ, επειδή είναι βαριά πληγωμένος και πεθαίνει, παρακαλεί τον άλλο πολεμιστή να πάρει τη χρυσή βέρα του και γυρίζοντας στην πατρίδα, να τη δώσει στην αρραβωνιαστικιά του. Ο γάλλος ποιητής, που του άρεσε η ποιητική ιδέα, εμπνέεται το ποίημα διαφορετικά και κάνει τις εξής αλλαγές: Μετατρέπει τον διάλογο σε μονόλογο και βάζει τον ετοιμοθάνατο Ιαλμάρ να απευθύνεται για τον ίδιο λόγο σε ένα κοράκι.
*
