You are currently viewing Μάρω Κακαβέλα: Μαρία Δριμή, Τετ-α-τετ. Εκδόσεις ΕΣΤΙΑ ISBN : 978-960-05-1961-7

Μάρω Κακαβέλα: Μαρία Δριμή, Τετ-α-τετ. Εκδόσεις ΕΣΤΙΑ ISBN : 978-960-05-1961-7

 Η υπαρξιακή/υποχρεωτική γυμνότητα του «μαζί».

Σκέψεις πάνω στη νουβέλα Τετ-α-τετ της Μαρίας Δριμή

 

 

Στην πυκνή νουβέλα Τετ‑α‑τετ (Εκδ. Εστία, 2025), η Μαρία Δριμή επιχειρεί κάτι παράτολμο: να αναμετρηθεί ως συγγραφέας με την απόλυτη μορφή συνύπαρξης — αυτή που επιβάλλεται σωματικά, ψυχικά και οντολογικά. Μέσα από την ιστορία δύο σιαμαίων αδελφών, της Άννας και της Μαρίας, οι οποίες μοιράζονται το σώμα, αλλά όχι κατ’ ανάγκην και τον εαυτό, η συγγραφέας μετέρχεται όλων των εκφραστικών της μέσω προκειμένου να εμβαθύνει στο ερώτημα της ταυτότητας, της επιθυμίας και της ελευθερίας υπό περιορισμό.

Η συγκεκριμένη νουβέλα συγκροτεί ένα υπαρξιακό, στοχαστικό πεδίο όπου το σώμα δεν είναι απλώς η πρώτη ύλη της εμπειρίας, αλλά ο ίδιος ο τόπος της οντολογικής συνθήκης. Αξιοποιώντας το εύρημα της, των σιαμαίων αδελφών, ενωμένων στο κεφάλι, η συγγραφέας δεν πραγματεύεται μόνο τη σωματική συνύπαρξη ως το απόλυτο βιολογικό δεδομένο, αλλά εστιάζει κυρίως στην μη δυνατότητα διαχωρισμού/αποχωρισμού των ψυχικών πεδίων — εκεί όπου η επιθυμία συγκρούεται με την επιβολή της φυσικής ταύτισης. Η συγκατοίκηση δεν είναι επιλογή, είναι αναπόφευκτο κακό. Το «μαζί» δεν είναι απόφαση αλλά η καταδίκη τους. Από αυτή τη συνθήκη προκύπτει ένα διαρκές, εσωτερικό ερώτημα: πού τελειώνει ο εαυτός μας και πού αρχίζει ο Άλλος, όταν κάθε όριο, σωματικό και ψυχικό, έχει καταργηθεί;

Οι δύο αδελφές συνιστούν το απόλυτο σχήμα του «διττού εαυτού»: είναι δύο, και όμως και μία ταυτόχρονα,  χωριστές, και όμως αξεχώριστες. Στην επιφάνεια, το διακύβευμα είναι πρακτικό: η αναγκαστική κοινή ζωή, η αδυναμία του έρωτα, η κοινωνική απομόνωση, η εξάρτηση από ένα σύστημα ιατρικής και κοινωνικής φροντίδας. Σε ένα βαθύτερο επίπεδο όμως, πρόκειται για ένα φιλοσοφικό ερώτημα: πώς συγκροτείται το υποκείμενο όταν η υποκειμενικότητα δεν του ανήκει αποκλειστικά; Όταν ο εαυτός είναι μοιρασμένος, όταν η σκέψη, η επιθυμία, η ανάγκη, εκφέρεται εντός ενός ασφυκτικού «εμείς»;

Η αφήγηση αρθρώνεται με ένα είδος εσωτερικού μονολόγου, με μια γλώσσα συγκρατημένη, νηφάλια, σχεδόν απογυμνωμένη από κάθε στολίδι. Δεν υπάρχει λυρισμός με την παραδοσιακή έννοια, δεν υπάρχουν εξάρσεις ή καταγγελτικές φωνές, και παρόλα αυτά μέσα στην αφαίρεση και τη «υποχρεωτική» λιτότητα, η πρόζα της Δριμή αναπνέει συγκίνηση, αίσθημα, ειρωνική τρυφερότητα. Ο εσωτερικός κόσμος των δύο ηρωίδων ξεδιπλώνεται αργά, μέσα από την επανάληψη μικρών κινήσεων, την προσήλωση στη λεπτομέρεια, τη σιωπή, τη φθορά της καθημερινότητας. Η Δριμή αποφεύγει, και πολύ καλά κάνει, κάθε απόπειρα συναισθηματικού εκβιασμού και επιμένει σε μια γραφή που ψιθυρίζει, γκώσαμε πια με τις κραυγές — και αυτό είναι που χαρίζει στη νουβέλα.

Στα υπαρξιακά ερωτήματα που αναπόφευκτα αναδύονται, η Δριμή δεν απαντά, γιατί κανένας συγγραφέας, κανένας άνθρωπος δεν θα μπορούσε να απαντήσει, απλά γράφει και  υφαίνει έναν λογοτεχνικό ιστό μεθοδικά, υπομονετικά και ενίοτε οδυνηρά. Ο αναγνώστης δεν παρατηρεί απλώς τις δύο γυναίκες, αντικαθρεφτίζεται μέσα τους. Άλλωστε ο καθρέφτης είναι και το μοτίβο που επανέρχεται διακριτικά στην αφήγηση. Το αντιφέγγισμα μιας αποκάλυψης και μια διάψευσης. Το είδωλο παραμορφώνεται, αναμορφώνεται, αναδομείται και συνεχίζει να υφίσταται ως διττό πρόσωπο/υποκείμενο/μυθοπλασία.

Η συγγραφέας δεν καταφεύγει σε κοινωνιολογικές προσεγγίσεις ή διδακτισμούς, thank god! Η «διαφορετικότητα» των ηρωίδων αντιμετωπίζεται ως αφετηρία για την διερεύνηση της επιθυμίας και της ταυτότητας. Η νουβέλα μοιάζει να θέλει να λειτουργήσει ως μια αλληγορία της ανθρώπινης κατάσταση. Όλοι μας εμπεριέχουμε και κάποιον Άλλον/Άλλους μέσα μας.  Τον χρόνο που έχουμε διανύσει σε όλες του τις εκφάνσεις, τον χρόνο που δεν μπορούμε να αποχωριστούμε, όσο κι αν το θέλουμε.

Η Δριμή δεν κατασκευάζει σκηνές εντυπωσιακές, αν και θα μπορούσε, το εύρημά της ενδείκνυται, απλά ήσυχες στιγμές που τραβάνε το πέπλο. Οι διάλογοι είναι μικρής έκτασης, η γλώσσα, ωραία, στρωτή, χαμηλόφωνη και υπαινικτική. Ο χρόνος αναστέλλεται και συστέλλεται μέσα στο μυθιστορηματικό της σύμπαν, και εμείς αφηνόμαστε να χαρούμε την ανάγνωση. Και αυτό είναι τελικά και το μεγάλο προσόν της Δριμή. Μας εντάσσει στον κόσμο των σιαμαίων, στο κόσμο που τίποτα δεν υπάρχει μόνο του.

Είναι μια νουβέλα ωριμότητας που θα μας συντροφεύσει για καιρό, αφού θα την έχουμε βάλει στο ράφι με τα διαβασμένα, έχοντας στο πίσω μέρος του μυαλού μας και μια οδυνηρή υπενθύμιση, ότι η ελευθερία μας, αν και όποτε υφίσταται, δεν είναι ποτέ απόλυτη· είναι μια εύθραυστη πραγματικότητα που φυτοζωεί μέσα στον πόλεμο του εφικτού.

 

 

Αθήνα, 4 Σεπτεμβρίου 2025

 

Αφήστε μια απάντηση

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.