You are currently viewing Νίκος Χαρτοματσίδης: Παραμύθια για μια προτομή (2)

Νίκος Χαρτοματσίδης: Παραμύθια για μια προτομή (2)

Δεύτερο Παραμύθι

Τι ανακάλυψε η Μάρθα, σκυλίτσα ράτσας αγγλικός ποιμενικός,  στη διάρκεια του πρωινού περίπατου στο φαράγγι της οδού Ασκληπιού στην Αθήνα και το καρούμπαλο στο κεφάλι ενός θεολόγου

– Αυτό ήταν;

Στη φωνή του αλαφροΐσκιωτου μου κομματιού διακρίνω τόνους απογοήτευσης

– Σε έχω ικανό για καλύτερα πράγματα. Ο αστυνομικός σου Διοικητής δεν έπειθε. Προσπάθησε να με αποζημιώσεις με την ιστορία για τον  αγγλικό ποιμενικό. Δεν θέλω να πιστεύω πως θα αφήσεις  τη Μάρθα να βολοδέρνει αδέσποτη στους δρόμους της πόλης. Η Αθήνα είναι αφιλόξενη πόλη για μοναχικά σκυλιά. Μόνος σου το είπες, το φαράγγι της οδού Ασκληπιού.

-Πραγματικά αφιλόξενη για ζώα πόλη, και σχεδόν κάθε δρόμος του κέντρου μοιάζει με φαράγγι με τις πολυκατοικίες να υψώνονται σε κάθε πλευρά του… Μην ανησυχείς όμως, η Μάρθα δεν είναι μόνη της. Έχει υπό  την επιστασία  της τον κύριο Χρυσοστόμου, Ιωάννης Χρυσοστόμου συνταξιούχος καθηγητής του μαθήματος Παλιάς και Καινής Διαθήκης.

-Καθηγητής Παλιάς και Καινής Διαθήκης; Τον κάνεις να ακούγεται απολιθωμένος δεν είμαστε και τόσο γέροι. Χρησιμοποίησε κάτι που να μοιάζει σύγχρονο ας πούμε το απλό Θρησκευτικά. Και αυτό το Ιωάννης Χρυσοστόμου είναι πολύ χτυπητό.

-Ο ήρωας του παραμυθιού είναι θεολόγος και η Μάρθα είναι το τρίτο στη σειρά σκυλί αυτής της ράτσας που ζούσε με τον συνταξιούχο καθηγητή. Τα δύο προηγούμενα ήταν η Ρεβέκκα-Μπέκυ και η Μαγδαληνή-Μάγντυ. Οι φίλοι του στο καφενείο, όλοι του σιναφιού, τον κατηγορούσαν πως είναι βλάσφημο ένας θεολόγος να δίνει στα σκυλιά του ονόματα των γυναικών που ακολούθησαν τον λόγο του Ιησού. Τους απαντούσε με το  άσχετο: «Ο Ιησούς της αποκρίθηκε: Μάρθα, Μάρθα ασχολείσαι και αγωνιάς για πολλά πράγματα, ενώ ένα μόνο χρειάζεσαι.» (Λουκάς Ι 38-42)

-Τελείως άσχετο

Το αλαφροΐσκιωτο κομμάτι μου μένει ανικανοποίητο εγώ όμως συνεχίζω απτόητος να αραδιάζω με χαμηλή φωνή τα λόγια του αφηγήματος που δεν ξέρω πια πώς να το χαρακτηρίσω μύθος παραμύθι, χρονικό; Καταλήγω στην κοντινή με την πραγματικότητα συνεχόμενη ροή λέξεων. Προχωράω λοιπόν:

-Αν για τους ανθρώπους η πρωινή βόλτα με τον σκύλο είναι ένα από τα πρώτα ευχάριστα συμβάντα της ημέρας, για τα σκυλιά που ζούνε σε διαμερίσματα μέσα στην πόλη είναι ανάγκη, μεγάλη ή μικρή δεν έχει σημασία. Συναντάει κανείς συχνά στους δρόμους της πόλης τα ζευγάρια άνθρωπος-σκύλος να ανταγωνίζονται ποιός θα επιβάλει τον ρυθμό του βαδίσματος της βόλτας. Το πρώτο δεκάλεπτο τα σκυλιά πάντα κερδίζουν, τρέχουν μπροστά και τραβούνε πίσω τους από το λουρί τον άνθρωπό τους. Σε σημείο που ο παρατηρητής μπορεί και να μπερδευτεί πως ο σκύλος έχει στην ιδιοκτησία του τον άνθρωπο. Για τη Μάρθα προτεραιότητα της στιγμής είναι να φτάσουν γρήγορα με τον θεολόγο της στην διασταύρωση Ασκληπιού και Λασκάρεως και εκεί να χωθεί ανάμεσα στους θάμνους για να ξαλαφρώσει από τα εκκρίματα που όλο το βράδυ συσσώρευε ο οργανισμός της. Ο κύριος Χρυσοστόμου αφηνόταν να τον τραβάει η Μάρθα και όπως κάθε μέρα η σκέψη του γύρευε να δώσει τον ακριβή ορισμό σ΄ αυτό το πλάτωμα στη διασταύρωση των δύο δρόμων. Ήταν σίγουρος πως στους υπερφίαλους λόγους των δημάρχων η διαπλάτυνση αυτή της Ασκληπιού έπαιρνε διαστάσεις πλατείας που τα φυτεμένα, μπορεί και αυτοφυή, δέκα δέντρα, δεκατέσσερις θάμνοι και τέσσερα παγκάκια την μετονόμαζαν σε πάρκο. Φτάνοντας στη διαπλάτυνση η Μάρθα χώθηκε μέσα στους θάμνους. Ο κύριος Χρυσοστόμου με επιδέξιες κινήσεις  επαναλαμβανόμενες στη διάρκεια τριών ζωών σκύλων χωρίς να αφήνει το λουρί φόρεσε γάντια μιας χρήσης και ετοίμασε πλαστικό σακουλάκι να συλλέξει τα καμώματα του σκυλιού και με την σειρά του χώθηκε ανάμεσα στους θάμνους. Της Μάρθας της άρεσε κάθε μέρα να διαλέγει το μέρος όπου θα ξαλάφρωνε να απέχει τουλάχιστον πενήντα εκατοστά από αυτό της προηγούμενης. Ο καθηγητής θρησκευτικών με κλειστά μάτια ακολουθούσε το ζωντανό και μάζευε τα περιττώματα. Αυτή την φορά όμως ο κύριος Χρυσοστόμου δεν πρόσεξε πως το σκυλί διάλεξε διαφορετική διαδρομή εντυπωσιασμένο από την παρουσία ενός μεγάλου, για τα σκυλίσια δεδομένα, σε σχήμα κύβου πέτρινου όγκου που από ένστικτο έπρεπε να τον τιμήσει . Έτσι όπως ήταν σκυμμένος σε ετοιμότητα να μαζέψει την παραγωγή του σκυλιού, ο θεολόγος κοπάνησε με δύναμη το κεφάλι του στον πέτρινο όγκο που είχε ξεφυτρώσει σαν από θαύμα δίπλα σε έναν από τους  δεκατέσσερις θάμνους. Βλαστήμησε έτσι όπως μόνο οι θεολόγοι μπορούν και τρίβοντας με το χέρι το χτυπημένο κεφάλι του έκανε μερικά βήματα πίσω για να παρατηρήσει καλύτερα το πέτρινο μόρφωμα. Δεν ήταν μια απλή πέτρα. Κάποιος είχε στήσει σε αυτό το πλάτωμα-πλατεία-πάρκο ένα ολόκληρο μνημείο προτομή. Έκανε ακόμα λίγα βήματα πίσω για να δει καλύτερα το μνημείο και πάγωσε. Η προτομή ήταν αυτού του άθεου του Ροβεσπιέρου, το επιβεβαίωνε και η επιγραφή στο βάθρο. Ο ποταμός του θεολογικού βρισιδιού ξεχύθηκε ξανά από το στόμα του. Η Μάρθα είχε μείνει ακίνητη και κοιτούσε με θαυμασμό τον άνθρωπό της κουνώντας με ένταση την ουρά. Ο μεγαλύτερος αριθμός των βρισιών απευθυνόταν στον Δήμαρχο και την οικογένεια του. Όταν ξαλάφρωσε κάπως συνειδητοποίησε πως ο δήμαρχος, είχε χάσει τις εκλογές πριν ένα χρόνο,  και πως αυτός και όλη του η οικογένεια ήταν πάντα με την σωστή πλευρά της Ιστορίας. Αυτό απέκλειε να είχε στήσει ο αυτός  το μνημείο. Αν ήταν στο χέρι του πρώην Δημάρχου (ή της οικογένειάς του) να έστηνε μνημείο για κάποιο Γάλλο ήταν σίγουρο πως ο θεολόγος θα χτυπούσε το κεφάλι του στο βάθρο της προτομής του Λουδοβίκου του ΙΕ και ακριβώς δίπλα η επιγραφή «αφιερωμένο  στον βασιλιά Λουδοβίκο ΙΕ από τον ευγνώμονα Ελληνικό λαό». Τρέχα γύρευε για ποιό λόγο θα εξέφραζε την ευγνωμοσύνη του στο πρόσωπο αυτού του Λουδοβίκου ο ελληνικός λαός. Όχι. Ο κύριος Χρυσοστόμου ήταν σίγουρος πως αν η οικογένεια του πρώην Δημάρχου έστηνε μνημείο του από αιώνες πεθαμένου Γάλλου βασιλιά θα διάλεγε κάποια άλλη πιο ευυπόληπτη περιοχή της πρωτεύουσας και όχι αυτό το άθλιο πλάτεμα-πάρκο- πλατεία.

Η Μάρθα με ικανοποιημένες όλες τις ανάγκες της αποφάσισε πως ο άνθρωπός της το παρακάνει με αυτό το φωνακλάδικο σημειωτόν του και του γάβγισε πως είναι ώρα να επιστρέψουν σπίτι. Το γάβγισμά της σαν να αφύπνισε τον κύριο Χρυσοστόμου.  Έδεσε με προσοχή τη σακούλα με τα περιττώματα του σκυλιού, έβγαλε από την τσέπη του το κινητό και πληκτρολόγησε τον γνωστό αριθμό της Άμεσης Δράσης. Η συνομιλία του με την Υπηρεσία δεν ήταν μεγάλης διάρκειας και οι δύο πλευρές έμειναν με την εντύπωση πως ο συνομιλητής τους δεν στέκει καλά:

«Άμεση δράση, παρακαλώ» η καταγωγή της γυναίκας που του απάντησε πρέπει να ήταν από τα βόρεια, το λάμδα της στην προφορά της λέξης «παρακαλώ» ήταν βαρύ και ένρινο. «Ονομάζομαι Χρυσοστόμου Ιωάννης καθηγητής θεολόγος και θέλω να καταγγείλω στην αστυνομία την εμφάνιση ενός αγάλματος του Ροβεσπιέρου στην συμβολή Λασκάρεως και Ασκληπιού» Η γυναίκα με ευγενική φωνή του απάντησε« Πρέπει να απευθυνθείτε στον Δήμο. Αυτοί είναι υπεύθυνοι για την τοποθέτηση αγαλμάτων. Εμάς συνήθως μας καλούνε για τις εξαφανίσεις αγαλμάτων». Η προσπάθεια της να αστειευτεί ενόχλησε τον καθηγητή Χρυσοστόμου. «Μα δεν καταλαβαίνετε πως κάποιος έχει τοποθετήσει το άγαλμα του Ιακωβίνου Ροβεσπιέρου.» στην φωνή του θεολόγου ήχησαν τόνοι αγανάκτησης. «Σας επαναλαμβάνω η τοποθέτηση των αγαλμάτων δεν εμπίπτει στις αρμοδιότητες της Άμεσης Δράσης. Σας ευχαριστώ που επικοινωνήσατε μαζί μας». Είπε η φωνή με το βαρύ λάμδα και έδειχνε ικανοποιημένη, ίσως επειδή είπε μία τόσο μακριά φράση χρησιμοποιώντας μόνο δύο λέξεις που περιείχαν το σύμφωνο λάμδα. Η συνομιλία αυτή καταγράφηκε και αποθηκεύτηκε στους υπολογιστές της αστυνομίας σαν νέος φάκελος «άγαλμα Ροβεσπιέρου».

Ο κύριος Χρυσοστόμου έβραζε από το κακό του. Η αδιαφορία των  Αρχών πάντα τον εκνεύριζε, και τούτοι εδώ ξεπέρασαν τα κοινώς αποδεκτά όρια. Οι διάφοροι παρείσακτοι στη διαχείριση της εξουσίας τις τελευταίες δεκαετίες είχαν καταφέρει ακόμη και μία αναγγελία  εμφάνισης ενός αγάλματος του Ιακωβίνου Ροβεσπιέρου να μην ενεργοποιεί τα αντανακλαστικά του Σώματος.

«Θα δούνε αυτοί» ξεκίνησε να απειλεί την Αστυνομία ο κύριος καθηγητής μα τον διέκοψε με ένα δυνατό τράβηγμα του λουριού της η Μάρθα. Είχε βαρεθεί και ήθελε να συνεχίσουν την βόλτα τους. Αν υπήρχε δυνατότητα να παρουσιάσουμε με υπότιτλους τις  σκέψεις των σκυλιών σίγουρα θα διαβάζαμε την παρακάτω φράση : «Ωραίο αυτό το μέρος. Άρεσε και στον παππού. Θα έλεγα πως τον ζωντάνεψε. Βλέπω πως τον ενθουσίασε τόσο πολύ που δεν θέλει να φύγει».

-Βλέπω πως δεν γουστάρεις τους θεολόγους. Σου έχουν κάνει κάτι;

Το αλαφροΐσκιωτο κομμάτι μου προσπαθεί με την ερώτησή του να εκμαιεύσει και άλλη ιστορία.

-Βαρέθηκες αυτό το παραμύθι;

-Κάθε άλλο. Είσαι δίκαιος και θέλω να μάθω πως μπαγλάρωσαν τον λιθοξόο Τασουστασίδη. Πρέπει να τον τιμωρήσεις. Όσο για τους θεολόγους…

-Ας τους αφήσουμε ήσυχους.

 

(συνεχίζεται)

 

Αφήστε μια απάντηση

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.