You are currently viewing Βίκυ Κατσαρού: Δημήτρης Οικονομίδης. Ποίηση ΙΙΙ. Επίλογος – Λέξη – Γη μονάχη. Εκδ. Ενύπνιο

Βίκυ Κατσαρού: Δημήτρης Οικονομίδης. Ποίηση ΙΙΙ. Επίλογος – Λέξη – Γη μονάχη. Εκδ. Ενύπνιο

Η ποιητική συλλογή του Δημήτρη Οικονομίδη με τίτλο Ποίηση ΙΙΙ ΕΠΊΛΟΓΟΣ – ΛΈΞΗ – ΓΗ ΜΟΝΆΧΗ απλώνεται σε 48 σελίδες.

Παίρνοντας το βιβλίο στα χέρια μας, βλέπουμε στο εξώφυλλο έναν πίνακα που απεικονίζει μια γλάστρα με γεράνια. Τα γεράνια μπορούν να ζήσουν για αρκετά χρόνια εάν καλλιεργηθούν στις κατάλληλες συνθήκες. Κι αν η ποίηση είναι ένας ανθός, τότε ο Οικονομίδης καταφέρνει να ισορροπήσει όλες τις παραμέτρους για να ανθίσει η τέχνη αυτή.

Η ποίηση του Οικονομίδη δεν διαβάζεται εύκολα. Ή βασικά διαβάζεται μεν ευχάριστα, καθώς έχει έντονη ατμοσφαιρικότητα και προσφέρεται για καταβύθιση στην ύπαρξη, στοιχεία πάντοτε γοητευτικά για εμάς τους ανθρώπους, αλλά έχει σκαλοπάτια, κι είναι τα σκαλοπάτια εκείνα του μύστη, που μέσα από τις τελετές μύησης, δηλαδή τα ποιήματα, κατορθώνεται η υπέρβαση του θανάτου και η αναγέννηση του εαυτού. Οι μύστες  χρησιμοποιούσαν τον μύθο και τα σύμβολα, και το ίδιο  κάνει και ο Οικονομίδης. Τα ποιήματά του είναι ολιγόστιχα, κρατώντας έτσι τον αναγνώστη σε εγρήγορση ότι αν αφαιρεθεί θα χάσει το συμπυκνωμένο νόημα και την αυθεντική εμπειρία της συμμετοχής στην αυτοσυνειδησία της ύπαρξης που προσφέρει το περιεχόμενο του κόσμου του ποιητή.

Ο χωρόχρονος των ποιημάτων είναι μακριά από την οικογενειακή εστία ή την εστία γενικότερα, μακριά από ασφαλή περιβάλλοντα, μέσα σε σπήλαια, ανάμεσα σε έρημα υπερχειλισμένα με άμμο τοπία κάτω από ήλιους αδυσώπητους, τα ποιήματά του είναι άχρονα, ξεκινούν από μια αρχαία εποχή και φτάνουνε στο σήμερα, πηγαινοέρχονται ανάμεσα στον αποχωρισμό, και την ενσωμάτωση και ένταξη, ο άνθρωπος πότε είναι παιδί και πότε ενήλικας. Η μυητική διαδικασία της ποίησης του Οικονομίδη αποσκοπεί στη διεύρυνση της συνείδησης, ώστε να κατανοηθεί ο εαυτός μας στην ολότητά του, και η πραγματική θέση μας στο σύμπαν, το οποίο σύμπαν αέναα καταστρέφεται και ανασταίνεται. Αυτή η κατάλυση των τοπικών και χρονικών ορίων που επιτυγχάνει ο Οικονομίδης αποδυναμώνει τον φόβο του θανάτου κι ο άνθρωπος παρουσιάζεται μεν τρωτός, ευάλωτος, με πάθη, αλλά τα πάθη αυτά λειτουργούν κάπως ενδυναμωτικά, σαν να τον μεταλλάσσουν σε ημίθεο που ισορροπεί ανάμεσα στην αθανασία και την τρωτότητα, για την οποία υπαίτια θα είναι κάποιο αδύναμο σημείο του που έχει περάσει στο ασυνείδητό του στο βάθος των αιώνων όπου περιπλανιέται στο σύμπαν.

Η Ποίηση του Οικονομίδη επιβάλλει μια στιγμιαία εκστατική εμπειρία από υλικό σε διανοητικό επίπεδο, με μια διάχυτη αίσθηση αιωνιότητας, πνευματικής. Ο άνθρωπος είναι θνητός, αλλά το πνεύμα του είναι ενιαίο και υπάρχει από πάντα.

 

Το βιβλίο χωρίζεται σε τρία μέρη. Το πρώτο μέρος παραδόξως ξεκινάει από τον επίλογο, αλλά η έναρξή του συμβαίνει με τη λέξη «παιδί», το έτος 2040. Το 2040, ξεκινώντας από σήμερα, όσοι βρισκόμαστε εδώ, είναι αμφίβολο αν θα υπάρχουμε, και κάπου εκεί τοποθετείται ο επίλογός μας, σε αυτό το ταξίδι ανακυκλούμενης παιδικότητας.

Στων γονιών το κρεβάτι απλώνει

Το κεφάλι στη μία και τα πόδια στην άλλη

γωνιά· και τα χέρια φτερά.

Είν΄ ο κόσμος δικός του

Η ζωή, η χαρά,

η δροσιά και το γέλιο

Και τα άλλα παιδιά.

 

Στο ποίημα αυτό βλέπουμε ένα μικροσκοπικό παιδί κι όμως να γεμίζει με το σώμα του όλο το κρεβάτι και μάλιστα διαγώνια των γονιών του.

 

Το δεύτερο μέρος με τον τίτλο Λέξη ξεκινάει με τον στίχο:

 

Στον Κρέοντα που τόλμησε και άλλαξε

Ο Κρέοντας λοιπόν τόλμησε και άλλαξε γνώμη κι εδώ μιλάμε για τον  συμβολισμό μιας ανδρικής μοναρχίας που μπορεί να καμφθεί.

Άξιο αναφοράς, άλλο ποίημα, ενηλικίωσης, που ακολουθεί τον Κρέοντα:

 

Σαν λεν για τους πατέρες τους

oι άντρες μια θολή

Ματιά στενή κι ανήμπορη

Για κάτι εκεί στο γκρίζο

Του ορίζοντα το χάσιμο

Να πνίγεται ασυλλόγιστα

Στην κόκκινη κηλίδα

Που διάλεξε από σκιάξιμο.

 

Έχουμε διαβάσει αρκετά στη λογοτεχνία για το γυναικείο τραύμα. Στο ποίημα αυτό όμως ερχόμαστε αντιμέτωπες και αντιμέτωποι με το ανδρικό τραύμα.

Στο βάθος της ιστορίας οι άνδρες υπήρξαν πολεμιστές, θαλασσομάχοι, περιπλανώμενοι, βίωσαν δεινά τόπων και ιστοριών, και στη μνήμη τους χαράχτηκαν  τα σημάδια του πόνου, της απώλειας, μιας ακαθόριστης λύπης που όχι μόνο μετάδωσαν στους γιους τους, αλλά οδηγήθηκαν και στην πατρική στέρηση τρυφερότητας, ενώ δημιουργήθηκε το προφίλ ενός πατέρα αδύναμου, κάποιες φορές αποδεκατισμένου, η ανάγκη ενός άντρα απευαισθητοποιημένου.

Όλοι τους γιοι του ίδιου πατέρα.

Όσο παλιότερα πάμε, τόσο πιο συχνά βλέπουμε να αναπαράγεται το προφίλ ενός πατέρα μοναχικού και λιγομίλητου, κι άλλοτε άβουλου.  Μη διατεθειμένου να καλύψει τις ανάγκες τους και να κατευνάσει τους φόβους και τις ανησυχίες τους.

Κι έτσι το τραύμα τους αθόρυβα διαιωνίζεται.

 

Στο τρίτο και τελευταίο μέρος: Γη μονάχη, κι ο στίχος από τη Γένεση,

«…εξέχεεν επί της γης…»

Ο Αυνάν όταν ερχόταν σε ερωτική επαφή με τη Θαμάρ, «εκσπερμάτωσε στη γη για να μη δώσει απογόνους στον αδελφό του». [Γένεση κεφ. 38:1-10] (“όταν εισήρχετο προς την γυναίκα του αδελφού αυτού εξέχεεν επί της γης του μη δούναι σπέρμα τω αδελφώ αυτού”).

Εξαιτίας της ανυπακοής του στην εντολή του πατέρα του να κάνει παιδιά, αλλά και της αμαρτίας του εναντίον του θεϊκού θεσμού, ο Αυνάν θανατώθηκε από τον Γιαχβέ.

Κι η γη, χωρίς τις ιδέες, έμεινε μονάχη.

 

Αναλύοντας λοιπόν επιλεκτικά κάποια ποιήματα, βλέπουμε το αρχέγονο στοιχείο, τον μύθο και τα αρχέτυπα να είναι αρκετά έντονα, καθώς μάς παρουσιάζονται μαύρα αστέρια, σύμβολα της αυτονομίας και της αναρχίας που οδηγούν στην τάξη, ερπετά -φορείς της πνευματικότητας και των υπερβατικών δυνατοτήτων με φιλοσοφικές προεκτάσεις υπό την έννοια της αιώνιας κίνησης, της φωτιάς που θέλει να αφυπνιστεί- ο ουροβόρος όφις που τρώει τον εαυτό του για να ξαναγεννηθεί, αλλά όπως μας λέει ο ποιητής έλιωσαν πια δόντια του και πλέον πληγιάζει την ουρά με τη γλώσσα του μονάχα, αρχετυπικά μυθικά σύμβολα όπως -ο Νάρκισσος- που προτιμάει να μαραθεί από το να χαλαλίσει σταγόνα ελάχιστη και με τον θεό του ακόμα, και αλήθειες που αν αποσυμβολιστούν, τότε βλέπουμε την ανθρώπινη ιστορία και το συλλογικό ασυνείδητο.

Όπως αναφέρθηκε στην αρχή, ο Δημήτρης Οικονομίδης είναι ψυχίατρος. Κι αυτή του η ιδιότητα διαπερνά απαλά και γοητευτικά την ποίησή του. Και ήδη έχουμε αναφερθεί αρκετά στη μυσταγωγία της ποίησής του και στους συμβολισμούς της. Επίσης, στους στίχους του ελλοχεύει μια συγχωνευμένη θρησκευτικότητα.

Για τον ψυχίατρο και ψυχαναλυτή Καρλ Γιουνγκ,  η θρησκεία και ο μύθος αντανακλούν την  εσωτερική μας πραγματικότητα και εκκινούν διαδικασίες που κατοικούν στα σκοτεινά βάθη της ψυχής, πέραν της συνείδησης. Κι ο Οικονομίδης, βάσει αυτού, εκπληρώνει πλήρως το σύμβολο «η τέχνη του σκέπτεσθαι με εικόνες», ενώ συλλέγει αρχαίες εμπειρίες, την ανθρώπινη μοίρα, φαντασιώσεις, αρχαία μυθολογία, όσα έχουν χτίσει το συλλογικό ασυνείδητο, μια βάση δηλαδή δεδομένων που έκανε αιώνες να συγκροτηθεί και μας συνοδεύει όλους μας.

Τα ποιήματα αυτά, με τη μυσταγωγία τους, αντιπροσωπεύουν καθολικές αξίες.

Επιπλέον, έντονα είναι και τα εξανθρωπισμένα στοιχεία της φύσης σε σχέση με την εντόπια παράδοση, καθώς η παράδοση έχει επίσης σημαντικό ρόλο στην ποίησή του.

Ποτέ

Καμιά λιακάδα άνοιξης

Κανένα απομεσήμερο λιοπυριού

Κανένας έρωτας

Κανείς πανηγυριώτικος χορός

Καμία επανάσταση

Καμία καταιγίδα

Κανείς θάνατος

Κανένας πόλεμος

Καμία ήττα

Δεν μπορεί να αποτελέσει άλλοθι

για να σταματήσει να γράφεται ποίηση

 

Οικείες αισθήσεις σε όσους ζουν στην Ελλάδα, ο Οικονομίδης τις παντρεύει με την παγκοσμιότητα της ποίησης και την ανάγκη για συγγραφή.

 

Θέλω να κλείσω με δύο αγαπημένα ποιήματα από τη συλλογή.

 

Και να στέρεψε η πηγή

Η βρύση εδώ μένει

Η ακάματη η πέτρα της

Και τα ξερά της μούσκλια

 

Γράφει ο ποιητής.

Μια πολύ ανθρώπινη ανάγνωση, της αγέρωχης πέτρας, που ακόμα κι αν στερέψει, υφίσταται υποστασιακά αιώνια.

 

Και το δεύτερο ποίημα:

 

Ξαναγυρίζω στους άνυδρους κυκλαδίτικους κήπους

Με το λευκό φως να κατεβαίνει

Απ’ το ξεβαμμένο γαλάζιο στερέωμα

Να καρφώνεται στη σπονδυλική στήλη

Σαν τα καρφιά του Ιησού

Ηδονή και πόνος αθάνατος

Το πάλλευκο ξανά και ξανά και πάντα.

 

Συνοψίζοντας, αυτό που έχει καταφέρει ο Δημήτρης με το βιβλίο αυτό είναι να μας παραδώσει ένα απόθεμα προγονικής γνώσης, σαν να μας φωλιάζει στο χέρι ένα φυλαχτό προκειμένου να σώσει την ψυχή μας.

 

 

Βίκυ Κατσαρού

 

Ο Δημήτρης Οικονομίδης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1964. Είναι ψυχίατρος-ψυχοθεραπευτής. Σπούδασε στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και στη συνέχεια εκπαιδεύτηκε και εργάστηκε στο Παρίσι. Έχει εκδώσει δύο ποιητικές συλλογές Η πυξίδα που έδειχνε το Νότο (εκδόσεις Γαβριηλίδης, 2002) Της μακρινής της θάλασσας είναι ζεστή η αγκάλη (εκδόσεις Γαβριηλίδης, 2012) και μία συλλογή διηγημάτων Ιστορίες ανάμεσα (εκδόσεις Τόπος, 2019).

Αφήστε μια απάντηση

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.