You are currently viewing Αναστασία Ν. Μαργέτη: Παύλος Δ. Πέζαρος, Ο αχός κι ο βυθός (ΚΕΔΡΟΣ, 2016).

Αναστασία Ν. Μαργέτη: Παύλος Δ. Πέζαρος, Ο αχός κι ο βυθός (ΚΕΔΡΟΣ, 2016).

Ο Παύλος Πέζαρος  έχει εκδώσει στο παρελθόν τρεις ποιητικές συλλογές: «Οσμές από ιώδιο» (Ηριδανός, 1982), «Γεύση αρμύρας» (Θεωρία, 1986), «Η σταδιακή οξείδωση της αφής» (Τα Τραμάκια, 1990). Οι τίτλοι τους αναφέρονται στον συσχετισμό μίας εκ των αισθήσεων με το θαλασσινό στοιχείο. Στο τέταρτο ποιητικό του βιβλίο «Ο αχός κι ο βυθός» (Κέδρος, 2016) ο τίτλος παραπέμπει στη σχέση της ακοής με τον βυθό. Η συνάφεια της ζωής με τη θάλασσα είναι ο άξονας που ενώνει τις συλλογές μεταξύ τους αλλά και ο θεματικός πυρήνας που συνέχει τις ποιήσεις του τέταρτου βιβλίου του σαν ραχοκοκαλιά. Άλλωστε, λέξεις που σχετίζονται με τη θάλασσα ανιχνεύονται σε όλα τα ποιήματα της συλλογής, ο ποιητής τις ονομάζει «πατρός σπαράγματα».

Το ποιητικό υποκείμενο απασχολεί η σχέση του με τον χρόνο «Άρχοντα χρόνε, …μας επαγίδεψες, θαρρώ, αριστοτεχνικά, ή, έστω, αφεθήκαμε πες να παγιδευτούμε»(σ.22) και καταθέτει ότι «Εν αρχή ην ο έρως» (σ.14). Επιχειρεί ενδοσκόπηση «μέσα στα όνειρά μας βυθιζόμαστε… στην πρώτη εκείνη εμπειρία θανάτου»(σ.σ. 11-12), «αυτοκίνητη ψυχή μου, …άσε με να κατέβω μέσα σου βαθιά»(σ. 14). Θέλει να στήσει «την παράδεισο εδωνά»(σ.14)  και, εν τέλει να βρει αυτό που λειτουργεί ως «ξόρκι στην τρισκατάρατη φθορά»(σ. 15). Για τον λόγο αυτό αρχίζει ένα ποιητικό ταξίδι θαλασσινό. Το ταξίδι έχει σκοπό του «να μη μας βρουν χαμένους» (σ. 10) πριν το τέλος του θανάτου. Ο τρόπος του ταξιδιού είναι καθοριστικός: «κόπος κι ιδρώτας»(σ. 18), δηλαδή εμπειρία και βίωμα.

Έντονη η ενασχόληση του ποιητή με την ιστορική μνήμη «που ανελέητη ταρακουνάει τον κόσμο. Διασχίζοντας μ’ ορυμαγδούς την ιστορία» (σ. 25), η οποία εκκινώντας από το χτες ορίζει το σήμερα της Ελλάδας και του κόσμου. Εδώ γίνεται εμφανής η αξεδιάλυτη σχέση του χώρου με τον χρόνο. Στα ποιήματα αυτά συνομιλεί διακειμενικά με τον Ηρόδοτο, τον Θουκυδίδη, τον Πλάτωνα, τον ιστορικό Καβάφη, γραφόμενα των οποίων αναφέρει σε τίτλους και μότο των ποιημάτων του.  Εστιάζει την οπτική του σε ιστορικά στιγμιότυπα και τους δίνει ζωή και αίσθημα. «Παρελαύνουν αιώνες, παρασύρουν τις λέξεις απαλά» (σ. 25)

Η θεματική του Πέζαρου αντλεί, επίσης, από τον γενέθλιο τόπο, τον Πειραιά, με τη θλίψη διάχυτη για «ό,τι απόμεινε από της πόλης την εικόνα»(σ. 47), στην οδό Ζαννή, όπου γεννήθηκε πλάι «στη θάλασσα.. γιατί ξεκίνησε η ζωή μας από κεί»(σ.49) στα σοκάκια που πρωτομίλησε «στη γλώσσα που μας θρέψανε» (σ. 49), στις γειτονιές που είναι πατρίδα της παιδικής του ηλικίας και πλέον δεν υπάρχουν «για ν’ ακουμπήσουμε τις μνήμες μας».

Ο Πέζαρος καλλιεργεί με ιδιαίτερη ευαισθησία τον ποιητικό λόγο. Οι λέξεις του στιβαρές, σημαίνουν· δεν είναι επιλεγμένες αβασάνιστα κι αυτό φαίνεται από την απόσταση ανάμεσα στην αρχική και την τελική γραφή των ποιημάτων, όπως αναγράφεται στο τέλος κάθε ποιήματος. Ο λόγος του είναι λιτός, αφαιρετικός αλλά με έντονη εικονοποιία. Αν και προτιμά να εκφράζεται σε ελεύθερο στίχο, χρησιμοποιεί σχήματα λόγου. Ολόκληρη η συλλογή μπορεί να αναγνωσθεί ως μεταφορά ενός θαλασσινού ταξιδιού. Συχνά απαντώνται αντιθέσεις νοημάτων και λέξεων: «Καλλιεργώ τις λέξεις και έρημο θερίζω των αισθήσεων»(σ. 13). «Νόμε, μεγάλε βασιλιά της λευτεριάς μας»(σ. 30). Σπάνιας ομορφιάς η παρομοίωση της ποίησης με βαλσαμωμένη πεταλούδα των εικόνων της θλίψης μας (σ.16). Ο Πέζαρος αγαπά να χρησιμοποιεί την παρήχηση γραμμάτων σε στίχους του. Εκεί που δείχνει όμως όλη τη δύναμη της τέχνης του, είναι στο ποίημα «Κινέζικα μυστήρια», όπου θριαμβεύει η παρήχηση του ρ, ώστε να αποδοθεί άριστα η έννοια της ροής, του νερού, του έρωτα… Πρωτότυπες  οι προσωποποιήσεις των επιθυμιών που πνίγονται (σ. 53) και των λέξεων που μεταναστεύουν (σ.49), στης γλώσσας την εξελικτική πορεία. 

Η ποίηση του Πέζαρου έχει κοινωνικό προσανατολισμό. Τα ποιήματά του είναι γραμμένα στην πλειοψηφία τους στο α΄ πληθυντικό πρόσωπο. Είναι στοχασμοί για τους αγώνες και τις αγωνίες του Εμείς, αφού τ’ ανθρώπινα είναι κοινά και «οι καθημερινές μας οδύνες συναντώνται»(σ. 44). Στους στίχους του διαφαίνεται η μεγάλη του έγνοια κι αγάπη για τον συν-άνθρωπο που συν-πάσχει.

Κυριαρχεί στην ποίηση του Πέζαρου το αίσθημα της μελαγχολίας για όσα χάθηκαν πια και τώρα «η έλλειψη πονάει»(σ.52). Έτσι, ίσως, επεξηγούνται και οι εισαγωγικοί στίχοι του βιβλίου: «Ποίηση, Σ’ εσένα έρχομαι ξανά, σκυλί δαρμένο» (σ.5). Ενώ, όμως, αισθάνεται πόνο για τη ματαιότητα των ανθρώπινων προσπαθειών, δεν βουλιάζει στην απελπισία ή στον κυνισμό. Η φαντασία και το όνειρο και, κυρίως, η ποίηση, αναπληρώνουν τα κενά της έλλειψης, από «το σπίτι που έγινε καΐκι» ο ποιητής ταξιδεύει ακόμη, ακούγοντας τις σειρήνες «επιμόνως να  σε προκαλούν, έστω κι αν τίποτα να κάνεις δεν μπορείς»(σ. 60) και σε παίρνουν, αναγνώστη, μαζί τους. Καλοτάξιδοι!

 

Η Αναστασία Ν. Μαργέτη είναι εκπαιδευτικός, συγγραφέας και ποιήτρια.

 

 

 

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.