You are currently viewing Ανθούλα Δανιήλ: ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ – Ημερολόγιο ενός αθέατου Απριλίου,  Η Πρωτομαγιά.      

Ανθούλα Δανιήλ: ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ – Ημερολόγιο ενός αθέατου Απριλίου,  Η Πρωτομαγιά.  

                                                                      Requiem eternam dona eis Domine

Η συλλογή Ημερολόγιο ενός αθέατου Απριλίου εκδόθηκε το 1984. Η «Πρωτομαγιά», όπως φαίνεται από τον τίτλο του ποιήματος, υπερβαίνει τον Απρίλιο και προεκτείνεται με εφτά μέρες στον Μάιο. Τόσες μέρες κράτησε το ταξίδι του Δάντη, εκ των οποίων τις δύο τις πέρασε στον παράδεισο. Το ταξίδι άρχισε στις 8 Απριλίου του 1300, ημέρα Μεγάλης Παρασκευής. Παρασκευή πέφτει και η  Πρωτομαγιά της συγκεκριμένης συλλογής. Με το Μεγάλο  Σάββατο να έχει προηγηθεί στις 25 και την Κυριακή του Πάσχα στις 26, η Πρωτομαγιά βρίσκει τον ποιητή μετά την Ανάσταση. Δεν είναι, επομένως,  αμελητέα η χρονική συγκυρία.

ΠΙΑΝΩ ΤΗΝ ΑΝΟΙΞΗ με προσοχή και την ανοίγω:

Με χτυπάει μια ζέστη αραχνοΰφαντη

ένα μπλε που μυρίζει ανάσα πεταλούδας

οι αστερισμοί της μαργαρίτας όλοι αλλά

και μαζί πολλά σερνάμενα ή πετούμενα

ζουζούνια, φίδια , σαύρες κάμπιες και άλλα

τέρατα παρδαλά με κεραίες συρμάτινες

λέπια χρυσά λαμέ και πούλιες κόκκινες

 

θα ’λεγες, έτοιμα όλα τους να παν

στον χορό των μεταμφιεσμένων του Άδη.

Πρωτομαγιά κι η φύση εορτάζει. Με όλα τα χρώματα λάμπει, με όλες τις αισθήσεις σε διέγερση, η καθεμία να μην αρκείται στα όριά της και να εισβάλλει στην άλλη.

Η άνοιξη, σαν το κουτί της Πανδώρας, είναι γεμάτη θαυμαστά πράγματα και ο ποιητής, ο εκλεκτός που την ανοίγει, την εξερευνά και ανακαλύπτει μέσα της  υπερπολλαπλασιασμένες τις αισθήσεις. Η ζέστη –αίσθηση της αφής -αποκτά υφή και γίνεται χειροπιαστή και «αραχνοΰφαντη».

Μια αίσθηση ανάλογη από παλαιότερα:

Βράδυ αράχνης τι ωραία που μυρίζει γύρω μου η απελπισία

Έχει τη δύναμη σιμά πολύ και αόρατης γαζίας όπως

τότε που βάδιζα μ’ ένα κορίτσι ανύποπτος μεσ’

στις περιοχές τις άγνωστες του Παραδείσου … («Τα δυο του κόσμου»).

  Και μετά έρχεται το χρώμα μπλε που, υπερβαίνοντας την όραση, γίνεται αέρας και αποκτά οσμή, σαν «ανάσα πεταλούδας». Οι μαργαρίτες, κάτω, γίνονται αστερισμοί, στον ουρανό, πάνω. Αλλά, μ’ αυτό το «αλλά» στον τέταρτο στίχο, η ανάπτυξη των ειδών που δίνει το πανηγύρι της Πρωτομαγιάς σε όλα τα χρώματα, σε όλα τα σερνάμενα στη γη, τα πετούμενα  στον αέρα και τα λέπια στο νερό, όλη την πανίδα και όλη τη χλωρίδα, όλο το ανθρώπινο δειγματολόγιο,  όλη τη γη κι όλον τον ουρανό, σε εκθαμβωτικό στολισμό, προκλητικό και ερεθιστικό στα μάτια, στην όσφρηση, στην αφή, θα καταλήξει στον χορό των μεταμφιεσμένων του Άδη. Ένα είδος Danse macabre, διαφορετικό από εκείνο που ήδη παρουσιάσαμε από αυτήν εδώ τη στήλη (Περί ου, 4 Απριλίου 2020).

Οι δύο τελευταίοι στίχοι μάς αποκαλύπτουν εκείνο που θα χαθεί. Γιατί όλα αυτά που λάμπουν στο φως θα εξαφανιστούν τον Άδη, στο αντίπαλο δέος της ζωής. Από το κουτί της Πανδώρας– άνοιξης, όλα, αφού συρθούν, πετάξουν, κολυμπήσουν, θα φύγουν και θα απομείνει το έσχατοˑ ο Άδης. Η ζωή μοιάζει με έναν χορό μεταμφιεσμένων που τελειώνει στον Άδη, όπου τίποτα από όλα αυτά δεν φαίνεται, δεν υφίσταται, γιατί όλα μας δόθηκαν σαν «ζήτημα φωτός», όπως έλεγε ο Σεφέρης («Πάνω σε μια χειμωνιάτικη αχτίνα», Δ΄). Όλα υπάρχουν, επειδή υπάρχει το φως και τα βλέπουμε.

Το ποίημα κάνει κύκλο. Αρχίζει με το εκτυφλωτικό, προκλητικό και ερεθιστικό φως των χρωμάτων της  χλωρίδας και της πανίδας, με ό,τι αυτή συμβολίζει, για να καταλήξει στην παντελή έλλειψη που έχει ο σκοτεινός  Ά-δης (από το στερητικό «άλφα» και το θέμα «ίδ» του ρήματος «ορώ»).

Πώς είχε προσδιορίσει αυτή την αίσθηση ο ποιητής, πενήντα χρόνια πριν;

           Πουλιά στα χίλια χρώματα /Των ενθουσιασμών  

                              και είχε  καταλήξει:

Θ’ αδειάσουμε τη στάμνα /Θα γίνουμε γλαυκοί /Δωρητές του πελάγους

                                                        (Αιθρίες, XIV)

Και στην τελευταία έκδοση, Εκ του πλησίον,  (εκδόθηκε μετά τον θάνατό του, το 1998), πώς; Με τη λέξη «ΘΑΝΑΤΟΣ», στην άκρη του ποιήματος,  της σελίδας, του βιβλίου, του κόσμου, της ζωής. Όλα τα ωραία είναι  σύντομα και διαρκούν όσο ένας χορός μεταμφιεσμένων και όλα της ζωής θα καταλήξουν στο έσχατο, τον Άδη.  

  Πιάνω την άνοιξη και την ανοίγω… λέει ο ποιητής και ο στίχος μας οδηγεί στη συλλογή Το Φωτόδεντρο και …,  στο ποίημα «Τρεις φορές η αλήθεια» ΙΙ, όπου διαβάζουμε:

Πάτερ ημών ο εν τοις ουρανοίς εγώ που αγάπησα/ εγώ που τήρησα το κορίτσι μου σαν όρκο που/ ’φτασα να πιάνω τον ήλιο απ’ τα φτερά σαν πεταλούδα/ Πάτερ ημών / Μ’ ένα τίποτα έζησα.

Παίρνω τον τονισμένο στίχο και παρατηρώ πως ο ποιητής ονόμασε «Ήλιο» αυτό που στην «Πρωτομαγιά»  ονομάζει «άνοιξη». Τα «φτερά πεταλούδας» υπάρχουν και στα δύο ποιήματα. Σε «ένα τίποτα» καταλήγει το ποίημα «Τρεις φορές η αλήθεια» ΙΙ, στον «Άδη»  καταλήγει η «Πρωτομαγιά», στον «ΘΑΝΑΤΟ» το ποίημα του Εκ του πλησίον.

 Μία λέξη: «Αραχνοΰφαντη» και μία φράση: «ανάσα πεταλούδας», και τα δύο αυτά στοχεία του ποιήματος λειτουργούν συμπληρωματικά κι αμέσως μας οδηγούν μακριά σ’ εκείνη την ανύπαρκτη σχεδόν πνοή, τόσο μικρή «ούδ’ όσο κάν’ η μέλισσα κοντά στο λουλουδάκι» από τους Ελεύθερους Πολιορκημένους του Διονυσίου Σολωμού, ποιητή που αγαπά ο Ελύτης.

 Και όπως και σε όλη την ποίησή του, έτσι και στην «Πρωτομαγιά» συνυπάρχουν το μικρό και το μεγάλο σε πλήρη αντίστιξη. Το φως και το σκοτάδι, το πάνω και το κάτω, τα πάντα και το τίποτα. Και με μια ακόμη ματιά στον αγαπημένο του Αρθούρο Ρεμπώ, θα δούμε και άλλη ανταπόκριση: Λουλούδια μαγικά μουρμούριζαν. Οι πλαγιές τον λίκνιζαν. Ζώα με μια μυθική κομψότητα κυκλοφορούσαν. Οι συννεφιές μαζεύονταν πάνω στο πέλαγος το φτιαγμένο από τα καυτά δάκρυα της αιωνιότητας (Illuminations, II, μετφ. Βαγγέλης Χατζηβασιλείου, εκδ. Θεωρία,1982). Η τελευταία φράση έρχεται να υπογραμμίσει το νόημα μιας μεγάλης υποδηλούμενης απώλειας. Ο Ρεμπώ δεν μιλάει για Μάιο, αλλά μιλάει για «Λουλούδια μαγικά», όπως ο Ελύτης στη μαγική του Πρωτομαγιά, εορτή της λάμψης, της φύσης, της μαγείας. Ο Μάιος ο μαγικός που μας μαγεύει και με τη λάμψη του μας κάνει να ξεχνάμε την οδό προς την οποία όλοι πορευόμεστεˑ στον Άδη.  

Και πάλι από «Τα δυο του κόσμου»

 Ουριήλ Γαβριήλ και απόψε τι που ξανάρχομαι

 και πάω μεταμφιεσμένος σε ευτυχή να ξεγελάσω

 το δρόμο της Σελήνης!

 

         

 

 

                                       

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.