You are currently viewing Βέρα Παύλου: Η αγωνία του έρωτα-Μπιουνγκ Τσουλ Χαν, εκd.Opera

Βέρα Παύλου: Η αγωνία του έρωτα-Μπιουνγκ Τσουλ Χαν, εκd.Opera

 Η Αγωνία τουΕρωτα

 

Και μετά το άγχος θανάτου που κατέκλυσε την ανθρωπότητα μέσα στην πανδημία ο έρωτας χρειάζεται να ξαναπάρει τα ηνία. Να επικρατήσει η αινιγματική ορμή της ζωής έναντι της σιωπηρής ορμής του θανάτου. Ο θάνατος κατασυκοφαντήθηκε στη διάρκεια αυτών των δύο ετών. Παρότι η ύπαρξή μας διέρχεται καθημερινά από αυτό το κατώφλι του ανυπέρβλητου ορίου και παρόλο που παίζουμε διαρκώς το παιχνίδι μαζί του, ξάφνου τον απαρνηθήκαμε πλήρως. Κλειστήκαμε στα καβούκια μας αναμένοντας να ανοίξουμε κάποτε και να έχουμε επιβιώσει.

Αυτή την έννοια της απλής επιβίωσης και της γυμνής ζωής που περιστρέφεται γύρω από την κανονικότητα, την τάξη και την εργασία, έχει ήδη κριτικάρει και ξεδιπλώσει ο διαπεραστικός φιλόσοφος στο έργο του η Κοινωνία της  Κόπωσης. Βασισμένος στην εγελιανή διαλεκτική του αφέντη-δούλου, βλέπει εκεί τον σύγχρονο άνθρωπο ως δούλο υποταγμένο όχι στον αφέντη αλλά στον ίδιο του τον εαυτό, πράγμα πολύ πιο επικίνδυνο. Ο σύγχρονος άνθρωπος –δούλος σε μία διαρκή εκμετάλλευση του εαυτού του μέσα από τις έννοιες της επίδοσης, της εργασίας και της επιτυχίας, σε μία κοινωνία “θετικότητας” προτιμά τη γυμνή ζωή από την κυριαρχία και την ελευθερία. Η δουλειά και η γυμνή ζωή συνδέονται στενά. Αποτελούν αντιδράσεις στην αρνητικότητα του θανάτου. Ο δούλος γαντζώνεται από μια εξουσία που σήμερα έχει γίνει ο ίδιος του ο εαυτός, προκειμένου να μην αντικρύσει ποτέ κατάματα το θάνατο. Ο οποίος δεν έχει  καμία θέση στον κατάλογο των επιδόσεων της γυμνής ζωής. Μήπως δεν το ζήσαμε με αφορμή έναν αόρατο ιό;

Στον αντίποδα αυτής της θανατηφόρας “ευτυχιοκρατίας” με την έννοια μιας κλειστής τελικά ζωής, στραμμένης στη μονάδα και στην ατομικότητα, που δεν είναι άμοιρη μιας σύγχρονης πραγματικότητας γεμάτης ασθένειες, καταρρεύσεις και ξαφνικούς θανάτους, έρχεται ο έρωτας του Άλλου και όχι του ομοίου, να ανοίξει την ανθρωπότητα προς κάτι νέο και επαναστατικό.  Αυτό τον έρωτα του Δύο και όχι του ρομαντικού Ένα , τον έρωτα που χρειάζεται να επανεπινοηθεί, προσεγγίζει και ο Alain Badiou  στο έργο του Εγκώμιο για τον Έρωτα, μτφρ. Φώτης Σιατίστας εκδ.Πατάκη. Συνομιλεί μαζί του ο Μπιουνγκ Τσουλ Χαν στο έργο του όπως και με τον Ρολάν Μπαρτ , τον Λεβινάς, την Εύα Ιλούζ αλλά και τον Πλάτωνα. Κεντρική έννοια στην επεξεργασία του έρωτα ο “ατοπικός” Άλλος. «Δεν είναι τυχαίο που ο Σωκράτης ως εραστής αποκαλείται άτοπος. Ο  Άλλος, ο οποίος ξυπνά τον πόθο μου και με συναρπάζει είναι α-τοπικός. Διαφεύγει τη γλώσσα του όμοιου». Το στερητικό α, της α-τοπίας, της α-γωνίας, της α-γάπης, της αρνητικότητας τελικά, που εισάγει τον θάνατο ως προοπτική και μέσα από τη διέλευσή του φέρει την επανεκκίνηση, είναι εκείνο που βάζει την αναγκαία απόσταση για να υπάρξει ο Έρωτας ως γενεσιουργός δύναμη. Στην ψηφιοποιημένη κοινωνία της αμεσότητας , γεμάτη εικόνες, πληροφορίες και προκατασκευασμένες συναντήσεις βάσει συνειδητών χρηστικών επιλογών, όπου ό έρωτας  βεβηλώνεται και πεθαίνει στα πλαίσια μιας απογυμνωμένης σεξουαλικότητας, έρχεται ένα Α να κάνει τη διαφορά μέσα στην επανάληψη.. Η αγωνία του έρωτα,  το χάσιμο και η διάλυση του εαυτού στη θέαση του αγαπημένου αλλά και άγνωστου, αινιγματικού άλλου, η προσχώρηση στην ατοπία του και στην απόλυτη ετερότητά του, η αγωνία της επιθυμίας : Με θέλει ο Άλλος, τι είμαι για εκείνον, ποιος είναι Εκείνος; μας φέρνει σε επαφή με την ετερότητα μέσα μας, με το ξένο, με το ανοίκειο  που μας βγάζει  σε νέους τόπους…

Ο έρωτας είναι πάνω απ’όλα μια συνάντηση μέσα από το ασυνείδητο που φέρει κοντά τα φαινομενικά πιο ετερόκλητα στοιχεία. Η παραδοξότητα είναι το κεντρικό στοιχείο του Έρωτα. Αυτό που κανείς δεν ανέμενε.

Στην απόλυτη διαφάνεια της κοινωνίας της πληροφορίας, «η σημερινή κρίση της τέχνης αλλά και της λογοτεχνίας  ανάγεται στην κρίση της φαντασίας, στην εξαφάνιση  του Άλλου, δηλαδή στην επιθανάτια αγωνία του έρωτα». Αντιθέτως τα κατώφλια και οι διαβάσεις αποτελούν ζώνες γεμάτες μυστήρια και αινίγματα, όπου αρχίζει ο ατοπικός Άλλος.

Ο Χαν μας καλεί με τη γραφή του να ρίξουμε τους φράχτες και τους τοίχους για να οδηγηθούμε εκ νέου στη γένεση του Άλλου. Συνηχεί εδώ με τον Λακάν ο οποίος  παίζει με το λογοπαίγνιο Lamur  (αντί  amour , amur, τοίχος). Τα τείχη μιας κοινής γλώσσας και του συνειδητού που χρειάζεται να πριονίσουμε για να ανοίξουμε τους δρόμους του ασυνειδήτου και του αγνώστου. Κάπως έτσι και ο Μπαντιού μας καλεί να επινοήσουμε το Δύο του ‘Ερωτα ξεπερνώντας αυτή την πρώτη λαγνεία του Ομοίου που προβάλλουμε στον άλλο.

Ο έρωτας, πηγαία, ανεξάντλητη δύναμη και ορμή ζωής  μέσω της καθολικής δύναμής του, συνδέει καλλιτεχνικό, υπαρξιακό και πολιτικό. «Ως επαναστατική επιθυμία για έναν εντελώς διαφορετικό τρόπο ζωής και μια νέα κοινωνία, διατηρεί την πίστη στα μελλούμενα».Σε εγγύτητα τελικά με την πατρική λειτουργία που για τον Μάσιμο Ρεκαλκάτι ανοίγει τον κόσμο σε αυτό που δεν έχει ακόμη επέλθει.

Μετά το άγγιγμα του θανάτου στην περίοδο της πανδημίας, για όσους έχουν αφεθεί να το διέλθουν, ο Έρωτας ανοίγεται μπροστά. Θανάτω θάνατο πατήσας.

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.