You are currently viewing Θωμάς Μπεχλιβάνης: Τέσσερα όνειρα που ζήτησαν να γίνουν ποιήματα

Θωμάς Μπεχλιβάνης: Τέσσερα όνειρα που ζήτησαν να γίνουν ποιήματα

 στον Νίκο Εγγονόπουλο

 

 

Το γνώριμο σπίτι

 

 

Το σκοτάδι έξω ήταν πυκνό

και το σπίτι γνώριμο.

Σαν πλησιάσαμε, απ’ τη μισάνοιχτη πόρτα

φάνηκαν στο φωτισμένο δωμάτιο

πρόσωπα οικεία κι αγαπημένα.

Την ανοίξαμε και μπήκαμε…

Μα τι έγιναν οι άνθρωποι και το φως;

Υποψιαζόμαστε τους τοίχους, τις γωνιές,

τις πόρτες που οδηγούν σε άλλα δωμάτια,

όπου αντηχούν τα βήματά μας καθώς προχωρούμε

αυξάνοντας ολοένα την ήχο του τρόμου!

 

Η Κόρη και η γηραιά Κυρία

Κάθεσαι δίπλα στην Κόρη.

Δεν είσθε μόνοι…

Μες στον σκοτεινό κήπο σαλεύουν οι σκιές

ακαθορίστων γνωστών.

Μα συ, γνωρίζεις το ακατανόητο κακό

που πράττεις στην γηραιά Κυρία!

Υποψιάζεσαι την παρουσία της βαριά μες στο περίπτερο

πίσω από κιγκλιδώματα και τζαμαρίες…

Τέλος, την βλέπεις!

Προχωρεί μεγαλόπρεπη, μελανόπεπλη

με κυματίζουσα μαύρη μπέρτα εις τους ώμους.

Στο πρόσωπό της ήδη απετυπώθη το κακόν.

Μια δυνατή συγκίνησις σε ωθεί

να υποκλιθείς μπροστά της – σηκώνεσαι.

Αυτή απομακρύνεται

προς τον απέναντι λοφίσκον του κήπου

και εισέρχεται σ’ έναν μυστηριακό χώρο

με φανάρια, μετάλλινα κυτία και εξαπτέρυγα.

Οι ακαθόριστοι γνωστοί τελετουργούν μαζί της…

 

Κι όμως, η Κόρη ήτο συνεχώς δίπλα σου!

 

 

 Απόδρασις

 

Πανύψηλα βουνά

πέρα από τα όρια του υπαρκτού κακού.

Τεράστια γυμνά δέντρα

και πουλιά με πελώριες φτερούγες

κτυπούν τον γκρίζο αγέρα.

Ο νεκρός συγγενής με την ζωντανή γειτόνισσα επί όνου

χαμογελούν και διαβαίνουν την δύσβατον ατραπόν.

Η πτώσις των βουνών έδειξε

ότι δεν χωρούσε περισσότερον κακόν.

Όλοι ευρέθησαν σώοι!

Η θάλασσα

εφάνη στο βάθος μενεξελιά – ήτο δειλινόν –

με κίτρινα φανάρια εις τους βραχίονας του λιμένος.

 

Έφυγες με τον αδελφό σου πάνω σε μηχανάκι

ανάμεσα από σωρούς βουνών πτωμάτων.

 

 

Η εκδρομή

 

Πλατάνια που γέρνουν στη θάλασσα!

Στενή λωρίδα γης με πηγές και βλάστηση ορεινή

που εισχωρεί στο πέλαγος.

Μάλλον πηγαίνεις εκδρομή…

Δεν κρατείς τίποτε, κι όμως ισχυρά είναι η εντύπωσις

πλεκτών καλάθων και ψάθινων καπέλων.

Κάπου κοντά βαδίζει η μητέρα σου

κι άλλοι – δεν τους βλέπεις.

Κυριαρχούν χρώματα καθαρά:

γαλάζιο και πράσινο και σκούρο καφετί!

Η αγαλλίαση ανεβαίνει μέσα σου

καθώς η θάλασσα έξω…

 

Λίγο ακόμη και η γη όπου πατείς θα διαλυθεί

και συ θα κολυμπάς απτόητος

σε πέλαγος άφατης χαράς!

 

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.