You are currently viewing Ανθούλα Δανιήλ: Οι Επιτρέποντες του Μενάνδρου  σε σκηνοθεσία, διασκευή και απόδοση  Βασίλη Μαυρογεωργίου, στο Μικρό Θέατρο της Επιδαύρου, 23 Ιουλίου 2022

Ανθούλα Δανιήλ: Οι Επιτρέποντες του Μενάνδρου σε σκηνοθεσία, διασκευή και απόδοση  Βασίλη Μαυρογεωργίου, στο Μικρό Θέατρο της Επιδαύρου, 23 Ιουλίου 2022

Οι Επιτρέποντες και ο Δύσκολος είναι δύο από τις σημαντικότερες κωμωδίες του Μενάνδρου. Οι Επιτρέποντες ανακαλύφτηκαν το 1905 σε αιγυπτιακό πάπυρο, από τον Γουσταύο Λεφέβρ, στα ερείπια της Αφροδιτόπολης, σημερινής Κομ Ισχάου, αν και πολλοί στίχοι ήταν ήδη γνωστοί από άλλες πηγές. 

Η κωμωδία πήρε τον τίτλο της από την Πρώτη Σκηνή της Δεύτερης Πράξης, όπου ο βοσκός Δάος και ο καρβουνιάρης Σύρος αναζητούν διαμεσολαβητή-κριτή για να τους λύσει τη διαφορά που έχουν.

Επιτρεπτέον τινί εστίν περί τούτων

ήτοι  επιτρεπτέον εστίν Σμικρίνη περί της διαφοράς

Και εδώ βρίσκεται η ουσία του έργου και ο τίτλος του. Ο Δάος και ο Σύρος επιτρέπουν στον τσιγκούνη γέρο Σμικρίνη  να τους λύσει τη διαφορά.

Η ιστορία έχει ως εξής: Η όμορφη και πλούσια Παμφίλη βγήκε να γιορτάσει στη Βραυρώνα τα Ταυροπόλια προς τιμήν της Αρτέμιδος κι εκεί, στο σκοτάδι, συνευρίσκεται με τον Χαρίσιο, αρχοντόπουλο της Αθήνας, χωρίς να γνωρίζουν ο ένας τον άλλο. Στην ουσία, ο Χαρίσιος, μεθυσμένος βίασε την Παμφίλη, η οποία επέστρεψε στο σπίτι κλαμένη, με τα μαλλιά αναστατωμένα και το καλό της φόρεμα σκισμένο. (Ως εδώ η ιστορία επαναλαμβάνεται στον Βασιλικό του Αντωνίου Μάτεσι, 1832, με ελαφρά παραλλαγή και την Γαρουφαλιά που βγαίνει να εορτάσει το καρναβάλι στη Ζάκυνθο).

Λίγο καιρό μετά, ο Σμικρίνης παντρεύει την Παμφίλη  με τον Χαρίσιο, χωρίς κανείς να ξέρει τίποτα από το γεγονός  και, κυρίως, χωρίς οι σύζυγοι να αναγνωρίσουν τον σύντροφο εκείνης της βραδιάς. Πέντε μήνες μετά τον γάμο η Παμφίλη γεννά μωρό, το οποίο παραδίδει στην μαία Σωφρόνη να το εκθέσει  στο βουνό, όπου το βρήκε ο Δάος και το παρέδωσε στον Σύρο (εδώ η ιστορία μας θυμίζει τον Οιδίποδα). Όμως το μωρό είχε και κάποια κοσμήματα πάνω του για να το αναγνωρίσουν κάποτε  οι δικοί του. Ο ένας παίρνει το μωρό κι ο άλλος τα κοσμήματα, τα οποία δημιουργούν τη διαφορά μεταξύ βοσκού και καρβουνιάρη και έτσι γίνονται αυτοί οι Επιτρέποντες.  

Πιστός δούλος  που φροντίζει το σπίτι του Χαρίσιου, ενόσω αυτός λείπει, είναι ο Ονήσιμος, ο οποίος, παρά τις προφυλάξεις των γυναικών, έχει πάρει είδηση τη γέννηση του μωρού και έχει ειδοποιήσει τον Χαρίσιο (κι εδώ η ιστορία μας θυμίζει τη σχέση της  Λινόρας με τον Κούντη Τερουχά, κατά την απουσία του Ρήγα Πιερ από την Κύπρο. Όμως ο Δον Τζουάν Βισκούντης, όπως ο Ονήσιμος, ενημέρωσε τον Ρήγα Πιερ, σύμφωνα με  το Χρονικό του Μαχαιρά  και το ποίημα του Γιώργου Σεφέρη, «Ο δαίμων της πορνείας» κι έτσι έγινε το μέγα κακό). Ο Ονήσιμος είναι κάτι σαν το πνεύμα του καλού και του κακού, ταυτοχρόνως, ένας Καλιμπάν που σαν διαβολάκος  με  το κόκκινο κοστούμι του ξεφύτρωσε από την Τρικυμία του Σαίξπηρ για να υπηρετήσει τα αφεντικά του.

Εκείνο που πρέπει να τονίσουμε είναι ότι στους Επιτρέποντες η συναίνεση δεν υφίσταται και η βία είναι ο νόμος. Στον μύθο πάντα ο Δίας μεταμορφώνεται σε χρυσή βροχή για να συνευρεθεί με την Δανάη, κύκνος με τη Λήδα, ταύρος με την Ευρώπη, Αμφιτρύων με την Αλκμήνη, πράγμα το οποίο δεν θυμίζει καθόλου συνεύρεση με συναίνεση, αλλά με βία.  

Η ιστορία περιπλέκεται, ο γάμος κινδυνεύει, ο Χαρίσιος φαίνεται ότι διασκεδάζει με μία εταίρα (εδώ θυμίζει πάλι τον ρήγα Πιερ), αλλά δεν διασκεδάζει, η εταίρα βρίσκει την ευκαιρία να διαπραγματευθεί την ελευθερία της, αν του βρει τη λύση στο πρόβλημά του, την βρίσκει  και όλα θα τελειώνουν αισίως.

Η Παράσταση  ξεκίνησε με τη γιορτή των Ταυροπολίων, όπου γίνεται το «σώσε» με το ποιος συνευρίσκεται με ποιαν, και η σκηνή γεμίζει από την πανέμορφη ζωντανή μουσική του Νίκου Κυπουργού (θυμίζω ότι το έργο σκηνοθετήθηκε και από τον Σπύρο Ευαγγελάτο το 1981, καθώς και ο Βασιλικός του Μάτεσι, Η εισαγωγή στους Επιτρέποντες θυμίζει πάρα πολύ την Εισαγωγή στον Βασιλικό, πράγμα συγκινητικό για τη γόνιμη επίδραση του μεγάλου απόντος στον νέο ταλαντούχο σκηνοθέτη, εάν είναι έτσι.

Η Εισαγωγή, λοιπόν, έγινε με χαρούμενη μουσική και τραγούδι. Η Ορχήστρα γέμισε χρώματα. Τα κοστούμια ευφυή, οι χαρακτήρες πολλοί, και οι ηθοποιοί φάνηκε πως πολλαπλασιάστηκαν, αφού  επανεμφανίστηκαν σε περισσότερους του ενός ρόλους. Ο Δάος και ο Σύρος έφεραν στη σκηνή τη χωριάτικη προφορά τους, έτσι το έργο ενώ κινείται σε αστικό περιβάλλον παίζει και ηθογραφικό. Η παράσταση είχε ζωντάνια, κίνηση, χιούμορ, μετέφερε στο κοινό τη διάθεση της σκηνής, σκόρπισε γέλιο και διασκέδασε τους θεατές.

Ο σκηνοθέτης Βασίλης Μαυρογεωργίου, τήρησε το μέτρο, δεν έκανε μοντερνιές, αξιοποίησε ό,τι καλό είχαν να του προσφέρουν οι προηγούμενες θεατρικές γενιές. Να θυμίσω ότι ο τσιγκούνης  Σμικρίνης  μας θύμισε πολλές φορές τον Φιλάργυρο του Μολιέρου, ο οποίος θρηνεί περισσότερο για την προίκα που έδωσε στον γαμπρό του, παρά για το γεγονός που διέλυσε τον γάμο της κόρης του.  Ο Σμικρίνης, στη σκηνή που θα ανακοινώσει τρία σημαντικά πράγματα, ξετυλίγει πάπυρο μακρύ σαν εκείνον τον κατάλογο που απαγγέλει ο Σγκαναρέλ, δούλος  του Δον Δουάν με τις χιλιάδες ερωμένες, στη Δόνα Ελβίρα … Ειδικά αυτός, ο Σμικρίνης, ήταν τόσο κινητικός και παραστατικός, νευρικός, οξύθυμος, αδιάλλακτος, σχεδόν μισάνθρωπος  που είχε αφομοιώσει όλους τους αρνητικούς χαρακτήρες σε έναν. Συχνά, αν και «παππούς», στηριζόμενος σε μία μαγκούρα που ήταν και καρεκλάκι, παιχνίδι στα έμπειρα χέρια του, μετατρεπόταν, κόντρα στα χρόνια του, σε ζογκλέρ. 

Όσο για τις κινήσεις, μια χαρά παρέπεμπε στην πράξη που έφερε τόση αναστάτωση στη ζωή των ηρώων και γέλιο στο κοίλο του θεάτρου. 

Επίσης, συχνά είδαμε το χέρι του Καραγκιόζη να γίνεται χέρι του ενός των Επιτρεπόντων, ενώ η γενική εικόνα παρέπεμπε στην Commedia dellArte με το τραγούδι, τον χορό, την ευλυγισία και τον αυτοσχεδιασμό.

Στο έντυπο του Φεστιβάλ διαβάζουμε ότι  «το κεντρικό ζήτημα της παράστασης» είναι τα πρόσωπα και οι πράξεις τους, τα οποία η παράσταση «φωτίζει αμφίσημα».  Είναι «Μια μουσική κωμωδία που ανοίγει, με όχημα το χιούμορ, έναν χώρο συζήτησης  για τον έρωτα και τις σχέσεις  των δύο φύλλων στην εποχή μας».

Ας μην παραλείψουμε και το φυσικό ντεκόρ του θεάτρου, το όμορφο κτίσμα, τον κήπο του, τους φωτισμούς,   και πίσω του τα βουνά, με το περίεργο μαύρο χρώμα, «βλεπάτορες»   ενός έργου 2.500 χρόνων.

Συγχαρητήρια στους ηθοποιούς: Δάφνη Δαυίδ, Άννα Καλαϊτζίδου, Γιώργος Πυρπασόπουλος, Μάριος Σαραντίδης, Λυδία Τζανουδάκη, Ιώβη Φραγκάτου. Συγχαρητήρια σε όλους τους συντελεστές.   

 

 

 

This Post Has One Comment

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.