You are currently viewing Γιούλη Ζαχαρίου: Drive my car  (2021)  Ryusuke Hamaguchi

Γιούλη Ζαχαρίου: Drive my car  (2021)  Ryusuke Hamaguchi

Πώς μπορεί να επιβιώσει κανείς μετά από μια τραγική απώλεια; Ο Yusuke και η Oto, ένα παντρεμένο ζευγάρι, φέρουν, ο καθένας με τον δικό του τρόπο, το τραύμα από τον θάνατο στο παρελθόν της μοναχοκόρης τους. Εκείνος, θεατρικός ηθοποιός και σκηνοθέτης, έχει αφοσιωθεί στη δουλειά του· εκείνη, σεναριογράφος της τηλεόρασης, έχει χάσει την ικανότητα της να γράφει και την ανακτά μόνο μέσα από ένα δημιουργικό μηχανισμό συνδεδεμένο με το συζυγικό ή και εξωσυζυγικό σεξ – ο Koshi, ένας εγωκεντρικός και νάρκισσος νεαρός ηθοποιός, είναι ο τελευταίος εραστής της.  Ακολουθούν αλυσιδωτά, μια οδυνηρή αποκάλυψη και η περίεργη αντίδραση του Yusuke, μια μη έγκαιρη ανταπόκριση, ένα αιφνίδιο τραγικό γεγονός (επιμένω να μην αποκαλύπτω τα βασικά στοιχεία της πλοκής), και μόνο τότε… πέφτουν οι τίτλοι έναρξης!

Πρόκειται για το πρώτο δείγμα της ιδιότυπης αλλά καθόλου αναίτιας δομής που επιλέγει ο R. Hamaguchi (Happy Hour, Asako I&II, Ιστορίες της Τύχης και της Φαντασίας) για τη νέα πολυβραβευμένη ταινία του, που στηρίζεται σε ιστορίες του βιβλίου του Haruki Murakami ‘’Men without women’’. Ο θεατής ξέρει ήδη από τον 45λεπτο  πρόλογο όσα είναι απολύτως απαραίτητα για να ακολουθήσει δύο χρόνια μετά  τις ορατές και αόρατες διαδρομές των ηρώων. Στη συνέχεια, την εξέλιξη της πλοκής μοιράζονται, καθόλου τυχαία, δύο χώροι: ένα κόκκινο παλιό Saab, το αγαπημένο αυτοκίνητο του Yusuke – χώρος ανέκφραστων θλίψεων και αποκαλυπτικών αφηγήσεων – και ένας θεατρικός χώρος στη Χιροσίμα όπου θα ανέβει ‘’Ο Θείος Βάνιας’’ του Τσέχωφ– χώρος συναισθηματικής έκφρασης και αναπαράστασης. Το έξοχο τσεχωφικό έργο έρχεται να υποστηρίξει και να συνδεθεί  με το κινηματογραφικό σενάριο σε μια θαυμαστή συνέργεια. Οι μυθοπλασίες και των δύο είναι ψυχογραφικές και η έμφαση δεν δίνεται τόσο στα γεγονότα, όσο στα συναισθήματα και τις σκέψεις των ηρώων, στην αλληλεπίδραση τους και στην απήχηση στο παρόν βιωμάτων που τους στιγμάτισαν.

Το νήμα της πλοκής λοιπόν μεταφέρει τον θεατή δυο χρόνια αργότερα στη Χιροσίμα, όπου ο Yusuke, προσκεκλημένος σε ένα θεατρικό φεστιβάλ, προετοιμάζει μια διαπολιτισμική  προσέγγιση του Θείου Βάνια με διεθνές καστ. Η πολυγλωσσική απόδοση του έργου, στην οποία περιλαμβάνεται και η νοηματική γλώσσα ( ερμηνεύεται  συγκλονιστικά στη νοηματική ο τελικός μονόλογος της Σόνια),  υπογραμμίζει τη θαυμαστή δυνατότητα επικοινωνίας με κώδικες παραγλωσσικούς και εξωγλωσσικούς, τόσο στη Τέχνη όσο και στη ζωή. Η επιλογή του συγκεκριμένου θεατρικού από τον Yusuke δεν έγινε τυχαία·  ‘’τα έργα του Τσέχωφ’’, όπως ο ίδιος λέει, ‘’έχουν τη δύναμη να απελευθερώνουν τον ηθοποιό από τον εαυτό του’’ και στο συγκεκριμένο προβάλλονται ψυχικές καταστάσεις οικείες του. Επομένως ο πρωταγωνιστικός ρόλος  θα του έδινε την ευκαιρία να εξωτερικεύσει τη μέσα του κόλαση, όμως εκείνος ‘’δεν αντέχει να το κάνει’’. Έχει μεταθέσει στο έργο όσα αισθάνεται και έχει υψώσει γύρω του αδιαπέραστο τείχος. Όταν ο Koshi, ο παλιός εραστής της γυναίκας του, εμφανίζεται στο κάστινγκ, ο Yusuke του αναθέτει τον κεντρικό ρόλο παρά την φανερή απειρία του – άλλη μια αντίδραση του που αξίζει την προσοχή του θεατή.  

Το θεατρικό φεστιβάλ έχει επιβάλλει στον σκηνοθέτη για τη διάρκεια της παραμονής του έναν οδηγό για το Saab του, μια νέα κοπέλα, τη Misaki. Στις διαδρομές τους ο Yusuke, συγκρατημένος στη θλίψη του και σιωπηλός, εξασκείται στην απομνημόνευση του έργου μέσα από κασέτες με τη φωνή της γυναίκας του. Το αυτοκίνητο είναι γι’ αυτόν ένα όχημα φυγής από την οδύνη, αλλά ταυτόχρονα και ένας τόπος συνάντησης με το παρελθόν που τον στοιχειώνει. Η Misaki, εξίσου σιωπηλή, απροσπέλαστη, αφοσιωμένη στη δουλειά της, φέρει κι αυτή το ανεπούλωτο τραύμα του παρελθόντος της. Είναι δυο άνθρωποι με εντελώς διαφορετική προέλευση και πορεία, όμως και οι δυο ευάλωτοι λόγω των ενοχών τους, περίκλειστοι στον τραυματισμένο εαυτό τους, με μια ανέκφραστη οργή βαθιά μέσα τους. Στις καθημερινές μακρές διαδρομές τους, μέσα από σιωπηλές ακροάσεις της ηχογραφημένης φωνής και ήσυχες καθημερινές κουβέντες, οικοδομείται διστακτικά, συγκρατημένα, αναγνωριστικά μια ανεπαίσθητη οικειότητα. Ο ένας μαθαίνει να ακούει τον άλλον, να διαβάζει τις σιωπές του, να μοιράζεται τις ιστορίες του. Είναι οι μαγικές ώρες της ’’αναγνώρισης’’ του άλλου και της ενσυναίσθησης, που οδηγεί ασφαλέστερα όχι μόνο στην κατανόηση του άλλου, αλλά και του ίδιου του εαυτού και στην αποδοχή του.

Οι δυο χώροι εκτύλιξης της πλοκής, ο χώρος του θεάτρου και αυτός του αυτοκινήτου, της Τέχνης και της ζωής, δεν λειτουργούν αυτόνομα, συνδέονται στενά, πορεύονται παράλληλα ή τέμνονται, αντικατοπτρίζονται αμοιβαία.  Η απώλεια, η προσκόλληση στο παρελθόν, το τραύμα και η θλίψη ως κατάλοιπο του, η αφοσίωση στη δουλειά ως αντίδοτο, οι αδιέξοδες ενοχές, η εκκωφαντική κραυγή του άρρητου, η νοηματοδότηση των σιωπών, η ανάγκη ενδοσκόπησης και αποδοχής, είναι στοιχεία που διακρίνει κανείς σε θαυμαστές αντιστοιχίες και στα δύο έργα. Η θεατρική πράξη απελευθερώνει την έκφραση, ενεργοποιεί τη νόηση και το συναίσθημα, εμβαθύνει στα ανθρώπινα πάθη και οδηγεί δι’ ελέου και φόβου στην κάθαρση· την ίδια απελευθερωτική, καθαρτική πορεία διακρίνει ο θεατής στους ήρωες του Hamaguchi, μέσα από την αποδοχή της απώλειας, τη συναισθηματική σύνδεση, την υπέρβαση των ενοχών.

Αυτό που μια επιπόλαιη ματιά μπορεί να εκλάβει στην ταινία ως πολυπλοκότητα της δομής και αποσπασματικότητα της πλοκής, είναι στην ουσία η εκπληκτική ικανότητα του σκηνοθέτη να συνδέει διαφορετικά επίπεδα της αφήγησης με λεπτότατους συνεκτικούς ιστούς, παραλληλισμούς και αντικατοπτρισμούς. Τίποτα δεν είναι, κατά τη γνώμη μου, περιττό ή δευτερεύον στην εξέλιξη, όλες οι σκηνές παραπέμπουν, προοικονομούν ή αιτιολογούν προηγούμενες ή επόμενες. Η ταινία απαιτεί θεατές ικανούς να εκτιμήσουν την επιβράδυνση του ρυθμού της αφήγησης, που επιβάλλει το ίδιο το θέμα της αργής, σταδιακής προσέγγισης, να αντιληφθούν τις υπέροχες αντιστοιχίες και, ενάντια στη δικτατορία της ταχύτητας που έχει επιβληθεί και στο σινεμά, να απολαύσουν κάθε στιγμή, κάθε απόχρωση, κάθε σιωπή.

‘’Αν γινόταν να ζήσει κανείς τη ζωή του αλλιώς… Να ξυπνήσει ένα καθαρό ήσυχο πρωινό και να νοιώθει πως άρχισε να ζει από την αρχή, πως όλο το παρελθόν ξεχάστηκε, διαλύθηκε σαν καπνός…’’ , ακούγεται στο θεατρικό έργο. Οι ήρωες του Hamaguchi, σε αντίθεση με αυτούς του Τσέχωφ, μπορούν να το ελπίζουν…

 

 

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.