You are currently viewing Ευσταθία Δήμου: Νίκος Δόικος, Οι αδέσποτοι. Εις μνήμην απόντων ποιητών, Εκδόσεις Κοράλλι, Αθήνα 2020.

Ευσταθία Δήμου: Νίκος Δόικος, Οι αδέσποτοι. Εις μνήμην απόντων ποιητών, Εκδόσεις Κοράλλι, Αθήνα 2020.

Η Ποίηση ως στοχασμός

 

 Η έβδομη ποιητική συλλογή του ποιητή και στοχαστή Νίκου Δόικου αποτελεί μία απολογία και έναν απολογισμό μαζί της τέχνης του, στο μέτρο που αυτή αποτέλεσε και εξακολουθεί να αποτελεί μία στάση ζωής και μία κατευθυντήρια γραμμή δράσης, όχι μόνο σε καλλιτεχνικό, αλλά και σε εξω-καλλιτεχνικό επίπεδο. Ταυτόχρονα, όμως, είναι και ένα βιβλίο που λειτουργεί υποσχετικά ενός καλύτερου μέλλοντος που θα έρθει με μία δύναμη λυτρωτική και αναγεννητική για να αναπλάσει τον κόσμο, με τον ίδιο τρόπο που η τέχνη αναπλάθει και μετουσιώνει την πραγματικότητα. Η πίστη του ποιητή στη δύναμη και τη δυναμική της ποίησης είναι τέτοια, ώστε να προεξοφλεί τη δραστική και καταλυτική της επενέργεια στην ανθρώπινη συνθήκη. Η σιγουριά αυτή, μάλιστα, απορρέει και αντικατοπτρίζεται στην ίδια τη γραφή του ποιητή και, συγκεκριμένα, στο ρυθμό των ποιημάτων του που αποπνέει την ίδια ελπιδοφόρα σιγουριά με τη σκέψη του.

Η αντίληψη του ποιητή για την τέχνη του είναι ιδιαίτερα υψηλή και εμφορείται από την αίσθηση του καθήκοντος και μιας «αποστολής» που έχει στο κέντρο της τον άνθρωπο και την ευημερία του. Οι «αδέσποτοι» του τίτλου είναι οι ίδιοι οι ποιητές, αλλά και οι στίχοι τους που περιπλανιούνται μέσα στο ποιητικό σύμπαν, νοούμενο ως κατασκευή του κόσμου, του περιβάλλοντος δηλαδή μέσα στο οποίο πάλλεται η ανθρώπινη ψυχή και δημιουργία. Ο ίδιος ο όρος, άλλωστε, δηλώνει, κατά τρόπο ευθύ και ευθύβολο, τη διάθεση του ποιητή να απαγκιστρωθεί από κάθε είδους δέσμευση και να διαδηλώσει την πίστη του στην ελευθερία και την αγάπη, ως των δύο εκείνων πόλων από τους οποίους εκκινεί και στους οποίους επιστρέφει η ζωή και η τέχνη.

Η σχέση του ποιητή με την τέχνη του, όμως, είναι η μία όψη του νομίσματος. Γιατί στην άλλη πλευρά είναι αποτυπωμένος ο προβληματισμός του ποιητή για τη σύγχρονη συνθήκη ζωής και για τις κακοδαιμονίες της εποχής, προβληματισμός που δεν είναι εντελώς απαλλαγμένος από μία ιδιαίτερη φόρτιση λόγω της οργής ή της αγανάκτησης που νιώθει. Συμβαίνει, μάλιστα, κάποιες φορές, ο ποιητής να παρασύρεται σε ένα κλίμα απογοήτευσης και δυσοίωνων προβλέψεων που προκύπτει και στηρίζεται σε μία σωρεία προβλημάτων και καταστάσεων που μαστίζουν τον σύγχρονο άνθρωπο. Ο ποιητής, ωστόσο, δεν αφήνεται σε αυτό το κλίμα. Πολύ γρήγορα ανακτά την ψυχραιμία και την αισιόδοξη διάθεση που είναι βέβαια στενά συνυφασμένη με την ποίηση, όπως αυτή τίθεται στην υπηρεσία και την ανάδειξη του ωραίου.

Ο στοχασμός, λοιπόν, αποτελεί την αφετηρία και, συγχρόνως, την κατάληξη της ποιητικής πρόθεσης και πράξης του Δόικου. Η στοχαστική αυτή διάθεση καθίσταται πιο καίρια και δραστική όταν συμπλέκεται και εμποτίζεται από μία ειρωνική χροιά που καθιστά τον ποιητικό του λόγο μία ανατομία της ψυχοσύνθεσης και της βιοθεωρίας των ανθρώπων εκείνων που αποδείχθηκαν ασυνεπείς και ασύνετοι. Αυτή η διάθεση, όπως είναι φυσικό κι επόμενο, δεν λιμνάζει αλλά αντίθετα μετατρέπεται σε κέντρισμα προς τον άνθρωπο να επιστρατεύσει τη λογική και την ευαισθησία του για να αντιπαλέψει την παθητικότητα και την παραίτηση. Στην ακραία του εκδοχή αυτό το κέντρισμα γίνεται ευθεία παρότρυνση και προτροπή προς την αναγνωστική συνείδηση προκειμένου αυτή να αναλάβει την βαριά της ευθύνη απέναντι στον άνθρωπο και τον κόσμο. Τη ίδια ευθύνη σηκώνει και ο ποιητής ο οποίος φέρει το στίγμα και τη σφραγίδα του αδέσποτου που, σαν άλλος σκύλος, τριγυρνά σημαδιακός και μόνος, με μια μοναξιά όμως που αντέχεται ακριβώς επειδή τη ζεσταίνει και την ακυρώνει το όραμα ενός καλύτερου κόσμου, ενός καλύτερου αύριο: βλέπω πελάγη να γαληνεύουν/ μπροστά στο μεγαλείο των ταπεινών/ βλέπω ακακίες αγκαλιασμένες/ δίπλα στο παραγώνι των καιρών/ τα δάκρυα να κυλούν μιας άφατης χαράς/ στους μαρμάρινους δρόμους όπου/ τα πάθη φυτεύονται κάτω από δακρυρρόες/ κι ανθίζουνε κρίνα και σμύρνα κι αγάπες λαών («Πολεμάω»)

Η συλλογή του Νίκου Δόικου αποτελεί μία βαθιά εξομολόγηση ενός καλλιτέχνη που πιστεύει στην τέχνη του ακριβώς επειδή πιστεύει στον άνθρωπο. Είναι, μάλιστα, τόσο βαθιά ριζωμένη η πεποίθηση και η εμπιστοσύνη του στην ανθρώπινη δυνατότητα, ώστε οι στίχοι του που την αποτυπώνουν να μοιάζουν τεχνουργημένοι κατά τέτοιον τρόπο ώστε να μην κρύβουν, αλλά αντίθετα να αποκαλύπτουν έναν πλούσιο ψυχισμό και μία συλλειτουργία του θυμοειδούς και του λογιστικού μέρους της ψυχής που ποιητή που απολήγει πάντα στην έκφραση της επιθυμίας, πρωτίστως, για μία τέχνη αναμορφωτική, την τέχνη της ποίησης που θα αναπλάσει τον κόσμο με τους δικούς της όρους.

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.