You are currently viewing Μαρία Τσάτσου: Λεξιλόγιο Μοδιστρικής Τέχνης

Μαρία Τσάτσου: Λεξιλόγιο Μοδιστρικής Τέχνης

Ασ’ το στη χάρη του, στο γάρμπος του. Πιες το λιγάκι στον ώμο. Θα στο πιω λίγο εδώ. Πιέτα, ποδόγυρος, ραφή, πέτο, πατελέττα, πατάκι, βολάν, φρίλι, σούρα, pied de poule, αμολάρω, αμόλαρέ το, δωσ’ του τράτο, θα του δώσω τράτο, ας το μπόλικο, μπολικούλι, ο ωμίτης, στον ωμίτη, παγιέτες, στρας, κ.λπ., εβαζέ, εβαζάρω, πλισσές, πλισσεδιασμένο, ταφτάς, πουά, πουαδάκι, φουρό, ντεκολτέ, ρίγες, ριγωτό, ψαροκόκκαλο, καζμίρι, κουμπωτό, ανοιχτό μπροστά, γιακάς, όρθιος γιακάς, ένα πατάκι, μπορντούρα – δαντελλωτή ή μη – κουμπιά μπουλ, οβάλ, μιλιταίρ, σειρήτια, μπολερό, γιλέκο – γιλεκάκι, εσάρπα, μπορντουρίτσα, θα στο εβαζάρω λίγο, γαρνιτούρα, επωλέττες, πατρόν, μοντελάκι, φιγουρίνι, είσαι σα φιγουρίνη σήμερα, μοντ ε τραβώ (modes et travaux), βουάλ, βουαλάζ, εκρού, ζαρωματιά, ζάρα, παρ’ το λίγο πιο μέσα, ασ’ το λίγο πιο έξω, θα στο πατήσω λιγάκι εδώ να φύγει η ζάρα, σικ, μπανάλ, λαμέ, χρωματάκι – το ροζάκι, το κοκκινάκι, γκρι-μπλε-νυανσέ, εφαρμοστό, φαρδύ-φαρδουλό, θα εφασάρω αυτήν εδώ την πιέτα στον ωμίτη, μην το ψιψιρίζεις, μπλε-μπλαν με γκρίζες νερβύρ, ταγιέρ, μαντώ, τρουά-καρ, τρουά-πιες, καμπαρντινέ, μπα ντε σουά, σουά σωβάζ, παλτό, ρομπ α κορμπεϊγ, κλος, κλοσσάρω, φόντρα, φοντράρω, άμα το κολλάρεις, θα πέσει καλύτερα, πέφτει με χάρη, ελεγκάν, ελεγκάντινκο, με μια νοτ πικαντ, φραμπαλάς, ζάρα, ζαρωματιά, ζαρωμένο, τσουρούτικο, να σε κάνω ένα σουρίτσα εδώ νανάς (Αρμένικη διάλεκτος), σεμίζ, σεμιζέτ, τρανσπαράν, πολύ τρανσπαράν, καπυσόν, ρεγκλάν, φουσκωτά μανίκια ή φούσκα.

Μικρό μόνον δείγμα από ένα πολύ εκτενέστερο λεξιλόγιο που χάθηκε. Να περιγραφεί κάποτε από κάποιους, το μαρτύριο της πρόβας.

 

This Post Has One Comment

  1. ΜΚ

    ΥΓ πολύ οριζινάλ (στυλ) …

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.