You are currently viewing Νίκος Τακόλας:  Κατερίνα Καριζώνη,  Άσπρα  Σπίτια- Το λυκόφως του Αιγαίου, εκδόσεις Καστανιώτη

Νίκος Τακόλας:  Κατερίνα Καριζώνη,  Άσπρα  Σπίτια- Το λυκόφως του Αιγαίου, εκδόσεις Καστανιώτη

Η πειρατεία, μια ακραία παρανομία, είναι αγαπημένο θέμα των εθνικών θρύλων και των παιδικών παραμυθιών, που φλερτάρει ακόμα και με την επίσημη Ιστορία των λαών.  Η απόσταση του χρόνου έχει αποδαιμονοποιήσει το άνομο και αγκύρωσε στη θέση του το ηρωικό και το υπεράνθρωπο. Στο βιβλίο της «Το λυκόφως του Αιγαίου», η πολυγραφότατη Κατερίνα Καριζώνη με καταγωγή απ’ τη Μάνη, ανατρέχει ξανά σ’ αυτή την αγαπημένη της θεματική για να φτιάξει, μέσα από έρευνα δέκα ετών, τον καινούριο της μύθο. Σχεδόν όλα τα νησιά του Αιγαιακού Αρχιπελάγους αλλά και του Ιονίου έζησαν την πειρατεία, που άρχισε από τα προχριστιανικά χρόνια και κορυφώθηκε μετά τις σταυροφορίες και τη μακρά παραμονή των δυτικών στην Ανατολική Μεσόγειο και το Αιγαίο.

Η Κατερίνα Καριζώνη μετά το «Μεγάλο Αλγέρι», τον “Χάρτη των ονείρων”, τον “Μονόφθαλμο” και άλλες πειρατικές ιστορίες, συνεχίζει την πλοήγησή μας στον χώρο του θρύλου, που τόσο καλά γνωρίζει. Το σύνολο του έργου της πιστοποιεί την ικανότητά της στη μυθοπλασία μεγάλης αφήγησης και στην ανάπλαση κόσμων και έντονων  χαρακτήρων.Είναι εξ ίσου ικανή στη μακροσκοπική ιστορική περιγραφή και σε κείνη του κόσμου των συναισθημάτων. Έτσι δομεί με δραματικές πινελιές τα πορτραίτα των ηρώων – πειρατών, καθώς και των δευτερευόντων προσώπων.

«Το λυκόφως του Αιγαίου», αναφέρεται στον 17ο αιώνα, όπου οι πειρατές συνυπάρχουν με κουρσάρους, που εκτελούν κατ’ ανάθεση εντολές – παραγγελίες, για «κούρσους», καταδρομές δηλ. για λογαριασμό χωρών ή ηγεμόνων, χωρίς ωστόσο να απαρνιούνται και την αντίθετη ιδιότητα. Συχνά ο πειρατής (Κλέφτης) γίνεται κουρσάρος (Αρματολός) ή και το αντίθετο. 

Το προφίλ του πειρατή στο Αιγαίο, καταγράφεται στο βιβλίο αδρά. Το δίκιο του ξεκινούσε από τις συνθήκες επιβίωσης και κατέληγε σε άγραφους νόμους, «αν παραδοθείς δεν θα πεθάνεις», για παράδειγμα χωρίς βέβαια υποχρέωση τήρησης. Η παραβίαση συμφωνιών και η μπαμπεσιά θεωρούνταν δόκιμα μέσα. Το ξεγέλασμα του αντιπάλου στη Μάνη με τα κακαβούλια (κατσαρόλες στο κεφάλι ανθρώπων), που έδειχναν μια ψεύτικη θέση χωριού, ώστε να οδηγούνται τα ξένα πλοία στα βράχια, ήταν μέθοδος συνήθης. Ο πειρατής δε φοβόταν το θάνατο. Στην κρεμάλα πάει περήφανος και καμαρωτός. Είχε απόλυτη γνώση της δύναμής του και την ικανότητα σύγκρουσης ακόμα και με το θεό. Θεωρούταν πάντα ανυπότακτη η πειρατική ομορφιά.Οι πειρατές ήταν αποφασισμένοι για τα «μεγάλα», τον κίνδυνο, τις συγκινήσεις, τον πλουτισμό και είχαν άμεση την εξέγερση για ό,τι μύριζε εξουσία και δυνάστευση, ήταν δηλαδή μια ασταθής και διάπυρη κοινότητα. Ούτε τα μοναστήρια τους ήταν άγνωστα. Πολλοί κατέφευγαν σ’ αυτά από επιλογή ή ανάγκη.

Αν η λογοτεχνία προσφέρει κάτι στα ιστορικά γεγονότα είναι η δύναμη της μυθοπλασίας να κτίζει πραγματικότητες ορατές στον αναγνώστη και έτσι να οντοποιείται μια παρελθοντική εποχή. Επίσης προβάλει τον ρόλο των ατόμων και των μικροκοινοτήτων στα σημαντικά γεγονότα και στην Ιστορία. Η αυλαία του βιβλίου ανοίγει με τον κεντρικό ήρωα τον πειρατή Ιωάννη Κάψη, ή καπετάν Τζώρτζη, μετέπειτα «βασιλιά της Μήλου», γόνο αρματολών από το Λιδωρίκι, με όψη Ποσειδώνα και το θρυλικό πλοίο του την  Εκατερινέτα σε μια καταδρομή εναντίον του Αγγλικού πλοίου, Κουίν Ελίζαμπεθ. Στις φλέβες του, έλεγαν, δεν έρρεε αίμα αλλά θαλασσινό νερό. Συμπρωταγωνιστές του τα δύο αδέρφια του ο μεγάλος Γρηγόρης ή καπετάν Τρομάρας, παρορμητικός και τραχύς και ο μικρός ακόμη Νίκος. Οι διαμαρτυρίες του Άγγλου καπετάνιου προς τον Κάψη, ότι η εταιρεία του θα προσφύγει στο Αρμαμέντο για το ρεσάλτο, το λειοδικείο (δικαστήριο) της Μάλτας, δεν σταμάτησαν τον αρχιπειρατή. 300-400 ρεάλια ήταν τα λύτρα ελευθερίας των σκλάβων – αιχμαλώτων των πειρατών. Οι υπόλοιποι πουλιούνταν στα σκλαβοπάζαρα από Μήλο- Νάξο,ως τη Μάνη. Τα κλεμμένα ακριβά αγαθά πουλιούνταν εύκολα στο Αλγέρι, στην Τύνιδα ή την Τρίπολη, τα πειρατικά αρχηγεία ήταν στο Λιβόρνο και στη Βαλέτα της Μάλτας.

Ιστορικός τόπος πειρατείας διεθνώς ήταν η Καραϊβική, αλλά η πρακτική αυτή άνθιζε και στη Μεσόγειο. Το Αιγαίο, ή Άσπρη Θάλασσα, με το πλούσιο ανάγλυφό της στην ακτογραμμή τα πολλά νησιά και τα λιμάνια,προσφερόταν για πειρατικές καταδρομές και απόκρυψη. Ταυτόχρονα ήταν το σταυροδρόμι  των θαλάσσιων δρόμων Κωνσταντινούπολης – Αλεξάνδρειας, Ευρώπης- Συρίας (Αγίων Τόπων) και Κίνας- Ευρώπης.

Ο Ιωάννης Κάψης (καπετάν Τζώρτζης) ερωτεύεται και παντρεύεται τη Θάλεια, μούσα της θάλασσας την έλεγε, κόρη του Αρμένη, κυβερνήτη της Μήλου. Ο έρωτας τον βγάζει στη στεριά νοικοκύρη, μα άβουλο. Αποκτά δυο παιδιά. Τα γεγονότα όμως, τον ωθούν ξανά στη θάλασσα και στην πειρατεία. Όταν επανήλθε στη θάλασσα με τον αδερφό του Νίκο, στην πρώτη κιόλας έξοδο, έπεσε πάνω στη μάχη του Γάλλου Ουγκώ ντε Κρεβελιέ και των Τούρκων. Βοήθησε το Γάλλο και έτσι συμμάχησαν. Λίγο αργότερα όταν ο κυβερνήτης Αρμένης πεθαίνει, οι Τούρκοι κακομεταχειρίζονται τη Μήλο και ο καπετάν Τζώρτζης τους επιτίθεται, με τη βοήθεια του φίλου, πλέον, πειρατή Κρεβελιέ από την Αμοργό και σχεδόν όλων των πειρατών του Αιγαίου, κάθε δυτικής εθνικότητας. Ο Ιωάννης Κάψης χρίζεται «Βασιλιάς της Μήλου». Το Αιγαίο αγαλλιάζει με το πάθημα των Τούρκων. Η ευτυχία, όμως, διαρκεί μόνο τρία χρόνια, από το 1677 ως το 1680. Πρόκειται για ένα άγνωστο, αλλά πραγματικό γεγονός.

Ξένοι πειρατές στο Αιγαίο, που αναφέρονται ενδεικτικά στο βιβλίο είναι ο μεγαλομανής Ούγκο ντε Κρεβελιέ, τα αδέρφια Τεμερικούρ, πολλοί άλλοι Γάλλοι, Ιταλοί, Μαλτέζοι, Έλληνες και ο Άγγελος Μαρία Βιτάλι.

Κάθε πειρατική ιστορία εμπεριέχει πολλά μυθικά στοιχεία. Άνθρωποι, δαίμονες και στοιχειά του πελάγους συμπλέκονται σε κάθε συνάντησή τους. Οι αφηγήσεις της συγγραφέως ξεδιπλώνονται με ειρμό και τέχνη, παίζοντας με την περιέργεια του αναγνώστη. Η ΚΚ περιγράφει ζωές πειρατών και κατορθώματα, μάχες, ρεσάλτα και παθιασμένους έρωτες. Η ίδια καταθέτει πως γεγονότα και πρόσωπα στο βιβλίο είναι πραγματικά κι αυτό ενισχύει την προσοχή του αναγνώστη αλλά και την αναγνωστική μέθεξη. Η συγγραφέας μάς εξοικειώνει με την παρουσία και των ξένων πειρατών του Αιγαίου, που συνεργάστηκαν με Έλληνες πειρατές. Πολλές φορές, ωστόσο, πειρατές όπως ο αναφερόμενος Κρεβελιέ και τα αδέρφια Τεμερικούρ λεηλατούν ελληνικά νησιά, με το πρόσχημα ότι είναι Οθωμανοί υπήκοοι. Δεν έλειπαν, ωστόσο, και συνεργασίες δυτικών με συγκεκριμένα νησιά. Μικρή Μάλτα λεγόταν η Ίος, λόγω καλών σχέσεων μεταξύ των δύο νησιών, μάλιστα σημειώθηκε και η πρώτη εξέγερση εκεί κατά των Τούρκων, από Μαλτέζους και ντόπιους. Μεγάλο Αλγέρι αποκαλούταν η Μάνη για τα σκλαβοπάζαρα.

Παράπλευρα γεγονότα που περιγράφονται στο βιβλίο είναι η έκρηξη του ηφαιστείου της Σαντορίνης το 1650 και η εξέγερση της Μάνης κατά της Πύλης με τη βοήθεια Μαλτέζων Ιπποτών του Τάγματος και του πολύτροπου Κρεβελιέ, που φιλοδοξούσε να γίνει ηγεμόνας της Πελοποννήσου. Μετά την αποτυχία της εξέγερσης πολλοί Μανιάτες κατέφυγαν στο Λιβόρνο της Ιταλίας. Ο Κρεβελιέ είναι τυπική περίπτωση ευφυούς πειρατή, που διείδε την ευκαιρία να επιχειρήσει κατάληψη πολιτικής εξουσίας, ξεφεύγοντας άμεσα από τα μακελειά και τα φονικά.

Πειρατεία υπήρχε ανέκαθεν στη λεκάνη της Μεσογείου και στο Αιγαίο, από τον αρχαίο κόσμο. Από τον 13-15ο αιώνα Γενοβέζοι πειρατές, υπολείμματα των Σταυροφόρων επιτίθενται στο μουσουλμανικό στόλο, που τον προστατεύουν Τούρκοι και Τυνήσιοι πειρατές χρηματοδοτούμενοι από πασάδες της Μικράς Ασίας. Ωστόσο μετά τη ναυμαχία της Ναυπάκτου, το 1571 μ.Χ, ο Οθωμανικός στόλος διαλύεται και όλη η Μεσόγειος γεμίζει χριστιανούς Μαλτέζους, Φλωρεντίνους, Βενετούς, Σικελούς, Ναπολιτάνους, Ισπανούς και Κορσικανούς. Στον 17ο αιώνα, που μας ενδιαφέρει, υπάρχει ακόμα η Βενετοθωμανική σύγκρουση, ενώ πολλοί νησιώτες συμμετέχουν με τον ένα ή τον άλλο μονομάχο, συχνά κι εναλλακτικά. Η συνθήκη του Κάρλοβιτς το 1699 βάζει μια τάξη στα πειρατικά ζητήματα και το Αιγαίο ακμάζει. 

Ο μαγικός ρεαλισμός: η συγγραφέας έχει καλή σχέση με το φανταστικό από την θητεία της στα παιδικά παραμύθια, αλλά και σε μεγάλα έργα της όπως το «Βαλς στην Ομίχλη» και «Το τραγούδι του Ευνούχου». Εδώ συναντάμε το υπερβατικό σε πολλές σκηνές του Ιωάννη Κάψη και της αγαπημένης του Θάλειας, αλλά και σε άγνωστες δαιμονικές ιστορίες του Αιγαίου, που έτσι διασώζονται. Τα προεικάσματα των συμφορών δεν είναι λίγα σαν αυτό του όνειρου της Θάλειας (συζύγου Ι. Κάψη), παραμονή του γάμου της. Μια μαύρη κορδέλα σε άσπρο νυφικό. Περιγράφονται όμορφες και ονειρικές σκηνές ραντεβού τους στις κατακόμβες της Μήλου, παλιά νεκροταφεία. Με την ελεγεία θανάτου του ομορφότερου νεαρού στο Αρχιπέλαγος, Γάλλου πειρατή, Γκαμπριέλ ντε Τεμερικούρ, τραγουδιέται η λύπη και για το χαμό τόσων νέων ανθρώπων πειρατών ή μη.

Στη λογοτεχνική θεματική της Κ.Κ. υπάρχει πάντα ένα ζητούμενο, ένας αδιόρατος στόχος προς απόδειξη, πέραν της αφηγηματικής πρόθεσης να γνωρίσει στον αναγνώστη μια εποχή πειστικά. Η συγγραφέας σ’ αυτό το βιβλίο αναλαμβάνει την ξενάγηση στο μαγικό κόσμο της πειρατείας, όχι μόνον  για να περιγράψει ένα ωραίο παραμύθι, αλλά για να διασώσει τη μνήμη και την ιστορία των νησιωτών Ελλήνων του Αιγαίου τον 17ο αιώνα, υποστηρίζοντας λογοτεχνικά τις διαπιστώσεις της, πως όλα εκείνα τα διαχρονικά ανδραγαθήματα, φαίνεται να συνετέλεσαν στην εθνική αφύπνιση και στην εξέγερση του 1821. Κάθε πράξη εξέγερσης κατά των Οθωμανών ενίσχυε την πίστη των Ελλήνων ότι μια ανατροπή είναι εφικτή. Έτσι οντώθηκε ο δραματικός 19ος αιώνας της εθνογένεσης, που καθόρισε τη μορφή του σημερινού κόσμου.

Η επίσημη Ιστορία της Ελλάδας και άλλων ναυτικών λαών αποκρύβει αυτή την πειρατική πτυχή της, που σήμερα διεκδικεί το φως της αλήθειας. Πιθανοί λόγοι η τυχόν «τρωθείσα ευπρέπειά» τους, από το πειρατικό ζήτημα. Έπειτα είναι και ο φόβος επιπτώσεων εκείνων των καιρών στο σήμερα, είτε αυτό αφορά πρόσωπα είτε τα ίδια τα έθνη. Μα το παρελθόν είναι μνήμη και Ιστορία, όχι όνειδος και λησμονιά, λόγω του διαφορετικού τρόπου διαβίωσης τώρα.

Η υπόθεση της πειρατείας έληξε οριστικά το 1850, όταν το πολεμικό ναυτικό ξεκλήρισε τους  πειρατές από κάθε καταφύγιό τους στο Αιγαίο και τα σπίτια των νησιών βάφονται από τότε άσπρα, ως ένδειξη ελευθερίας. 

 

 

 Η Kατερίνα Kαριζώνη γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, όπου φοίτησε στη Γερμανική Σχολή. Σπούδασε οικονομικά και είναι διδάκτορας των Οικονομικών Επιστημών του ΑΠΘ. Εργάστηκε επί δεκαπέντε χρόνια στην Εθνική Τράπεζα. Έχει εκδώσει μυθιστορήματα, διηγήματα, ποιητικά βιβλία, ιστορικά λευκώματα και βιβλία για παιδιά.
Συνεργάζεται με διάφορα λογοτεχνικά περιοδικά δημοσιεύοντας κριτικά σημειώματα, δοκίμια και λογοτεχνικά κείμενα. Το 1991 τιμήθηκε με το Α΄ Βραβείο του Κύκλου του Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου για το βιβλίο της “Χίλιες και μία νύχτες των Βαλκανίων”. Το 2009 απέσπασε το βραβείο του περιοδικού “Αυλαία” για το σύνολο του έργου της. Κείμενα και ποιήματά της μεταφράστηκαν στις βαλκανικές γλώσσες, στα γερμανικά, τα αγγλικά και τα πολωνικά. Ποιήματά της μελοποιήθηκαν από τον Μιχάλη Γρηγορίου και ερμηνεύτηκαν από τη Σαββίνα Γιαννάτου. Είναι μέλος της Εταιρείας Λογοτεχνών Θεσσαλονίκης.

                                                                       

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.