You are currently viewing Χάρης Μιχαλόπουλος: Πασχάλης Κατσίκας, Τεταρτημόρια, Κομοτηνή 2019: εκδ. Παρατηρητής της Θράκης   

Χάρης Μιχαλόπουλος: Πασχάλης Κατσίκας, Τεταρτημόρια, Κομοτηνή 2019: εκδ. Παρατηρητής της Θράκης  

Κάθε πρώτη ποιητική συλλογή πέρα από έκπληξη προκαλεί συνήθως και μια κάποια αμηχανία τόσο σε αυτόν που την έγραψε όσο και σε εκείνον που πρόκειται να τη διαβάσει. Ανεπαίσθητα και ενδεχομένως σε έναν βαθμό υποσυνείδητα τα ερωτήματα που γεννά το κείμενο έρχονται δεύτερα μπρος στα ερωτήματα που γεννιούνται για το ίδιο το κείμενο. Μιλώ για  την αναγκαιότητα της έκθεσης όσον αφορά τον αναγνώστη και την ανάγκη του μοιράσματος όσον αφορά τον ποιητή. Πάνω σε αυτή τη λεπτή και εύθραυστη γραμμή ποιητής και αναγνώστης συγκλίνουν ή αποκλίνουν ζυγιάζοντας μέσα τους το κατεπείγον της γραφής, την ανάγκη της έκφρασης, αν θέλετε, που οδήγησε στην έκδοση του ανά χείρας βιβλίου.  Είναι ένα στοίχημα που άδικα αλλά αναπόφευκτα δίνεται πολύ νωρίς που δοκιμάζει επίμονα και σκληρά τις αναγνωστικές σου προσδοκίες και απαιτήσεις. Ο Πασχάλης Κατσίκας με τα «Τεταρτημόριά» του καταφέρνει να κερδίσει το στοίχημα αυτό μέσα από έναν επιτυχή συγκερασμό ανάγκης για έκφραση, αισθητικού πειραματισμού και ποιητικής τόλμης.

          Μπορεί τα τεταρτημόρια να αποτελούν τμήματα ενός κύκλου, στην προκειμένη περίπτωση, όμως, πρόκειται για ένα σώμα κειμένων που με σαφή δόμηση και διάταξη συναπαρτίζουν ένα συγκροτημένο και ενιαίο σύνολο. Ο έρωτας, ο θάνατος, οι μνήμες (ειδικότερα οι παιδικές), η θάλασσα, η ανάγκη για λύτρωση και η συνεχής και ψυχοφθόρα συνομιλία και διαπραγμάτευση με το παρελθόν αποτελούν βασικούς θεματικούς πυλώνες της συλλογής. Στο ποίημα Η Αγάπη (σελ. 42) ο ποιητής κατορθώνει με ποιητική δραστικότητα να συμπυκνώσει σε λίγους στίχους κάποιες από τις θεματικές αυτές: «[Η αγάπη] Μετριέται σε προσκέφαλα / Στο συγχρονισμό των αναπνοών το ξημέρωμα / Στον εναγκαλισμένο ύπνο / που δεν τον ταράζει το ροχαλητό / Αποδεικνύεται σε δημόσια νοσοκομεία / με ξενυχτισμένα μάτια / να τον κοιτούν σαράντα ημέρες / απ’ την καρέκλα του συνοδού».

Στο εναρκτήριο ποίημα της συλλογής (Διάττων αστήρ, σελ. 8) ο ποιητής γράφει με διάθεση, θα έλεγε κανείς, αυτοσύστασης: «Μεγάλο το ταξίδι / από την απεραντοσύνη του κόσμου έρχομαι (…) // Όπως εμφανίζομαι / έτσι και φεύγω ξαφνικά… μόνος…». Η έννοια του ταξιδιού διαπερνά τη συλλογή συνολικά. Ταξίδι στον χώρο, καθώς από το σπήλαιο της Αλταμίρας, το Έβερεστ και τη Ρώμη μέχρι την Ιαπωνία, την Πολωνία και την τάφρο των Μαριανών με έντονα χρώματα ο ποιητής ιχνογραφεί τη δική του ποιητική γεωγραφία. Αλλά και ταξίδι στον χρόνο, αφού διανύουμε χιλιάδες χρόνια από την πρωταρχή του σύμπαντος και το big bang μέχρι την κλασική αρχαιότητα και από την εποχή της Βίβλου και της Αναγέννηση μέχρι το πρόσφατο παρελθόν και το βιωμένο παρόν. Ίσως γι’ αυτό και να είναι τόσο έντονη η παρουσία της θάλασσας σε μεγάλο αριθμό ποιημάτων (ενδεικτικά αναφέρω: Θάλασσα των άλλων, Θαλασσόξυλο, Άμμος, Κοχύλια). Κύματα, άμμος, βάρκες, θαλασσόξυλα και κοχύλια επιπλέουν στην επιφάνεια αρκετών ποιημάτων τις περισσότερες φορές στο πλαίσιο ερωτικής ενατένισης και φιλοσοφικού αναστοχασμού.

Πρωτίστως, όμως, έχουμε να κάνουμε με ένα ταξίδι από τον έρωτα στον θάνατο και πάλι πίσω. Σε αυτό το ταξίδι κυρίαρχη είναι η λειτουργία της μνήμης. Δεν πρόκειται για μνήμη αποθετήριο εικόνων και συναισθημάτων, αλλά για μνήμη ζώσα, αιμάσσουσα και γι’ αυτό τυραννική. Μνήμη η οποία έχει τις ρίζες της –αναπότρεπτα- στο παρελθόν, όμως απλώνει τα κλωνάρια της και ανθίζει στο παρόν του ποιητή. Αυτή η μνήμη συναιρεί παρελθόν και παρόν σε ένα δίνοντας τη δυνατότητα στον ποιητή ακόμα και να παραβεί τη φυσική ροή των πραγμάτων, όπως συμβαίνει στο ποίημα Κεκοιμημένοι (σελ. 46), όπου ο ποιητής περνά ένα ολόκληρο εικοσιτετράωρο (από την ανατολή μέχρι τη δύση) παρέα με τους αγαπημένους του νεκρούς. Ένα άλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της ζώσας μνήμης είναι το ποίημα Κίρκη (σελ. 44)  (δεν πρόκειται για την περίφημη μάγισσα της Οδύσσειας αλλά για τον ομώνυμο οικισμό στα νοτιοδυτικά του νομού Έβρου, τόπο καταγωγής του ποιητή), όπου οι παιδικές αναμνήσεις έρχονται να επενδύσουν με παρελθόν το φυσικό περιβάλλον του παρόντος. Οι διδαχές του συνονόματου παππού Πασχάλη, αγιογράφου και πολιτικού εξόριστου στην υπερορία, απλώνονται στο σύγχρονο φυσικό τοπίο του χωριού και το συναισθηματικό τοπίο του ποιητή: «Σου έδειχνε το πέρασμα / μετά τη γαλαρία / Όπου στενεύει το νερό / να δρασκελίζεις σου δίδαξε / αντίκρυ // Πιο κάτω η καμήλα πνίγηκε // Σήμερα το ποτάμι στέρεψε / Τα ίδια φράγματα / αυτοεξόριστους σας έστειλαν / Στην Πολωνία εκείνον / για τις ιδέες του / Στην κοινωνία εσένα / για τον έρωτα».

Ιδιαίτερα, οι παιδικές μνήμες στοιχειώνουν το παρόν του ποιητή. To καταληκτικό ποίημα της συλλογής (Ατελής ή τετέλεσται;, σελ. 64) ξεκινά ως εξής: «Θρηνώ / γιατί αδυνατώ να επιστρέψω / στα παιδικά μου χρόνια». Αυτές οι παιδικές αναμνήσεις οδηγούν  αναπόφευκτα τον αναγνώστη στη σχέση πατέρα-γιου, η οποία κατέχει κεντρική θέση στο ποιητικό σύμπαν της συλλογής. Πρόκειται ασφαλώς για μια σχέση θεμελιακή, ταυτοτική, η οποία, ωστόσο, βιώνεται από τον ποιητή πρωτίστως ως σχέση ανοιχτή. Ο ποιητής μπορεί να μπαινοβγαίνει στη σχέση αυτή με τρόπο διττό άλλοτε ως γιος και άλλοτε ως πατέρας. Με αυτόν τον τρόπο η πατρότητα μοιάζει να μπαίνει σε κατάσταση διαρκούς αναβολής, ενώ την ίδια στιγμή πραγματώνεται με τον πιο τρυφερό και ενίοτε τραυματικό τρόπο.

          Μπορεί ο όρος «τεταρτημόριο» να παραπέμπει πρωτίστως στον κύκλο, όμως η έντονη βιωματικότητα της ποιητικής του γραφής του Πασχάλη Κατσίκα καταφέρνει αρκετές φορές να ξεπεράσει τον περιορισμένο χώρο ενός κύκλου αυτοναφορικότητας. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση δύο ποιημάτων με γεωγραφικό εντοπισμό στην περιοχή της Καβάλας. Πρόκειται για το ποίημα Νέα Πέραμος (σελ. 61) και το εξαιρετικό σε έμπνευση και ποιητική πύκνωση Του Αη Γιαννιού (σελ. 37), όπου ο Κατσίκας καταφέρνει να μετατρέψει το φαινομενικά ασήμαντο και τετριμμένο της οδήγησης με το παιδί δεμένο στο πίσω κάθισμα και την έξοδο από το τούνελ (πιστεύω πως πρόκειται για το τούνελ του Συμβόλου) σε πυκνή ποιητικά στιγμή συναίρεσης παρόντος, παρελθόντος και μέλλοντος: «Με ταχύτητα προβλεπόμενη / εξέρχομαι από το τούνελ / Στο πίσω κάθισμα δεμένος με ασφάλεια / σε οθόνη μόνος διασκεδάζεις / Πυρωμένες σκλήθρες στον αέρα / τρεμοσβήνουν τα φώτα της Καβάλας / Στο παρελθόν χρονοταξιδεύω / κάποιον Ιούνη τα’ Αη Γιαννιού (…) // Φευγαλεά ματιά σου ρίχνω / Αναγκαία η μοναχικότητα/όσο δεν γίνεται μοναξιά/Άραγε θα δεις ποτέ φωτιές του Αη Γιαννιού;»

Όμως το τεταρτημόριο είναι και μουσικός όρος, ο οποίο αναφέρεται στο μουσικό διάστημα που χωρίζει το ημιτόνιο σε δύο μέρη. Κι αυτό είναι κάτι που ο ποιητής φαίνεται να γνωρίζει, όταν στο ποίημα με τίτλο Δειλή μελωδία (σ.40) γράφει:

«Αδυνατώ να συνθέσω τις τελευταίες νότες/στις κουρδισμένες φλεβοχορδές / Της πιο δειλής μελωδίας / ακροατές / δεν θα σας καταστήσω». Και πράγματι δεν το κάνει.

Από τη συλλογή δε λείπει η αναφορά στο σύγχρονο κοινωνικο-πολιτικό γίγνεσθαι, στα χρόνια της κρίσης, στο εδώ και το τώρα. Ωστόσο, το ότι κινείται και αναστοχάζεται στο παρόν δεν τον εμποδίζει να βουτά στο κοινό αποθετήριο της ελληνικής μυθολογίας και της κλασικής γραμματείας, προκειμένου να αντλήσει σύμβολα και αναφορές, τα οποία προσαρμόζει με επιτυχία στη ρητορική του εκάστοτε ποιήματος. Ξεχωρίζω το ποίημα Άμπελος (σελ. 23) (το οποίο αναφέρεται στον ομώνυμο ακόλουθο του θεού Διονύσου), όχι μόνο γιατί ο Κατσίκας ακολουθεί την εκδοχή του μύθου, όπως αυτή απαντά στο έργο του Οβιδίου Fasti (3.407 κ.εξξ.) αλλά κυρίως γιατί με χαρακτηριστικά οβιδιανό τρόπο κατάφερε να ανανεώσει και να εκσυγχρονίσει την οβιδιανή λογοτεχνική ανάμνηση με την αναφορά στα νάιλον προστατευτικά των σύγχρονων αμπελιών.

Τέλος, ένα άλλο αγαπημένο μοτίβο στη συλλογή αποτελεί η φωτογραφία.  Όχι τυχαία, αφού η καταγραφή της πραγματικότητας γίνεται πολύ συχνά με τρόπο φωτογραφικό. Ο ποιητής ανακαλεί στιγμιότυπα ζωής, εικόνες, περιγραφές τις οποίες αποτυπώνει στο φιλμ της μνήμης, όπου εντυπώνονται όχι για αποθήκευση αλλά σε αναμονή για ανάκληση σε δεύτερη ευκαιρία ζωής. Γράφει στο ποίημα Αλμπουμίνα (σελ. 51): «Στο σκοτεινό θάλαμο της μνήμης / πασχίζω με συναισθήματα / απόχρωση να τους δώσω / Χαμένα τ’ αρνητικά / το φιλμ ζελατίνης δεν ανατινάζεται πια» και στο αμέσως επόμενο ποίημα (προσεκτικά τοποθετημένο σε συνέχεια) με τίτλο Συλλέκτης ψυχών (σελ. 52): «Στα έγχρωμα αρνητικά φυλά της οικογένειάς του / Τρέφοντας την ψευδαίσθηση / πως χρώμα αν τους δώσει / θα σπάσει η κατάρα του φακού / να ξαναζήσουν όλοι».

          Όμως τα βιβλία πέρα από περιεχόμενο τους είναι σημαντικά και ως αντικείμενο, τα οποία μετέχουν της απτής πραγματικότητας. Τα κρατάμε, τα αγγίζουμε, τα βλέπουμε , τα μυρίζουμε. Αξίζει να αναφερθεί το άρτιο αισθητικά αποτέλεσμα της έκδοσης, το οποίο εγγυήθηκαν ο Παρατηρητής της Θράκης και η TWO K Project σε επιμέλεια της εξαίρετης φιλολόγου και εκδότριας Τζένης Κατσαρή-Βαφειάδη. Η επιλογή του μικρού σχήματος, η ποιότητα του χαρτιού, η άψογη χρωματικά εκτύπωση του ζωγραφικού έργου της Αλεξάνδρας Μάντζαρη στο εξώφυλλο καθιστούν το έργο οπτικά ελκυστικό. Βρήκα, επίσης, την πλαισίωση του σώματος των ποιημάτων από δύο μαύρες σελίδες αμέσως μετά το εξώφυλλο και πριν από το οπισθόφυλλο, αυτό το ταξίδι από μαύρο σε μαύρο, εξαιρετικά εύστοχο, όπως επίσης και την καθαρή και λιτή γραμματοσειρά, η οποία οπτικοποιεί επιτυχώς την υφολογική λιτότητα και εκφραστική καθαρότητα της ποιητικής γραφής. Ιδιαίτερα όμως θα ήθελα να τονίσω την αντικατοπτρική διάταξη των ποιημάτων με την κατακόρυφη τοποθέτηση των τίτλων, η οποία αποτελεί ένα ευχάριστο ξάφνιασμα στον αναγνώστη. Η έκκεντρη αυτή οργάνωση του λόγου δημιουργεί την ψευδαίσθηση ενός ημικυκλίου, καθώς με κέντρο τη ράχη του βιβλίου και τους τίτλους των ποιημάτων οι σελίδες περιστρέφονται κατά 180 μοίρες.

Ο Πασχάλης Κατσίκας με τα «Τεταρτημόριά» του περνάει το κατώφλι της σύγχρονης ποιητικής δημιουργίας με αυτοπεποίθηση, δυναμισμό και ευαισθησία που υπόσχονται δημιουργική συνέχεια.

Βιογραφικό σημείωμα

Ο Χάρης Μιχαλόπουλος γεννήθηκε στην Καβάλα το 1978. Σπούδασε κλασική φιλολογία στη Φιλοσοφική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στη λατινική φιλολογία στο Πανεπιστήμιο του Leeds (Μ. Βρετανία), όπου και εκπόνησε τη διδακτορική του διατριβή (PhD). Ποιήματά του έχουν δημοσιευτεί σε εφημερίδες και περιοδικά και έχουν συμπεριληφθεί στην “Ανθολογία Νέων Ποιητών” που εκδόθηκε από το περιοδικό “Μελωδία” το 2000 και στην “Ανθολογία της Γενιάς του ’90” με τίτλο “Η γεωμετρία μιας αθέατης γενιάς”, Μανδαγόρας, Αθήνα 2002. Έχει εκδώσει τις ποιητικές συλλογές: “Ψηφιδωτό”, Καβάλα, 1995, “Γεωγραφία δωματίου”, Στοχαστής, Αθήνα, 2000, “Πιο νύχτα”, Μανδαγόρας, Αθήνα, 2007 και “Δεν έρχονται”, Μανδραγόρας, Αθήνα 2015. Συνεργάζεται με το περιοδικό “Μανδραγόρας” γράφοντας βιβλιοκρισίες ποίησης.
Σήμερα είναι Επίκουρος Καθηγητής Λατινικής Φιλολογίας στο Τμήμα Ελληνικής Φιλολογίας του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης.

 

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.