Ο πιο μικρός δρόμος της Αθήνας
Οι αθηναϊκοί δρόμοι με ξέρουν από παιδάκι. Παρά τα ογδόντα πέντε χρόνια που πέρασαν και έστριψα τη γωνία που μου επιτρέπει τώρα να βλέπω εκ του σύνεγγυς τα ενενήντα, οι αθηναϊκοί δρόμοι, σειρήνες της παιδικής μου ζωής, με θυμούνται ακόμη. Και με θυμούνται, γιατί όταν περπατώ καμιά φορά στα Εξάρχεια, στα Πετράλωνα, στα Σεπόλια, στο Μεταξουργείο, στο Θησείο, στα Πατήσια , στο Παγκράτι, στο Ρουφ και όπου αλλού υπήρχαν τότε γραμμές του τραμ, με χαιρετούν και μου χαμογελούν οι αναμνήσεις της παιδικής μου αλητείας και οι δρόμοι – όσο κι αν έχουν αλλάξει – μοιάζουν να λένε μεταξύ τους: «Είναι το αλάνι που πάντα μας ερχόταν σκαρφαλωμένο στον προφυλακτήρα του τραμ». Δεν πρέπει να ήμουν τότε πάνω από εννιά ή δέκα ετών που το’σκαγα απ’ το σχολείο με άλλους δυο γαβριάδες και γυρίζαμε, καβάλα στο τραμ , τις γειτονιές της Αθήνας. Αυτή η αθηναϊκή flãnerie ήταν – τουλάχιστον για μένα – το καλύτερο σχολείο: μου δίδαξε αυτά που το άλλο σχολείο δεν μπορούσε να μου διδάξει, μου έμαθε, θα ‘λεγα πιο συγκεκριμένα , την ίδια τη ζωή με τις καλές και τις κακές πλευρές της. Τώρα στα γερατειά που κάνω τον απολογισμό μου, τώρα που έγινε φανερό τοις πάσι ότι θρησκείες και πολιτικά κόμματα ήταν και είναι ακόμη το όπιο για κάθε λαό και αλυσίδα για κάθε άνθρωπο× τώρα που τα αυταρχικά καθεστώτα βρυχήθηκαν σαν τα ηφαίστεια, κατέβασαν το Θεό στη γη και το δίκαιο του ισχυροτέρου έγινε νόμος απαράβατος στην παγκόσμια σκακιέρα, έστειλα στο διάολο όλη τη ζωή που έζησα: σχολείο , έρωτες, αξίες, ιδεολογίες, πανεπιστήμια, μαζί και τις περγαμηνές που κέρδισα, και κράτησα τα λίγα χρόνια της παιδικής αλητείας, τη μόνη δηλαδή περίοδο της ζωής μου κατά την οποία έζησα με την καρδιά, το ξαναλέω: «με την καρδιά », και όχι όπως στην υπόλοιπη ζωή μου με τη γριά λογική που συννέφιαζε διαρκώς τον ουρανό από πάνω μου× κράτησα μαζί και τούτα τα λίγα λόγια του νομπελίστα συγγραφέα απ’ το Αλγέρι, τα τόσο παρήγορα για κάθε μικρό παιδί που κλαίει γιατί το πίκραναν οι μεγάλοι με τα λάθη τους, τη διπλή ζωή τους, τα διαλυμένα σπίτια τους, την κοινωνική αδικία που προκάλεσαν – και προπαντός με τους παράλογους και ολέθριους πολέμους τους:
Όλες οι γνώσεις του κόσμου δεν αξίζουν
όσο τα δάκρυα των μικρών παιδιών.
*
Αλλάζω κουβέντα για να έρθω στο προκείμενο. Πριν από δέκα, ίσως και περισσότερα χρόνια, έτυχε να έχω πιει καφέ με μια φίλη και συνάδελφο στον Κήπο του Αρχαιολογικού Μουσείου και φεύγοντας για το σπίτι, άρχισα να βαδίζω στο αριστερό πεζοδρόμιο της Πατησίων με κατεύθυνση προς την πλατεία Αιγύπτου, μια πλατεία τελείως διαφορετική από εκείνη των παιδικών μου χρόνων. Ποιος, αλήθεια, μπορεί να πιστέψει σήμερα ότι πριν από ογδόντα περίπου χρόνια σε αυτή την πλατεία υπήρχε μια λίμνη, μια κολυμβήθρα του Σιλωάμ, θα ‘λεγα, όπου τους καλοκαιρινούς μήνες κολύμπαγαν και δροσίζονταν μικρά παιδιά, που με τις χαρούμενες φωνές τους και τα πλατσουρίσματά τους έπνιγαν τον οχληρό θόρυβο που έκαναν τότε, λίγα μέτρα πιο πέρα , τα κίτρινα τραμ της Πατησίων. Αυτή την παιδική ανάμνηση είχα στη σκέψη μου καθώς προχωρούσα μπροστά από το νεοκλασικό παλάτι του Νικολούδη και λίγο μετά μπροστά από την αδιέξοδη πάροδο, τη Σκαραμαγκά, για να φτάσω στην Ιουλιανού. Λίγα μέτρα πριν φτάσω στον κάθετο δρόμο του Παραβάτη, είναι ένα στενό, πολύ στενό δρομάκι, μια σούδα, θα ‘λεγα, για την ακρίβεια. Ίσως να μην το είχα προσέξει, αν μια από εκείνες τις μπλε, μεταλλικές πινακίδες, όπου γράφονται τα ονόματα των δρόμων για τους πεζούς και τα τροχοφόρα, δεν τραβούσε το βλέμμα μου να διαβάσω: ΟΔΟΣ ΑΛΜΠΕΡ ΚΑΜΥ. Σταμάτησα αμέσως το βήμα μου και την ξαναδιάβασα γιατί δεν πίστευα στα μάτια μου. Είναι τοποθετημένη σε τέτοιο σημείο που σου χτυπάει αμέσως στο μάτι. Είναι αδύνατο να περάσει κανείς από κει και να μην τη δει. Πολύ μικρός, όμως , ο δρόμος, ίσως ο πιο μικρός στην ελληνική πρωτεύουσα, αλλά μεγάλο κι αγαπητό στους Έλληνες το όνομα που φέρνει. Δεν πειράζει. Αυτό που έχει σημασία για μας και μπαίνει στο μάτι των Γάλλων και των άλλων Ευρωπαίων είναι τούτο:
Η Αθήνα έχει κάτι που δεν το ‘χει το Παρίσι:
Οδός Αλμπέρ Καμύ!

