Τροπαιοφόρος ήττα
«Υπελείφθη δε Ιακώβ μόνος
και επάλαιεν άνθρωπος
μετ’ αυτού έως πρωΐ».
Γενέσεως 32:24-32
Αδημονώ, το θέλω, το ποθώ
μαζί Σου να παλέψω,
μα διστάζω να γδυθώ
το βαρύ που φορώ
της αμαρτίας αμπέχωνο.
Κάλεσέ με,
προκάλεσέ με
σε πάλη ολονύχτια
στου ερεβώδους βίου μου
τη μαύρη νύκτα.
Στερέωσε το πνεύμα μου –
ώστε να Σε νικήσω!
Κι όταν τη νικητήριο
ήττα Σου παραδεχτείς –
ευλόγησέ με!
Μικρός νικούσα πάντοτε
στο τάβλι τον μπαμπά μου.
Δακρύγελως
Από μικρός επιμελώς
φυλάω τις κηδείες σε ντουλάπια.
Τα δεκάξι κιόλας χρόνια έχω πατήσει,
μα πέντε μόλις ξόδια έχω μαζέψει.
όμορφα που ΄ταν όλα τους:
μ’ επικηδείους, δάκρυα, συντριβή·
αγάπης γεννήματα.
Προσεκτικά την κάθε μια
κηδεία την τυλίγω
σ’ άσπρο σεντόνι άσπιλο
σε σχήμα αναβαθμού.
Θέλω στο διάβα της ζωής
που ο Κύριος μου χαρίζει,
να φτιάξω μία κλίμακα·
μια σκάλα ουράνια με σκαλιά
τις φασκιωμένες μου κηδείες.
Κι όταν θα έρθ’ η ώρα μου,
σκαλί-σκαλί ποθώ ν’ ανέβω
την αναστάσιμα λευκή
σκάλα, μ’ ευχή να φτάσω
ίσια στον Θρόνο του Θεού.
ΕΓΩ
Εγώ ο υπερήρωας
-μητρός τε και πατρός
το μέγα καύχημα,
πατρίδος, υφηλίου τε-
τους κόπους μου μεγέθυνα,
τα λάθη μου εσμίκρυνα,
υποβάθμισα τα πάθη μου,
και να ‘μαι κείμαι ολόμονος
σε βάθρο αψηλό.
-Δοξάστε με, δοξάστε με!
Πλην, όχι από πολύ κοντά,
μήπως οι ανάσες σας σαλέψουνε
τον θρόνο μου και γκρεμοτσακιστώ!
Απορία
Τους διάσημους τους ποιητές
τους ξέρουν υπεράριθμοι
και τους διαβάζουνε ευάριθμοι.
Του Ρίτσου η Ρωμιοσύνη
-της μουσικής αν δεν εφόραγε το ένδυμα-
άγνωστο θα ΄ταν κείμενο
σε εξετάσεις τελικές
βαριεστημένων μαθητών.
Έτσι κι εγώ απορώ:
ποια ταλαίπωρα αυτιά
ο πενιχρός μου λόγος
να εμβολίσει;
Ποια μάτια
πρόθυμα να ενοπτρισθούν
τα φτωχικά
γραφτά μου;
Ουάλης Αιρεσιοκράτωρ
Δημοσθένους δε, ενός των οψοποιών Ουάλεντος,
εν τη προς τον βασιλέα συντυχία του θείου Βασιλείου
καταδραμόντος και βαρβαρίσαντος,
μικρόν μειδιάσας, έφη προς αυτόν ο διδάσκαλος…
Θεοφάνους Χρονογραφία
Ενώ, λοιπόν, Ουάλης ο αιρεσιόφρων,
με τον θείον συνομιλούσε Βασίλειον,
νά ‘σου πετάγεται στ’ ανάμεσό τους
του παλατιού ο μάγειρας·
τουπίκλην Δημοσθένης.
Σφαγιάζοντας την ελληνίδα γλώσσαν,
τον Άγιον κατηγορεί
εις άπταιστον… βαρβαρικήν!
Υπομειδιών ο ευφυής Διδάσκαλος,
έδειξε που διαθέτουν χιούμορ
κι οι αυστηροί ασκητές:
“Ιδού”, χαριτολογεί, “εθεασάμεθα
και Δημοσθένην αγράμματον”.
Τον βράχον αυτόν της Πίστεως,
εσεβάσθη αρχικώς ο Αυτοκράτωρ
και κτήματα του δώρισε πολλά
για τα λεπρά παιδιά του.
Μ’ αφού δεν πέτυχε, ο ανόητος,
στην αίρεσή του να τον σύρει,
της εξορίας το διάταγμα
‘τοιμάσθη να υπογράψει.
Φευ, τρεις ολόκληρες γραφίδες
-από καλάμι καμωμένες-
κομμάτια γίνανε!
Στο τέλος, και αυτό τ’ ανόσιο χέρι του
παρέλυσε του αθλίου.
Βιογραφικό
