Το παρόν άρθρο έχει ως αφετηρία τo αρχαίo ουσιαστικό ἡ πλεκτάνη, του οποίου η σύγχρονη σημασία είναι δόλος, μηχανορραφία, ως ναυτικός δε όρος αναφέρεται σε ένα είδος χοντρού πλέγματος σχοινιού, στην κοινώς γνωστή σαλαμάστρα. Η λέξη παράγεται από το ρήμα πλέκω, και η αρχική σημασία της είναι καθετί το περιτυλιγμένο, σπείρα, έλικας.
΄Αλλα ομόρριζα τού πλέκω: πλεκτός, πλέξις, πλέγμα (→ υποκοριστικό πλεγμάτιον → πλεμάτι), πλοκή, πλόκαμος (→ υποκοριστικό πλοκάμιον → πλοκάμι), πολύ-πλοκος, δολο-πλόκος, περι-πλέκω, περί-πλοκος, ἀχειρό-πλοκος, συμ-πλέκω, συμ-πλοκή, ἐμ-πλέκω, ἐμ-πλοκή, δια-πλέκω, δια-πλοκή, σύμπλεγμα, πλεξίδα, πλέξιμο, πλεκτήριο, δολοπλοκώ, κ. ά.
Το ρήμα πλέκω σήμαινε κυριολεκτικά ό,τι και σήμερα, κατασκευάζω κάτι συστρέφοντας, στρίβοντας ευλύγιστα υλικά ( νήμα, σχοινί, τρίχες, κλαδιά ) και ενώνοντάς τα με κατάλληλο τρόπο. Το ουσιαστικό ὁ πλόκαμος δήλωνε την πλεξίδα, την μπούκλα των μαλλιών. Μαζί και τα δύο τα συναντούμε ήδη στην ομηρική Ιλιάδα.
Στη ραψωδία Ξ οι Τρώες έχουν μπει στην περιοχή των ελληνικών πλοίων και πιέζουν τους ΄Ελληνες απειλητικά. Ο Αγαμέμνων αποθαρρημένος προτείνει να επιστρέψουν στην πατρίδα, αλλά οι άλλοι αρχηγοί, εμψυχωμένοι από τον Ποσειδώνα, επιμένουν να μην εγκαταλείψουν τη μάχη. Η ΄Ηρα, θέλοντας να βοηθήσει τους Αχαιούς, αποφασίζει να πλανέψει τον Δία και να τον αποκοιμίσει με ερωτικά τεχνάσματα. Μπήκε λοιπόν στον θάλαμό της, έπλυνε το κορμί της με αμβροσία και αλείφτηκε με λάδι θεϊκά ευωδιαστό· τόσο, που αν το κουνούσες στου Δία τα παλάτια, η μυρωδιά του έφθανε κάτω ώς τη γη και πάνω ώς τον ουρανό. Και ο ποιητής συνεχίζει την έξοχη στιχηρή περιγραφή (στ.175-177):
τῷ ῥ’ ἥ γε χρόα καλὸν ἀλειψαμένη ἰδὲ χαίτας
πεξαμένη χερσὶ πλοκάμους ἔπλεξε φαεινοὺς
καλοὺς ἀμβροσίους ἐκ κράατος ἀθανάτοιο.
Μ’ αυτό σαν άλειψε το όμορφο κορμί της και τα μαλλιά της
χτένισε τα μακριά, έπλεξε με τα χέρια της πλεξίδες λαμπερές,
πανώριες, θεϊκές, να πέφτουνε από τ’ αθάνατο κεφάλι.

Κόρη τής Χίου (520-510 π. Χ.)
Το πλέκω μεταφορικά είχε τη σημασία τού επινοώ, μηχανεύομαι, ως επί το πλείστον ραδιουργίες, δόλια μέσα ⸺ εξού δολο-πλόκος. Χαρακτηριστικός είναι ο στίχος 220 της τραγωδίας τού Αισχύλου Χοηφόροι. ΄Οταν ο Ορέστης εμφανίζεται μπροστά στην Ηλέκτρα και της αποκαλύπτει ότι είναι ο αδελφός της, εκείνη στην αρχή αδυνατεί να τον πιστέψει και τον ρωτά:
ἀλλ’ ἦ δόλον τιν’, ὦ ξέν’, ἀμφί μοι πλέκεις;
Μα μήπως και μου πλέκεις κάποιο δόλο, ξένε;
Και η Σαπφώ στο μόνο ακέραιο ποίημά της που έχει διασωθεί καλεί την Αφροδίτη να τη βοηθήσει να κατακτήσει μια νεαρή κοπέλα που περιφρονεί τον έρωτά της, αρχίζοντας με τούτα τα λόγια (Απ. 1):
ποικιλόθρον’ ἀθανάτ’ Ἀφροδίτα,
παῖ Δίος δολόπλοκε, λίσσομαί σε,
μή μ’ ἄσαισι μηδ’ ὀνίαισι δάμνα,
πότνια, θῦμον·
Ω Αφροδίτη αθάνατη, που ’χεις τον θρόνο πλουμιστό,
κόρη τού Δία δολοπλόκε, σε ικετεύω,
μη μου τσακίζεις την καρδιά
με βάσανα και πίκρες, δέσποινά μου·
Μεταφορικά, επίσης, χρησιμοποιούσαν στην αρχαιότητα το πλέκω και επί ποιητών σε φράσεις όπως πλέκω ὕμνον, ᾠδήν ⸺ κατάλοιπο αυτών των φράσεων είναι η σύγχρονη «πλέκω το εγκώμιο» κάποιου.
Το επίθετο πλεκτός-ή-όν: διατήρησε από τα ομηρικά χρόνια ώς τις μέρες μας την ίδια σημασία, όπως μαρτυρείται στα δύο μέγιστα επικά ποιήματα του 8ου αι. π. Χ.
Μεταφερόμαστε λοιπόν για άλλη μια φορά στη σπηλιά τού Κύκλωπα Πολύφημου. Μόλις μπήκε ο Κύκλωπας, ο Οδυσσέας και οι σύντροφοί του, όπως έχουμε ξαναπεί, χώθηκαν στο βάθος τής σπηλιάς από τον τρόμο τους. Ο Πολύφημος άρμεξε τις γίδες και τις προβατίνες ⸺ ακολουθούν οι στίχοι 246-249 της ραψωδίας ι της Οδύσσειας:
Αὐτίκα δ’ ἥμισυ μὲν θρέψας λευκοῖο γάλακτος
πλεκτοῖς ἐν ταλάροισιν ἀμησάμενος κατέθηκεν,
ἥμισυ δ’ αὖτ’ ἔστησεν ἐν ἄγγεσιν, ὄφρα οἱ εἴη
πίνειν αἰνυμένῳ και οἱ ποτιδόρπιον εἴη.
Κι αμέσως το μισό από το άσπρο γάλα έπηξε,
το μάζεψε και μες σε τυροβόλια το φύλαξε πλεκτά,
και τ’ άλλο πάλι το μισό το ’βαλε μέσα σε δοχεία, να του υπάρχει
για να παίρνει και να πίνει και για να το ’χει για το δείπνο του.

Τη λέξη πλέγμα, που λέγεται για καθετί το οποίο είναι κατασκευασμένο με πλέξιμο, που είναι πλεγμένο, εδώ θα τη δούμε στην Ἀλεξάνδρου Ἀνάβασιν του Αρριανού, στο κεφάλαιο όπου ο ιστορικός περιγράφει τα της εκστρατείας τού μεγάλου στρατηλάτη, όταν είχε φθάσει στα έσχατα όρια του περσικού κράτους. Η περιγραφή κινεί το ενδιαφέρον. Συγκεκριμένα, μετά την υποταγή τής Σογδιανής, το 327 π. Χ. ο Αλέξανδρος προχώρησε στην επαρχία τής Παραιτακηνής και πολιόρκησε τους αμυνόμενους βαρβάρους σε έναν απόκρημνο βράχο ύψους περίπου 2.000 μ., τον λεγόμενο βράχο τού Χοριήνου. Η κατάληψη του βράχου ήταν εξαιρετικά δύσκολη, καθώς αφενός υπήρχε μία και μοναδική ανηφορική πρόσβαση που ελεγχόταν απόλυτα από τους υπερασπιστές τού οχυρού, και αφετέρου ένα βαθύ φαράγγι, που έφραζε τριγύρω τη ρίζα τού βράχου σχηματίζοντας φυσική αμυντική τάφρο. Ωστόσο ο Αλέξανδρος με τη γνωστή του τόλμη ανέλαβε την οργάνωση της επιχείρησης. Από τη μια οι στρατιώτες κατασκεύαζαν μεγάλες σκάλες από τα πολύ ψηλά έλατα της περιοχής, και από την άλλη κατεβαίνοντας στο βάθος τού φαραγγιού άρχισαν την πρόσχωση της τάφρου· έμπηγαν πασσάλους στο χείλος της και ⸺ παραθέτουμε τη συνέχεια στο πρωτότυπο (Δ ΧΧΙ,5):
Ἐπέβαλλον δὲ πλέγματα ἐκ λύγων εἰς γεφύρας μάλιστα ἰδέαν, καὶ ταῦτα ξυνδοῦντες
χοῦν ἄνωθεν ἐπεφόρουν, ὡς ἐξ ὁμαλοῦ γίγνεσθαι τῇ στρατιᾷ τὴν πρόσοδον τὴν πρὸς τὴν πέτραν.
Και έβαζαν επάνω πλέγματα από λυγαριές, ακριβώς σε σχήμα γέφυρας κι αφού τα συνέδεαν αυτά, συσσώρευαν από πάνω χώμα, ούτως ώστε η ανάβαση του στρατεύματος προς τον βράχο να γίνεται από ομαλό έδαφος.

Ἡ πλοκή : η βασική έννοια της λέξης είναι πλέξιμο, συστροφή, αλλά απέκτησε και μεταφορική χρήση δηλώνοντας την περιπλοκή των γεγονότων δραματικής υπόθεσης, σημασία που έχει επιβιώσει στη νέα Ελληνική. Με αυτή την έννοια χρησιμοποιεί τον όρο ο Αριστοτέλης στην Ποιητική του. Αφού διακρίνει τέσσερα είδη τραγωδίας, την πεπλεγμένην (περίπλοκη), στην οποία κυρίαρχο στοιχείο είναι η πλοκή, την παθητικήν, όπου προβάλλονται κυρίως τα πάθη των ηρώων, την ἠθικήν, όπου κυριαρχεί η διαγραφή των χαρακτήρων και την ὄψιν (θεαματική), όπου τονίζεται η θεαματικότητα, υποστηρίζει ότι ο ποιητής πρέπει στο έργο του να έχει στοιχεία και από τις τέσσερις κατηγορίες, και προσθέτει (1456a9):
Δίκαιον δὲ καὶ τραγῳδίαν ἄλλην καὶ τὴν αὐτὴν λέγειν οὐδενὶ ὡς τῷ μύθῳ· τοῦτο
δέ, ὧν ἡ αὐτὴ πλοκὴ καὶ λύσις. πολλοὶ δὲ πλέξαντες εὖ λύουσι κακῶς· δεῖ δὲ ἀμφότερα ἀρτικροτεῖσθαι.
Και δεν είναι δίκαιο με κανένα άλλο [κριτήριο] να λέμε ότι μία τραγωδία είναι διαφορετική και ίδια [με μία άλλη] όσο με τον μύθο· αυτό, δε, ισχύει για όσες τραγωδίες η πλοκή και η λύση1 είναι του ίδιου επιπέδου. Πολλοί ποιητές, ενώ οργάνωσαν καλή πλοκή, δίνουν κακή έκβαση· πρέπει όμως και τα δύο να συμφωνούν.
Το επίθετο πολύπλοκος-ον : στα αρχαία Ελληνικά σημαίνει κατά κυριολεξία τον πολύ συνεστραμμένο, και μεταφορικά τον περίπλοκο, όπως σήμερα.
Παράδειγμα της κυριολεκτικής σημασίας αντλούμε από τη Μήδεια τού Ευριπίδη. Η τραγική ηρωίδα εξαπολύει εναντίον του Ιάσονα με πίκρα και οργή δριμύ κατηγορώ για την αχαριστία και την προδοσία του και του θυμίζει ό,τι έκανε για χάρη του, όπως εκτός των άλλων (στ. 480-482):
δράκοντα θ’, ὃς πάγχρυσον ἀμπέχων δέρας
σπείραις ἔσῳζε πολυπλόκοις ἄυπνος ὤν,
κτείνασ’ ἀνέσχον σοὶ φάος σωτήριον.
Μα και τον δράκοντα, που όντας ξάγρυπνος τ’ ολόχρυσο φυλούσε
δέρας κλεισμένο μέσα στις πολύστροφες τις σπείρες του,
τον σκότωσα, κι έτσι το φως της σωτηρίας το κράτησα ψηλά για σένα.

Ερυθρόμορφος κρατήρας (αρχές 4ου αι. π. Χ.). Ο Ιάσονας αρπάζει το χρυσόμαλλο δέρας, καθώς η Μήδεια αποκοιμίζει με φάρμακα τον δράκοντα.
Με τη μεταφορική του σημασία το πολύπλοκος χρησιμοποιείται από τον Λουκιανό σε έναν από τους περίφημους Νεκρικούς Διαλόγους του, τον δέκατο. Σε αυτόν ο θεός Ερμής χλευάζει διάφορους νεκρούς που μεταφέρει με το βαρκάκι του ο Χάρων στον κάτω Κόσμο και ανάμεσά τους έναν φιλόσοφο. Ο Λουκιανός-Ερμής καυτηριάζει την αλαζονεία που φέρνει μαζί του, την αμάθεια, την κενοδοξία, τους μπερδεμένους λόγους καὶ ἐννοίας πολυπλόκους, και έννοιες περίπλοκες.
Και με ένα άλλο εμπνευσμένο επίθετο, το ἀχειρόπλοκος-ον, κοσμεί ο βυζαντινός υμνολόγος έναν ύμνο προς τιμήν τής Θεοτόκου, η οποία γέννησε τον Ιησού Χριστό:
Σὲ τὴν πλέξασαν τῷ κόσμῳ ἀχειρόπλοκον
στέφανον ἀνυμνολογοῦμεν, […]
Υμνολογούμε εσένα που έπλεξες χάριν του κόσμου
στέφανο μη πλεγμένο από [ανθρώπινα] χέρια, […]
Ἡ συμπλοκή κατά λέξη σήμαινε σύνδεση, συνδυασμό στοιχείων. Κατ’ επέκταση απέκτησε και την έννοια της σύγκρουσης μεταξύ δύο αντιπάλων στρατών, της μάχης.
Θέλοντας να παρατείνουμε την απόλαυση της σατιρικής πένας τού Λουκιανού, ανατρέχουμε σε έναν άλλον Νεκρικό Διάλογο, που διεξάγεται μεταξύ των νεκρών Κυνικών φιλοσόφων, Διογένη, Αντισθένη και Κράτη. Με πρόταση του Διογένη, μιας και δεν έχουν τι να κάνουν, αποφασίζουν να τραβήξουν κατά την είσοδο του ΄Αδη και να διασκεδάσουν βλέποντας αυτούς που έρχονταν από τον επάνω Κόσμο, ποιοι είναι και τι κάνουν. Ο Κράτης τότε τους διηγείται τι είδε αυτός, όταν κατέβαινε με άλλους πολλούς στον Κάτω Κόσμο.2 Αυτή τη φορά η θύμησή του σταματάει σε έναν νεκρό, τον Αρσάκη, τον κυβερνήτη τής Μηδίας, ο οποίος γέροντας πια δυσανασχετούσε και έβριζε γιατί τον έβαζαν να περπατάει και ζητούσε να του φέρουν το άλογό του ⸺ και ο Κράτης εξηγεί (27,3):
καὶ γὰρ ὁ ἵππος αὐτῷ συνετεθνήκει, μιᾷ πληγῇ ἀμφότεροι διαπαρέντες ὑπὸ Θρᾳκός τινος πελταστοῦ ἐν τῇ ἐπὶ τῷ Ἀράξῃ πρὸς τὸν Καππαδόκην συμπλοκῇ.
Γιατί και το άλογο είχε πεθάνει μαζί του, έχοντας και οι δύο τρυπηθεί με ένα χτύπημα από έναν Θράκα πελταστή3 στη μάχη κοντά στον Αράξη ποταμό εναντίον του ηγεμόνα τής Καππαδοκίας.
Το σύνθετο ρήμα περιπλέκω πέρασε στη νέα Ελληνική και με τις δύο σημασίες του: α) πλέκω κάτι γύρω από κάτι άλλο, περιβάλλω, περιτυλίγω και β) μεταφορικά, καθιστώ κάτι περίπλοκο.
Το παλαιότερο κείμενο στο οποίο απαντά με την κύρια σημασία είναι η Οδύσσεια. Στη ραψωδία ξ ⸺ θυμίζουμε ότι ό Οδυσσέας βρίσκεται στην Ιθάκη μεταμφιεσμένος από τη θεά Αθηνά σε γηραλέο επαίτη και πηγαίνει στην καλύβα τού πιστού του χοιροβοσκού, του Εύμαιου. Δεν θέλει ακόμη να αποκαλυφθεί και επινοεί διάφορες πλαστές διηγήσεις για τον εαυτό του· ότι κατάγεται από την Κρήτη, ότι περιπλανήθηκε στην Αίγυπτο, στη Φοινίκη και ότι ένα καράβι με το οποίο έπλεε για τη Λιβύη έπεσε σε θαλασσοταραχή και βυθίστηκε. Μα τότε, λέει, ο Δίας έφερε στα χέρια μου ένα μεγάλο κατάρτι για να ξεφύγω από τον χαμό⸺ και συμπληρώνει (στ. 313):
Τῷ ῥα περιπλεχθεὶς φερόμην ὀλοοῖς ἀνέμοισιν.
Γύρω απ’ αυτό λοιπόν τυλίχτηκα και απ’ τους ολέθριους παρασυρόμουνα ανέμους.
Τέλος, η λέξη πλεκτάνη : Βάσει της κύριας, προαναφερθείσας στην αρχή τού άρθρου, σημασίας της, ο πληθυντικός αριθμός λεγόταν για τα πλοκάμια τού χταποδιού, της σουπιάς κ. λπ. και για τα δίχτυα τού ιστού τής αράχνης. Στους μεταγενέστερους χρόνους χρησιμοποιείται μεταφορικά για να εκφράσει λόγους περίπλοκους με την έννοια της παγίδας. ΄Ετσι κατέληξε να σημαίνει στη σύγχρονη Ελληνική δολοπλοκία, μηχανορραφία.
Ας δούμε τις σχετικές μαρτυρίες.
Στους ΄Ορνιθες του Αριστοφάνη τα πουλιά υπό την καθοδήγηση του δαιμόνιου Πισθέταιρου κτίζουν τη νέα πολιτεία, τη Νεφελοκοκκυγία. Καθορίζονται οι σχέσεις τής νέας πόλης με τους θεούς και τους ανθρώπους, γίνονται τα εγκαίνια με την καθιερωμένη θυσία, και ο Πισθέταιρος παίρνει γυναίκα του την κόρη τού Δία, τη Βασιλεία. ΄Ενας αγγελιοφόρος υμνεί δοξαστικά το ζευγάρι ανακοινώνοντας την έλευσή του και τελειώνει το εγκώμιο με τούτα τα λόγια (στ. 1715-1717):
Ὀσμὴ δ’ ἀνωνόμαστος εἰς βάθος κύκλου
χωρεῖ, ⸺ καλὸν θέαμα, ⸺ θυμιαμάτων δ’
αὖραι διαψαίρουσι πλεκτάνην καπνοῦ.
Μια απερίγραπτη ευωδία ανεβαίνει ψηλά στου ουρανού τον θόλο
⸺ θέαμα πανώριο! ⸺ και των θυμιαμάτων οι πνοές
διασκορπίζουν του καπνού τα στροβιλίσματα.

Και στο έργο τού Αριστοτέλη Περὶ τὰ ζῷα ἱστορίαι διαβάζουμε για τα θαλασσινά μαλάκια όπως τα χταπόδια, οι σουπιές, τα καλαμάρια (524b):
Μετὰ δὲ τοὺς πόδας ἡ κεφαλή ἐστιν ἁπάντων ἐν μέσῳ τῶν ποδῶν, τῶν καλουμένων πλεκτανῶν.
Το κεφάλι όλων είναι μετά τα πόδια, στο μέσον των ποδιών, που ονομάζονται πλεκτάνες (πλοκάμια).
Κλείνουμε το άρθρο και πάλι με την αχαλίνωτη φαντασία τού Σύρου Λουκιανού, ο οποίος στον διάλογό του με τον τίτλο Δὶς κατηγορούμενος παρουσιάζει την εκδίκαση διαφόρων υποθέσεων στον ΄Αρειο Πάγο. Μία εξ αυτών είναι η αγωγή τής προσωποποιημένης Στοάς, της φιλοσοφικής σχολής των αρχαίων Στωικών,4 εναντίον της Ηδονής, επειδή δελέασε έναν οπαδό της, τον Διονύσιο, και τον πήρε με το μέρος της. Μετά την ομιλία τής Στοάς πήρε τον λόγο ο Επίκουρος5 για να υποστηρίξει την Ηδονή. Υπερασπίζεται, λοιπόν, τον Διονύσιο με το επιχείρημα ότι πρόκειται για έναν ελεύθερο άνθρωπο που μίσησε τη δυσάρεστη διδασκαλία τής Στοάς και την ανοησία ότι η ευτυχία τού ανθρώπου κατακτάται με τους μόχθους, εγκατέλειψε τις περίπλοκες και λαβυρινθώδεις θεωρίες και (21):
πρὸς δὲ τὴν Ἡδονὴν ἄσμενος ἐδραπέτευσεν ὥσπερ δεσμά τινα διακόψας τὰς τῶν λόγων πλεκτάνας, ἀνθρώπινα καὶ οὐ βλακώδη φρονήσας καὶ τὸν μὲν πόνον, ὅπερ ἐστί, πονηρόν, ἡδεῖαν δὲ τὴν ἡδονὴν οἰηθείς, […]
και δραπέτευσε με χαρά προς την Ηδονή, σπάζοντας σαν κάποια δεσμά τις παγίδες των λόγων, σκεφτόμενος όπως αρμόζει σε ανθρώπινη και όχι σε ηλίθια αντίληψη και λογιάζοντας τον μεν μόχθο κακό, όπως και είναι, τη δε ηδονή γλυκιά […]
1)Λύσις= η έκβαση της τραγωδίας.
2)Σ’ αυτόν τον Νεκρικό Διάλογο έχουμε αναφερθεί και σε προγενέστερο άρθρο μας με θέμα τη λέξη Ἀκροθιγής, παραθέτοντας απόσπασμα επίσης από τις αναμνήσεις τού Κράτη: https://www.periou.gr/georgia-papadaki-akrothigis/
3)Πελταστής λεγόταν ο στρατιώτης που έφερε πέλτην= ελαφρά ασπίδα.
4)Τη στωική φιλοσοφική σχολή ίδρυσε στην Αθήνα ο Ζήνων ο Κιτιεύς, προσηγορία από το Κίτιο της Κύπρου όπου γεννήθηκε. Ο Ζήνων (336-264 π. Χ.) δίδασκε στην περίφημη Ποικίλη Στοά, μία από τις στοές τής αθηναϊκής αγοράς, που όφειλε την ονομασία της στους πίνακες των σπουδαιότερων ζωγράφων τού 5ου αι. π. Χ. με τους οποίους ήταν διακοσμημένη, και από αυτήν πήρε το όνομά της η σχολή του. Ο στωικισμός είχε μεγάλη διάρκεια με μεταλλαγές, γι’ αυτό διακρίθηκε σε τρεις περιόδους, την Αρχαία, τη Μέση τη χρονολογούμενη στην Ελληνιστική εποχή και τη Νέα των ρωμαϊκών χρόνων. Βάση τού στωικού φιλοσοφικού ρεύματος ήταν η ηθική. Κατά τους στωικούς οι άνθρωποι οφείλουν να ασκούν την αρετή. Επειδή όμως τα πάθη εμποδίζουν τον άνθρωπο να ακολουθεί την ηθική, οι στωικοί κήρυτταν την απάθεια προς κάθε επιθυμία και εξωτερική επίδραση ⸺ εξού η περίφημη «στωική απάθεια» ⸺ την καρτερική αντιμετώπιση των δεινών. Η φιλοσοφία αυτή δεν δεχόταν τον απόλυτο ατομικισμό, θεωρούσε όλους τους ανθρώπους συγγενείς, αποκήρυσσε τη δουλεία, δίδασκε την αδιαφορία για τα κοσμικά αγαθά και ζωή σύμφωνα με τη φύση, που για τον στωικό φιλόσοφο είναι η μόνη και αληθινή ουσία, είναι η ολότητα του κόσμου ως σώματος του Θεού. Η ηθική των στωικών έχει πολλές ομοιότητες με τον Χριστιανισμό, και κατά κάποιο τρόπο η Στοά προπαρασκεύασε το έδαφος για τη χριστιανική ηθική. Ο Στωικοί υπήρξαν ανταγωνιστικοί προς τους Επικούρειους, τη δεύτερη σημαντικότερη φιλοσοφική σχολή που άκμασε και αυτή στα ελληνιστικά χρόνια.
Για τη στωική φιλοσοφία βλ. επίσης το άρθρο μας με θέμα τον Επίκτητο: https://www.periou.gr/%ce%b5%cf%80%ce%b9%ce%ba%cf%84%ce%b7%cf%84%ce%bf%cf%85-%ce%b2%ce%bb-%cf%83%cf%87-1-%ce%b4%ce%b9%ce%b4%ce%b1%cf%87%ce%ad%cf%82-%ce%b1%cf%80%cf%8c-%cf%84%ce%b9%cf%82-%ce%b4%ce%b9%ce%b1%cf%84%cf%81/
5)Για τον Επίκουρο βλ. το σχετικό άρθρο μας:
