You are currently viewing Γιάννης Κολοκοτρώνης: Σχόλιο στον ανδριάντα του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη του Βάσου Φαληρέα στην Αρεόπολη Μάνης (1982) και του Αλέξανδρου Σαντή στον Πειραιά (2025).
Screenshot

Γιάννης Κολοκοτρώνης: Σχόλιο στον ανδριάντα του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη του Βάσου Φαληρέα στην Αρεόπολη Μάνης (1982) και του Αλέξανδρου Σαντή στον Πειραιά (2025).

Η πρόσφατη τοποθέτηση του ανδριάντα του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, έργο του γλύπτη Αλέξανδρου Σαντή (γ.1963), στην Πλατεία Παύλου Μπακογιάννη, δίπλα στη στάση μετρό «Δημοτικό Θέατρο» στον Πειραιά (2025), ως φόρος τιμής στους Μανιάτες της πόλης,[i] σχεδόν μισό αιώνα μετά την ανέγερση του ηρωικού μνημείου του Βάσου Φαληρέα (1905-1979) στην Αρεόπολη Μάνης (1982)[ii], δίνει την ευκαιρία να παρακολουθήσουμε την πορεία από τον ηρωικό ρεαλισμό της μεταπολεμικής περιόδου στη μνημειακή λιτότητα και τον συμβολισμό της σύγχρονης εποχής.

Ο Μαυρομιχάλης του Φαληρέα αντανακλά τον ηρωικό ρεαλισμό, μια αισθητική και ιδεολογική τάση στα μνημεία ιδίως του 19ου αιώνα [iii], που δίνει έμφαση στην πιστή αναπαράσταση, τη μνημειακή κλίμακα και τον αφηγηματικό χαρακτήρα. Μια παράδοση που, αν και διαμορφώθηκε από την αρχαιότητα έως τον 19ο αιώνα, γνώρισε αναβίωση στη δεκαετία του 1970 στο πλαίσιο ενός ιδιότυπου μεταμοντερνισμού[iv]. Σ’ αυτή την περίοδο,  η επιστροφή σε κλασικά και ηρωικά πρότυπα λειτούργησε συνειδητά ως αισθητική και ιδεολογική δήλωση, ιδίως στη χώρα μας που είχε βιώσει τον Εμφύλιο και τη Δικτατορία.

Εμβληματικό παράδειγμα αυτής της ηρωικής αισθητικής στη γλυπτική του Βάσου Φαληρέα είναι ο Λεωνίδας στο Ηρώο των Θερμοπυλών (1955), ο Λεωνίδας στη Σπάρτη, η Προμάχος Αθηνά (1951) στο Πεδίον του Άρεως, ανάμεσα σε δεκάδες άλλα γλυπτά και μετάλλια. Το μνημείο του Λεωνίδα είναι ένα καθαρό παράδειγμα του ηρωικού ρεαλισμού της δεκαετίας του 1950: ο ήρωας αποδόθηκε εξιδανικευμένος, σε στάση contrapposto, με το δόρυ υψωμένο στο δεξί χέρι, την ασπίδα στο αριστερό, το σώμα να γέρνει ελαφρά μπροστά και τα πόδια σε θέση επίθεσης. Το ψηλό βάθρο και η ανάγλυφη τοιχογραφία δημιουργούν ένα περιβάλλον αφήγησης που συνδέει το γλυπτό με τον ιστορικό χώρο.[v]

Ο Φαληρέας, απεβίωσε το 1979 και ο ανδριάντας του Μαυρομιχάλη χυτεύτηκε μεταθανάτια, μέσω πανελλήνιου εράνου, γεγονός που προσδίδει στο έργο συλλογικό και τιμητικό χαρακτήρα Η μορφή αποδίδεται σε δυναμικές κινήσεις αποφασιστικότητας: το δεξί χέρι υψωμένο σε χειρονομία εμψυχωτικής προτροπής, ενώ το αριστερό κρατά ένα ογκώδες ξίφος σε σχέση με τον σωματότυπο του ήρωα. Η μανιάτικη ενδυμασία αποδίδεται με ιστορική ακρίβεια, ενώ η βάση, διακοσμημένη με ανάγλυφα πολεμικών σκηνών των Μανιατών και επιγραφές, ενισχύει τον διδακτικό και εθνικοπατριωτικό χαρακτήρα του μνημείου.

Τέσσερις δεκαετίες αργότερα, ο ανδριάντας του Αλέξανδρου Σαντή ανήκει σε ένα διαφορετικό αισθητικό και πολιτισμικό πλαίσιο. Με μεγάλη εμπειρία στη δημόσια γλυπτική, όπως το Μνημείο των Πεσόντων και Αγνοουμένων της Ξυλοφάγου (Κύπρος 2022),[vi] ο Σαντής κινείται σε έναν μεταβατικό χώρο όπου η μνημειακή παράδοση διατηρείται, αλλά η έμφαση μετατοπίζεται από την αφήγηση στην ερμηνεία και από την εξιδανίκευση στη διαχρονική, συμβολική παρουσία.

Στον ανδριάντα του Πειραιά, ο Μαυρομιχάλης αποδίδεται και πάλι όρθιος, με υψωμένη την παλάμη, αλλά το ξίφος έχει αντικατασταθεί από σημαία, μετατοπίζοντας το κέντρο βάρους από την πολεμική πράξη στην έννοια της εθνικής μνήμης και της ενότητας. Η στάση, πιο στατική και σχεδόν τελετουργική, προσδίδει στη μορφή διαχρονικό και συμβολικό χαρακτήρα, διατηρώντας την ζωντανή στον δημόσιο διάλογο για την εθνική ταυτότητα και τις εξελισσόμενες ιστορικές αφηγήσεις.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η συγκριτική μελέτη της απόδοσης των χεριών. Ο Φαληρέας δείχνει σαφή εμμονή με την πλαστική επεξεργασία τους:[vii] τα δάχτυλα διαμορφώνονται με έντονη διαφοροποίηση, οι αρθρώσεις και οι νευρώσεις αποτυπώνονται με ρεαλιστική ακρίβεια, και η κίνηση υποδηλώνει ρητορικό πάθος και προτροπή προς δράση. Η λεπτομέρεια της επιφάνειας, με τις μικρές πτυχώσεις του δέρματος και τη δυναμική άρθρωση του καρπού, καθιστά το χέρι σχεδόν αυτόνομο φορέα νοήματος. Αντίθετα, ο Σαντής επιλέγει πιο συγκρατημένη, εξισορροπημένη απόδοση: τα δάχτυλα είναι ανοιχτά και ευθυγραμμισμένα, η κίνηση στατική, σχεδόν τελετουργική, χωρίς την έντονη μυϊκή ένταση του Φαληρέα. Στον Σαντή, το χέρι λειτουργεί κυρίως ως σύμβολο χαιρετισμού ενταγμένο οργανικά στη συνολική γεωμετρία της μορφής και υπηρετώντας την αίσθηση διαχρονικού μνημειακού συμβολισμού.

Στο έργο του Σαντή, η μνήμη δεν παρουσιάζεται ως παγωμένη εικόνα του παρελθόντος, αλλά ως ενεργό πολιτισμικό εργαλείο διαμεσολάβησης ανάμεσα στο ιστορικό γεγονός και τις σύγχρονες συλλογικές αναπαραστάσεις του. Ο ανδριάντας δεν αφηγείται «ποιος ήταν» ο Μαυρομιχάλης αλλά θέτει το κρίσιμο ερώτημα του «πώς» και «γιατί» επιλέγουμε να θυμόμαστε, ιδίως σ’ ένα κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο που χαρακτηρίζεται από εκτεταμένες πληθυσμιακές μετακινήσεις και συνθήκες πολιτικοστρατιωτικής ρευστότητας.

Αν ο Βάσος Φαληρέας λειτουργεί ως ιστορικός αφηγητής που διατηρεί ζωντανή μια ακόμη βιώσιμη αφήγηση, ο Αλέξανδρος Σαντής ενεργεί ως επιμελητής μνήμης, επιλέγοντας τί και πώς θα ενσωματωθεί στο μακροχρόνιο πολιτισμικό αρχείο. Τα δύο γλυπτά συνδέουν την ύστερη φάση του ηρωικού ρεαλισμού με τη σύγχρονη αντίληψη της μνημειακής λιτότητας. Και στις δύο περιπτώσεις, η μορφή του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη παραμένει φορέας εθνικής μνήμης, ωστόσο η «γλώσσα» με την οποία εκφράζεται αυτή η μνήμη μεταβάλλεται, όπως αλλάζει και η σχέση της κοινωνίας με την Ιστορία.[viii]

 

 

 

 

[i] «Γιάννης Κολοκοτρώνης: Ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης του Αλέξανδρου Σαντή», Periou.gr. Διαθέσιμο στο  https://www.periou.gr/giannis-kolokotronis-o-petrobeis-mavromichalis-tou-alexandrou-santi/
[ii] «Βάσος Φαλληρέας», Εθνική Πινακοθήκη https://www.nationalgallery.gr/artist/falireas-vasos/
[iii] Hobsbawm J. Eric, Έθνη και Εθνικισμός από το 1780 μέχρι σήμερα. Πρόγραμμα, Μύθος, Πραγματικότητα. Μτφρ. Χρυσούλα Νατριτς. Εκδότης Καρδαμίτσα 1994
[iv] Jencs, Charles, The Story of Post-Medernism. Wiley 2011.
[v] Λεωνίδας, Ηρώο Θερμοπυλών https://www.digitalglyptotheque.gr/greece_exhibits/%CE%BB%CE%B5%CF%89%CE%BD%CE%AF%CE%B4%CE%B1%CF%82-%CE%B7%CF%81%CF%8E%CE%BF-%CE%B8%CE%B5%CF%81%CE%BC%CE%BF%CF%80%CF%85%CE%BB%CF%8E%CE%BD-%CE%B8%CE%B5%CF%81%CE%BC%CE%BF%CF%80%CF%8D%CE%BB%CE%B5%CF%82/
[vi] Ξυλοφάγου https://xylophagou.com.cy/
[vii] Γιαννουδάκη, Αντωνία, Εθνική Πινακοθήκη και Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτσου, Ίδρυμα Ευριπίδη Κουτλίδη. Η Συλλογή της Νεοελληνικής Γλυπτικής και η Ιστορία της 1900-2006. (δ.δ.), ΑΠΘ. σσ. 442-446.
[viii] Assmann, Jan, Cultural Memory and Early Civilization: Writing, Remembrance, and Political Imagination, Cambridge: Cambridge University Press, 2011, σ. 37–42. Ο Assmann εισάγει την έννοια της «πολιτισμικής μνήμης» ως ενός συστήματος επιλεκτικής διαχείρισης του παρελθόντος, όπου θεσμοί και δημιουργοί επιμελούνται, διατηρούν και μεταπλάθουν μνημονικά σχήματα για να εξυπηρετήσουν συλλογικές ανάγκες ταυτότητας.

 

 

Γιάννης Κολοκοτρώνης, Καθηγητής Ιστορίας και Θεωρίας της Τέχνης
Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, Δ.Π.Θ.

Αφήστε μια απάντηση

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.