Μεγαλώνεις ή αλλιώς:
συσσωρεύεις σκέψεις,
βαρύνουσες πλέον.
Σχεδόν εξήντα πια,
σχεδόν ασήκωτα·
έρωτες, χωρισμοί,
γεννήσεις, θάνατοι:
μητρώο βεβαρημένο.
Ο βιοπορισμός σου
(Follow the money… )
λόγος βαρυθυμίας.
Τα δε ποιήματά σου:
λειψά μέτρα, ρίμες,
ιδέες, όλα άχθος.
Κι εσύ αχθοφόρος
της όποιας τέχνης σου.
Μέχρι πότε νομίζεις
θα σε σηκώνει η παλιά
ξύλινη σκάλα σου;
Ως τώρα τρίζει απλώς…
Θ’ αντέξει, λες, το νέο
και βαρυσήμαντο
πόνημά σου ή μήπως …
Άσε πια το σανιδένιο
σαθρό σου ανώγειο,
όπου τάχα περπατάς
ελαφρά τις νύχτες.
Και το κρεβάτι σου.
Αυτό που κοιμάσαι.
Αλήθεια, το ξέρεις πως
ονειρεύεσαι πολύ βαριά;
