You are currently viewing Ανθούλα Δανιήλ: ΗΜΕΡΑ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ /ΗΜΕΡΑ ΤΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ  –  Στον απόηχο δύο μεγάλων ημερών

Ανθούλα Δανιήλ: ΗΜΕΡΑ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ /ΗΜΕΡΑ ΤΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ –  Στον απόηχο δύο μεγάλων ημερών

Ο ποιητής Αντώνης Σανουδάκης σχολιάζει σοβαρά την «Ημέρα της γυναίκας» με διάθεση όμως χιουμοριστική, όπως μας ήταν γνωστή από γελοιογραφίες σε παλαιότερα έντυπα. 

 Το ποίημα

                                  Η ΗΜΕΡΑ ΤΗΣ ΓΥΝΑΊΚΑΣ

 

                                   Αν ανοίξεις την πόρτα

                                   θα με συναντήσεις

                                   σε στάση αναπεσόντος.

                                   Η πόρτα είναι μισά –

                                   νοιχτη

                                   και σε απόσταση αναπνοής.

                                   Μένω απολύτως ακίνητος

                                   όπως το αγρίμι στη μονιά του

                                   σε κατάσταση διπλής ετοιμότητας.

                                   Είναι «η ημέρα της γυναίκας»

                                   και όπως λέει η Νέλλη στο ραδιόφωνο

                                   «ο έρωτας παραμονεύει

                                   πίσω απ’ τη σκούπα».

                                   Καλύτερα λοιπόν

                                   σταμάτησε απέξω.

                                

                               (από τη συλλογή Διανυκτερεύουσα πλατεία)

 

 

 

Ο ποιητής

 

 Κατ’ αρχάς ο Αντώνης Σανουδάκης, πέρα από καλός φιλόλογος, καλός ποιητής, καλός ιστορικός, καλός ερευνητής, καλός δημοσιογράφος και πάρα πολλά άλλα, που δεν είναι της ώρας, είναι και καλός θεολόγος. Η σχέση θεολόγου-φιλολόγου είναι πολύ σημαντική, γιατί στη σημερινή παρούσα περίσταση, είναι οι λέξεις, που πάντα με μεγάλη προσοχή και επιδεξιότητα επιλέγει για να τονίσει το υπερέχον του νοήματος, εφοδιάζοντάς το και με των δύο επιστημονικών εξοπλισμών του το βαρύ περιεχόμενο.

Ξεκινάω από την τελευταία λέξη στον τρίτο στίχο του ποιήματος: «αναπεσόντος», «σε στάση αναπεσόντος».  Η λέξη έχει θρησκευτική καταγωγή κυρίως και, μάλλον δεν την συναντάμε πολύ συχνά σε άλλα κείμενα.  Ο Αναπεσών είναι ένας παραδοσιακός τύπος απεικονίσεως του Ιησού σε νεαρή ηλικία. Έχει δηλαδή στηρίξει το κεφάλι του στο ένα χέρι. Μισοξαπλωμένος ας πούμε. Σύμφωνα με αγιογραφικά χωρία, ο Αναπεσών συμβολίζει την ενσάρκωση του Λόγου του Θεού και τη λύτρωση της ανθρωπότητας: «αναπεσών εκοιμήθη ως λέων και ως σκύμνος. Τις εγερεί αυτόν;» (Γένεσις μθ΄ 10).

Ας πούμε για την κοσμική περίσταση ότι ο αναπεσών βρίσκεται και κατάσταση έγερσης ή μισοκατάκλισης. Το πρόσωπο του ποιήματος βρίσκεται μεν σε στάση αναπεσόντος, αλλά σε όρθια εκδοχή, δηλαδή, πάει να μπει, μα διστάζει και γι’ αυτό πισογέρνει, μισογέρνει, αναπίπτει.

Η πόρτα είναι μισά-νοιχτη. Ο ποιητής σκόπιμα χωρίζει τη λέξη στα μισά του δρόμου της∙ στο επίρρημα «μισά» και στο επίθετο «ανοιχτή», ευφυώς  χωρίζει τα δύο μέρη, στον ένα στίχο το ένα και στον άλλον το άλλο, ώστε η στάση του αναπεσόντος να ενισχύεται και από την κατάσταση της πόρτας. Όλα για την ώρα είναι μισά. Και η απόσταση από την πόρτα είναι απόσταση αναπνοής. Προσέχω κι εδώ την επιλογή της λέξης ανά-πνοής. Η ανάσα είναι κομμένη. Η αναπνοή σημαίνει πνοή σε κύματα -κύματα, όπως ο αέρας.

Πιο κάτω, «μένω σε κατάστασης διπλής ετοιμότητας»∙ να που εδώ είναι η ετοιμότητα διπλασιάζεται για να έχει και αυτή το συμπληρωματικό της.

 

«Είναι η ημέρα της γυναίκας» και  «ο έρωτας παραμονεύει/ πίσω απ’ τη σκούπα»∙ έτσι λέει η Νέλλη στο ραδιόφωνο, συμμετέχοντας προφανώς στην επέτειο. Τι σημαίνει αυτό; Ο ποιητής επιλέγει να μην μπει και προειδοποιεί:  «Καλύτερα λοιπόν / σταμάτησε απέξω».

 

Έρωτας στον σταυρό

Και επειδή, παραδοσιακά τον έρωτα να βλέπουμε να έρχεται εξ ωράνω πορφυρίαν περθέμενον χλάμυν, όπως λέει και η Σαπφώ και ο Ελύτης, σαν αρχάγγελος Κυρίου, στα κατακόκκινα ντυμένος, φλογάτος και πυρέσσων, όπως θα λέγαμε κι εμείς,  εντάσσοντάς τον στο χριστιανικό εικονοποιητικό σύστημα, κατακέφαλα ή κατακούτελα, να στην δίνει στον σταυρό, δηλαδή, coup de foudre, όπως λένε και οι Γάλλοι και όπως κινδυνεύει να πάθει ο εισερχόμενος από τη σκούπα ή το εννοούμενο σκουπόξυλο… στοπ εδώ. Αναπεσούσα κι εγώ φέρνω στο νου παλαιότερες γελοιογραφικές  απεικονίσεις: η σύζυγος περιμένει τον επιστρέφοντα σύζυγο πίσω από την πόρτα  με τον πλάστη της πίτας στο χέρι, ως ροπαλοφόρος Ηρακλής. Ο καημένος ο σύζυγος παριστανόταν είτε ως μικροσκοπικός και αδύναμος  ή παραπαίων από την κρασοκατάνυξη, ενώ εκείνη παριστανόταν εξαθλιωμένη να τον σέρνει με το ζόρι για να τον φέρει σπίτι, στην πρώτη περίπτωση ή μεγαλοπρεπής με ευτραφέστατο  στήθος και σώμα κατά πλάτος και κατά μήκος, τουρλωτό. Βεβαίως πίσω από τη θηλυκή βία υποδηλωνόταν η ανδρική παρέκκλιση, οπότε το ME TOO της εποχής, είχε τον πλάστη ή το σκουπόξυλο σαν τρόπο καταγγελίας σαν αντίδραση στο φαινόμενο και ο νοών νοείτω, διότι όλα τα πράγματα έχουν και μια άλλη άποψη πέραν της μιας  και κραυγαλέως υπερισχύουσας.

Ο ποιητής, ως πρόσωπο του «μυθικού» θέματός του – «έτοιμος» βεβαίως-  δρα συνετά και συμβουλεύει τον ερχόμενο να μην επιχειρήσει την είσοδον εις τον νυμφώνα, διότι ένδυμα ουκ έχει ίνα εισέλθη εν αυτώ, ήτοι πανοπλία και κράνος για τα καρούμπαλα.

 Οι αρχαίοι

Με την κωμική του εκδοχή, κωμικά και αποδομητικά, μας παρουσίασε το θέμα ο Αριστοφάνης στη Λυσιστράτη, στις Εκκλησιάζουσες και στις Θεσμοφοριάζουσες, Η Ξανθίππη έμεινε ιστορική για την υποδοχή που επεφύλασσε στον σύζυγό της τον σοφό Σωκράτη. Όμως σκέφτηκε κανείς  να μπει στη θέση μιας γυναίκας της εποχής –ίσως και 40 χρόνια νεότερης από αριστοκρατική γενιά – με σύζυγο άεργο εκ πεποιθήσεως και με παιδιά, που ζει λιτά, δηλαδή σαν περιθωριακός, με ό,τι βρεθεί είτε από φαγητά είτε από ρούχα, επειδή δεν δίνει σημασία στα ευτελή της ζωής και φιλοσοφεί όλη μέρα στην αγορά; Όπως μας παραδίδει ο Ξενοφών στα Απομνημονεύματά του, ο  Αντιφών οικτίρει τον Σωκράτη για τον τρόπο της ζωής του, με τα εξής : «σῖτά τε σιτῇ καὶ ποτὰ πίνεις τὰ φαυλότατα, καὶ ἱμάτιον ἠμφίεσαι οὐ μόνον φαῦλον, ἀλλὰ αὐτὸ θέρους τε καὶ χειμῶνος, ἀνυπόδητός τε καὶ ἀχίτων διατελεῖς. καὶ μὴν χρήματά γε οὐ λαμβάνεις, ἃ καὶ κτωμένους εὐφραίνει καὶ κεκτημένους ἐλευθεριώτερόν τε καὶ ἥδιον ποιεῖ ζῆν (1,6, 2 και 3). Σε απλή μετάφραση: τρως και πίνεις τα φθηνότερα, χειμώνα καλοκαίρι κυκλοφορείς ξυπόλυτος και με το ίδιο ρούχο και χρήματα δεν παίρνεις, τα οποία κάνουν τη ζωή πιο ευχάριστη εκείνου που τα κερδίζει και πιο άνετη εκείνου που τα έχει. Για όλα αυτά και άλλα ακόμα, παροιμιώδης πρέπει να στάθηκε η συμπεριφορά της Ξανθίππης που κάποιοι λένε ότι τον περιέλουσε με ένα κανάτι νερό, αλλά δεν ακούστηκε τίποτα για σκουπόξυλο. Η φήμη της πάντως έφτασε μέχρι τον Σαίξπηρ που την επικαλείται στο Ημέρωμα της Στίγγλας (1η Πράξη Σκηνή 2η), βάζοντας τον Πετρούκιο να συγκρίνει τη συμπεριφορά της με τη συμπεριφορά της νιόπαντρης Στρίγγλας του της Κέιτ.  Πολλά θα είχαμε να πούμε αλλά δεν είναι της ώρας. Ας σκεφτούμε απλώς πως ο Πλάτων έδωσε σημαίνουσα θέση στη Διοτίμα στο Συμπόσιό του, ο Περικλής έδωσε σημαίνουσα θέση στην Ασπασία στη ζωή του, ο Ιησούς δέχτηκε πολλές γυναίκες ως μαθήτριές του  και πολλοί άλλοι αλλού. Φάσεις και αντιφάσεις.

 

Συνεπακόλουθα και Συμπερασματικά

Ο καιρός που οι γυναίκες ήταν περιορισμένες μέσα στο σπίτι τελείωσε… Τελείωσε;  Όχι και τόσο εύκολα αλλά δειλά και κρυφά και καμουφλαρισμένα και κωμικά είχε πέσει ο σπόρος. Βέβαια, τον Μεσαίωνα τις κυνήγησαν σαν μάγισσες, τις ανέβασαν στην πυρά, οι βασιλιάδες χρησιμοποίησαν τα κορίτσια τους σαν εργαλεία και μοχλούς  πίεσης για να εξασφαλίσουν τις συμμαχίες τους και να μη χάσουν την εξουσία  τους, κάτι που επανέλαβαν στη συνέχεια οι αστοί. Εν ολίγοις, οι γυναίκες ήταν τα εργαλεία και τα μέσα για τη διεκπεραίωση συμφερόντων. Και, όταν αυτές ήταν ανυπάκουες, μπορούσαν να τις δείρουν, αν τους χώριζαν έχαναν τα δικαιώματά τους στα παιδιά κι αν τις σκότωναν έπαιρναν μια άλλη βολικότερη από την πρώτη και προθυμότερη να υπακούει. Αυτά στον πολιτισμένο, στον δικό μας χώρο, όχι στους άλλους τους από κει…

Η θέσπιση μιας ημέρας τον χρόνο ως «Ημέρα της γυναίκας» αυτομάτως την κατατάσσει στα ευάλωτα είδη, στα έχοντα ανάγκη προστασίας, αν δεν είναι απλώς άλλη μία ευκαιρία της καταναλωτικής μας κοινωνίας να πουλήσει μερικές ανθοδέσμες ή σοκολατάκια για να της γλυκάνουν το χάπι.   

 Πολύ σωστά ο ποιητής αλλά και το αντίπαλο δέος του στέκονται σε στάση αναπεσόντος και περιμένουν ο ένας έξω από την πόρτα και η άλλη πίσω από τη πόρτα. Ξέροντας και οι δύο τι δύναμη έχει η σκούπα. Και άπαξ και το «λέει η Νέλλη στο ραδιόφωνο» ποιος μπορεί να το αρνηθεί;  Γι’ αυτό και προειδοποιεί:

Καλύτερα λοιπόν / σταμάτησε απέξω, γιατί αν μπεις… θα με βρεις με υψωμένο το χέρι σαν την Ελευθερία του Ντελακρουά μόνο που θα κρατάω το λάβαρο της σκούπας. Tέρμα το  oui papa, oui parton, oui  cheri, c’ est fini!!!

 

 

                             

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.